Εξαιτίας των εγκληματικών εδαφίων στα Μνημόνια, η χώρα το 2010 απώλεσε 27% του ΑΕΠ της, το οποίο και ελπίζεται να ανακτήσει μόνο ύστερα από οκτώ χρόνια από σήμερα (2033). Συνεπώς, σε τι είδους «ανάπτυξη» αναφέρονται οι ιθύνοντες από το 2010 έως σήμερα;
Ολο και συχνότερα τον τελευταίο καιρό έχω την αίσθηση ότι ζούμε ταυτόχρονα σε δύο Ελλάδες.
Η πρώτη, με τον αριθμό 1, εμφανίζεται λαμπερή, πετυχημένη, άνετη, χωρίς προβλήματα. Απαιτεί τον θαυμασμό της υφηλίου, γιατί διαλαλεί επιτεύγματα πολλά και αξιόλογα. Πασχίζει, έτσι, να δικαιολογήσει την ικανοποίηση του κ. πρωθυπουργού, που συγκινημένος τα ανακοινώνει. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Τα κατορθώματα αυτής της Ελλάδας 1 βασίζονται κυρίως στις αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητάς της από τις διάφορες μεγάλες διεθνείς τράπεζες. Η τελευταία αναβάθμισή της σε ΒΒΒ έγινε στις αρχές Μαρτίου από τον καναδικό οίκο DBRS. Ανάλογοι ενθουσιασμοί προκαλούνται, επίσης, από την κατά καιρούς επιτάχυνση του ρυθμού μεγέθυνσης ορισμένων κλάδων της βιομηχανίας ή ακόμη και ολόκληρης της οικονομίας (παρότι οι ρυθμοί αυτοί δεν είναι διατηρήσιμοι και συνήθως αναθεωρούνται σε χαμηλότερα επίπεδα στη συνέχεια).
Η δεύτερη -να την πούμε Ελλάδα 2- είναι σκυθρωπή, δεν άγγιξε ακόμη σε μέγεθος το αντίστοιχο του 2010, διώχνει τους καλύτερους νέους της στο εξωτερικό, συρρικνώνεται πληθυσμιακά και έχει σχεδόν ξεπουλήσει το σύνολο της εθνικής περιουσίας της, καθώς και τμήμα της ιδιωτικής (οικόπεδα και διαμερίσματα σε ξένους). Τα τελευταία στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. διαπιστώνουν διαχρονική αύξηση της φτωχοποίησης του ελληνικού πληθυσμού.
Ποια από τις Ελλάδες να προτιμήσουμε; Η Ελλάδα 1 είναι απαστράπτουσα και δείχνει να πορεύεται άνετη και χωρίς προβλήματα. Αρα, αυτή να ακολουθήσουμε! Οχι, όμως, πριν εξετάσουμε τις βάσεις της λαμπρότητάς της. Να δούμε, δηλαδή, κατά πόσον υπάρχουν και από πού προέρχονται.
Ελλάδα 1 – η απατηλή
Πρέπει, πριν από οτιδήποτε άλλο, να αναρωτηθούμε πού βασίζεται η ακτινοβολία της και τι είναι ακριβώς αυτό που βλέπουν σε αυτήν και τους ικανοποιεί οι οίκοι οι οποίοι αναβαθμίζουν την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μας.
Πιστεύω πως όλοι συμφωνούμε, διαπιστώνοντας ότι οι οίκοι αυτοί ενδιαφέρονται, κύρια και πρωταρχικά, στο να μπορεί η Ελλάδα να πληρώνει εμπροθέσμως τα χρέη της. Να ενισχύει, δηλαδή, τις βάσεις που την απομακρύνουν από τον κίνδυνο χρεοκοπίας. Να μην αποτελεί απειλή για τους δανειστές της.
