“Ελληνισμός και ελλαδικό κράτος. Δύο αιώνες αντιμαχίας, 1821-2021

 

Ο Γιώργος Κοντογιώργης, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και πρώην πρύτανης, στην εκπομπή Ευ Ζην – Φιλοσοφικοί Διάλογοι με θέμα “Ελληνισμός και ελλαδικό κράτος. Δύο αιώνες αντιμαχίας, 1821-2021”,  15.01.2021. Παρουσιάζει ο Ηλίας Βαβούρας.

https://youtu.be/MCZEvpnfOFI


(Α’ μέρος της συνέντευξης, Απομαγνητοφώνηση, Ελένη Ξένου)

Ηλίας Βαβούρας: Καλησπέρα. Είμαστε στην εκπομπή «Φιλοσοφικοί Διάλογοι» 200 χρόνια από την επιτυχή έκβαση της Επανάσταση του 1821, 2021 σήμερα, και έχουμε την τιμή να έχουμε στην εκπομπή μας έναν άνθρωπο από τη σφαίρα της νεοελληνικής διανόησης, τον Γεώργιο Κοντογιώργη, ο οποίος με ένα βιβλίο, όπως θα λέγαμε, σταθμό στη νεοελληνική πραγματικότητα προσπαθεί να ανιχνεύσει τις σχέσεις του νεοέλληνα με τις ρίζες του. Σχέσεις οι οποίες, καθώς διαβάζουμε στο εν λόγω σύγγραμμα, είναι προβληματικές με τη διαμεσολάβηση του νεοελληνικού κράτους, ενός μορφώματος κατά τον κύριο Κοντογιώργη, το οποίο δημιουργεί μια δυσμένεια ύπαρξης στη σημερινή εποχή.

Κύριε Κοντογιώργη καλησπέρα. Είναι τιμή μας που βρίσκεστε στη σημερινή εκπομπή  για να συζητήσουμε για το βιβλίο σας και εν γένει για τον στοχασμό σας που έρχεται, θα λέγαμε, να ταράξει τα νερά της υπαρξιακής μας ταυτότητας.

Γεώργιος Κοντογιώργης: Καλησπέρα και από εμένα και στους θεατές μας.

Ηλίας Βαβούρας: Να δείξουμε ότι το βιβλίο σας έχει εκδοθεί πριν από λίγες ημέρες από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑ, εκδόσεις οι οποίες ειδικεύονται πάνω σε θέματα ελληνισμού, θέματα διεθνούς διπλωματίας, πολιτικής φιλοσοφίας και θα λέγαμε αρχαίας Ιστορίας. Το βιβλίο σας αυτό τιτλοφορείται Ελληνισμός και ελλαδικό κράτος. Δύο αιώνες αντιμαχίας, 1821-2021 και, πραγματικά, εγώ διάβασα το βιβλίο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον! Μου έκανε μεγάλη εντύπωση ο στοχασμός που το διατρέχει και θέλω εδώ σήμερα να συζητήσουμε ορισμένα βασικά θέματα που υπάρχουν μέσα στο βιβλίο. Το πρώτο είναι αυτή η προβληματική σχέση. Πού βασίζεται αυτή η προβληματική σχέση και ποιες, θα λέγαμε, είναι οι συνιστώσες αυτής της διαφωνίας.

