Η συγκατανευτική Ελλάδα ανοίγει τις πύλες στο Νεοθωμανισμό και στην αποσταθεροποίηση

Των Γεωργίου Μούρτου, Φώτη Μουστάκη και Γιώργου Χαρβαλιά*

Στη μεταπολιτευτική Ελλάδα επαναλαμβάνεται εν είδει ινδουιστικού μάντρα η εδραιωμένη αντίληψη της επεκτατικής αναθεωρητικής Τουρκίας και της πολιτισμένης, ευρωπαϊκής Ελλάδας, της χώρας status quo που αυτοαναγορεύτηκε πυλώνας σταθερότητας της ευρύτερης περιοχής. Η αντίληψη αυτή παγιώθηκε σε διεθνοπολιτικό δίπολο: από τη μια, η γεωπολιτική Τουρκία της επιθετικότητας και του αυξανόμενου αναθεωρητισμού που στοχεύει στην αναβίωση του νεοθωμανικού ζωτικού χώρου και, από την άλλη, η συγκατανευτική Ελλάδα του ευρωπαϊσμού και της δικαιοπραξίας. Η πρώτη, έχει αναλάβει τον ενεργητικό ρόλο του Προμηθέα με πρωτοβουλίες σε όλα τα επίπεδα ισχύος –σκληρής και ήπιας-, που αναρριπίζουν αξιώσεις. Και ως Προμηθέας έχει εξελιχθεί σε παραγωγό γεωπολιτικής. Η δεύτερη, περιορίζεται στον παθητικό ρόλο του Επιμηθέα ως μεταπράτης προϊόντων, υπηρεσιών και ιδεών.

Ο ελλαδικός μεταπρατισμός, ως εκ φύσεως καταναλωτικός, τουτέστιν παθητικός, έχει ταυτιστεί με τις νεφελώδεις έννοιες του ευρωπαϊσμού και του διεθνούς δικαίου, το οποίο αποτελείται από διακηρυγμένες αρχές κι όχι κανόνες που διασφαλισμένα εφαρμόζονται, γι΄ αυτό το διεθνές σύστημα είναι άναρχο, πλημμυρισμένο με αίμα, αντιπαλότητες και μονομερείς ενέργειες. Ο κύριος φορέας μετασχηματισμού των εννοιών αυτών σε εξωτερική πολιτική και μετάδοσης τους στα συστημικά μέσα ενημεέρωσης είναι μια υπερπροβεβλημένη δεξαμενή σκέψης του αθηναιοκεντρικού μικρόκοσμου, που λειτουργεί ως ο αποκλειστικός ατζέντης ιδεοληπτικών στερεοτύπων, όπως: η διαμόρφωση λεβαντίνικης συνείδησης στη Μεγαλόνησο ως πρόκριμα «ρεαλιστικής επίλυσης» του Κυπριακού∙ το ελληνικό έθνος είναι τεχνητό δημιούργημα κάποιων ευφάνταστων διανοουμένων∙ η διεθνής νομιμότητα που διέπει το καθεστώς του Αιγαίου είναι αναθεωρήσιμη.

Χώρος κι όχι χώρα

Οι αντιλήψεις αυτές, μεθερμηνευόμενες με γεωπολιτικούς όρους, αποδίδουν αποκλειστικότητα στον χώρο και όχι στη χώρα. Η χώρα επιτάσσει αμετάβλητες πολιτικές, που υποστηρίζονται με θυσίες, ακόμα και της ζωής, ενώ ο χώρος με ευπροσάρμοστες μεταβλητές, μη εξαιρουμένων των συνόρων, της ιστορίας και των εθνικών αξιών. Στο πλαίσιο αυτό, ο εν λόγω φορέας μετάλλαξε το όνομα του, αντικαθιστώντας τον αρχικό επιθετικό προσδιορισμό «αμυντική», δηλωτικό της χώρας, σε «ευρωπαϊκή», επιβεβαιωτικό του α-σύνορου χώρου.

