Γκρεμίζουν(;) όσα οι ίδιοι έχτισαν – Στις ΗΠΑ «νομοθετούν» νέα κατάσταση σε Αιγαίο

Σύμφωνα με τα «μαντάτα» που έρχονται από την Ουάσιγκτον, «με ένα διακομματικό νομοσχέδιο “πακέτο”, που τοποθετεί την Ελλάδα στο επίκεντρο του στρατηγικού ενδιαφέροντος των ΗΠΑ, οι Αμερικανοί γερουσιαστές Μπομπ Μενέντεζ (Δημοκρατικός) και Μάρκο Ρούμπιο (Ρεπουμπλικανός) επιδιώκουν να παγιώσουν το ενδιαφέρον της αμερικανικής διπλωματίας για την Ανατολική Μεσόγειο».  ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Επειδή κάποιοι παραδοσιακοί αλλά και άλλοι όψιμοι εγχώριοι οπαδοί της μετατροπής της χώρας σε αμερικανικό προτεκτοράτο έχουν ήδη αρχίσει να πανηγυρίζουν ζητωκραυγάζοντας υπέρ της ελληνοαμερικανικής στρατηγικής σχέσης, αξίζει τον κόπο να δούμε προσεκτικά ποια ακριβώς είναι η κατάσταση στην περιοχή και για ποιους λόγους θέλουν να «αλλάξουν» οι Αμερικανοί.
Το εν λόγω νομοσχέδιο, πέραν των προθέσεων της υπερδύναμης να περιγράψει «διά νόμου» τα τρέχοντα συμφέροντά της, αποτελεί ταυτόχρονα και μια έμμεση παραδοχή αποτυχίας (ή επείγουσας ανάγκης αναδίπλωσης) της μέχρι τώρα πολιτικής της στην περιοχή. Κι αυτό διότι η κατάσταση που επιδιώκει να αναθεωρήσει το νομοσχέδιο είχε διαμορφωθεί κατά κύριο λόγο από πάγιες θέσεις της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Η αμερικανική ανάγκη
Σε γενικές γραμμές στον Νόμο για την Εταιρική Σχέση Ασφάλειας και Ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο του 2019 μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται:
● Άρση της απαγόρευσης πώλησης όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία.
● Πρόβλεψη ότι μέσα σε 90 ημέρες από την επικύρωσή του ο ΥΠΕΞ θα πρέπει να υποβάλει λίστα στο Κογκρέσο με τον αριθμό των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου και της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.
● Αναφορά ότι η ασφάλεια των εταίρων της Αμερικής, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, είναι σημαντική για τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
● Χαρακτηρισμός της Ελλάδας ως πολύτιμου μέλους του ΝΑΤΟ και πυλώνα ασφαλείας στην Ανατολική Μεσόγειο.
● Στήριξη στην τριμερή συνεργασία Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ.
● Διατύπωση της αντίθεσης από Ελλάδα, Κύπρο, Ισραήλ και ΗΠΑ σε οποιαδήποτε ενέργεια που θα ανατρέπει τη σταθερότητα, θα παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και τις σχέσεις καλής γειτονίας τόσο στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και στο Αιγαίο.
Αυτά λοιπόν λένε σήμερα ότι επιθυμούν να αλλάξουν στην περιοχή οι Αμερικανοί. Ωστόσο οι αλλαγές που διατυπώνονται στο προς ψήφιση νομοσχέδιο περιγράφουν την κατάσταση που οι ίδιοι διαμόρφωσαν στην περιοχή εδώ και δεκαετίες.