Γεώργιος Κοντογιώργης: Πρώτα-πρώτα η προβληματική σχέση οφείλεται στο γεγονός ότι αυτό το κράτος αποτελεί ξένο σώμα προς αυτό που είναι ο ελληνισμός και, δεύτερον, απολογιστικά κρίνοντας τα πράγματα, οφείλεται στο γεγονός ότι η νεοτερική σκέψη, η σκέψη δηλαδή που εκπηγάζει από αυτό το κράτος ‒και δεν αναφέρομαι μόνο στην ελληνική αλλά και στη δυτική και την παγκόσμια‒ είναι πλήρης ιδεολογίας, αλλά με ένα τρομακτικό έλλειμμα γνώσης, επιστήμης. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από το πρώτο, το γιατί δηλαδή είναι ξένο σώμα αυτό το κράτος. Για να το κατανοήσουμε αυτό, πρέπει να ξέρουμε τι ήταν ο ελληνικός κόσμος πριν, αν επεδίωκε αυτό το κράτος ως κράτος της απελευθέρωσης, εάν δεν είχε άλλη πρόταση ο ίδιος και γι’ αυτό υιοθέτησε την ευρωπαϊκή απολυταρχία που συγκροτεί την έννοια, την ουσία αυτού του κράτους. Επομένως, ποιο ήταν το πρόταγμα των ελλήνων και ποια η πραγματικότητα πριν; Ο ελληνικός κόσμος, αυτός που ζούμε στην τουρκοκρατία, προέρχεται από τον ίδιο κόσμο που γεννήθηκε στους κρητομυκηναϊκούς χρόνους. Αυτό που ονομάζουμε στην τουρκοκρατία «κοινότητες» είναι οι πόλεις-κράτη όπως μετεξελίχθηκαν και προσαρμόστηκαν βεβαίως στην περίοδο της οικουμένης, που ξεκινά από τον Αλέξανδρο. Εκεί όμως, συγκροτείται ένα άλλο κράτος υπερκείμενο των πόλεων, η κοσμόπολη, η οποία δεν είναι βεβαίως αυτοκρατορία, δεν είναι θεοκρατία και δεν είναι κάτι τέτοιο, αλλά είναι ένα κράτος που συνδυάζει την πόλη με μια κεντρική πόλη που είναι η βασιλεύουσα πόλη –αν το δούμε με την οπτική του Βυζαντίου. Αυτό το κράτος λοιπόν έχει εδραία δημοκρατικά χαρακτηριστικά και στο Βυζάντιο αυτά τα δημοκρατικά χαρακτηριστικά δεν τα περιορίζει μόνο στο πολιτικό σύστημα αλλά και στο οικονομικό σύστημα. Γι’ αυτό και έχουμε (κανείς δεν το ξέρει και δεν μιλάει γι’ αυτό σήμερα) το τέλος της δουλείας. Αυτό που γνωρίζουμε στην αρχαία πόλη, στην πόλη-κράτος, δεν υπάρχει σταδιακά αλλά κατά ολοκληρωμένο τρόπο στο Βυζάντιο. Και τη θέση του κατέλαβε η δημοκρατικά οργανωμένη οικονομία, δηλαδή μια οικονομία που εισάγει μέσα και την κοινωνία της εργασίας και όχι μονοσήμαντα τον ιδιοκτήτη του συστήματος της οικονομίας ή του κεφαλαίου. Αυτό τι δηλώνει; Ότι αυτός ο κόσμος που είναι πανομοιότυπος στη μετα-βυζαντινή εποχή (δηλαδή στην περίοδο της τουρκοκρατίας), είναι μεν υπό καθεστώς εθνικής κατοχής και μάλιστα από μια δεσποτική ασιατικού τύπου κρατική δεσποτεία, αλλά είναι ένας κόσμος που έχει κρατήσει τα βασικά του ιδιώματα. Δηλαδή δεν έχει την κοσμόπολή του έχει όμως την πόλη του (το κοινό του). Εκεί είναι πολίτης και δεν έχει την απευθείας σχέση με το οθωμανικό κράτος. Αυτό δηλώνει