Βέβαια, ο φορέας αυτός δεν χρεώνεται με την αποκλειστικότητα αυτής της αντίληψης, διότι προηγήθηκε η αριστερά του διεθνισμού και της ειρηνολαγνείας που εναντιώνεται παθολογικά στον πόλεμο αλλά όχι στην επίθεση, αποθρασύνοντας τους βόρειους και εξ ανατολών γείτονες. Η αριστερή ειρηνολατρεία, ενισχύεται με ισχυρές δόσεις «προοδευτικής» φρασεολογίας, όπως: ανοιχτά σύνορα, υποστήριξη σε κάθε λογής μειονότητες και μειοψηφίες, ουδετεροθρησκεία εάν όχι πλήρης αθεΐα, γουοκισμός. Η διαμόρφωση της εθνομηδενιστικής ιδεολογίας, θα υπερβεί συν τω χρόνω τα όρια της αριστεράς σε όλες τις αποχρώσεις της, και θα εξελιχθεί σε βασικό πυλώνα του κυρίαρχου σήμερα ελληνικού εθνικού αποδομισμού, που καλύπτει ολόκληρο το πολιτικό φάσμα και έχει διαβρώσει το εκπαιδευτικό σύστημα και τους θεσμικούς πυλώνες της δημόσιας ζωής.

Το πρωτεύον στην ελλαδική αντίληψη του χώρου είναι η οικονομία της κατανάλωσης, γι΄ αυτό το κράτος παραδόθηκε αμαχητί στην τεχνοκρατική Ευρώπη και η οικονομία κατέστη μεταπρατική. Όταν η οικονομία είναι μεταπρατική, όλο το κρατικό οικοδόμημα αποκτά τα συστατικά γνωρίσματα του μεταπρατισμού, από την παιδεία και τη δικαιοσύνη μέχρι τη διπλωματία και τις ένοπλες δυνάμεις. Το κράτος προμηθεύεται προηγμένα οπλικά συστήματα πρώτου πλήγματος αλλά τα δεσμεύει σε παθητικούς ρόλους άμυνας∙ εκπαιδεύει τους νέους στην πλειάδα των πανεπιστημιακών σχολών που είναι διάσπαρτες σε όλη την επικράτεια αλλά εξωθεί τους πλέον ταλαντούχους στην αποδημία, όταν η προσέλκυση νοών αποτελεί σήμερα πεδίο σκληρού ανταγωνισμού μεταξύ των φιλόδοξων χωρών∙ εορτάζει τις εθνικές επετείους με στομφώδεις εθνοπατριωτικές διακηρύξεις, όταν προβαίνει στην απο-ιεροποίηση της χώρας, τουτέστιν ακυρώνει το πνεύμα της θυσιαστικής προσφοράς, και κραδαίνει το λάβαρο της ειρηνολαγνείας που το συνοδεύει με το απειλητικό δίλλημα: «θέλετε πόλεμο ή ειρήνη»; Το εν λόγω δίλλημα, που έχει αναχθεί σε οδηγό διπλωματικής συμπεριφοράς, αναιρεί τη διεθνολογική σκέψη και πρακτική, όπως διαμορφώθηκαν από την αρχαιότητα∙ την ουσία, δηλαδή, της ισχύος –σκληρής και ήπιας.

