Όταν οι Ελλαδικές Ελίτ υιοθετούν τις θέσεις του Τουρκικού εθνικισμού και του υπο-ιμπεριαλισμού: Μία πληρωμένη απάντηση στον γνωστό Ροζάκη
Του ΒΑΣΙΛΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΦΟΥΣΚΑ*
Είναι αποκαλυπτικό το άρθρο του κ. Χρήστου Ροζάκη (ΝΕΑ, 23 Νοεμβρίου 2024), με τίτλο «Ανατρέχοντας στο παρελθόν των Ελληνοτουρκικών».
Μας βεβαιώνει ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αμέσως μετά τη Κυπριακή τραγωδία, άρχισε να συζητά «εφόλης της ύλης» με τη Τουρκία (αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, υφαλοκρηπίδα, το FIR Αθηνών, τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης κλπ).
Η λογική του εγχειρήματος ήταν και είναι ότι πρέπει να συζητάμε με τους Τούρκους, διότι αν δεν υπάρχει συζήτηση θα υπάρξει πόλεμος. Οι «υπερπατριώτες», οι «λαϊκιστές» και οι «εθνικιστές», τα θέλουν όλα δικά τους και ξεχνούν ότι αυτός που είπε πρώτος ότι «το Αιγαίο δεν είναι Ελληνική λίμνη» δεν είναι ούτε ο κ. Γεραπετρίτης ούτε η κα Μπακογιάννη, αλλά ο Κων/νος Καραμανλής. Γιαυτό και ήταν «μεγάλος ηγέτης».
Ο κ. Ροζάκης προσπαθεί να νομιμοποιήσει τη πολιτική της Νέας Δημοκρατίας (Ν.Δ.) στα Ελληνοτουρκικά με αναφορά στο Κων/νο Καραμανλή, προφανώς για να καθησυχάσει τα κομματικά στελέχη μετά τις ρωγμές που προκάλεσε η διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά και άλλα διπλωματικά περιστατικά, όπως η παραίτηση του Ρούσου Κούνδουρου στο υπουργείο Εξωτερικών (ΥΠΕΞ). Αλλά αυτό δεν συνιστά αντιμετώπιση της ιστορίας ως επιστήμης, αλλά ως εργαλείου πολιτικής εκμετέλλευσης της οποίας η χρήση γίνεται επιλεκτικά.
Η Ελλαδική Δεξιά, ιδιαίτερα η «εκσυγχρονιστική» της πρέρυγα, αποδεχόμενη τον υποδεέστερο ρόλο της χώρας μέσα στο ΝΑΤΟ έναντι της Τουρκίας, έχει διαχρονικά υιοθετήσει το πρόγραμμα του Τουρκικού εθνικισμού και υπο-ιμπεριαλισμού, καθώς και των εκάστοτε διεκδικήσεών του, προκειμένου να έχει τα εύσημα των ΗΠΑ για να κυβέρνήσει τη χώρα.
Ήταν δε πάντοτε σε συζήτηση και συνδιαλλαγή με τη Τουρκία για παραχωρήσεις στο Αιγαίο, παρακάμπτοντας τα θέματα του μείζονα Ελληνισμού και της καταπάτησης των δικαιωμάτων του (μειονότητες Κωνσταντινούπολης και Σμύρνης, Ίμβρος και Τένεδος, Βόρεια Ήπειρος κλπ).
ΑΚΡΩΣ ΜΥΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ
Από το 1956, τα επιτελεία των Κων/νου Καραμανλή και Ευάγγελου Αβέρωφ διαπραγματευόταν, σε άκρως μυστικές συναντήσεις υπό την αιγίδα των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας, έξοδο της τουρκοκυπριακής (Τ/Κ) κοινότητας στη θάλασσα και παροχή στρατιωτικής βάσης στη Τουρκία στη Κύπρο.