Προφανώς η αμερικανική ανάγκη για αναθεώρηση της πολιτικής τους στην περιοχή προκύπτει από την τρέχουσα διαδικασία αποδόμησης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων. Όσο η Άγκυρα δραπετεύει από την επιρροή της Ουάσιγκτον τόσο οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη στρατιωτικής αναδίπλωσης στο ελληνικό «οικόπεδο». Η διά νόμου αλλαγή της αμερικανικής οπτικής στην περιοχή προφανώς αξιοποιείται και ως απειλή στο πλαίσιο του παζαριού που κάνει η αμερικανική διοίκηση με την Άγκυρα.
Η «τάξη» της Ουάσιγκτον
Η διαμορφωμένη μέχρι και τώρα κατάσταση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο είναι – δεν πρέπει να το ξεχνάμε – αμερικανικό έργο. Δεν πρέπει ειδικά αυτοί που σήμερα πανηγυρίζουν να ξεχνούν ότι:
1. Σε έκθεση του αμερικανικού Ινστιτούτου Rand, η οποία συντάχθηκε για λογαριασμό του αμερικανικού Πενταγώνου και διέρρευσε στον Τύπο τον Δεκέμβριο του 1992, διαβάζουμε:
«Οι ΗΠΑ ως υπερδύναμη πρέπει να προσπαθήσουν να ενισχύσουν τη στρατηγική σημασία της Τουρκίας στην Ευρώπη, τη Μ. Ανατολή και την Ασία. Κάθε κίνηση προς μία νέα αμυντική ευρωπαϊκή δομή που θα εξαιρεί την Τουρκία, ή θα στρέφεται εναντίον των συμφερόντων της στο Αιγαίο, θα συνεισφέρει στην αποσταθεροποίηση των Βαλκανίων και θα στρέφεται εναντίον της σύγκλισης Τουρκίας και δυτικών συμφερόντων. Την ίδια στιγμή θα έθετε κρίσιμα διλήμματα στις ΗΠΑ σε σχέση με το Αιγαίο και τη Μ. Ανατολή».
2. Η «θεσμική» κατοχύρωση των όσων προέκυψαν («γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο) από την ελληνοτουρκική κρίση στις νησίδες των Ιμίων και από την αμερικανική «πυροσβεστική» διαμεσολάβηση ανατέθηκε στο ΝΑΤΟ. Η νέα δομή του ΝΑΤΟ διαμόρφωσε ενιαίο αμυντικό χώρο Ελλάδας - Τουρκίας στο Αιγαίο. Η δομή αυτή οδήγησε σε στρατιωτική διχοτόμηση του Αιγαίου υπό ΝΑΤΟϊκό μανδύα, δηλαδή στη στρατιωτική συγκυριαρχία Ελλάδας - Τουρκίας στο Αιγαίο υπό ΝΑΤΟϊκή επιδιαιτησία.
3. Η χώρα μας, μετά την υπογραφή σχετικής συμφωνίας το 1996 με τη Γεωγραφική Υπηρεσία των ΗΠΑ (National Imagery and Mapping Agency / NIMA / USA) συμμετέχει στο πρόγραμμα κατάρτισης ψηφιακών / διανυσματικών χαρτών (VMAP) κλίμακας 1:250.000.
Κατά τη σύνοδο της Διευθύνουσας Επιτροπής VMAP, τον Μάιο του 2001, η αμερικανική προεδρία επέβαλε στην ελληνική πλευρά την απόφαση να μην εμφανίσει τα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας - Τουρκίας στον ψηφιακό χάρτη που έχει αναλάβει να καταρτίσει. Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία της αμερικανικής πλευράς, η αναθεώρηση των χαρτών αυτών έγινε κατόπιν εντολής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο δεν γνωρίζει δήθεν την ύπαρξη συνθηκών που καθορίζουν τα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας - Τουρκίας αποδεκτών και από τις δύο χώρες.