Γεωπολιτική ανισορροπία

Διλήμματα αυτής της μορφής επωάζονται σε κλίμα αναξιοκρατίας και μεταπρατισμού, χαρακτηριστικά που αναπλάθονται και διαχέονται στην κοινωνία μέσα από τους μηχανισμούς των κομμάτων, τα οποία με τη σειρά τους έχουν εγκαθιδρύσει ένα ιδιότυπο σύστημα διακυβέρνησης, την κομματοκρατία. Η ελλαδική κομματοκρατία έχει διαβρώσει τα θεμέλια του διαχρονικού ελληνισμού, και έχει διαπλάσει την ανιστόρητη και παντοειδώς διεφθαρμένη κοινωνία των εξατομικευμένων και αλλοτριωμένων. Η χώρα πορεύεται χωρίς πυξίδα ασφαλούς πλεύσης, λόγω της παντελούς έλλειψης στρατηγικής κουλτούρας, αφού το κυρίαρχο είναι ο μεταπρατισμός, σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την επέλαση της γεωπολιτικής παραγωγής. Γι΄ αυτό παραμένει καθηλωμένη σε αποπροσανατολιστικές δοξασίες, όπως: ο τουρκικός επεκτατισμός οφείλεται σε οικονομικά αίτια που θα θεραπευτούν με τη συνεκμετάλλευση∙ ο σκοπιανός αλυτρωτισμός θα ακυρωθεί με τη σύνθετη ονομασία∙ το ψευδοκράτος θα αφομοιωθεί με τον εξευρωπαϊσμό του μέσα από διοικητικά σχήματα συγκυριαρχίας∙ οι αλυτρωτισμοί των γειτόνων θα υποχωρήσουν δια μαγείας με την ένταξή τους στην ΕΕ, όταν υπάρχει το προηγούμενο της ΝΑΤΟϊκής συμμετοχής, που όχι μόνο δεν επέφερε την επίλυση των διμερών προβλημάτων αλλά τα πολλαπλασίασε.

Αντιλήψεις ως οι ανωτέρω διαψεύδονται από τη διεθνολογική πρακτική και εμπειρία, μέσω των αιώνων, που έχει διαποτιστεί από τη θουκυδίδεια σκέψη. Ότι, δηλαδή, οι διακρατικές σχέσεις διαμορφώνονται στη βάση της ισχύος και αποφασιστικότητας των δρώντων, και δεν αποτελούν άσκηση διπλωματίας savoir vivre. Οι συνέπειες της νομόπληκτης Ελλάδας του γεωπολιτικού αγνωστικισμού είναι οι ακόλουθες:

Γκριζοποίηση του Αιγαίου (casus belli, υπερπτήσεις, τουρκο-λιβυκό μνημόνιο), Κοσοβοποίηση της Θράκης (παράνομος μουφτής, ρόλος Προξενείου, οπτική ισλαμοποίηση με πανσπερμία τζαμιών ακόμα και σε απομακρυσμένες περιοχές), ομηρία του Οικουμενικού Πατριαρχείου και εθνική χειραφέτηση του υβριδικού κράτους των Σκοπίων (από σκοπιανό/σλαβικό σε μακεδονικό). Οι σοβαρές αυτές συνέπειες είναι το αποτέλεσμα της ελληνικής ατολμίας που, μεταξύ των άλλων, παγίωσε την τουρκοποίηση της μισής Κύπρου, της Ίμβρου και Τενέδου, ενώ, πρόσφατα, προστέθηκε η αλβανοποίηση της Β. Ηπείρου, που ανακοινώθηκε επίσημα από τον Αλβανό πρωθυπουργό Έντι Ράμα στη Θεσσαλονίκη.

Η ελληνική παθογένεια ανέδειξε ως ρυθμιστή των γεωπολιτικών εξελίξεων την Τουρκία, η οποία, λόγω μεγέθους, τεχνολογικής πρωτοπορίας με δυναμική εξωστρεφή οικονομία, ιεροποιημένη με ζήλο θρησκευτικό και εθνική έπαρση, έχει αναδειχθεί σε ασυμβίβαστη δύναμη που υπαγορεύει όρους και διαμορφώνει την περιφερειακή αρχιτεκτονική.

Η ανισορροπία της περιοχής δεν προκλήθηκε από την υπερδιόγκωση της Τουρκίας αλλά από την υποχώρηση του κρατικού ελληνισμού, που διαγράφει αντίθετη πορεία από αυτή του ιστορικού ελληνισμού. Ο ελληνισμός, σε όλη την ιστορική διαδρομή του, αποτελούσε πυλώνα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή, ένα είδος γεωπολιτικού ελατηρίου που ελληνοποιούσε τις ξενικές επιρροές και αφομοίωνε τις πιέσεις από οιονδήποτε επίβουλο, διατηρώντας την απαράμιλλη ανθεκτικότητα του ελληνικού αρμού που συνενώνει τις τρεις σημαντικότερες ηπείρους. Η απόκλιση από τον ιστορικό αυτό ρόλο του ελληνισμού προήλθε από τον ελλαδισμό της μεταπολίτευσης, όταν η χώρα διαποτίστηκε με τη νομοκρατική μονομέρεια και τη μεταπρατική παθογένεια, με συνέπεια να καταστεί παράγοντας αποσταθεροποίησης.

