Δεν θα ανακάμψει η Γερμανία εάν δεν τα ξαναβρεί με τη Ρωσία…

 ΒΕΝΕΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ 

Η οικονομία της Γερμανίας παραμένει κολλημένη στη “ζώνη του λυκόφωτος μεταξύ ύφεσης και στασιμότητας”. Οι προσδοκίες για τους επόμενους μήνες είναι και πάλι απαισιόδοξες. Η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,3% το 2023 και βρίσκεται σε τροχιά για την πρώτη διετή ύφεση, από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, εν μέσω των επιπτώσεων του υψηλότερου ενεργειακού κόστους και της ασθενέστερης βιομηχανικής ζήτησης. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Η εξωτερική πολιτική της Γερμανίας αποδείχθηκε καταστροφική, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην οικονομία της. Το Βερολίνο έχει αποκοπεί από τη φθηνή ρωσική ενέργεια. Την ίδια στιγμή, εκτός από τη βοήθεια που στέλνει στην Ουκρανία, η Γερμανία αυξάνει παράλληλα και τις στρατιωτικές της δαπάνες. Η δε ενεργειακή μετάβαση, την οποία ευαγγελίζονταν οι Πράσινοι, αποδείχθηκε μη ρεαλιστική. Η βιομηχανία συρρικνώνεται, οι καταναλωτές υποφέρουν από την ακρίβεια, η χώρα στρατιωτικοποιείται, ενώ η τάση για λιτότητα εντείνεται.

Ο πληθωρισμός συνεχίζει να έχει αυξητικές τάσεις, οι εξαγωγές στην Κίνα κινούνται πτωτικά, το βιοτικό επίπεδο μειώνεται προκαλώντας εισοδηματική ανισότητα, με τη χώρα να βιώνει μια πρωτόγνωρη αποβιομηχάνιση. Εσχάτως, ενέσκηψε και το μέτωπο των αγροτών που διαδηλώνουν σε ολόκληρη τη Γερμανία εις απάντηση της απόφασης της κυβέρνησης να καταργήσει σταδιακά τη φορολογική ελάφρυνση στο γεωργικό ντίζελ.

Επίθεση των Γερμανών εργοδοτών

Με βαρύτατες εκφράσεις και με πρωτοφανές -για τα χρονικά της Γερμανίας- ύφος, οι Γερμανοί βιομήχανοι επιτίθενται στην κυβέρνηση συνασπισμού και προσωπικά στον καγκελάριο Όλαφ Σολτς, καταλογίζοντάς του την καταστροφή της μεγαλύτερης οικονομίας στην Ευρωζώνη. Του καταλογίζουν ότι αποτυγχάνει σε όλους τους τομείς, εκφράζουν έλλειψη εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση και δυσαρέσκεια με τις πολιτικές του Βερολίνου, όπως αναφέρει η Bild.

Οι ενέργειες της γερμανικής κυβέρνησης, οι οποίες είναι επιζήμιες για την οικονομία, οδήγησαν σε κρίση εμπιστοσύνης προς τις αρχές, επισημαίνουν οι Γερμανοί επιχειρηματίες. Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πολυάριθμες προκλήσεις, όπως η υπερβολική γραφειοκρατία, οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές και οι ανεπαρκείς επενδύσεις, χωρίς να διαφαίνεται καμία θετική εξέλιξη. Η μείωση των εξαγωγών, η δαπανηρή ενέργεια και η παραπαίουσα πράσινη μετάβαση έχουν συνδυαστεί για να σχηματίσουν μια “τέλεια καταιγίδα” για τη γερμανική οικονομία, οδηγώντας σε κρίση και τον γερμανικό κυβερνητικό συνασπισμό.

Σε πολιτικό επίπεδο, η οικονομική κρίση που βιώνει η Γερμανία έχει προκαλέσει πραγματικό πολιτικό σεισμό με το AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία) να αναδεικνύεται σε δεύτερη δύναμη και τα τρία κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού (SPD, Πράσινοι, FDP) να καταποντίζονται. Στη Γερμανία πολιτικοί αναλυτές αρχίζουν να βλέπουν με τρόμο τη δημιουργία ενός σκηνικού που παραπέμπει σε… Βαϊμάρη.