Σίγουρα είναι πρωτεύουσα η ανάγκη τού να μπορεί η Ελλάδα να καταβάλλει κανονικά τα χρέη της. Ωστόσο, όμως, αυτή της η ικανότητα ουδόλως προϋποθέτει και ανάπτυξη. Αντιθέτως, είναι δυνατόν και, δυστυχώς, είναι αυτή η αντίφαση που συμβαίνει στη χώρα μας, να συρρικνώνονται, δηλαδή, ταυτόχρονα οι αναπτυξιακές της δυνατότητες, και να ξεπουλιούνται ανελέητα οι βάσεις της ανάπτυξής της. Να προσφέρει μισθούς και συντάξεις ντροπής για ευρωπαϊκή οικονομία του 21ου αιώνα. Να απομυζά αλύπητα κάθε εναπομείνασα αναπτυξιακή ικμάδα, από την Ελλάδα 2, που εκπροσωπεί την πραγματική οικονομία. Αλλά, όμως, να μπορεί, αδίστακτη, και με περισσή υπερηφάνεια, να αυξάνει το ύψος των απολύτως αναγκαίων πρωτογενών πλεονασμάτων της, προκειμένου να τα προσφέρει στους δανειστές πριν από τη λήξη των υποχρεώσεών της, εμφανίζοντας, έτσι, προς τα έξω εικόνα χλιδής και λαμπρότητας.
Η Ελλάδα 1, ωστόσο, που εμφανίζεται απαστράπτουσα προς τα έξω και προσελκύει τον (από καθαρό συμφέρον) θαυμασμό των ξένων, είναι εντελώς ψεύτικη. Είναι ανύπαρκτη. Είναι αυτή που απομυζεί την πραγματική Ελλάδα 2 και τον λαό της, χωρίς να του εξασφαλίζει μέλλον.
Ελλάδα 2 – η πραγματική
Η μνήμη μας δεν δικαιολογείται να είναι σε τέτοιο βαθμό ανεπαρκής, ώστε να λησμονεί ότι η πατρίδα μας καταστράφηκε με τα Μνημόνια, που περιλαμβάνουν ορισμένα εγκληματικού περιεχομένου εδάφια, προκειμένου να σωθούν οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες. Συνεπώς, οι περί ων ο λόγος οίκοι που μας αναβαθμίζουν και κάποτε δείχνουν και ενθουσιασμό για το πόσο καλά πάμε ουδόλως ενδιαφέρονται για το βιοτικό μας επίπεδο, που διαχρονικά καταρρακώνεται, ούτε για το ότι ξεπουλάμε το βιος μας, γιατί αυτό απαίτησαν οι δανειστές, ούτε για το ότι αδυνατούμε να εξασφαλίσουμε αξιοπρεπή απασχόληση στους νέους μας, που παίρνουν τον δρόμο της ξενιτιάς, ούτε γιατί αποκλείουμε έτσι την ανάπτυξη.
Αντιθέτως, η Ελλάδα 1 (η αρεστή των δανειστών, και όχι μόνο) απομυζά την Ελλάδα 2 με υπέρογκους φόρους και κυρίως άδικα κατανεμημένους, που περιορίζουν την κατανάλωση, την αποταμίευση και την επένδυση και τους οποίους απομακρύνει από την ανάπτυξη.
Η έλλειψη σοβαρού αναπτυξιακού σχεδιασμού που να προσπαθεί να εξυγιάνει την οικονομία μετά την καταστροφή που υπέστη από την πρόωρη είσοδό της στην ΕΟΚ και στα Μνημόνια εξηγεί την όντως θλιβερή απόφαση περί χρησιμοποίησης του πλεονάσματος (του οποίου εξυπακούεται ότι η απόκτησή του είναι αιματηρή) των 31,6 δισ. ευρώ. Της χρησιμοποίησής του, δηλαδή, για πρόωρη αποπληρωμή τμήματος του χρέους, προκειμένου να αποφύγουμε τα υψηλότερα επιτόκια μετά το 2032. Εξηγεί πως πετιούνται στα σκουπίδια οι ανείπωτες θυσίες του ελληνικού λαού, αντί να παρθούν αποφάσεις για επενδύσεις, που θα τον έβγαζαν από το χρόνιο αδιέξοδο. Αφήνεται, συνεπώς, και μέσω αυτής της θλιβερής επιλογής να καταρρέει αβοήθητη η ελληνική οικονομία, κρεμασμένη από έναν μόνο από τους απαραίτητους τρεις παραγωγικούς της τομείς, τον τριτογενή. Αλλά και αυτόν ανεπαρκή, εφόσον από το σύνολο των υπηρεσιών μόνο ο τουρισμός είναι σε αναπτυξιακή τροχιά.