Διεθνής πρακτική

Στην Τουρκία είναι αδιανόητο να εκλεγούν στα ύπατα πολιτειακά αξιώματα ή να αναλάβουν τα κύρια υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας νομικοί, όταν στην Ελλάδα τα εν λόγω αξιώματα μονοπωλούνται από συνταγματολόγους, δικαστές και νομικούς γενικότερα. Η Αθήνα, δηλαδή, βλέπει τον κόσμο νομικά, ενώ η Άγκυρα γεωπολιτικά.

Οξύτατη γεωπολιτική αντίληψη διαθέτει το Ισραήλ, που εξισορροπεί την τεράστια εδαφική και πληθυσμιακή μειονεξία του με γεωπολιτική υπεραξία, ενισχυμένη με την ιεροποίηση του εθνικού φρονήματος. Και η ιεροποίηση συνδυάζεται με το φρόνημα της ηρωποίησης και την επιδίωξη της αριστείας στους τομείς της παιδείας, της έρευνας και της επιχειρηματικότητας ως “startup” κράτος, χαρακτηριστικά που το αναδεικνύουν σε τεχνολογική και στρατιωτική υπερδύναμη.

Στους γεωπολιτικούς δρώντες συγκαταλέγεται και η λιλιπούτια Ισλανδία, που ενήργησε γεωπολιτικά και όχι νομικά, για να κατοχυρώσει την εθνική της κυριαρχία, προχωρώντας στην επέκταση των χωρικών της υδάτων και δεν δίστασε να αναμετρηθεί με μια υπερδύναμη, τη Βρετανία, την οποία και ανάγκασε να υποχωρήσει στον λεγόμενο «πόλεμο του βακαλάου», το 1975. Εν αντιθέσει, οι Φιλιππίνες κέρδισαν νομικά στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αλλά έχασαν γεωπολιτικά εξαιτίας της αδυναμίας να εφαρμόσουν την ευνοϊκή απόφαση της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών, λόγω αντίδρασης της Κίνας.

Ενδιαφέρουσα περίπτωση αποτελεί η Ταϊβάν. Οι αναλογίες με την Ελλάδα είναι καταπληκτικές. Και οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν αμείωτη στρατιωτική πίεση από ισχυρούς γείτονες. Και οι δύο βιώνουν οξύτατο δημογραφικό πρόβλημα και διχασμένο εσωτερικό μέτωπο ως προς το πρακτέον έναντι των εξωτερικών πιέσεων. Επιπρόσθετα, οι ένοπλες δυνάμεις τους  μεταφέρουν βαρύ φορτίο λόγω της εμπλοκής τους στην πολιτική -δικτατορία στην Ελλάδα, στυγνή στρατιωτική διακυβέρνηση, από το 1947 έως 1987, στην Ταϊβάν-, που άφησε χέουσες πληγές, με κυριότερη την ανεπαρκή κοινωνικοπολιτική στήριξη που αγγίζει τα όρια της απαξίωσης, όπως επιβεβαιώνεται από την αποστροφή προς το στρατιωτικό επάγγελμα και την αποφυγή παντί τρόπω στρατιωτικής θητείας. Συνέπεια τούτου είναι η καθιέρωση βραχύβιας διάρκειας θητεία -τετράμηνη στην Ταϊβάν, οκτάμηνη στην Ελλάδα-, που δεν δικαιολογείται από τους πραγματικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν, με ένα υψηλό ποσοστό Ταϊβανέζων να δηλώνει ότι θα αποδράσει, θα κρυφτεί ή θα παραδοθεί σε περίπτωση κινεζικής εισβολής. Επιπρόσθετα, οι δύο χώρες επέλεξαν τις εισαγωγές και όχι την παραγωγή οπλικών συστημάτων, και επαναπαύτηκαν στις υποστηρικτικές διακηρύξεις των συμμάχων, καθώς και στις περιοδικές διαθέσεις ειρηνικής συνύπαρξης των αντιπάλων τους, που στην Ελλάδα αποδίδονται ως «φιλία». Οι αδυναμίες αυτές έχουν δημιουργήσει τεράστιο έλλειμμα στρατηγικής κουλτούρας, που χαρακτηρίζει αμφότερες τις χώρες, με συνέπεια να αποπροσανατολίζει τους διαμορφωτές πολιτικής και να εφησυχάζει την κοινή γνώμη. Στον αντίποδα, βρίσκεται η Ν. Κορέα, που οι νέοι όχι μόνο θεωρούν ύψιστη τιμή να υπηρετήσουν τη διετή στρατιωτική θητεία, αλλά στιγματίζονται κοινωνικά όσοι την υπεκφεύγουν.