ότι αυτή είναι η βάση για να συνεχίσει να βιώνει υπό καθεστώς εθνικής κυριαρχίας τη δημοκρατία, άρα να μπορεί να στοχάζεται και να διαμορφώνει τις αντιλήψεις του με βάση την ανθρώπινη ελευθερία και όχι τη δουλοπαροικία όπως στη φεουδαρχία της Δύσεως και, βεβαίως, να στοχάζεται την απελευθέρωσή του. Άρα, να γνωρίζει ότι έχει μία πολιτισμική οντότητα που θέλει με πρόταγμα πολιτικό και την εθνική του απελευθέρωση. Άρα, λοιπόν, συγκροτεί έθνος. Και αυτό το έθνος έρχεται να διεκδικήσει κάποια στιγμή με συνολικό πρόταγμα ‒γιατί το επεχείρησε πολλές φορές και στο παρελθόν‒ την απελευθέρωσή του. Τι συνέβη εκεί; Δεν θα εξηγήσω, το εξηγώ στο βιβλίο μου το «γιατί», αλλά η Επανάσταση απέτυχε. Ποιο ήταν το πρόταγμα της Επανάστασης όμως; Η ανασυγκρότηση της κοσμόπολης ‒περιγράφει ο Ρήγας με πολύ αυθεντικό τρόπο‒ που σήμαινε δηλαδή την ολοκληρωτική οικοδόμηση ενός πολιτικού συστήματος που θα είχε δημοκρατία στα κοινά, στις πόλεις (όχι στα αστικά κέντρα) και δημοκρατία στο κεντρικό πολιτικό σύστημα. Η κυβέρνηση στον Ρήγα είναι εισηγητική, η βουλή είναι νομοπαρασκευαστική και υπάρχει μία αλληλενέργεια μεταξύ κοινωνίας που συγκροτεί το πολιτικό σύστημα και πολιτικής η οποία είναι στην καλύτερη περίπτωση εντεταλμένη ‒εντεταλμένο πολιτικό προσωπικό για να εκτελεί και να νομοθετεί σύμφωνα με τη βούληση ή και την πρωτοβουλία πολλές φορές της κοινωνίας. Αυτό το πρόταγμα λοιπόν της δημοκρατίας ακυρώνεται με την ήττα της επανάστασης. Με την ήττα της επανάστασης που ουσιαστικά τελειώνει και με τον Καποδίστρια που αποτελεί, αν θέλετε, το τελευταίο παράδειγμα αυτού του εγχειρήματος, έρχεται να κυριαρχήσει ουσιαστικά στον ελληνικό ζωτικό χώρο που μέχρι τότε στοχαζόταν με βάση της δικές του προτεραιότητες ανεξαρτήτως του διαλόγου που είχε με την Ανατολή και τη Δύση και που αυτός ο κόσμος πια δέχεται στην ψυχή του μέσα –δηλαδή στη μήτρα του, που είναι αυτή τη στιγμή η Πελοπόννησος και η Στερεά‒ ένα κράτος δεσποτείας. Ένα κράτος απολυταρχίας. Δηλαδή, η Δυτική απολυταρχία της Ιεράς Συμμαχίας εγκαθιστά ‒όχι μόνο η δυτική, είναι και η ρωσική επίσης αλλά όλη η ευρωπαϊκή‒ λοιπόν στη μήτρα του ελληνικού κόσμου, αυτό που δεν είχε μέχρι τότε και που γι’ αυτό στοχαζόταν ελεύθερα, ένα κράτος το οποίο έχει ακριβώς τα φεουδαλικά χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού κόσμου. Αυτό είναι το κλειδί για να κατανοήσουμε ότι εγκαθιδρύεται μία ασύμβατη σχέση τόσο με το ιστορικό του παρελθόν (αυτό που βίωνε) όσο και με την ίδια την ύπαρξη του μείζονος ελληνισμού. Δηλαδή ή ο ένας θα επικρατήσει (συμβολισμός Κωνσταντινούπολη ή Αθήνα) ή ο άλλος. Εδώ λοιπόν έγκειται το κεντρικό πρόβλημα.