Καμία δράση αναβίωσης
Αναφερόμαστε, έτσι, σε όρους ανάπτυξης χωρίς να δικαιούμαστε, εφόσον δεν υπάρχει στην ελληνική οικονομία ούτε καν η σκιά της, αλλά και επιπλέον επειδή δεν αναλαμβάνουμε ουδεμία σοβαρή δράση για την αναβίωσή της. Να υπενθυμίσω, λοιπόν, για πολλοστή φορά ότι:
– Εξαιτίας των εγκληματικών εδαφίων στα Μνημόνια η Ελλάδα το 2010 απώλεσε 27% του ΑΕΠ της, το οποίο και ελπίζεται να ανακτήσει μόνο ύστερα από οκτώ χρόνια από σήμερα (2033). Συνεπώς, σε τι είδους «ανάπτυξη» αναφέρονται οι ιθύνοντες από το 2010 έως σήμερα; Υπάρχει κάποια (οικονομική) λογική σε αυτούς τους διθυράμβους;
– Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών επιδεινώνεται συνεχώς. Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού έχουμε φτάσει, παρά το εξαιρετικό μας κλίμα, να εισάγουμε πατάτες από τη Γαλλία και την Αίγυπτο, ντομάτες από την Τουρκία, κρεμμύδια από την Αυστρία. Χρειάζεται και συνέχεια; Η ανακεφαλαίωση του δράματος είναι η συνεχής μείωση του βαθμού αυτάρκειάς μας, σε συνδυασμό με την προϊούσα αδυναμία μας πληρωμής τής μεταξύ τους διαφοράς. Η συνεχής πτώση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητάς μας.
– Το ξεκάθαρο συμπέρασμα της κατάστασής μας είναι η κατεπείγουσα ανάγκη κατάρτισης ενός μεσοπρόθεσμου και μακροχρόνιου αναπτυξιακού προγράμματος που να επαναφέρει στη ζωή τούς δύο βασικούς παραγωγικούς τομείς που φυλλορροούν.
Και έχουμε, ξαφνικά, την τύχη αυτό το απαραίτητο σχέδιο να διευκολύνεται, τώρα, χάρη στους δασμούς του Ντόναλντ Τραμπ, που μπορεί να έχουν και σημαντικές θετικές πλευρές για την περίπτωσή μας αν τους διαχειριστούμε σωστά (βλ. σχετικό άρθρο μου στο «Newsbreak» στις 04/05/2025). Εχουμε, όμως, ελπίδες να το πραγματοποιήσουμε μέσα στην πραγματικότητα στην οποία ζούμε;
===================
==============
1. Κέρδη επιχειρηματικά, αλλά οι μισθοί στάσιμοι (μειούμενοι λαμβάνοντας υπ όψιν τον πληθωρισμό... )
2. Επενδυτικό έλλειμα.
3. "Δημογραφική απίσχνανση της χώρας.."
==================
...
είναι από τις λίγες δημόσιες συζητήσεις που το ενεργειακό κόστος είναι
στο επίκεντρο, κάτι για το οποίο ...φωνάζουμε χρόνια! Λιγνίτη θα λέμε
και θα κλαίμε! (όσο για τις ΑΠΕ είναι προς τιμήν του κ. Χριστοδουλάκη
αναφέρει ότι αύξησαν αντί να μειώσουν - όπως έλεγαν και λένε - το
ενεργειακό κόστος!)
==========================
Την
ώρα που ο Κυριάκος εκλιπαρεί για μία φωτογραφία με τον Τραμπ ο
πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, έχει εξασφαλίσει μια
κολοσσιαία συμφωνία με την Κίνα, ενισχύοντας τη θέση της χώρας του ως
βιομηχανικό κέντρο στην Ευρώπη. Η κινεζική εταιρεία BYD, ένας από τους
μεγαλύτερους κατασκευαστές οχημάτων παγκοσμίως, ανακοίνωσε επίσημα τη
δημιουργία του Ευρωπαϊκού της Κέντρου στην Ουγγαρία, ένα έργο που
περιλαμβάνει επενδύσεις ύψους 4,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η
συμφωνία περιλαμβάνει τη δημιουργία βιομηχανικού πάρκου 300 εκταρίων στη
Σέγκεντ, το οποίο θα παράγει 300.000 οχήματα ετησίως, καθώς και ένα
εργοστάσιο συναρμολόγησης μπαταριών στο Φοτ, ένα ερευνητικό κέντρο σε
συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Σέγκεντ και τα ευρωπαϊκά κεντρικά
γραφεία της BYD στη Βουδαπέστη. Πρόκειται για μια κίνηση που θα
δημιουργήσει χιλιάδες θέσεις εργασίας και θα καταστήσει την Ουγγαρία
βασικό παίκτη στην ευρωπαϊκή αγορά οχημάτων, ενισχύοντας παράλληλα τη
γεωπολιτική της θέση.
