Είναι αξιοθαύμαστο πως στην Ελλάδα καταφέρνουμε να παριστάνουμε τις αγνές και άμαθες παρθένες έτσι ώστε δικαιολογημένα να “πέφτουμε από τα σύννεφα” όταν παρουσιάζεται στη σκηνή η απλή αλήθεια. Είναι αδόκιμο να αρχίζεις ένα δημοσιογραφικό κείμενο επικαιρότητας με σχόλιο αλλά, παρά τις πολλές δεκαετίες στο κουρμπέτι, με έχει εντυπωσιάσει η στάση δημοσιογράφων και σχολιαστών απέναντι στον κ. Πλεύρη, υπουργό Υγείας πλέον. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Χαλαρές επικρίσεις για τις γνωστές σε όλους απόψεις του, αλλά καμία (πολιτική) εξήγηση γιατί ο πρωθυπουργός επέλεξε να τον κάνει υπουργό. Ευκολότερες οι επικρίσεις παρά οι εξηγήσεις, έστω οι απλές. Λοιπόν, με τους κ.κ. Βορίδη, Άδωνι και Πλεύρη, όλοι αναθρεμμένοι στην αγκαλιά του ΛΑΟΣ και του κ. Καρατζαφέρη, παίρνει υπόσταση το υπουργικό τρίο της “λαϊκής Δεξιάς” στη ΝΔ, αλλά διορισμένο και ελεγχόμενο από την νεοφιλελεύθερη ηγεσία του κόμματος. Με τον μοναδικό ηγέτη της προκοπής, τον Καρατζαφέρη εκτός παιχνιδιού, η “λαϊκή Δεξιά” δεν είναι καν “μαύρο πρόβατο” για να σφάξουν προς χάρη της τον “μόσχο τον σιτευτό”, είναι απλώς στα γόνατα!
Νόμιμη και νομιμόφρων, είναι χρήσιμη και στην επίσημη, “σαλονάτη” Δεξιά και στην αξιωματική και υπόλοιπη αντιπολίτευση, που προσπαθεί να αναβαθμίσει τα υπό χρεοκοπία χαρτιά της. Όλοι ευχαριστημένοι, στο πλαίσιο του υποτίθεται “δημοκρατικού” παιχνιδιού, που, όμως, έχει πια πολλά μπαλώματα, στην Ελλάδα και σε όλη τη Δύση, ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού.
Στο πλαίσιο των άκρων θέλει να παίξει και ο κ. Μπογδάνος, ίσως με ειλικρινή πεποίθηση αλλά και με παρθενική αφέλεια, όπως περιγράφεται στην εισαγωγή άρθρου. Δεν κατάλαβε, δηλαδή, ότι η Ακροδεξιά εκτός ΝΔ μπορεί, εκ φύσεως, να καταλήξει πίσω από τα σίδερα! Συνεπώς, μπορεί να επιβιώσει μόνο αν, “σεμνά και ταπεινά”, λειτουργεί υπό την επίβλεψη και ανοχή της μεγαλόθυμης ηγεσίας και πάντα επ’ ωφελεία της. Εννοείται ότι απαιτείται κατανόηση των αόρατων, πλην απτών συνόρων, που η πολιτική σύνεση και η ελάχιστη οξυδέρκεια διακρίνουν άκοπα.
Η Ακροδεξιά σαν “Μαίρη Παναγιωταρά”
Για ποια Ακροδεξιά να μιλήσει κανείς, με τον Σαλβίνι, σαν ξεφουσκωμένη σαμπρέλα, χωμένο στην αμερικανική αγκαλιά και τη Λε Πεν να παριστάνει τη “Μαίρη Παναγιωταρά”, «μια εργαζόμενη γυναίκα, μια καλή νοικοκυρά», για να αντιπαρατεθεί στον Μακρόν. Ψήφους ψάχνει ο κ. Μητσοτάκης ενόψει εκλογών και με την Χρυσή Αυγή στη φυλακή έχει μείνει ορφανό ένα περίπου 7%, που με τους “τρεις σωματοφύλακες” οι πιθανότητες να το σαρώσει η ΝΔ αυξάνονται.
Όταν, μάλιστα, οι δημοσκοπήσεις αγωνίζονται να ανεβάσουν κανένα πόντο τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν τα καταφέρνουν, οι εκπλήξεις μπορεί να γίνουν προβλέψιμες. Αντί για ανώφελες διαμαρτυρίες, καλύτερα εκλεγμένοι και σιωπηλοί σκέπτονται οι βουλευτές της ΝΔ. Όπως ο έλεγε ο αμίμητος και ρεαλιστής Γεράσιμος Αποστολάτος, «το πρώτο πράγμα που σκέφτεται ένας βουλευτής μόλις εκλεγεί είναι η επανεκλογή του».
