του Αντώνη Αγγελόπουλου*
Εδώ και πολλά χρόνια η Μεγ. Βρεταννία έχει δεσμευτεί, με ισχύ νόμου, να μηδενίσει το άθροισμα των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα μέχρι το 2050: με δυο λέξεις, να πετύχει το «net zero». Οσο CO2 εξακολουθεί να εκλύεται, θα αντισταθμίζεται με ισόποση απορρόφηση CO2 από την ατμόσφαιρα. Στο όνομα του στόχου αυτού λαμβάνονται πολλά μέτρα μεταβολής του ενεργειακού μείγματος προς
πιο καθαρές μορφές ενέργειας, προώθησης των ηλεκτρικών αυτοκινήτων και
επιβάρυνσης της κατανάλωσης ενέργειας με τέλη, φόρους κλπ. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Αυτό
είχε, μεταξύ άλλων, ως αποτέλεσμα το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας
για τη βιομηχανία να είναι πολύ υψηλό στη Μεγ. Βρεταννία, υψηλότερο
συγκρίσιμων χωρών στην ΕΕ.
Γίνεται
μια σκόπιμη παρανόηση, πιστεύω, στη Μεγ. Βρεταννία (και αλλού): όλος ο
λόγος γίνεται για την βιομηχανία και την ανάγκη να καταστεί λιγότερο
ρυπογόνα, λες και είναι η βιομηχανία ο κύριος πρόξενος των εκπομπών CO2. Για να δούμε όμως τα πραγματικά στοιχεία:
ΕΚΠΟΜΠΕΣ CO2 ΑΝΑ ΚΛΑΔΟ ΟΙΚ. ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΜΕΤΑΞΥ 2021-2022 ΣΕ ΕΚΑΤ.ΤΟΝΝΟΥΣ CO2
|
2021
|
2022
|
ΜΕΤΑΒΟΛΗ
|
Παραγωγή ηλεκτρ. ενέργειας
|
80,8
|
82,2
|
1,7 %
|
Βιομηχανία
|
64,6
|
61,9
|
-4,1 %
|
Μεταφορές
|
108,4
|
112,5
|
3,8 %
|
Δημόσιος τομέας
|
7,5
|
7,6
|
1,4 %
|
Νοικοκυριά
|
67,5
|
56,4
|
-16,5 %
|
Λοιπά
|
10,8
|
10,9
|
1,0 %
|
ΣΥΝΟΛΟ ΕΚΠΟΜΠΩΝ
|
339,5
|
331,5
|
-2,4%
|
Πηγή: Department for Energy Security and Net Zero, 2022 UK Greenhouse Gas Emissions, provisional figures
Ο
παραπάνω πίνακας είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικός. Μας λέει ότι ο κύριος
πρόξενος ρύπανσης είναι οι μεταφορές με οχήματα, πλοία και αεροπλάνα. Οι
μεταφορές συμμεταβάλλονται με την οικονομική δραστηριότητα διεθνώς και,
θα έλεγα, την οικονομική ευημερία. Ο δεύτερος κατά σειρά πρόξενος
ρύπανσης είναι η ίδια η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, που χρησιμοποιεί
από ορυκτά καύσιμα μέχρι ανανεώσιμες πηγές (ΑΠΕ). Είναι ενδιαφέρον ότι
και εκεί, παρά την αυξανόμενη χρήση ΑΠΕ στη Μεγ. Βρεταννία, έχουμε
αύξηση των ρύπων. Η βιομηχανία είναι ο τρίτος κατά σειρά πρόξενος
ρύπανσης και αξίζει να επισημανθεί ότι η βιομηχανία εγκαταλείπει τη Μεγ.
Βρεταννία για άλλες, πιο φιλόξενες χώρες. Τέλος, ενδιαφέρον έχει η πολύ
σημαντική μείωση των ρύπων από τα νοικοκυριά: ας μην σπεύσει κανείς να
υποθέσει ότι ξαφνικά οι Αγγλοι απέκτησαν οικολογική συνείδηση. Κάθε
άλλο, παραμένουν όσο απαθείς ήταν πάντα. Απλώς το 2022 ήταν θερμότερο
του 2021 και επίσης η τιμή της ενέργειας τριπλασιάστηκε μέσα στο 2022.
Αν
ήταν ειλικρινές το ενδιαφέρον της κυβερνήσεως να φτάσουμε σε μηδενική
εκπομπή ρύπων το 2050, δεν θα δινόταν η έμφαση στους ρύπους της
βιομηχανίας αλλά στον περιορισμό των δραστηριοτήτων εκείνων που κυρίως
ρυπαίνουν: δηλαδή στον περιορισμό των μετακινήσεων και των μεταφορών.
