Αφιέρωμα στα Τετράδια: 25 ιστορικοί φωτίζουν άγνωστες πτυχές του 1821

 Δεληολάνης Δημήτρης

Υπάρχουν κράτη που οφείλουν την ύπαρξη τους στο γεγονός πως ορισμένοι λαοί και έθνη σε κάποια στιγμή της ιστορίας τους θεώρησαν πως η κατάσταση έπρεπε να αλλάζει ριζικά και ύψωσαν θαρραλέα τη σημαία της επανάστασης. Υπάρχουν όμως και κράτη που γεννήθηκαν με άλλο τρόπο, ώστε οι λαοί και τα έθνη που τα συγκροτούν να μην είχαν ποτέ αυτή την εμπειρία. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Η διαφορά ανάμεσα σε αυτά τα δυο είδη κρατών είναι σημαντική. Η συλλογική μνήμη, η κοινή ιστορία και η εικόνα που ένα έθνος κι ένας λαός διαμορφώνουν για τον εαυτό τους αλλάζει ριζικά. Στην περίπτωση που το κράτος συγκροτήθηκε με επαναστατικό τρόπο, η ιδέα της λαϊκής επανάστασης καθρεφτίζεται στη διαμόρφωση των θεσμών. Μια πρώτη πρόχειρη αναφορά που έρχεται αυτομάτως στο νου είναι το τελευταίο άρθρο όλων σχεδόν των ελληνικών Συνταγμάτων. Εκεί όπου ο λαός αναγνωρίζεται ως θεσμικό εργαλείο, το οποίο όχι μόνον μπορεί αλλά οφείλει, αποτελεί δηλαδή συνταγματικό καθήκον του, να εξεγερθεί, να επαναστατήσει, προκειμένου να υπερασπίσει το ισχύον σύνταγμα.

Μάταια θα προσπαθήστε να εξηγήσετε την ιδέα αυτή σε έναν Γερμανό ή Ιταλό συνταγματολόγο. Από τη δική τους συλλογική μνήμη απουσιάζει η ιδέα της επανάστασης. Στην περίπτωση της Ιταλίας, επί παραδείγματι, η εικόνα που επικρατεί και που γνωρίζουμε καλά μέσω του Γκράμσι, είναι εκείνη της επέκτασης του Βασιλείου του Πεδεμοντίου, μια "χαμένη ευκαιρία" για τους Ιταλούς επαναστάτες. Στη Γερμανία επίσης, ώστε η επανάσταση να παραμείνει μια ιδέα μακρινή, ξένη και σίγουρα επικίνδυνη και προς αποφυγή.

Στη χώρα μας, αντιθέτως, αναπτύξαμε μια πολύ οικεία εικόνα της επανάστασης: όλοι οι Έλληνες γνωρίζουν πως η ύπαρξη της χώρας, ενδεχομένως κι εκείνη του ίδιου του Ελληνισμού, οφείλεται σε κάποιους φωτισμένους διανοούμενους αστούς αλλά και σε πολλούς άμυαλους τυχοδιώκτες, ληστές, συμμορίτες, αναρχοκομμουνιστές, τρομοκράτες και μπαχαλάκηδες των Εξαρχείων, που σε κάποια φάση της ιστορίας είχαν τα κότσια να συγκρουστούν με τους οθωμανούς δυνάστες. Αν δεν υπήρχαν αυτοί οι αλλόφρονες, ίσως να είχαμε τη μοίρα των χριστιανών της Τουρκίας που σφαγιάστηκαν ή στην καλύτερη των περιπτώσεων, εκείνη των Κούρδων, που ακόμη μάχονται για τα στοιχειώδη εθνικά δικαιώματα τους.