Και αυτό, τη στιγμή που μαίνονταν ο εθνικο-απελευθερωτικός και αντι-αποικιακός αγώνας των Ελληνοκυπρίων (Ε/Κ) για ένωση με την Ελλάδα, καταγράφοντας εκατοντάδες νεκρούς με τη μέθοδο του απαγχονισμού, άρα τίθεται εδώ κι ένα ζήτημα ηθικής τάξης.
Η Ελλάδα, από τη δεκαετία του 1950, αποδέχεται τον ελάχιστο στόχο του Τουρκικού εθνικισμού και υπο-ιμπεριαλισμού στη Κύπρο, αυτό της διχοτόμησης. Ο μέγιστος στόχος ήταν και παραμένει ο πολιτικός-στρατηγικός έλεγχος ολόκληρης της Κύπρου – κάτι που θα γινόταν αν η Ε/Κ πλευρά υπέγραφε το σχέδιο Γκιουνές την 13η Αυγούστου 1974 στη Γενεύη, ή αν ψήφιζε υπέρ του σχεδίου Ανάν τον Απρίλιο του 2004.
Σε συνέντευξή του στη Le Monde το 1967 ο Καραμανλής θα ισχυριστεί ότι οι σχέσεις της Ελλάδας με τη Τουρκία είναι πολύ πιο σημαντικές από τις σχέσεις της Ελλάδας με τη Κυπριακή Δημοκρατία, ενώ ο Ευάγγελος Αβέρωφ έγραφε με σαρκαστικό τρόπο τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ότι «πάντοτε πίστευε ότι η Κύπρος είναι στρατιωτικά υποθηκευμένη στη Τουρκία».
Οι Καραμανλής-Αβέρωφ είχαν φτειάξει ένα τέτοιο δεσμευτικό πλαίσιο στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις εις βάρος των εθνικών συμφερόντων της χώρας, από το οποίο ακόμα ούτε και η φιλο-λαϊκή κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου το 1964 δεν μπόρεσε να αποδεσμευτεί.
Παρόλες τις αντιρρήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου δέχεται να συζητήσει με τη μεσολάβηση των Αμερικανών τα σχήματα της διχοτόμησης και της «διπλής ένωσης», που συμπεριλάμβαναν απομάκρυνση και του Μακαρίου από την εξουσία (σχέδια Άτσεσον). Τα σχέδια απέτυχαν να πείσουν τη Τουρκία, η οποία ζήταγε περισσότερα (μέγεθος στρατιωτικής βάσης κλπ).
ΤΑΠΕΙΝΩΤΙΚΗ ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΗΣ ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ
Παρόμοιες θέσεις με το δεσμευτικό πλαίσιο της δεξιάς ενδοτικής πολιτικής ανέπτυξε και ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος.
Αφού απέσυρε ταπεινωτικά την Ελληνική μεραρχία από τη Κύπρο τέλη του 1967 – μεραρχία που είχε στείλει στη Κύπρο η κυβέρνηση Παπανδρέου – σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Μιλιέτ» το 1971, θα ισχυριστεί ότι αυτό που εμποδίζει ένα Ελληνοτουρκικό ομοσπονδιακό κράτος στο Αιγαίο το οποίο «σίγουρα θα πραγματοποιηθεί στο μέλλον» είναι το αγκάθι του Κυπριακού και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Αυτός πρέπει να εξοβελιστεί.
Αυτό το τελευταίο έγινε με τη συνδρομή της προδοσίας του Δημήτρη Ιωαννίδη και το πρώτο Αττίλα (20-22 Ιουλίου 1974). Η Τουρκία, όμως, καταλαμβάνει το 36,4% της Κυπριακής Δημοκρατίας κατά την «ψευτο-εκεχειρία» και το δεύτερο Αττίλα (22 Ιουλίου – 17 Αυγούστου 1974), δηλαδή κατά την περίοδο της συγκυβέρνησης μεταξύ κυβέρνησης «εθνικής» ενότητας υπό τον Κων/νο Καραμανλή και χούντας Φαίδωνα Γκιζίκη.