Επιπλέον, ως αμερόληπτος τρίτος, η Αμερική δεν επιθυμεί να λάβει θέση επί των διισταμένων εν προκειμένω απόψεων Ελλάδας και Τουρκίας.
4. Οι Αμερικανοί λειτουργώντας παρασκηνιακά υπονόμευσαν το δόγμα περί ενιαίου αμυντικού χώρου Ελλάδας - Κύπρου. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από απόρρητο τηλεγράφημα του ελληνικού ΥΠΕΞ την εποχή της ισχυρής Ελλάδας του Σημίτη:
«Κατά τη σημερινή επίσκεψη του Αμερικανού επιτετραμμένου προς τον κ. υφυπουργό, ο κύριος Cleverly ανέφερε ότι εδόθησαν οδηγίες να τεθεί στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο σε Αθήνα, Λευκωσία και Άγκυρα ο αμερικανικός προβληματισμός για ενδεχόμενο τυχαίο και χωρίς πρόθεση ατύχημα κατά τη διάρκεια της επικείμενης άσκησης “Νικηφόρος”». Οι ελληνικές κυβερνήσεις καθησύχασαν τις αμερικανικές ανησυχίες καταργώντας ασκήσεις και δόγμα.
5. Στις αρχές του Μαΐου του 2009, σύμφωνα με τηλεγράφημα της αμερικανικής πρεσβείας στην Άγκυρα, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ Τζέιμς Τζέφρι συναντιέται με τον στρατηγό Χασάν Ισγκίζ και του αναφέρει ότι αρκετά επιχειρήματα της τουρκικής πλευράς για το καθεστώς στο Αιγαίο έχουν βάση.
6. Τον Ιούνιο του 2009 η Χίλαρι Κλίντον στέλνει εμπιστευτικό τηλεγράφημα στην Αθήνα σημειώνοντας ότι οι Αμερικανοί δεν μπορούν να βοηθήσουν αν η Ελλάδα «συμπεριφέρεται µε προκλητικά επιθετικό τρόπο, όπως µε το να επιλέγει για στρατιωτικές ασκήσεις νησιά τα οποία βάσει συνθηκών είναι αποστρατιωτικοποιημένα».
7. Σε τηλεγράφημα τον Ιανουάριο του 2009 ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Άγκυρα Τζέιµς Τζέφρι αναφέρει πως οι ισχυρισμοί πως µε βάση διάφορες συμφωνίες του 1930 και τη Συνθήκη του Παρισιού το Αιγαίο έχει μοιραστεί ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία είναι «ασαφείς». Σημειώνει επίσης ότι η Ελλάδα έχει «υπερβολικές διεκδικήσεις επί της υφαλοκρηπίδας, που προκύπτουν από τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας». Καταλήγει ότι η διένεξη για την υφαλοκρηπίδα «αποτελεί έναν πραγματικό λόγο διεκδίκησης των δικαιωμάτων της Τουρκίας στο Αιγαίο σε περίπτωση που βρεθεί πετρέλαιο ή φυσικό αέριο».
Απ’ όλα αυτά είναι φανερό ότι οι ΗΠΑ βιάζονται να αναδιαμορφώσουν τα δεδομένα στην περιοχή. Το ερώτημα που προκύπτει ωστόσο είναι αν και σε ποιον βαθμό η ελληνική κυβέρνηση έχει διαπραγματευτεί τη συμμετοχή της χώρας στους νέους αμερικανικούς σχεδιασμούς ή απλώς ακολουθεί τις εντολές πανηγυρίζοντας...
==============