Μπούμερανγκ για τη Γερμανία

Αναμφίβολα η Γερμανία είναι ο μεγάλος χαμένος της συνεχιζόμενης ουκρανικής κρίσης. Η αυτοκαταστροφική της ευθυγράμμιση με τις ΗΠΑ και τις άλλες χώρες της συλλογικής Δύσης στο μέτωπο κατά της Ρωσίας, της στέρησε το φθηνό φυσικό αέριο που την κατέστησε ηγέτιδα δύναμη στην Ευρώπη και τόνωσε την εξωστρέφεια της οικονομίας της. Η καταστροφή των αγωγών Nord Stream με το γνωστό sabotage ήταν ένα ακόμη καίριο πλήγμα για το Βερολίνο.

Συν τοις άλλοις, η Γερμανία είναι η δεύτερη μετά τις ΗΠΑ, ως προς την παροχή βοήθειας στην Ουκρανία, η οποία ανέρχεται σε πάνω από 30 δισ. δολάρια, δηλαδή μία πραγματική οικονομική αιμορραγία χωρίς κάποια ωφέλεια για τους Γερμανούς. Έχοντας υιοθετήσει τις κυρώσεις των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας, η Γερμανία είναι πλέον αναγκασμένη να καταβάλει υψηλό τίμημα γι’ αυτή την απόφαση. Οι οικονομίες –όπως είναι ευνόητο– εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τον ενεργειακό εφοδιασμό. Οι προσιτοί και σχετικά φθηνοί ενεργειακοί πόροι τονώνουν την ανταγωνιστικότητα ιδίως των χωρών που εξαρτώνται από τις εξαγωγές.

Οι ευρωπαϊκές χώρες υιοθετώντας την πολιτική των κυρώσεων των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας, πληρώνουν υψηλό οικονομικό τίμημα γι’ αυτό το βήμα. Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας αποδείχτηκαν για διάφορους λόγους αναποτελεσματικές, αλλά αντανακλαστικά έχουν πλήξει τις ευρωπαϊκές οικονομίες και ιδιαίτερα τη γερμανική. Οι ευσεβείς πόθοι της συλλογικής Δύσης απέτυχαν, γιατί οι κυρώσεις αποδίδουν όταν η χώρα-στόχος έχει μικρομεσαία οικονομία με χαμηλό βαθμό ανθεκτικότητας σε γεωπολιτικούς κραδασμούς.

Είναι απαραίτητο επίσης η χώρα-στόχος να έχει περιορισμένη πρόσβαση σε εναλλακτικούς διαύλους πληρωμής για τις διεθνείς συναλλαγές και περιορισμένο αριθμό συμμάχων. Πρέπει ακόμη να έχει περιορισμένα αποθέματα σκληρού νομίσματος ή χρυσού. Όλες αυτές οι προϋποθέσεις δεν πληρούνταν στην περίπτωση της Ρωσίας. Ωστόσο, οι Γερμανοί πολιτικοί αγνόησαν αυτούς τους παράγοντες με την γερμανική οικονομία να πληρώνει το τίμημα. Χωρίς φθηνή ρωσική ενέργεια εκτροχιάστηκε η γερμανική “ατμομηχανή”.

Ο Σολτς το ξανασκέπτεται…

Έντονο παρασκήνιο και μάχες με το βλέμμα στο μεταπολεμικό μέλλον της Ευρώπης κυριαρχεί στα άδυτα του ΝΑΤΟ, ως προς τον διάδοχο του γενικού γραμματέα Γενς Στόλτενμπεργκ. Ο Γερμανός καγκελάριος μπλόκαρε την υποψηφιότητα της προέδρου της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για τη συγκεκριμένη θέση, λόγω της εξαιρετικά επικριτικής στάσης που τηρεί απέναντι στη Ρωσία, αποκαλύπτει η εφημερίδα Die Welt. Ο Σολτς πιστεύει ότι αυτό θα μπορούσε να είναι ένα μειονέκτημα μακροπρόθεσμα μετά το τέλος του πολέμου. Τη θεωρεί δηλαδή ακατάλληλη για τη συγκεκριμένη θέση.

