Ηλ. Καραβόλιας: Είδωλα και ομοιώματα μιας «ακέφαλης» αριστεράς

 Γράφει ο Ηλίας Καραβόλιας

Από τους περισσότερους λαμπερούς και επικοινωνιακούς, που κατακλύζουν την πολιτική, λείπει κάτι από αυτό που έλεγε ο Kierkegaard, ότι μας χρειάζεται γενικότερα για μια ισορροπημένη ζωή: το «πάθος για το εφικτό». ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Την ώρα λοιπόν που αποκαθηλώθηκε εκ των έσω ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τον άκουγε κανείς να απολογείται κατακρίνοντας τους πάντες γύρω του, εκτός του εαυτού του.

Πρόκειται πρώτα απ’ όλα για έναν άνθρωπο χωρίς ακρίβεια στο εσωτερικό του ρολόι με την ιστορία: αποδείχθηκε (παρά την ταχύτατη και θεαματική διείσδυσή του στην πολιτική ζωή) ότι δεν μπόρεσε τελικά να σταθμίσει το δεδομένο με το δυνητικό. Δεν μπόρεσε να ζυγίσει τον χρόνο μέσα στο πραγματικό, να τα συνενώσει ως κομβικούς παράγοντες καθιέρωσης ενός ηγέτη στο συλλογικό ασυνείδητο.

Η εμμονική του σχέση με την εικόνα και την επαφή με τον άλλο, αυτή η εκστασιακή επικοινωνία και η ροπή για φυσική εγγύτητα με τον κόσμο (η αγκαλιά και η χειραψία όταν γυρνούσε τη χώρα) δεν τον άφησε να διακρίνει το αυτονόητο στην ελληνική πολιτική ζωή: όταν σε συμπαθούν, επειδή εκπέμπεις λάμψη και οικειότητα, δεν σημαίνει ότι σε ψηφίζουν κιόλας.

Η σχετική επιδειξιομανία των κατορθωμάτων του στη ζωή, και η υπερπροβολή του διαφορετικού που έφερνε σαν νέος πολιτικός, δεν κρύβουν πάντα ένα υπερτροφικό εγώ.

Ίσως τελικά και να του αρκεί αυτό που ήδη συνέβη στη ζωή του τόσο γρήγορα. Ίσως η εκτόξευση να ήταν αρκετή, ενώ μάλλον δεν μπόρεσε να κατανοήσει ότι το πρόσημο (πολιτικά και ιστορικά) είναι ήδη εντελώς αρνητικό.

Σωστά έγραψε πριν λίγες μέρες ο στοχαστής και πρώην βουλευτής Δημήτρης Σεβαστάκης στα «ΝΕΑ» (7/8) ότι ο Κασσελάκης «έχει μια εγγενή αδυναμία σύνθεσης.

Μια ουσιαστική αδυναμία να αφομοιώσει τον άλλον, τον διαφορετικό» δηλαδή να επεξεργαστεί την κάθε αποκλίνουσα άποψη. Θα συμφωνήσω μαζί του, διότι υιοθετεί την εκδοχή του μεγάλου Γάλλου στοχαστή Baudrilliard σχετικά με τα ομοιώματα και την προσομοίωση, δηλαδή την ειδωλοποιητική εκδοχή του θεάματος.

Ο Δημήτρης Σεβαστάκης λέει επίσης, ότι ο Κασσελάκης «αντέχει μόνο τον ίδιον, δηλαδή τον κατοπτρισμό του». Και ότι αυτό «δεν μπορεί να αποκρύψει μια ουσιώδη και διαρκή ανεπάρκεια του ιδεολογικού χώρου, την αδυναμία αυτού του χώρου να καταλάβει το τι συμβαίνει στην κοινωνική πραγματικότητα».

Ο Κασσελάκης -προσθέτω εγώ- δεν κατάλαβε, ότι ο ηγέτης πρέπει να κάθεται περισσότερο στην καρέκλα και να μελετά το εφικτό, να σχεδιάζει τη λύση (και λιγότερο να γυρνάει και «να λιώνει παπούτσια» στην επικράτεια, ώστε να βλέπει κόσμο).

Ο αρθρογράφος των «Νέων» μιλώντας για τον κομματικό και ιδεολογικό χώρο και όχι για το πρόσωπο λέει ότι θα έπρεπε «να έχει τη σεμνότητα, ώστε να εργαστεί με επιμέλεια πάνω στα επίδικα, αφού βέβαια καταδεχτεί να κάνει δουλειά πεδίου και τα προσδιορίσει».