Συχνά παραβλέπουμε το γεγονός ότι η ελληνική επανάσταση ξέσπασε σε περίοδο που δεν ευνοούσε καθόλου τα επαναστατικά κινήματα: η Ιερά Συμμαχία είχε απλώσει επάνω σε όλη την Ευρώπη το βαρύ πέπλο της παλινόρθωσης και έπνιγε ανήλεα κάθε έκφραση απειθαρχίας ή έστω ζωντάνιας. Κατά τη διετία 1820-21 ξέσπασαν πολλές εξεγέρσεις και επαναστάσεις στην Ευρώπη, όλες όμως πνίγηκαν στο αίμα.

Νεοέλληνες και ευρωπαϊκή ιστορία 

Η ελληνική επανάσταση όχι μόνον ήταν η μόνη που άντεξε, αλλά ήταν κι εκείνη που προκάλεσε και τη διάλυση της Ιεράς Συμμαχίας. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό το επαναστατικό προηγούμενο ήταν και το κίνητρο που έσπρωξε χιλιάδες φιλέλληνες να σπεύσουν να πολεμήσουν στο πλάι των εξεγερθέντων: η επανάσταση στη χώρα τους είχε κατασταλεί και η μόνη ζωντανή εστία ήταν η Ελλάδα. Η οποία παράτεινε το επαναστατικό κύμα για μια δεκαετία, μέχρι να του δώσει καινούρια ώθηση στις 3 Σεπτεμβρίου 1843, που θα φτάσει στην Ευρώπη πέντε χρόνια αργότερα, με τις επαναστάσεις του θρυλικού 1848.

Αυτή η θεμελιώδης συνεισφορά των νεοελλήνων στην ευρωπαϊκή ιστορία, θεωρούμενη από πολιτική, πολιτιστική, γεωπολιτική και κοινωνική οπτική γωνία, αποτελεί το αντικείμενο του τριπλού επετειακού τεύχους του περιοδικού Τετράδια, εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στην επανάσταση του 1821. Είκοσι πέντε εκτενείς μελέτες, άρθρα και αναλύσεις ιστορικών και άλλων σημαντικών μελετητών που αναδεικνύουν όλες τις όψεις της εθνεγερσίας: από την παιδεία των Ελλήνων στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας έως τη μουσική, την οικονομία, αλλά και την ιδεολογική κατάρτιση των Φιλικών και των αγωνιστών.

Χωρίς να παραλείψει να υπογραμμίσει τον αντίκτυπο που είχε η εξέγερση του Μοριά και της Ρούμελης σε πιο μακρινές εστίες του ελληνισμού: στη Βόρεια Ήπειρο, στον Πόντο, στην Κύπρο, αλλά και η επιρροή της στους φιλελεύθερους της γειτονικής Ιταλίας. Ο τόμος φιλοδοξεί να δώσει μία σοβαρή απάντηση σε δύο μεγάλους εχθρούς του 1821.

Απαντήσεις 

Ο πρώτος είναι η κενή ρητορεία της "εθνικοφροσύνης". Για σχεδόν ενάμιση αιώνα, από τον Όθωνα έως το ακροδεξιό στρατιωτικό καθεστώς της 21ης Απριλίου, εκείνο που το 1971 γιόρτασε με το χειρότερο τρόπο τη συμπλήρωση 150 ετών, η "εθνικοφροσύνη" ταύτισε τη μεγάλη αυτή στιγμή της συλλογικής μας ιστορίας με την κακογουστιά, την αμήχανη αρχαιολατρία, την ανούσια εθνικιστική ρητορεία και την παντελή στρέβλωση των περιεχομένων της επανάστασης, ενίοτε αποδίδοντας της ως μόνο κινητρο το θρησκευτικό.

