Οι τελευταίες δηλώσεις του Αμερικανού πρέσβη στους Δελφούς,
οι παρεμβάσεις του Ευάγγελου Βενιζέλου για “αποκλιμάκωση” των
ελληνοτουρκικών εντάσεων, αλλά κι ένα άρθρο στη “Καθημερινή” από τον
Νίκο Αλιβιζάτο (“Τι κυβέρνηση προσδοκούμε”, 2 Απριλίου 2023) δημιουργούν
ένα κλίμα προετοιμασίας για το τι μας επιφυλάσσει το άμεσο μέλλον. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Ο λόγος της προσδοκίας είναι για μία, κατά το μάλλον, “οικουμενική” κυβέρνηση η οποία, πριν γίνει η επιστροφή στη μεταπολιτευτική κανονικότητα των μονοκομματικών κυβερνήσεων, θα μπορέσει, μεταξύ άλλων μεταρρυθμίσεων στον εσωτερικό τομέα – π. χ. μυστικές υπηρεσίες – να λύσει τις ελληνοτουρκικές διαφορές, όπως οι Βενιζέλος-Ατατούρκ το 1930. Αυτές οι θέσεις κρύβουν πολύ μεγάλες αλήθειες που πρέπει να τις γνωρίζει ο ελληνικός λαός πριν τις κάλπες.
Το πρόγραμμα της “ειρηνικής συνύπαρξης” και της “αποκλιμάκωσης” στα ελληνοτουρκικά από οποιαδήποτε κυβέρνηση θα είναι ανισοβαρές και με όρους δυσμενείς για την Ελλάδα και τη Κύπρο. Είναι η Τουρκία που ανοίγει θέματα ακόμη κι όταν αυτά δεν υπάρχουν και, επιπλέον, η Τουρκία έχει μεγαλύτερη γεωστρατηγική βαρύτητα στο ΝΑΤΟ παρά η Ελλάδα και η Κύπρος – είτε εκτιμηθούν ενιαία, είτε χώρια.
Άρα, νατοϊκή λύση δεν ευνοεί τον ελληνικό λαό, δηλαδή τα κυριαρχικά του δικαιώματα που απορρέουν απ’ το Σύνταγμα και τους νόμους. Στους σύγχρονους Δελφούς, στην “Καθημερινή” και σε άλλα βήματα διαλόγου με κύρος, όπου έχουν βρει μάλιστα στέγη και πολλοί “αριστεροί” και “διεθνιστές”, δεν “μαντεύουν”, όπως τα αρχαία χρόνια. Περνάν πολιτικές αντιλήψεις στο λαό, ιδίως στα μεσαία στρώματα, προλειαίνοντας το έδαφος καθώς και «τη μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων», που θα έλεγε και ο Αλεξανδρινός ποιητής.
Το “σκληρό σύνορο”
Πρωτίστως, χρήζει κατανόησης η λογική του ΝΑΤΟ, δηλαδή, κατά βάση, οι υπολογισμοί των ΗΠΑ. Στις βασικές τους γραμμές είναι οι ίδιοι με τους υπολογισμούς του Ψυχρού Πολέμου: όχι σκληρό σύνορο μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας διότι η σκληρότητα των συνοριογραμμών (γη, αέρας, θάλασσα) πρέπει να αφορά μόνο τον “από βορρά κίνδυνο”, ενώ εγκυμονεί κινδύνους σύρραξης μεταξύ δύο μελών της συμμαχίας. Και, γεγονός όχι αμελητέο, νατοϊκή επίλυση του Κυπριακού ζητήματος, δηλαδή τριχοτόμηση-καρατόμηση της Κύπρου μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Αγγλίας, κάτι που συνεπάγονταν τουλάχιστον μια μεγάλη στρατιωτική βάση στη Κύπρο και άλλες συνταγματικές δικοινοτικές ρυθμίσεις (το σχέδιο Άτσεσον).
Κατά δεύτερο λόγο, να πούμε ότι ούτε και η Τουρκία έχει αλλάξει στρατηγική έναντι Ελλάδας και Κύπρου. Γνωρίζοντας τα πρωτεία που κατέχει στην Νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, όλες οι ηγεσίες της απ’ το 1952 μέχρι σήμερα προσπαθούν να επιβάλλουν στην Ελλάδα, με την ανοχή ή/και τη στήριξη των ΗΠΑ-Αγγλίας, μια μορφή συγκυριαρχίας τόσο στη Κύπρο, όσο και στο Αιγαίο. Η Τουρκία εκτιμά ορθά ότι η στρατηγική της έντασης που δημιουργεί κατά καιρούς θα καταλήξει, αργά ή γρήγορα, σε διαπραγματεύσεις και διασταθμούς δρομολογημένων εξελίξεων και συμφωνιών προς όφελός της. Τέτοιοι διασταθμοί και συμφωνίες στο παρελθόν ήταν η Βέρνη, το Νταβός και τα Ίμια.