Στο δεύτερο επίπεδο, η ανάγκη της νομιμοποίησης θα εισαγάγει και όλο το πλέγμα του Δυτικού εγχειρήματος που γεννήθηκε στην κορύφωση της απολυταρχίας με τον Διαφωτισμό που ουσιαστικά επιχειρεί δύο μεγάλες ρήξεις (αυτό που είναι το στίγμα της ιδεολογίας σήμερα). Μία ρήξη με τον κλασικό ελληνισμό, άρα με τις έννοιες. Θα παραλάβει τις έννοιες δημοκρατία, ελευθερία, ισότητα, δικαιοσύνη και θα τους αδειάσει το περιεχόμενο των πραγματικοτήτων που τις γέμισε και θα αποδώσει με αυτές τις πραγματικότητες που ζούσε τότε ο ευρωπαϊκός κόσμος ή που διεκδικούσε για μετά τη φεουδαρχία. Με τον όρο δημοκρατία ‒και μάλιστα αντιπροσωπευτική δημοκρατία (μία πλήρη σύγχυση)‒ αποκάλεσε τη μοναρχία και συγκεκριμένα την εκλόγιμη μοναρχία που ζούμε σήμερα, με τον όρο ελευθερία όρισε την ατομική ελευθερία που τη θεώρησε ασύμβατη με την πολιτική ελευθερία και μάλιστα ανώτερη της πολιτικής ελευθερίας ως εάν είναι καλύτερα ο άνθρωπος να μην είναι ελεύθερος παρά να είναι ‒γνωστό σήμερα ως αντιμαχία δικαιωμάτων και ελευθερίας. Αυτό δηλώνει ότι, εκτός από την ιδεολογία που στοχεύει στην ηγεμονία του σημερινού συστήματος και της Δύσης, υπάρχει και ένα υποκρυπτόμενο: η πλήρης επιστημονική αδυναμία να ερμηνεύσει φαινόμενα. Φαινόμενα τα οποία απαντώνται στον ελληνικό κόσμο. Όλα γίνονται κατά προβολήν. Το πρότυπο θεωρείται το σημερινό, άρα ό,τι εμφανίζεται στον ελληνικό κόσμο, όποια στιγμή, είναι προ-νεοτερικό ή κατώτερο ή οτιδήποτε. Άρα, η μοναρχία είναι ανώτερη από τη δημοκρατία, η κοσμόπολη δεν υπάρχει και τη μεταβάλουν σε αυτοκρατορία, η συνέχεια η ιστορική (γιατί έθνος δεν υπάρχει πριν, γιατί το γέννησε, λένε, η Δύση στη νεότερη εποχή) και βεβαίως η συνέχεια ‒και αυτή είναι η υφαρπαγή της Ιστορίας με την αρχαιότητα της νεοτερικότητας‒ γίνεται μέσω της φεουδαρχίας και όχι μέσω του ιστορικού επαγόμενου που είναι το Βυζάντιο και η τουρκοκρατία. Βλέπετε δηλαδή ότι υπάρχει ένας συνδυασμός πραγματικότητας και στη συνέχεια πλήρους υφαρπαγής του κοσμοϊστορικού γεγονότος και μιας απόλυτης αδυναμίας να ερμηνευθούν φαινόμενα με σημαντική απήχηση στην εποχή μας. Δεν είναι ιστορικά αυτά που θα ικανοποιήσουν ξέρετε την περιέργειά μας για το παρελθόν. Είναι πολύ δυνατά στοιχεία τα οποία έχουν να κάνουν με τη σημερινή πραγματικότητα που ζούμε. Εάν δεν μας αρέσει σήμερα, παραδείγματος χάρη, το πολιτικό σύστημα που ζούμε και το δηλώσουμε, ο άλλος θα σκεφτεί ότι είμαστε υπέρ της δικτατορίας ή της χούντας, διότι στο μυαλό των σημερινών ανθρώπων δεν υπάρχει ενναλακτικό πολιτειακό παράδειγμα. Είναι αρχή της ενιαίας σκέψης. Εάν θελήσουμε να μιλήσουμε για το έθνος που συγκρότησε, έστω, μετά την αποτυχία του με τον τρόπο της εμφύτευσης του δεσποτικού κράτους, θα μας εγκαλέσουν ως εθνικιστές. Βεβαίως, εθνικισμός δεν ορίζεται η υφαρπαγή της Ιστορίας από τη Δύση, εθνικισμός ορίζεται η αξίωση να υπάρξει και να αναγνωριστεί η ιστορική συνέχεια με πραγματολογικούς όρους, που υποδεικνύουν οι πηγές, αυτού του ελληνικού κόσμου. Το ίδιο θα ισχύσει για τη δημοκρατία, το ίδιο θα ισχύσει για οποιαδήποτε αντίληψη που δεν είναι εναρμονισμένη με την αρχή της ενιαίας σκέψης της εκλόγιμης μοναρχίας του σήμερα.