  • Ο δεύτερος μεγάλος εχθρός είναι η λαϊκίστικη θύελλα με "αλήθειες", "αποκαλύψεις", "μυστικά" και "αυθεντικές εκδοχές" της επανάστασης, που η μακροχρόνια κυριαρχία της εθνικοφροσύνης έχει προκαλέσει ως στείρα και λαϊκίστικη αντίδραση. Στους φετινούς εορτασμούς δεκάδες δημοσιεύσεις, τόμοι, αφιερώματα επικεντρώνονται στην "άγνωστη" σφαγή των μη χριστιανών στην άλωση της Τριπολιτσάς, στις "ερωτικές σχέσεις" μεταξύ Μπουμπουλίνας και Κολοκοτρώνη, στην "προδοτική" στάση του φαναριώτικου κατεστημένου, στο γεγονός ότι πολλοί αγωνιστές δεν ήταν "Έλληνες" αλλά "Αλβανοί", στην "επινόηση της Αγίας Λαύρας" και άλλα πολλά, πασίγνωστα εδώ και πολλές δεκαετίες.
  • Οι πιο ευφάνταστοι προβάλουν μάλιστα το αδιάψευστο επιχείρημα πως η επανάσταση δεν ήταν "ελληνική" αφού οι ίδιοι οι αγωνιστές αυτοπροσδιορίζονταν ως "Γρεκοί" ή "Ρωμιοί" ή απλώς "Χριστιανοί". Το τριπλό αυτό τεύχος των Τετραδίων προσπαθεί λοιπόν να επαναφέρει την ατέλειωτη αλλά πάντα επίκαιρη συζήτηση για τον τρόπο με τον οποίο το έθνος μας κατάκτησε την ανεξαρτησία του, στο επίπεδο της επιστημονικής αλήθειας.
  • Αξιολογώντας προσεκτικά το στοιχείο της επαναστατικότητας και της βούλησης για ελευθερία και ανεξαρτησία που απέδειξαν ότι διαθέτουν οι αγωνιστές του 1821. Ώστε κάθε ιστορική διαστρέβλωση, φαιδρή ή και πιο επικίνδυνη, να πάρει οριστικά το δρόμο για τα σκουπίδια της εθνικοφροσύνης και του λαϊκισμού.