Σήμερα, μετά τη κρίση του 2020, την πρόκληση του τουρκο-λυβικού μνημονίου και τον υβριδικό πόλεμο ενάντια της Ελλάδας, πρόκειται και για τη συγκυρία της ουκρανικής κρίσης, στην οποία διακυβεύεται η παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ. Συνεπώς, επείγει άμεσα η επαναφορά του “μαλακού συνόρου”, δηλαδή η “ειρηνική συνύπαρξη” και “αποκλιμάκωση” της έντασης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το “σκληρό σύνορο” πρέπει να είναι προς τη Ρωσία, τη Κίνα και το Ιράν, δηλαδή προς τον άλλο παγκόσμιο συνασπισμό που ανταγωνίζεται οικονομικά και πολιτικοστρατιωτικά τον Ευρωατλαντισμό.
Τι έχει αλλάξει
Τι έχει αλλάξει; Έχουν αλλάξει τα δομικά χαρακτηριστικά των εμπλεκομένων μερών, όχι οι στρατηγικές τους. Αυτά αφορούν τη φθίνουσα οικονομική και τεχνολογική θέση των ΗΠΑ στη παγκόσμια πολιτική οικονομία – για παράδειγμα, από το 1960 που άρχισε να έχει προβλήματα στο ισοζύγιο πληρωμών οι ΗΠΑ έχουν αυξήσει την δανειοληπτική τους ικανότητα με νόμο της Γερουσίας 78 φορές και επείγει άλλη μία μέχρι τον Ιούνιο αλλιώς πτωχεύει. Αφορούν ακόμη αυξανόμενη οικονομική και δημογραφική δύναμη της Τουρκίας, την οικονομική εξασθένιση της Ελλάδας μέσα στην Ευρωζώνη, καθώς και τη δημογραφική της παρακμή.
Σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, η ελληνική αστική τάξη – πλην του εφοπλιστικού κεφαλαίου, αλλά αυτό δεν έχει ισχυρά γειωμένα συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο – λόγω τα κατάφωρης αδυναμίας της, δεν μπορεί να διαπραγματευτεί με τη τουρκική αστική τάξη ως ισοδύναμος εταίρος τα τεράστια θέματα που θέτει η Τουρκία και αφορούν το πυρήνα της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Έτσι, οι κυρίαρχες μερίδες των κομμάτων του μνημονιακού τόξου στην Ελλάδα, δηλαδή των κομμάτων που ο κ. Αλιβιζάτος προσδοκά να δει στην κυβέρνηση τη μεθεπόμενη των εκλογών – θα συμπεριλάμβανα εδώ και το ΜΕΡΑ-25 – έχουν συμφωνήσει για νατοϊκή λύση σε Αιγαίο και Κύπρο, με τη κυρίαρχη διαμεσολάβηση των ΗΠΑ. Πρόκειται για λύση η οποία θα εξυπηρετεί πρωτίστως τα συμφέροντα των ΗΠΑ (“ειρηνική συνύπαρξη” Ελλάδας-Τουρκίας) και δευτερευόντως τα συμφέροντα της Τουρκίας (μορφή συγκυριαρχίας σε Αιγαίο και Κύπρο και αναγνώριση τουρκικής μειονότητας στη Θράκη).
Η πρέπουσα απάντηση
Η απάντηση που πρέπει να δώσει ο ελληνικός λαός σ’ αυτό το αλισβερίσι με επίδικο τα κυριαρχικά του δικαιώματα σε γη, αέρα και θάλασσα που ο ίδιος ιστορικά έχει κατακτήσει και υπερασπιστεί με τεράστιες ανθρωποθυσίες, είναι ένα ξεκάθαρο “Όχι”. Η πολιτική των κυρίαρχων πολιτικών και οικονομικών μερίδων της χώρας δεν συνιστούν ρεαλισμό και “ειρηνική συνύπαρξη/αποκλιμάκωση”, αλλά υποταγή και μειοδοσία. Όπως στο πόλεμο υπάρχουν οι δοσίλογοι, έτσι και σε περιόδους ειρήνης υπάρχουν οι υποτακτικοί.
Το σημαντικό για τα λαϊκά συμφέροντα είναι να γίνει αντιληπτό ότι δεν υπάρχει ίχνος ρεαλισμού στη πολιτική της υποταγής των κομμάτων του μνημονιακού τόξου. Το ΝΑΤΟ δεν θα φέρει καμία “ειρηνική συνύπαρξη” μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και οι όποιες εκχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων στη Τουρκία (π.χ. στο θέμα της ΑΟΖ και των χωρικών υδάτων) θα σημαίνουν νέες και πιο επώδυνες εκχωρήσεις σε βάθος χρόνου.