Η επιτυχία του Όρμπαν δεν είναι τυχαία. Εδώ και
χρόνια, ο Ούγγρος πρωθυπουργός καλλιεργεί στενές σχέσεις με την Κίνα,
προσελκύοντας επενδύσεις και εκμεταλλευόμενος τη στρατηγική θέση της
χώρας του στην Ευρώπη. Η BYD, που ήδη λειτουργεί εργοστάσιο παραγωγής
λεωφορείων στο Κομάρομ από το 2017, επέλεξε την Ουγγαρία ως βάση για την
ευρωπαϊκή της επέκταση, αποδεικνύοντας την εμπιστοσύνη της στην
πολιτική σταθερότητα και τις ευνοϊκές συνθήκες που προσφέρει η κυβέρνηση
Όρμπαν.
Ο Κυριάκος φυσικά προτίμησε να δώσει 300 εκατομμύρια ευρώ
από το ελληνικό ταμείο ανάκαμψης στην τουρκική εταιρία του κολλητού του
Κοτς, για να αγοράζει αυτοκίνητα ηλεκτρικά όταν όλες οι εταιρείες
ενοικίασης αυτοκινήτων παγκοσμίως τα αποσύρουν. Αντί να προσφέρει
ενίσχυση στους Κινέζους και να πάρει την επένδυση.
Η Ουγγαρία
πρωτοπορεί και στην Ελλάδα χάνουμε σημαντικές ευκαιρίες. Η κυβέρνηση
Μητσοτάκη μοιάζει να παρακολουθεί αμέτοχη τις εξελίξεις, την ώρα που θα
μπορούσαμε να έχουμε διεκδικήσει ένα τέτοιο έργο. Το μεγαλύτερο λιμάνι
της χώρας, ο Πειραιάς, βρίσκεται στα χέρια της κινεζικής COSCO, γεγονός
που δίνει στην Ελλάδα ένα σημαντικό πλεονέκτημα για την προσέλκυση
κινεζικών επενδύσεων. Η στρατηγική θέση του Πειραιά ως πύλη της Ευρώπης,
σε συνδυασμό με την υπάρχουσα παρουσία της Κίνας, θα μπορούσε να κάνει
μια τέτοια επένδυση απολύτως εφικτή για τη χώρα μας.
Όμως δεν
εκμεταλλευόμαστε αυτή τη συγκυρία; Η Κίνα αναζητά εταίρους στην Ευρώπη
για να επεκτείνει την παραγωγή της, και η Ελλάδα, με το λιμάνι του
Πειραιά να αποτελεί ήδη σημείο αναφοράς για τις κινεζικές εταιρείες, θα
μπορούσε να διεκδικήσει ένα σημαντικό μερίδιο. Αντί να πετάμε χαρταετό, η
κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει δημιουργήσει ένα ελκυστικό πλαίσιο για
τέτοιες επενδύσεις, προσφέροντας κίνητρα και υποδομές που θα
προσελκύσουν γίγαντες όπως η BYD.
Η επένδυση της BYD στην Ουγγαρία
δεν είναι απλώς ένα οικονομικό γεγονός. Είναι μια κίνηση που ενισχύει τη
θέση της Ουγγαρίας στην ευρωπαϊκή αγορά, δημιουργεί θέσεις εργασίας και
φέρνει τεχνολογική καινοτομία. Η Ελλάδα, αντί να παραμένει θεατής, θα
μπορούσε να έχει διεκδικήσει ένα παρόμοιο έργο, αξιοποιώντας τη σχέση
της με την Κίνα μέσω του Πειραιά. Η αδράνεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη
και σε αυτό το ζήτημα εγείρει ερωτήματα για την ύπαρξη οράματος και
στρατηγικής στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Είναι η ώρα να
σταματήσουμε να πετάμε χαρταετό και να δράσουμε, για να αλλάξουμε την
πορεία της οικονομίας μας. Φυσικά αυτό θα γίνει όταν οι ιθαγενείς
ψηφίσουν κάποιον που έχει καλύτερη φίλη την Ελλάδα και όχι τύπους σαν
τον Κοτς.
Σταύρος Μαρτινιδης ΣΜ
===================



Σχόλια