Εκτός από τον Ιωαννίδη ο οποίος είχε εξαφανιστεί από τις 22 Ιουλίου, όλοι οι χουντικοί στρατηγοί υπεύθυνοι για το πραξικόπημα του Μακαρίου την 15η Ιουλίου παρέμειναν στις θέσεις τους, παρά τις συμβουλές του στρατηγού Πανουργιά Πανουργιά για άμεση αποστράτευσή τους. Κι όχι μόνο αυτό. Αποστρατεύτηκαν με τιμές αφού είχε εδραιωθεί ο δεύτερος Αττίλας στη Κύπρο.
Έτσι, προϋπόθεση για να έρθει η όποια δημοκρατία στην Ελλάδα ήταν η εδραίωση του δεύτερου Αττίλα στη Κύπρο, κάτι που έγινε με αποκλειστική, συνολική ευθύνη των Καραμανλή-Αβέρωφ.
Ο ΚΙΣΙΝΤΖΕΡ ΕΞΟΡΓΙΣΤΗΚΕ!
Η υποχωρητικότητα των Καραμανλή-Αβέρωφ στις Τουρκικές απαιτήσεις που ακολούθησε τη Κυπριακή τραγωδία θα εξοργίσει ακόμη και τον ίδιο τον Κίσιντζερ. Σε μια συνάντησή του με το Δημήτρη Μπίτσιο (Έλληνας ΥΠΕΞ) στο Ελσίνσκι στις 30 Ιουλίου 1975, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ ξεστομίζει:
«Η διαπραγμάτευσή σας είναι η μόνη που απέτυχα να προχωρήσω. Δεν το λέω για να παραπονεθώ – και οι δύο γνωρίζουμε πως να λύσουμε το θέμα. Η μόνη κριτική που έχω είναι σχετικά με τη διαπραγματευτική σας τακτική η οποία δεν ακολουθεί την αρχή να πάρεις μία θέση και να υπεραμυνθείς αυτής της θέσης. Κάθε τρεις μήνες παραχωρείτε και κάτι και αυτό κάνει την άλλη πλευρά να κωλυσιεργεί».
Την ίδια υποχωρητικότητα έδειξε ο Καραμανλής και σε σχέση με τις διαπραγματεύσεις της χώρας να μπεί στην ΕΟΚ, κάτι που αναλύει με εξαιρετική ενάργεια ένας νέος δημοσιογράφος με ταλέντο στην ιστορική έρευνα, ο Βαγγέλης Γεωργίου, στη μελέτη του, Ελλάς-ΕΟΚ-Εμπιστευτικό.
Αυτό είναι η πραγματική εικόνα του παρελθόντος της δεξιάς παράταξης και της διαπραγμάτευσης των Ελληνοτουρκικών. Αυτό συμβαίνει και σήμερα σε όλα τα μέτωπα του διαλόγου με τη γειτονική χώρα (Θράκη, Αιγαίο, Κυπριακό).
Είναι μοιραίο κάθε διαπραγμάτευση με τη Τουρκία να καταλήγει, με μαθηματική ακρίβεια, σε απώλεια εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, για τον απλούστατο λόγο διότι υιοθετούνται, ανερυθρίαστα, οι θέσεις του Τουρκικού εθνικισμού και υπο-ιμπεριαλισμού, ενώ όσοι και όσες αντιστέκονται σ’ αυτή την ενδοτική τακτική στοχοποιούνται ως «λαϊκιστές», «υπερπατριώτες» και «εθνικιστές».
* Βασίλης Κωνσταντίνου Φούσκας
Καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Ανατολικού Λονδίνου
και μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής του δικτύου «Πανελλήνιοι
Διάλογοι». Μία σύντομη μορφή αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ (27
Νοεμβρίου 2024)
=============
Ελλαδικές ελίτ και τουρκικός εθνικισμός
Φούσκας Βασίλης
Σχόλια