Τολμά όμως κανείς να το αναφέρει αυτό? Σκεφτείτε να υπήρχε μια σημαντική
αύξηση του κόστους των μεταφορών που πραγματικά θα αντικατόπτριζε τη
ζημία που προκαλούν στο περιβάλλον. Δεν υπάρχει περίπτωση να γινόταν
πολιτικά ανεκτό αυτό.
Η
αλήθεια είναι πώς ο δυτικός τρόπος ζωής είναι εξαιρετικά ενεργοβόρος. Η
μόνη δυνατότης αντιστροφής της πορείας είναι η αλλαγή του καταναλωτικού
προτύπου της ζωής μας. Θα πρέπει να μειώσουμε όλοι δραστικά τα
αεροπορικά ταξίδια, τα οποία συμβάλλουν πάρα πολύ στις εκπομπές ρύπων.
Ομως για τον μέσο Αγγλο είναι αυτονόητο ότι θα ταξιδέψει φτηνά με
αεροπλάνο σε κάποια Μεσογειακή χώρα για τις διακοπές του, θεωρείται
«δικαίωμα». Ποιά κυβέρνηση θα επιχειρήσει να το αλλάξει αυτό; Επίσης τα
διατροφικά έθιμα θα πρέπει να αλλάξουν, θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τη
βιομηχανική κτηνοτροφία που καταστρέφει το περιβάλλον. Ποιά κυβέρνηση
είναι διατεθειμένη να ομολογήσει τις αλήθειες αυτές και να σοκάρει
ψηφοφόρους ήδη ενδεείς και φοβισμένους;
Στη Μεγ. Βρεταννία η ρητορεία περί Net Zero
έχει επικεντρωθεί στον περιορισμό της χρήσης ορυκτών καυσίμων για την
παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και την υποκατάστασή τους με ΑΠΕ, κυρίως
ανεμογεννήτριες στην Βόρεια Θάλασσα που προσφέρεται για το σκοπό αυτό.
Και πράγματι η συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα ξεπερνάει πλέον
το 35%. Προβάλλεται η άποψη ότι μπορούν οι ανάγκες να καλυφθούν εξ
ολοκλήρου με ΑΠΕ, όμως το βασικό χαρακτηριστικό της αιολικής και ηλιακής
ενέργειας είναι ότι εξαρτώνται από τις συνθήκες, δηλαδή από τον άνεμο
και την ηλιοφάνεια. Είναι αδύνατον να προβλέψεις με ασφάλεια τις
καιρικές συνθήκες, γι’ αυτό χρειάζεται πάντα να καλύπτεις το 65% των
αναγκών σου με προβλέψιμη παραγωγή και να μειώσεις τον κίνδυνο από την
αβεβαιότητα των ΑΠΕ.
Στη
Μεγ. Βρεταννία όμως η ενίσχυση της προβλέψιμης παραγωγής (τα πυρηνικά
εργοστάσια και το φυσικό αέριο, σε ελάχιστο βαθμό ο άνθρακας) έχει
παραμεληθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Οι επενδυτές, τρομαγμένοι από την
επιθετική καμπάνια εναντίον των «μη ΑΠΕ», δεν επενδύουν σε αυτές
φοβούμενοι ότι οι εγκαταστάσεις πιθανώς να εγκαταληφθούν στη μέση της
ωφέλιμης ζωής τους (stranded assets). Τώρα, με
μεγάλη καθυστέρηση κατασκευάζεται ένα πυρηνικό εργοστάσιο (με γαλλική
τεχνολογία) που θα είναι σε θέση να παράξει το 2035 (αν δεν υπάρξουν
καθυστερήσεις). Το αποτέλεσμα είναι ότι στη Μεγ. Βρεταννία υπάρχει
δομικό έλλειμμα ενέργειας, και ο φόβος των blackout
κάθε χειμώνα είναι έντονος. Η χώρα αναγκάζεται να προσφεύγει στα
ακόλουθα μέτρα: (1) εισαγωγή ενέργειας μέσω των αγωγών διασύνδεσης με
Γαλλία και Ολλανδία (συνήθως υπάρχει πλεόνασμα στη Γαλλία, όχι όμως
πάντα), και (2) προσφορά υψηλών τιμών για φορτία υγροποιημένου φυσικού
αερίου (LNG) ώστε να έρθουν στη Μεγ. Βρεταννία (αντί να πάνε Ιαπωνία και Κίνα).
Η καμπάνια για το Net Zero,
επίσημα υιοθετημένη από την κυβέρνηση, έχει μάλλον επιτείνει το
πρόβλημα και κάθε χρόνο τέτοια εποχή αρχίζουν οι προβλέψεις για έναν
«σκοτεινό» χειμώνα. Αλλά εξαντλήσαμε το χώρο μας. Θα χρειαστεί να
επανέλθουμε.