===============

  1. Πολιτισμό παρήγαγαν οι αγωνιστές του 21, όχι οι γενίτσαροι

  2. «Ουδετεροπατρία» και «Αποχρωματισμός» εθνικής ταυτότητας…

  3. Ο καθηγητής Χατζής "πυροβολεί" τον Καποδίστρια

  4. “Ελληνισμός και ελλαδικό κράτος. Δύο αιώνες αντιμαχίας, 1821-2021

    =============


    Τον Ξεσηκωμό δεν τον έκαναν λευκοντυμένα ευγενικά τσολιαδάκια που άκουγαν Μότσαρτ και Μπετόβεν· που χόρευαν λεπτεπίλεπτα βαλς σε σαλόνια με αφράτες πολυθρόνες και πολύχρωμες μεταξωτές ταπετσαρίες στους τοίχους. Τον κάμανε αγριάνθρωποι μουστακαλήδες, που φορούσαν λερή φουστανέλλα και τρύπια τσαρούχια, αποφασισμένοι για ζωή και θάνατο. Χόρευαν τον πρωτόγονο πυρρίχιο χορό τους, τον "τσάμικο", με γκρινιάρηδες ζουρνάδες και πολεμικά σκληρόηχα νταούλια που αντηχούσαν βαριά, πέρα ως πέρα στα πέτρινα χωριά τους. Αρχέγονοι ρυθμοί και μελωδίες που ήχησαν άλλοτε σε χαροκόπι και άλλοτε σαν πολεμιστήριο σάλπισμα και χορός στρατολόγησης πολεμιστών (Γραβιά, 1821).
    Άνθρωποι-θεριά, που το μάτι τους γυάλιζε από την φλογερή επιθυμία για "μιας ώρας ελεύθερη ζωή" (Ρήγας, 1797), σαν εκείνη που απολάμβαναν οι αητοί κι οι πέρδικες στα πετρωτά και δασωμένα βουνά τους (Κατσαντώνης). Παλληκαράδες αληθινοί, που προκαλούσαν τούς πανικόβλητους οθωμανούς "σταθήτε ωρέ περσιάνοι να μετρηθούμε !" (Νικηταράς). Που από την κορφή του λόφου σήκωναν προς τον σαστισμένο εχθρό περιπαικτικά/υποτιμητικά τη φουστανέλλα τους και του έδειχναν ποιον είχαν διορίσει στρατηγικό συμβουλάτορά τους (Καραϊσκάκης, 1827). Που σαν άλλοι Λεωνίδες, ευρισκόμενοι στην πιο δεινή θέση, ειρωνεύονταν τους μουρτάτες πως "τα κλειδιά της πόλης είναι κρεμασμένα στις μπούκες των κανονιών μας" (Μεσολόγγι, 1826). Ψημένοι πολεμιστάδες, που βάζαν τούς δεκάχρονους υιούς τους να ματώσουν για πρώτη φορά στην μάχη τ´ άρματα και να τα τιμήσουν (Καστάνιτσα, 1780).
    Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν κυριλέδες νησιώτες "έμποροι", που κάτεχαν από διεθνείς συναλλαγές, ναυτικό δίκαιο και χρηματοπιστωτικές αξίες. Τον έκαμαν θαλασσοδαρμένοι πειρατές, που έσπαγαν με τη ναυτοσύνη τους αποκλεισμούς της θαλασσοκράτειρας Αγγλίας για να μπουν στα λιμάνια, γιατί δεν κάτεχαν κανέναν αξιώτερο από τον εαυτό τους να τους δίδει διαταγές. Με θράσος, αν και αιχμάλωτοι, κοίταξαν κατάματα τον ναύαρχο Νέλσωνα και τόλμησαν να του πουν "αν σε είχα στα χέρια μου,θα σε κρεμούσα απ´ το κατάρτι !" (Μιαούλης, 1802). Τον έκαναν τα καταδρομικά "Μαύρα Καράβια" του Γιάννη Σταθά, που πρώτα σήκωσαν την σύγχρονη γαλανόλευκη κι έκαναν "το πέλαο να κοκκινήσει" (Σκιάθος, 1808).
    Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν ξιπασμένες φεμινίστριες. Τον έκαναν αντρογυναίκες-καπετάνισσες που τίμησαν το οικογενειακό τους όνομα, που διέθεσαν την περιουσία τους και τους γυιους τους στον Αγώνα, σαν την μάνα Υψηλάντισσα και την Μαυρογένους ή που καβάλησαν τα καράβια των αντρών τους, σαν την Μπουμπουλίνα και που βρόντηξαν τα άρματα των αντρών τους, σαν την Δέσπω ή που ντύθηκαν αντρικά μόνο και μόνο για να μπουν στον Αγώνα (τραγούδι της Αρκαδιανής). Τον έκαναν οι σκληρές νοικοκυρές του χωριού, που ζύμωναν για τα παλληκάρια, που φύλαγαν στο πόστο των αντρών για να ξαποστάσουν κι εκείνοι μια στάλα, που γέμιζαν τα τουφέκια των σκοπευτών στον λίγο χρόνο ανάμεσα σε δυο βολές. Οι γυναίκες και τα μωρά τους, που έφτιαχναν μπαρουτόβολα στους μύλους της Δημητσάνας. Οι γυναίκες και τα πιτσιρίκια, που ξυπόλητοι ανέβαιναν τα βουνά σαν μαντατοφόροι.
    Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν άεθνοι προλετάριοι. Τον έκαναν νοικοκυραίοι και απλοί χωριάτες, οι φορείς ενός πολιτισμού με τις ρίζες του στο άμεσο ιστορικό παρελθόν μας, που αναγνώριζαν πως "ο Βασιλιάς τους εσκοτώθη και καμιά συνθήκη δεν έκαμε με τους Τούρκους" (Κολοκοτρώνης προς τον Αμιλτον).
    Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν άεργοι ρεμπεσκέδες επειδή δεν είχαν κάτι καλύτερο να κάνουν. Ήταν ο ανθός της ελληνικής νεολαίας, που διαβιούσε στις ακμάζουσες ελληνικές παροικίες της Ρωσίας, της Κεντρικής Ευρώπης και της Ιταλίας, που σπούδαζε στα πανεπιστήμιά τους. Τα εικοσάχρονα αυτά παιδιά, προέλασαν και πέθαναν στα Βαλκάνια εμπνεόμενοι, όχι από το αόριστο γι αυτούς και ξένο κίνημα του Διαφωτισμού, αλλά από τη δόξα και πολεμική ισχύ της Αρχαίας Θήβας. Εμπνεόμενοι από το πολίτευμα του Τίμιου Σταυρού που αποτύπωσαν στην Πολεμική τους Σημαία με την βυζαντινή επιγραφή ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ (Δραγατσάνι, 1821).
    Τον Ξεσηκωμό, δεν τον έκαναν διορισμένοι "άριστοι". Τον έκαναν μπαρουτοκαπνισμένοι βετεράνοι, που την στρατηγία τους την επιβεβαίωναν στη μάχη και τα αριστεία τα ελάμβαναν μετά την έκβασή της (Κεφαλόβρυσο, 1823). Οι στρατιώτες που δεν ξέρανε από ασκήσεις "ακριβείας" και "πυκνής τάξεως", αλλά καταλάβαιναν άριστα τα παραγγέλματα "φωτιά Έλληνες !", "Κώλο με κώλο, ρεεεε !" (Μάχη της Γράνας, 1821).
    Τον Ξεσηκωμό τον έκαναν οι παπάδες του χωριού, που με το ένα χέρι έβαναν ευλογητό και με το άλλο έπαιρναν ανελέητα κεφάλια. Που στάθηκαν ανδροπρεπώς στα ταμπούρια τους μπροστά σε τακτικό στρατό και δεν καταδέχθηκαν να μαζέψουν τα καρφοπέταλα του Μπραΐμη (Μανιάκι, 1825).
    Κι όσο θρασείς κι ατρόμητοι αν ήσαν μπροστά στους ανθρώπους, όσο παράτολμοι καταδρομείς κι αν ήσαν στη μάχη, με τόση ταπεινότητα έκαναν την ενδοσκόπησή τους, την προσευχή τους και μονολόγησαν πριν τη μάχη "Κωσταντή, σήμερα θα πεθάνεις" (Κανάρης, 1822). Με τόση αποφασιστικότητα πριν το μαρτύριο ομολόγησαν Πατρίδα και Πίστη "Γραικός γεννήθηκα, γραικός θέ να πεθάνω" (Διάκος, 1821).