Η συγκριτική αναφορά Ελλάδας-Ταϊβάν παρουσιάζει καταπληκτικές ομοιότητες αλλά και ουσιαστικές αποκλίσεις. Η δεύτερη, συνειδητοποίησε το αδιέξοδο της πολιτικής της, και προχώρησε στη χάραξη νέας πορείας με τη διαμόρφωση υψηλής στρατηγικής, που βασίζεται σε δύο κύριους πυλώνες: Πρώτον, στην αύξηση της στρατιωτικής θητείας στους 12 μήνες με παράλληλη υιοθέτηση της «ασύμμετρης» άμυνας, τουτέστιν, την επίθεση και την εγχώρια παραγωγή μη επανδρωμένων οπλικών συστημάτων στον αέρα, την ξηρά, τη θαλάσσια επιφάνεια και υποθαλάσσια (υποβρύχια). Δεύτερον, στη διεθνή ευαισθητοποίηση ως αναντικατάστατη δύναμη για την παγκόσμια οικονομία, λόγω της ηγεμονικής θέσης της στην τεχνολογία της πληροφορικής και των κομπιούτερ (ITC – Information Technology and Computer), που την ανέδειξαν σε υπερδύναμη υψηλής τεχνολογίας. Ο ελλαδισμός παραμένει καθηλωμένος στις «συμμετρικές» επιλογές των ετοιμοπαράδοτων και υπερκοστολογημένων οπλικών συστημάτων, λόγω της νοοτροπίας του μεταπρατισμού, όταν η τεχνολογία έχει αναχθεί σε αυτόνομο γεωπολιτικό παράγοντα.

Οι αποσταθεροποιητικοί δρώντες

.Η Κύπρος έχει αφομοιώσει την ελλαδική νοοτροπία και, επαναπαυμένη στις δάφνες του δίκαιου αγώνα με τα πολλαπλά θετικά Ψηφίσματα διεθνών οργανισμών, αμέλησε τη γεωπολιτική φαρέτρα της, με συνέπεια να παγιώνεται το καθεστώς της κατοχής. Τα σημαντικά αλλά ατελή βήματα ανάκτησης γεωπολιτικών ερεισμάτων –ακύρωση Σχεδίου Ανάν, κατοχύρωση θαλάσσιων συνόρων με παράλληλη αξιοποίηση ενεργειακών κοιτασμάτων,δεν ενεργούν ως επιταχυντές ισχύος, αφού και η Κύπρος στερείται απελπιστικά στρατηγικής κουλτούρας, με το εσωτερικό μέτωπο να παραμένει διαιρεμένο ως προς τη δέουσα εθνική κατεύθυνση.

Με άλλα λόγια, Ελλάδα και Κύπρος έχουν αναχθεί σε διεθνές πρόβλημα, λόγω της εμμονικής καθήλωσής τους στη γεωπολιτική αγνωσία, προσβεβλημένες από την παθητικότητα του μεταπρατισμού σε μια περιοχή γεωπολιτικής υπερ-παραγωγής. Ο κρατικός ελληνισμός ακυρώνει τον ιστορικό ελληνισμό και εξελίσσεται στον πιο αποσταθεροποιητικό παράγοντα της ευρύτερης περιοχής, που όχι μόνο αδυνατεί να αποτρέψει τις επεκτατικές τάσεις των γειτόνων αλλά για πρώτη φορά συμβάλει, με παραλείψεις και αστοχίες, στη de facto ακραία μορφή ισλαμοποίησης της Ανατολικής Μεσογείου, την τουρκοποίηση, ενώ έχει εγκλωβιστεί σε διαπραγματεύσεις που νομοτελειακά οδηγούν στη de jure νομιμοποίησή της, γεγονός που θα επιφέρει τεκτονικές γεωπολιτικές συνέπειες, όπως είναι η ασφυκτική περικύκλωση του Ισραήλ από το Ισλάμ, εξέλιξη που δύσκολα θα γίνει αποδεκτή από την Ιερουσαλήμ χωρίς αντίδραση.