Ο Σολτς βλέπει την επόμενη μέρα να έρχεται και θέλει να μπορεί να ρίξει γέφυρες στη Ρωσία γιατί βλέπει το υψηλό κόστος. Στο πλαίσιο αυτό είναι απρόθυμος να στείλει πυραύλους Taurus στην Ουκρανία και επειδή δεν θέλει να προκαλέσει τη Μόσχα, αλλά και επειδή δεν εμπιστεύεται τον Ζελένσκι και το καθεστώς του. Η κατ’ ουσίαν άρνησή του να σταλούν οι Τaurus, δεν μπορεί να εξηγηθεί με τις τεχνικές λεπτομέρειες του πυραύλου και τις προφάσεις ότι η αποστολή του οπλικού συστήματος θα απαιτούσε την παρουσία γερμανικού στρατιωτικού προσωπικού στην Ουκρανία.

Ο Taurus είναι ένα όπλο που προορίζεται για εξαγωγές, αυτοί οι πύραυλοι τώρα βρίσκονται σε Νότια Κορέα και Ισπανία και τους χειρίζονται οι στρατιωτικοί από τις συγκεκριμένες χώρες, χωρίς Γερμανούς. Το ουκρανικό προσωπικό θα μπορούσε να μάθει πώς να διαχειρίζεται τους Taurus, μετά από μία εκπαίδευση που θα διαρκούσε μόλις τρεις έως τέσσερις μήνες. Στην πραγματικότητα, ο Σολτς φοβάται μήπως οι Ουκρανοί χρησιμοποιήσουν πυραύλους Taurus όχι μόνο σε ουκρανικό έδαφος, αλλά και εναντίον στόχων στη Ρωσία, παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις του Κιέβου στους δυτικούς εταίρους του, ότι δεν έχει τέτοιες προθέσεις. Ο καγκελάριος της Γερμανίας διεμήνυσε επιπρόσθετα, ότι η αποστολή Γερμανών στρατιωτών στην Ουκρανία είναι μια γραμμή που δεν πρόκειται να περάσει ποτέ.

Υψηλό κόστος ενέργειας (και) για τη Γερμανία

Διαφαίνεται ότι ο Σολτς ανησυχώντας για το πολιτικό του μέλλον, αφουγκράζεται τη γερμανική κοινωνία. Το αυξανόμενο κόστος της ενέργειας, το οποίο είναι ιδιαίτερα υψηλό στη Γερμανία, διαβρώνει την ευρωπαϊκή υποστήριξη για βοήθεια στην πολεμική προσπάθεια της Ουκρανίας κατά της Ρωσίας. Όμως, δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος που οι Γερμανοί είναι πλέον απρόθυμοι να βοηθήσουν περαιτέρω την Ουκρανία στον πόλεμο, πολλώ δε μάλλον να εμπλακούν περισσότερο, αλλά και να συνεχιστούν οι δυτικές αντιρωσικές κυρώσεις. Σε έρευνα κοινής γνώμης που πραγματοποίησε η Washington Post διαπιστώθηκε πως οι τιμές της ενέργειας δεν είναι το βασικό ζήτημα. Όπως διαπιστώνουν κι άλλες έρευνες, ενώ οι Γερμανοί υποστηρίζουν την Ουκρανία ενάντια στη ρωσική εισβολή, πιστεύουν ότι η Γερμανία έχει ήδη κάνει αρκετά.

Δύο παράγοντες επιδρούν επίσης σε αυτή την στάση: Η ιστορική μνήμη της γερμανικής επιθετικότητας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η ανησυχία για το κόστος φιλοξενίας των προσφύγων. Και οι δύο λόγοι έχουν μεγαλύτερη σημασία στη γερμανική κοινή γνώμη από τις τιμές της ενέργειας. Τα ανωτέρω στοιχεία επηρεάζουν ασφαλώς τον Γερμανό καγκελάριο στο να έχει μία διαφοροποιημένη στάση και ένα σχεδιασμό για ειρηνική διευθέτηση της ουκρανικής κρίσης.

Καταληκτικά, είναι φανερό ότι για να ξαναγίνει η Γερμανία η ατμομηχανή της Ευρώπης πρέπει να προμηθεύεται απευθείας ενέργεια από τη Ρωσία, αντί να την εισάγει με κυκλικούς τρόπους μέσω τρίτων. Μια βιομηχανική χώρα χρειάζεται φθηνή ενέργεια, αναγκαία για την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητά της. Η υιοθέτηση της πολιτικής των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, επέφερε υψηλό οικονομικό τίμημα για τις ευρωπαϊκές χώρες και ιδιαίτερα για τη Γερμανία. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την άνοδο της Δεξιάς, φαίνεται πως αναγκάζει το Σολτς να επανακαθορίσει την πολιτική του.

Σχόλια