Κανείς δεν ξέρει πόσο τιμά την αλήθεια ο κ. Πλεύρης με τις συγγνώμες και τις διαβεβαιώσεις που μοιράζει αφειδώς. Έτσι κι αλλιώς, όμως, ο κ. Πλεύρης (όπως και οι άλλοι δυο) εντός της ΝΔ δεν μπορούν, είπαμε, παρά να είναι νομιμόφρονες, λόγω και έργω. Να τους λένε ακραίους καλό τους κάνει, εμφανίζονται απαραίτητοι, σαν νεροκουβαλητές ενός “ειδικού” κοινού, ισχυροποιούνται και υπουργοποιούνται. Αν έκαναν και κάτι της προκοπής δεν θα έβλαπτε.
Ποιος φασιστικός κίνδυνος;
Να είναι σαφές: Στην Ελλάδα ποτέ δεν υπήρξε ούτε υπάρχει πραγματικός φασιστικός, ή ναζιστικός κίνδυνος. Δεν είμαι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που το γράφει. Ούτε καν οι χουντικοί συνταγματάρχες ήταν, κυριολεκτικά, φασίστες. Ήταν πράκτορες του ΙΔΕΑ, οργάνωση-παρακλάδι της Gladio, όργανο του ΝΑΤΟ-CIA κατά του κομμουνιστικού κινδύνου και τελικά αποδείχθηκαν και δειλοί και προδότες.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέλεξε να ενσωματώσει και να αδρανοποιήσει τα ακραία στοιχεία στη ΝΔ και το πέτυχε, ενώ η απόπειρα να αυτονομηθούν με την Χρυσή Αυγή, είχε τραγική κατάληξη και αποκάλυψε την αθλιότητα του χώρου. Μετά τη Γιάλτα και πολύ περισσότερο μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης εξαλείφθηκε κάθε πιθανότητα πραγματικού φασιστικού κινδύνου στην Ευρώπη. Στη Γιάλτα μοιράστηκε ο Κόσμος και οι ΗΠΑ κατοχύρωσαν την απόλυτη κυριαρχία τους στην Ευρώπη.
Είναι αυτονόητο ότι δεν θα άφηναν στους ηττημένους να επανέλθουν, Γερμανούς και Ιταλούς. Και δεν τους άφησαν. Αλλά για τους “χρήσιμους ηλίθιους” ψηφοφόρους των ευνουχισμένων στη Γιάλτα ευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων, η ιδέα της επανόδου του φασιστικού κινδύνου εξυπηρετούσε στη συσπείρωση των οπαδών τους. Τώρα, οι καθεστωτικές ελίτ κατηγορούν καθένα που δεν υπακούει τυφλά στις εντολές τους σαν ακροδεξιό π.χ. τον Ούγγρο Ορμπάν. Είπε ο γάϊδαρος…
Οι ελίτ εδραιώθηκαν
Ο αστικός χώρος, οι ελίτ της Δύσης, εδραιώθηκαν. Παίζουν από τη θέση του απόλυτου κυρίαρχου και δεν έχουν πια ανάγκη το μπαστούνι του φασισμού για να κρατήσουν την εξουσία. Η φασιστική απειλή έγινε “σκιάχτρο” για τις παροδικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει κάθε εξουσία. Οι δυο μεγάλες ιδεολογίες του περασμένου αιώνα, φασισμός και κομμουνισμός, αποδείχθηκε, εκ του αποτελέσματος, ότι ήταν βιώσιμες μόνο αν είχαν και για όσο διατήρησαν, κρατική υπόσταση.
Όταν έχασαν την κρατική εξουσία, έσβησαν. Ο φασισμός-ναζισμός την έχασε στον πόλεμο. Ο κομμουνισμός (στη Ρωσία) την έχασε στην ειρήνη, παρασύροντας και τα ευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα. Η περίπτωση της Κίνας είναι υπό εξέλιξη. Αλλά η ηγεσία-εξουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος παρουσιάζει αξιοσημείωτη ευελιξία και αντοχή στο χρόνο και στις αλλαγές.
Ομοίως, στη Δύση ανατρέπονται τα ποικίλα εφήμερα ιδεολογήματα (νεοφιλελευθερισμός, το “Τέλος της Ιστορίας” κλπ) αλλά οι ηγεσίες, οι ελίτ, μένουν ακλόνητες και ισχυρές, όπως στην Κίνα. Όσο για την “ελεύθερη αγορά” επέζησε λίγες δεκαετίες μετά τον θάνατο του Μαρξ, αλλά ό,τι απόμεινε είναι μια οφθαλμαπάτη, μια αυταπάτη ελεγχόμενη από το σιδερένιο χέρι των μεγαλομετόχων, τύπου Ρότσιλντ και Ροκφέλερ, μια ελίτ που ζει εκτός της κοινωνίας των πολλών. Ζει αλλιώς και ονειρεύεται να ζήσει για πάντα.
===================
Σχόλια