Το Ισλάμ, στην ακραία ισλαμοεθνικιστική μορφή του, τη νεο-οθωμανική, δεν βρίσκεται προ των πυλών –της Βιέννης-, αλλά η γεωπολιτικά αγνωστικιστική Ελλάδα έχει ανοίξει τις πύλες, για να αναδειχθεί σε ηγεμονική δύναμη στο πιο κρίσιμο σημείο της ευρασιατικής περιμέτρου, που ανέκαθεν εξουσιάζεται από τις ναυτικές δυνάμεις. Το Ισραήλ, με το οξύτατο γεωπολιτικό αισθητήριο, αντελήφθη εγκαίρως ότι στην γεωστρατηγική εξίσωση της ΝΑ Μεσογείου δεν μπορεί να αγνοείται εσαεί το πολυπληθέστερο, φιλοδυτικό, εκκοσμικευμένο και  χωρίς κρατική υπόσταση έθνος, οι Κούρδοι. Πιθανώς, η επιλογή του Μάρκο Ρούμπο και του Μάικλ Γουόλς  ως υπουργού Εξωτερικών και Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, αντίστοιχα, που είχαν σταθεί υποστηρικτικά έναντι των Κούρδων, να μην είναι τυχαία. Όπως, τυχαία αντιστοίχως δεν είναι τα τρία κύρια γεωπολιτικά στηρίγματα δημιουργίας της τουρκικής ηγεμονίας: Αλβανία του Ράμα, Σκόπια του αθεράπευτου αλυτρωτισμού και η γεωπολιτικά αγνωστικιστική φοβική και ενδοτική Ελλάδα. Η αιγαιακή Ελλάδα με τον πρώτο στην παγκόσμια κατάταξη εμπορικό στόλο, την παραδοσιακή εταιρική της σχέση με τις ναυτικές δυνάμεις, οδηγείται εφ΄ εαυτής στην κλίνη του Προκρούστη, με την υποτακτική πολιτική της στην εδραίωση της τουρκικής ηγεμονίας.

Εν κατακλείδι, ο ελληνισμός, υπό την ευρω-νομόπληκτη κρατική μορφή του, αποκλίνει από τον ιστορικό ρόλο τού προστάτη της Δύσης από τις ηπειρωτικές βαρβαρικές δυνάμεις, και μετατρέπεται στον υπονομευτή της ως πηγή αποσταθεροποίησης. Χρειάζεται επειγόντως αλλαγή πορείας…

δρ Γεώργιος Μούρτος είναι επίτιμος καθηγητής Στρατηγικής Πανεπιστημίου Plymouth, ο δρ Φώτης Μουστάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Στρατηγικής και Διευθυντής του Centre for Sea Power and Strategy Πανεπιστημίου Plymouth, και ο Γιώργος Χαρβαλιάς (ΜΑ, “War Studies”), δημοσιογράφος, αναλυτής και συγγραφέας του βιβλίου, Γιαβόλ! Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια.

Πηγή: Εστία της Κυριακής 

===================

Blogger: 

..όλα έχουν ειπωθεί:

https://youtu.be/VUHU2slyaSA?t=514

 ==========

 ------------------

===================

-----------------------------


-------------------------------

-------------------------

 --------------------------------

-----------------------------


===================

-----------------------------


-------------------------------

-------------------------

==================

Προσωπικά τείνω προς την άποψη ότι μάλλον γινόμαστε Γουατεμάλα ανεπιστρεπτί...



Σχόλια