================
Λέγαμε στο προηγούμενο άρθρο μας (βλ. εδώ) ότι η αποκλειστική προσήλωση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) και η συνακόλουθη παραμέληση των συμβατικών πηγών ενέργειας έχει οδηγήσει την Μεγ. Βρεταννία σε ένα μόνιμο έλλειμμα ενέργειας. Για να καλυφθεί το έλλειμμα πρέπει η τιμή της ενέργειας να είναι υψηλή τόσο ώστε να προσελκύει εισαγωγές (είτε ενέργειας είτε LNG που μετατρέπεται σε ενέργεια).
Οι βρεταννικές αρχές έως πρόσφατα είχαν υιοθετήσει την ανεδαφική ιδέα ότι οι ανάγκες μπορούν να καλυφθούν εξ ολοκλήρου με ΑΠΕ. Για να δελεάσουν εταιρείες που κατασκευάζουν αιολικά offshore πάρκα, έχουν θεσμοθετήσει πλήθος κινήτρων και ευνοϊκών ρυθμίσεων:
Η μεταφορά της ενέργειας από το σημείο που παράγεται (ως επί το πλείστον στη Βόρεια Θάλασσα) στα αστικά κέντρα (Λονδίνο και Midlands) όπου καταναλώνεται θεωρείται υποχρέωση του δικτύου, ο παραγωγός δεν υποχρεούται να συμβάλλει.
Η αστάθεια της προσφοράς γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπισθεί με αντίστοιχη αυξομείωση της ζήτησης (κυρίως από μεγάλους καταναλωτές). Εχει δημιουργηθεί ένα πολυδαίδαλο σύστημα «ρύθμισης της ζήτησης» (Demand Side Response) με οικονομικά κίνητρα στους καταναλωτές να μεταβάλλουν την ζήτησή τους εις τρόπον ώστε το σύστημα να παραμένει σε ισορροπία. Υπάρχουν κίνητρα να μειώνεις τη ζήτησή σου, υπάρχουν και κίνητρα να αυξάνεις τη ζήτησή σου όταν υπάρχει υπερπαραγωγή ενέργειας (ναι, καλά διαβάσατε!). Τα κίνητρα αυτά αλλάζουν συνεχώς, κάποια καταργούνται και άλλα δημιουργούνται κάθε χρόνο. Το National Grid δαπανά πολλά εκατομμύρια λίρες ετησίως για να διαχειρίζεται το σύστημα αυτών των κινήτρων σε όλη την πολυπλοκότητά του.
Παρά τα κίνητρα, ποτέ η ζήτηση δεν προσαρμόζεται απόλυτα στην προσφορά. Γι’ αυτό υπάρχει άλλη σουίτα κινήτρων προς μη ΑΠΕ, ακόμα και μονάδες άνθρακα, να παραμένουν σε ετοιμότητα μήπως χρειαστεί να τεθούν εκτάκτως σε λειτουργία αν σταματήσει να φυσάει ο άνεμος ανοιχτά του Aberdeenκαι παγώσουν οι τουρμπίνες. Αυτά τα κίνητρα είναι δύο κατηγορίων: κίνητρα για να βρίσκονται σε λειτουργική ετοιμότητα οι μονάδες και άλλα κίνητρα, υψηλότερα, εάν χρειαστεί να επιστρατευτούν.
Εν ολίγοις όλο το ρυθμιστικό σύστημα είναι στημένο έτσι ώστε να ευνοεί τους παραγωγούς ΑΠΕ, απαλλάσσοντάς τους από το έμμεσο κόστος της ανανεώσιμης ενέργειας. Με το πρόσχημα της επίτευξης του Net Zero εξελίσσεται μια γιγαντιαία μεταφορά πόρων από τους καταναλωτές (επιχειρήσεις και νοικοκυριά) στις επιχειρήσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.Εταιρείες δανέζικες, σουηδικές και γερμανικές συρρέουν στην βρεταννική αγορά και προσπαθούν να εξασφαλίσουν μερίδια σε μια αγορά που ιστορικά έχει υψηλές τιμές ενέργειας. Εχοντας οι ίδιες πολύ χαμηλό κόστος παραγωγής (έως και μηδενικό, ας είναι καλά ο άνεμος), συμμετέχουν στους διαγωνισμούς που οργανώνει το NationalGridκαι προσπαθούν να «κλειδώσουν» φορτία προσφέροντας χαμηλές τιμές (από μονάδες που δεν έχουν χτιστεί καν)! Πράγματι, έχουν προσφερθεί τιμές περί τα 40 ευρώ/MWhαπό τις εταιρείες αυτές στο δίκτυο και ακόμα χαμηλότερες. Αυτό δημιουργεί ευφορία ότι οδεύουμε πλησίστιοι σε μια ονειρεμένη εποχή φθηνής και καθαρής ενέργειας.