Καθιστώντας Ελλάδα και Κύπρο ακόμα πιο αδύναμες διαπραγματευτικά στο μέλλον, η Τουρκία θ’ ανοίξει και άλλους κύκλους διεκδικήσεων με στόχο την παραπέρα αύξηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων και την ασφαλέστερη επέκταση των γιγαντιαίων οικονομικών της ομίλων σε όλη την ΝΑ Ευρώπη. Αυτό, εν μέρει, είναι αποτέλεσμα της δυναμικής της οικονομικής και δημογραφικής ανάπτυξης της χώρας η οποία επιζητά διακαώς ζωτικούς χώρους εκμετάλλευσης και κερδοφορίας.
Τι δεν θέλουμε
Πριν πάει ο ελληνικός λαός στη κάλπη την 21 Μάη, θα πρέπει να σταθμίσει καλά που θα ρίξει την πολύτιμη ψήφο του, αυτή την απειρο-ελάχιστη δύναμη που έχει. Πρέπει να ξέρει, πρωτίστως, τι κυβέρνηση δεν θέλει. Τα κόμματα του μνημονιακού τόξου, τα οποία ενδέχεται να σχηματίσουν κυβέρνηση συνασπισμού, δεν έχουν θέσεις για τη περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας, δηλαδή πρωτίστως την οικονομική ανάπτυξη της Θράκης και των νησιών του ανατολικού Αιγαίου.
Δεν έχουν ρεαλιστικό πρόγραμμα βιομηχανικής και αγροτικής ανάπτυξης με άξονα τις δημόσιες παραγωγικές επενδύσεις, διότι αυτό θα σήμαινε παραδοχή ότι αυτό είτε δεν μπορεί να γίνει εντός της ΕΕ/Ευρωζώνης, είτε χρειάζονται ειδικές συμφωνίες με τη Κομισιόν και παραχωρήσεις – π.χ. απόδοση των γερμανικών οφειλών – για να γίνουν μέσα σ’ αυτό το τεράστια ασφυκτικό ορντοφιλελεύθερο πλαίσιο.
Και δεν έχουν αυτοδύναμο πρόγραμμα ανάπτυξης αμυντικής βιομηχανίας, διότι αυτό θα σήμαινε παραδοχή ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει μέσα στο ΝΑΤΟ, εκτός και αν η συμμαχία αποδυναμωθεί σε τέτοιο βαθμό που δεν θα μπορεί πλέον να εκπληρώσει την αποστολή της: απ’ τις ΗΠΑ και την ΕΕ η Ελλάδα μόνο αγοράζει ως συνεπής κομπραδόρος-μεταπράτης, κυρίως για την στήριξη, έμμεση ή άμεση, των πολέμων του Ευρω-ατλαντισμού και διεθνών αμυντικών βιομηχανιών.
Επίσης, για το κυπριακό ζήτημα ως ζήτημα παράνομης εισβολής και κατοχής από χώρα του ΝΑΤΟ και υποψήφιας για ένταξη στην ΕΕ, κανένα κόμμα του μνημονιακού τόξου το οποίο προσδοκεί ο κ. Αλιβιζάτος και οι “μάντες των Δελφών” να συμμετάσχει σε κυβέρνηση συνασπισμού για την “αποκλιμάκωση” δεν λέει τίποτα. Υπάρχει, τέλος, μια ένοχη σιωπή όλων αυτών των κομμάτων γύρω απ’ το τεράστιο θέμα των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα, θέμα που θέτει με σαφήνεια και πυγμή μόνο η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου – κάτι που είναι προς τιμήν της.
Γι’ αυτό και οι προεκλογικές συζητήσεις αναλώνονται σε βωμολοχίες, επουσιώδεις κοκορομαχίες, λεκτικούς αφορισμούς εντυπωσιασμού και ανεδαφικές συζητήσεις για την οικονομία περί αύξησης μισθών και άλλα τινά και ανήκουστα, ενώ οι δημόσιοι διανοούμενοι του μνημονιακού συστήματος της υποτέλειας, από συγκεκριμένα βήματα εμβέλειας, αναλαμβάνουν τη πλύση εγκεφάλου των μικροαστικών και μεσοαστικών στρωμάτων προκειμένου να επιτευχθεί η “οικουμενική κυβέρνηση” που προσδοκούν. Καλώς. Εμείς δεν την προσδοκούμε και, πιστεύω, ούτε και ο ελληνικός λαός.
=================
----------------------
Σχόλια