Ηλίας Βαβούρας: Άρα, λοιπόν, έχουμε τις σημαντικές εδώ παρατηρήσεις, πρώτον, ότι η ελληνική πόλη-κράτος ως μία αυτόνομη πολιτική οντότητα που αναπτύσσεται όσο το δυνατόν κατά τα μέτρα της ανθρώπινης φύσης όπως θα την όριζε ο Αριστοτέλης και αυτό είναι πολύ σημαντικό να το πούμε διότι η αρχαία ελληνική πόλις-κράτος είναι «κατά φύσιν» όπως θα έλεγε ο μεγάλος φιλόσοφος, επιβιώνει και στη βυζαντινή εποχή κύριε Κοντογιώργη αλλά και στην τουρκοκρατία. Αυτό είναι πολύ σημαντικό να το επισημάνουμε διότι κάποιοι λένε ότι αυτός ο θεσμός διελύθη μέσω της επικράτησης των αυτοκρατοριών, πρώτα με τον Μέγα Αλέξανδρο, μετά με τη Ρώμη και μετά με τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Όπως πολύ σωστά έχετε επισημάνει και εσείς, όμως, αυτή η εθνική υπόσταση δεν χάθηκε ποτέ, οι Έλληνες και στην ελληνιστική εποχή και στο Βυζάντιο αλλά και στη ρωμαϊκή εποχή αποκαλούνταν «Έλληνες» και είχαν αυτή την κοινή αντίληψη περί της καταγωγής τους, ακόμα και η έννοια Ρωμνιοί δεν παρέπεμπε στους Ρωμαίους αλλά στους Έλληνες. Το δεύτερο που επισημάνατε και είναι πολύ, θα λέγαμε, ρηξικέλευθο είναι ότι το ελληνικό κράτος ως δημιούργημα είναι από μία αποτυχημένη έκβαση της ελληνικής επανάστασης, η οποία ελληνική επανάσταση που όλοι ξέρουμε ότι πέτυχε την ελευθερία μας ουσιαστικά πέτυχε την υποδούλωσή μας σε ένα βαυαρικού τύπου προτεκτοράτο, όπως επισημαίνετε μέσα στο βιβλίο σας, και το τελευταίο που εγώ μπορώ να επισημάνω είναι ότι χρειάζεται μία μεταβολή πολιτείας όπως εσείς πολύ σωστά διατυπώνετε. Μία μεταβολή δηλαδή προς μία πάτριο πολιτεία, όπως θα έλεγε ο Θουκυδίδης, μία «μέτριαν ξύγκρασιν»  προς τις αρχαίες μας καταβολές. Και μάλιστα, αυτό δεν εντάσσεται σε μία συζήτηση περί εθνικισμού. Άλλωστε και ένας άλλος μεγάλος Έλληνας διανοούμενος ο Καστοριάδης πρότεινε αυτή την πολιτειακή μεταβολή προς το δημοκρατικότερον, αυτός έχοντας ως πρόταγμα και ως, θα λέγαμε, σπέρμα την αθηναϊκή δημοκρατία του Περικλή (την άμεση αθηναϊκή δημοκρατία). Άρα, εδώ βλέπουμε ότι υπάρχει ένα πρόβλημα σήμερα. Ένα πρόβλημα που δημιουργεί μία ρήξη και μία έλλειψη ταυτότητας. Που όπως πολύ σωστά επισημάνατε αυτό βρίσκεται μέσα στη φεουδαρχική υπόσταση του νεοελληνικού κράτους. Και επίσης να επισημάνω ότι όλο αυτό που διατρέχει το έργο σας ίσως είναι και μια αντίθεση μεταξύ αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και της νεότερης πολιτικής φιλοσοφίας που δομήθηκε από τον Χομπς και έπειτα. Ο Χομπς εγκαινιάζει ένα παντοδύναμο κράτος, έναν παντοδύναμο κυρίαρχο που είναι ο υπεύθυνος για οποιαδήποτε έκταση ελευθερίας του πολίτη. Και πάνω σε αυτήν εδώ την αντίληψη έχει βασιστεί η νεότερη υπόσταση του κράτους μη παρέχοντας καμία δυνατότητα αυτενέργειας στον πολίτη. Όλα επικαθορίζονται και εκπηγάζουν από την κυριαρχία.