Αλλά πρόκειται περί αυταπάτης. Οπως είπαμε, οι περισσότερες μονάδες δεν έχουν χτιστεί καν. Οι επενδυτές κατήρτισαν τα businessplanτους ώστε να δικαιολογούν αυτό που ήθελαν να κάνουν, δηλ. να προσφέρουν φτηνές τιμές. Πίστευαν ότι το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων δανεισμού και χαμηλού πληθωρισμού θα διετηρείτο επ’ αόριστον. Ομως, τα πράγματα άλλαξαν άρδην και τώρα βλέπουν ότι με τα πολύ αυξημένα επιτόκια δεν τους «βγαίνουν» τα projects! Και προσπαθούν να βρουν τρόπο να τα εγκαταλείψουν, αθετώντας τις συμβατικές τους υποχρεώσεις προς το βρεταννικό δημόσιο. Τελευταίο παράδειγμα η σουηδική Vattenfall, η οποία έχει εκπονήσει το σχέδιο NorfolkBoreas για κατασκευή 140 ανεμογεννητριών σε ένα «οικόπεδο» 725 km2 παραχωρημένο από το κράτος. Κάθε γεννήτρια θα έχει ύψος 350 μέτρα και άνοιγμα έως 300 μέτρα. Τον περασμένο μήνα το έργο διεκόπη: το κόστος των υλικών, της εργασίας αλλά και του δανεισμού που θα χρηματοδοτούσε το έργο αυξήθηκε τόσο πολύ ώστε, με βάση τις κλειδωμένες τιμές που η Vattenfall έχει ήδη προσφέρει, το projectνα μην είναι πλέον κερδοφόρο. Η επικεφαλής της Vattenfall Anna Borg δήλωσε το προφανές: «Είναι σημαντικό να επενδύουμε μόνον όταν πληρούνται τα κριτήρια κερδοφορίας». Ασφαλώς έτσι είναι, τότε όμως γιατί δεν προσέθεταν ένα ικανό περιθώριο ασφαλείας στην προσφορά τους;
Δεν είναι μόνο η Vattenfall. Και άλλοι κολοσσοί, όπως η Shell και η ισπανική Iberdrola, βρίσκονται με ζημιογόνα projectsστα χέρια τους διότι ήδη έχουν συμφωνήσει να προσφέρουν ενέργεια σε χαμηλές, κλειδωμένες τιμές. Στη Μεγ. Βρεταννία φαίνεται ότι αυτές οι εταιρείες μπορούν να «σπάσουν» τα συμβόλαιά τους χωρίς οικονομικό κόστος, στις ΗΠΑ όμως που μάλλον το κράτος σέβεται τον εαυτό του περισσότερο η εταιρεία Avangrid, θυγατρική της Iberdrola, που βρέθηκε ακριβώς στην ίδια θέση με τις προαναφερθείσες εταιρείες στην Μεγ. Βρεταννία αναγκάστηκε να πληρώσει $ 50 εκατ. για να «σπάσει» συμβόλαιό της με την πολιτεία της Μασσαχουσέτης που θα προσέθετε 1,2 GWστο «μείγμα».
Στην Μεγ. Βρεταννία η μονοπωλιακή πριμοδότηση των ΑΠΕ φαίνεται πώς υποχωρεί: γίνεται κατανοητή η αναγκαιότητα διατήρησης και επέκτασης των παραδοσιακών μορφών ενέργειας ώστε να βρεθεί μια μέση κατάσταση που και επαρκή προσφορά θα εξασφαλίζει και χαμηλότερο κόστος στον καταναλωτή. Ηδη η κυβέρνηση ενέκρινε projects εξόρυξης φυσικού αερίου στη Β. Θάλασσα που μέχρι πρότινος ήτανε παγωμένα. Με το προφανές επιχείρημα, γιατί να φέρνω LNG από την άλλη άκρη του Ατλαντικού (προσθέτοντας στους εκλυόμενους ρύπους) όταν έχω αέριο στην αυλή μου;
Θα κλείσω με μια σύντομη αναφορά στα καθ’ημάς. Η Ελλάδα πρέπει να διδαχθεί από τα σφάλματα μιας πιο προηγμένης αγοράς, όπως η Μεγ. Βρεταννία. Κανείς δεν αντιλέγει στην συστηματική προσπάθεια περιορισμού των ρυπογόνων πηγών ενέργειας. Ομως αυτή η προσπάθεια πρέπει να γίνει χωρίς να αγνοούνται τα αφανή κόστη, χωρίς διασπάθιση του δημοσίου χρήματος και χωρίς εγκατάληψη των ενεργειακών πηγών που η Ελλάδα ήδη διαθέτει.
*Energy Professional στη Μεγάλη Βρεττανία
===============
Σχόλια