    Στην Επανάσταση, δεν ρίξαμε γαρύφαλα κι αγάπες, ρόδα κι αμφιβολίες. Ρίξαμε μπαρούτι και μολύβι, φωτιά και θειάφι. Σύραμε με σιγουριά τα γιαταγάνια. Ξεσκίσαμε -κυριολεκτικά- κόσμο και κοσμάκη. Σφάξαμε ανελέητα κάθε μουσλίμι που βρέθηκε στον δρόμο μας, με κάθε πρόσφορο και βάρβαρο τρόπο, από το Δραγατσάνι ως την Κύπρο. Τ´ αγαρηνά κορμιά στρώθηκαν στους δρόμους και τα άλογά μας δεν πάταγαν καλντερίμι πια (Τριπολιτσά, 1821). Με τα κεφάλια τους κι ασβέστη, χτίσαμε πυραμίδες μακάβριες (Τρίκορφα 1779, Αράχωβα 1826), τρόπαια φοβερά για να σκιάζονται παντοτινά οι οχτροί. Κάναμε "μάνες δίχως γυιους, γυναίκες δίχως άνδρες, μωρά παιδιά δίχως μανάδες". Ταΐσαμε όλα τα μαυροπούλια του Μωριά, της Ρούμελης και της Ηπείρου με τούρκικο κρέας. Κλαίγαν στην Τουρκιά τα χάνια γι' άλογα και τα τζαμιά γι' αγάδες (Δερβενάκια, 1822) . Ήμασταν οι φοβεροί τουρκομάχοι, που βαφτιστήκαμε σαν Χριστιανοί μία φορά με το λάδι και σαν Έλληνες μία με το αίμα των εχθρών μας για την ελευθερία της Πατρίδος (Βαλτέτσι, 1821). Και τύψεις δεν είχαμε· ούτε μετανιώσαμε ποτέ· ούτε απολογηθήκαμε για τα πολεμικά, τρομερά αλλά τίμια, έργα μας. Μόνο κουράγιο δίναμε στον αποκαμωμένο εαυτό μας, σφίγγαμε τα δόντια μέσα στη φρίκη της σφαγής, για να συνεχίσουμε να σφάζουμε : "κουράγιο Νικήτα, τούρκους σφάζεις !" (Δερβενάκια, 1822) . Η λύσσα, το μίσος, η θέληση για αποτίναξη της Οθωμανικής τυρρανίας ήταν η κινητήριος δύναμή μας κι ο όλεθρος το αποτέλεσμά της. Μείναμε πιστοί στον όρκο "τούρκος μη μείνει στον Μωριά, μηδέ στον κόσμον όλον". Τους πολεμήσαμε, κάναμε το αίμα τους να τρέξει με ό,τι όπλα διαθέταμε. Και τ´άκουγε απ´ απέναντι ο ποιητής : κούφια ντουφέκια, σμίξιμο σπαθιών, ξύλα, πελέκια, τρίξιμο δοντιών ! " (Ύμνος εις την Ελευθερίαν, 1823).
    Και φανήκαμε πρόθυμοι να πάρουμε το ρίσκο του πολέμου. Να βιώσουμε χωρίς δισταγμό τον Θάνατο, αν δεν μπορούμε να έχουμε Ελευθερία. Να μετρηθούμε στα ίσα με τον Χάροντα στα αιώνια Μαρμαρένια Αλώνια του Διγενή και του Μεσολογγιού. Μας έσφαξαν κι εκείνοι, όπου μας βρήκαν, με τον πιο απάνθρωπο τρόπο για να μας λυγίσουν. 800.000 νεκρούς θρηνήσαμε στον Αγώνα. Σφαγμένους και εξαναποδισμένους (Ψαρρά, Χίος, Κρήτη, Κύπρος, Κωνσταντινούπολη, Μικρά Ασία), καμμένους (Κάσσος), πεσόντες στις μάχες, λιμοκτονήσαντες (Μεσολόγγι), ανυπότακτους αυτόχειρες (Κούγκι, Ζάλογγο, Μονή Σέκου, Μεσολόγγι, Νάουσα), τιμωρημένους αυτόμολους, θύματα των εμφυλίων πολέμων, πυρπολυμένα χωριά, ισοπεδωμένες περιουσίες, κομμένα καρποφόρα δέντρα. Αλλά θαρρετά τους μηνύσαμε πως πέτρα απάνω στην πέτρα να μην αφήσουν, έστω κι ένας από εμάς να μείνει όρθιος, θα τους πολεμούμε· να βγάλουν απ´το νου τους το προσκύνημα (Κολοκοτρώνης, 1827).
    "Το Ελληνικόν Εθνος, το υπό την φρικώδη Οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας, και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον, διά των νομίμων Παραστατών του, εις Εθνικήν συνηγμένων Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και Ανεξαρτησίαν" (Προοίμιο Συντάγματος. Επίδαυρος, 1822).
    Η Επανάσταση, ο Ξεσηκωμός του Γένους, ήταν ολοκληρωτικός ΠΟΛΕΜΟΣ.
    Όλα τα άλλα γεγονότα της περιόδου είναι απλές υποσημειώσεις σε αυτόν.
    Θεοδωρος Γιαννακόπουλος


     

Σχόλια