Γεώργιος Κοντογιώργης: Προσέξτε. Αγγίξατε πάρα πολλά ζητήματα τα οποία με τίτλους θα τα περιγράψω. Αναφέρατε τον Καστοριάδη. Ο Καστοριάδης, από τα πιο φωτεινά μυαλά της εποχής μας, εργάστηκε επάνω στην αθηναϊκή δημοκρατία. Ποιο όμως είναι το πρόβλημα του Καστοριάδη; Το πρόβλημα του Καστοριάδη είναι ότι δεν γνωρίζει. Θεωρεί  ότι είναι φαντασιακή κατασκευή, ότι είναι επινόηση, ότι κάποια στιγμή δηλαδή οι Αθηναίοι είπαν «ας κάνουμε και μία δημοκρατία», δεν γνωρίζει επομένως τις αιτίες της γένεσης της δημοκρατίας. Τα παραγωγικά της αίτια στην πόλη. Δεύτερον, θεωρεί ότι οι πόλεις και η δημοκρατία (άλλωστε αυτό το παίρνει από τον Διαφωτισμό, δεν το επεξεργάζεται ο ίδιος) τελειώνουν τον 4ο αιώνα και από εκεί και πέρα ξαναγεννιέται ένα πνεύμα ελεύθερο με τη δυτική νεοτερικότητα. Από αυτή τη στιγμή και μετά ακυρώνει τον εαυτό του. Δεν έχει καμία αξία να συζητάμε για δημοκρατία αν δεν ξέρουμε τον χρόνο της δημοκρατίας και τα αίτια της δημοκρατίας. Δεν έχει καμιά αξία να συζητάμε για αθηναϊκή δημοκρατία, αν δεν ξέρουμε ότι η αθηναϊκή δημοκρατία με τις αρχές της ‒η δημοκρατία της εποχής εκείνης δηλαδή, γιατί ήταν καθολικό πολιτειακό σύστημα και όχι της Αθήνας μόνο‒ συναντιέται και μάλιστα χωρίς δουλεία, και μάλιστα με εταιρική οικονομία που δεν την έχει η δημοκρατία της Αθήνας τον 15ο, τον 16ο, τον 17ο, τον 18ο και τον 19ο αιώνα. Ότι η αρχαιότητα δηλαδή δεν εκλείπει ως πόλεις και ως δημοκρατία τον 4ο αιώνα αλλά συνεχίζει απαρέγκλιτα και μετασχηματίζεται μέσα στο κράτος της οικουμένης –στην κοσμόπολη‒ μέχρι που το καταλύει το νεότερο κράτος της απολυταρχίας. Ο Όθωνας κατήργησε τα κοινά. Λένε διάφοροι ότι ήταν φοροσυλλεκτικός  μηχανισμός. Ο Όθωνας καταργεί τις συνελεύσεις των κοινών, τη δημοκρατία, και μάλιστα με μια απαξιωτική προσέγγιση του κοινού λαού. Δεν είναι, λέει, ο λαός ο κατάλληλος να κυβερνάει αλλά είναι εκείνοι να ασκούν την πολιτική διοίκηση. Αν θέλουμε να δούμε λοιπόν αυτή την εξέλιξη ‒όπως την έχω διαγράψει αν θέλετε στο πεντάτομο έργο μου Το ελληνικό κοσμοσύστημα θα διαπιστώσουμε ότι, αυτός ο πολιτισμός οφείλεται στο γεγονός ότι πολιτικά ο ελληνικός κόσμος συγκροτήθηκε με πρόσημο τις πόλεις. Μας δηλώνουν