Και επισημαίνει:

«Εγωκεντρικός δεν είναι μόνο ο Κασσελάκης. Είναι ο χώρος που τον “παρήγγειλε”, ο χώρος που τον “επινόησε” και που είδε πάνω του τα λυτρωτικά χαρακτηριστικά μιας ακμής ή αντίθετα μιας έκπτωσης χρήσιμης, για την απόκρυψη της πολιτικής απροσδιοριστίας και του οπορτουνισμού.

Αυτός ο χώρος οίησης και φιλαρέσκειας που δεν μπορεί και δεν καταδέχεται να εργαστεί, που βαριέται να αναλύσει τα οικονομικά, κοινωνικά και ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά της κρίσης, τα υπόρρητα και ενδιαφέροντα στοιχεία μιας πολυπραγματικότητας.

Στη δομική αυτή αδυναμία που δεν αναδύεται πλέον συμπαγές θυμικό σχήμα να την εκφράζει, όλοι είναι εναντίον όλων. Και όλοι, σε μια καταπληκτική αρχηγική φαντασίωση».

Προσωπικά φρονώ ότι η «ακυβέρνητη αριστερά» της επόμενης περιόδου και η αναμενόμενη πλέον έλλειψη ισχυρής ηγεσίας στον συγκεκριμένο χώρο είναι μάλλον απόρροια της ιστορικής και παγιωμένης αριστερής μελαγχολίας και των δεδομένων που τελικά αυτή παράγει.

Και ο συμπαθής εξ Αμερικής λαμπερός νέος ήταν στην πραγματικότητα η προσωποποίηση της νομοτελειακής εξέλιξης του οπορτουνισμού που εισχώρησε στη μεταμνημονιακή «αριστερή» πραγματικότητα.

Μια πραγματικότητα, που σφραγίστηκε (τόσο κατά την περίοδο διακυβέρνησης όσο και σε αυτή της αντιπολίτευσης) από την παθητική αδράνεια του προηγούμενου αρχηγού, και της ηγεσίας γενικότερα, που απλά βολεύονταν με την ιστορική ακολουθία των συμβάντων, ανήμποροι λόγω ιστορικής νεύρωσης ίσως, να γειώσουν το κόμμα με τους πολίτες.

Δηλαδή, να «εδαφικοποιήσουν» οράματα, κοσμοθεωρία, συνθήματα και πολιτική, να περάσουν στη σφαίρα του διαχειριστικού ρεαλισμού της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας και τελικά να μετασχηματίσουν τον κομματικό και εξουσιαστικό μηχανισμό σε κοινωνικό ρίζωμα.

Αυτά όμως συμβαίνουν στην «κλειστή και δύσκολη» αριστερά, εκεί όπου οι χρόνιες καταστατικές δομές μικροεξουσίας δημιουργούν αυτές τις εντελώς ασήμαντες για την κοινωνία συγκρούσεις ατομικών και ομαδικών μικροσυμφερόντων.

Αυτό το διαρκές κυνήγι της καθοδηγητικής πρωτοκαθεδρίας οδηγεί την πανευρωπαϊκή αριστερά (όχι μόνο τη νεολληνική που κυβέρνησε και είχε μεγάλη φθορά) σε απόσταση από τις πλατιές μάζες.

Δομείται έτσι μια συνθήκη οριακής επιβίωσης για μη αντιπροσωπευτικούς κλειστούς μηχανισμούς, ένα είδος αυτάρεσκου αριστερού matrix, όπου ομοιώματα και είδωλα αυτοϊκανοποιούνται σε ένα κλειστοφοβικό πολιτικό φαντασιακό.

Κατακερματισμένα σχήματα, και δήθεν συλλογικής δημοκρατικής ηγεσίας, αριστερής εκδοχής μορφώματα, και δεν πείθουν τις μάζες και τις αφήνουν να γίνουν έρμαιο στα χέρια του εθνολαϊκισμού και της νεοσυντηρητικής ρητορικής.

Και αυτό συμβαίνει συνήθως, επειδή κάποιοι λίγοι, εντός του ουτοπικού αριστερού σύμπαντος, παραμένουν πιστοί σε δόγματα ανεπίκαιρης χρησιμότητας, ανήμποροι να αντιληφθούν, ότι ο ρεαλισμός της διαχείρισης του καπιταλιστικού πραγματικού ξεπέρασε την επαναστατική γυμναστική της συνθηματολογίας...

==========

 ------------------

 -------------------

 --------------------

Σχόλια