οι ίδιοι στις πηγές τους, από τον Ηρόδοτο μέχρι όλους τους άλλους, ότι οι Έλληνες πιστεύουν στο γένος. Ότι έχουν κοινή πολιτισμική βάση. Δεν τους ενώνει δηλαδή κάποιος απόλυτος μονάρχης όπως στα απολυταρχικά κράτη. Ενώνονται μεταξύ τους πολιτισμικά γιατί έχουν κοινή βάση την ελευθερία. Ποιο είναι το πολιτικό πρόταγμα λοιπόν των Ελλήνων της κρατοκεντρικής εποχής μέχρι τον 4ο αιώνα; Η ελευθερία των πόλεων. Η ελευθερία των πόλεων απαντιέται ως πρόταγμα ακόμη και στην περίοδο πριν από τη Ρώμη. Ο Πολύβιος πενήντα τρείς φορές αναφέρεται στην ελευθερία των πόλεων που έχει ως περιεχόμενο το «αφρούρητον και αφορολόγητον», άρα την ανεξαρτησία της πόλης-κράτους. Αυτό ισχύει και στη συνέχεια. Εάν σας απαριθμήσω το τι συμβαίνει στο Βυζάντιο και τι συμβαίνει στην περίοδο της τουρκοκρατίας, θα δείτε ότι οι αρχές της δημοκρατίας είναι πανομοιότυπες. Δεν εφευρέθηκαν τότε. Παραδείγματος χάρη, όταν οι εκλεγμένες αρχές των προυχόντων έχουν θητεία έξι μήνες έως έναν χρόνο, ανάγονται σε ό,τι συνέβαινε στην αρχαιότητα. Μικρή διάρκεια. Ελευθέρως ανακλητοί. Συλλογική πάντα αυτή η εκλεγμένη ηγεσία και, μάλιστα, να αποφασίζει με όρους ομοφωνίας· αρχές της αρχαίας δημοκρατίας. Και πώς διασφαλίζεται η ομοφωνία; Με τον κατακερματισμό της σφραγίδας του κοινού, σε τόσα κομμάτια όσα είναι οι προύχοντες, ώστε ο καθένας να έχει ένα κομμάτι και για να ομοφωνήσουν να πρέπει να φέρουν το κομμάτι της σφραγίδας τους ο καθένας για να είναι στρογγυλή. Έχουμε επίσης τη μάζωξη, τον δήμο. Τα έγγραφα της τουρκοκρατίας το λένε διαρκώς: Όλοι μάζωξη, μικροί και μεγάλοι, σπουδαίοι και μη σπουδαίοι δηλαδή. Τι σημαίνει αυτό λοιπόν; Ότι αυτός ο πολιτισμός δημιουργήθηκε επειδή υπήρξαν οι πόλεις, γιατί οι Έλληνες θεωρούσαν ότι έξω από την πόλη, δηλαδή ένα ενιαίο κράτος-έθνος υποδηλώνει μη ελευθερία. Και είναι γεγονός. Πώς θα μπορούσαν με όρους φυσικής επικοινωνίας να διαμορφώσουν την Πνύκα; Να λειτουργήσουν δηλαδή με όρους δημοκρατίας; Έπρεπε η φυσική επικοινωνία, θα μας πει ο Αριστοτέλης,  να έχει τη δυνατότητα κάποιος που διαθέτει στεντόρεια φωνή να ακούγεται.

Η συνέχεια της συζήτησης στο Β’ μέρος της συνέντευξης η οποία θα δημοσιευθεί προσεχώς.

ΠΗΓΗ

Σχόλια