Το νομοσχέδιο Μενέντεζ-Ρούμπιο – Πως η Ελλάδα γίνεται χώρα πρώτης γραμμής

Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες της Ουάσιγκτον να επαναφέρει την Τουρκία στο δυτικό “μαντρί”, τα αποτελέσματα είναι πενιχρά. Η άρνηση του καθεστώτος Ερντογάν να ματαιώσει την αγορά του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400 φέρνει τον κόμπο στο χτένι. Υποχρεώνει τον αμερικανικό παράγοντα όχι απλώς να μπλοκάρει την παράδοση των μαχητικών F-35, αλλά και να κλιμακώσει τις πιέσεις του προς την Άγκυρα. Στο πλαίσιο αυτό εγγράφεται και η πρωτοφανής διακομματική νομοθετική πρωτοβουλία Μενέντεζ-Ρούμπιο, η οποία όλα δείχνουν ότι έχει εξασφαλίσει ευρεία στήριξη.
Όπως είναι γνωστό από την ειδησεογραφία, το σχέδιο νόμου προβλέπει την άρση του εμπάργκο πώλησης αμερικανικών όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία, την υποστήριξη της τριμερούς Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ, την μη παράδοση των F-35, την παροχή μίας μικρής στρατιωτικής βοήθειας στην Ελλάδα και την ενημέρωση για τις τουρκικές παραβιάσεις στο Αιγαίο και στην κυπριακή ΑΟΖ.
Η πρωτοβουλία των δύο γερουσιαστών συνιστά αναμφίβολα ένα ηχηρό μήνυμα της Ουάσιγκτον προς τον Ερντογάν. Και επιβεβαιώνει ότι το αμερικανοτουρκικό ρήγμα επηρεάζει -ίσως και καθοριστικά- τη θέση και τον ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή. Προς το παρόν, η Αθήνα κρατιέται στην άκρη, δεδομένου ότι η μπάλα παίζεται πάνω από το κεφάλι της και επιπλέον η μπίλια ακόμα γυρίζει.
Αρχικά, οι Αμερικανοί πίστευαν ότι το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν αντιπροσώπευε το μετριοπαθές φιλοδυτικό πολιτικό Ισλάμ, το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πρότυπο για όλο τον μουσουλμανικό κόσμο. Η θεώρηση αυτή έχει προ πολλού καταρρεύσει. Υπενθυμίζουμε ότι στην αρχή της θητείας του ο Ομπάμα είχε επισκεφθεί το Κάιρο και την Κωνσταντινούπολη για να στείλει αυτό το μήνυμα. Η θεώρηση αυτή, όμως, έχει προ πολλού καταρρεύσει.

Η έρευνα για διαφθορά

Όταν πριν από 6-7 χρόνια ο Ερντογάν κέρδισε τον άτυπο πόλεμο με το βαθύ κεμαλικό κράτος, άρχισε να ξεδιπλώνει τη δική του ατζέντα. Δρομολόγησε όχι μόνο την ισλαμοποίηση της Τουρκίας, αλλά και την αυτονόμηση από τη Δύση. Σ’ αυτόν του τον προσανατολισμό τον έσπρωξε και η συμμαχία της Ουάσιγκτον με τους Κούρδους της Συρίας (παρακλάδι του ΡΚΚ).
Όταν ο Ερντογάν άρχισε να παίζει το δικό του παιχνίδι, οι Αμερικανοί επιχείρησαν να τον επαναφέρουν στο “μαντρί”, βάζοντάς τον στο χέρι. Μέσω των εκτεταμένων ερεισμάτων του στους τουρκικούς κρατικούς μηχανισμούς, τo δίκτυο Γκιουλέν (ελέγχεται από την Ουάσιγκτον), ξεκίνησε μία μυστική έρευνα για διαφθορά της οικογένειας Ερντογάν και στενών συνεργατών του.
Παρά την άμεση εμπλοκή του σε υποθέσεις διαφθοράς, ο Τούρκος ηγέτης όχι μόνο δεν έσπευσε να προσαρμοσθεί, αλλά και κήρυξε τον πόλεμο εναντίον του δικτύου Γκιουλέν, χωρίς την υποστήριξη του οποίου δεν θα είχε ποτέ κερδίσει τον πόλεμο εναντίον του κεμαλικού βαθέος κράτους. Η επιλογή του αυτή σηματοδότησε την αφετηρία της σύγκρουσης με την Ουάσιγκτον.

Μόνη της η Άγκυρα

Με την κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού στα τουρκοσυριακά σύνορα, ο Τούρκος πρόεδρος είχε επιχειρήσει να συμπαρασύρει το ΝΑΤΟ σε μία αναμέτρηση με τη Ρωσία και κατ’ αυτόν τον τρόπο να εδραιώσει τη θέση της χώρας του ως αναντικατάστατου στρατηγικού πυλώνα στην περιοχή. Ο Ομπάμα, όμως, δεν έπεσε στην παγίδα, με αποτέλεσμα η Άγκυρα ουσιαστικά να μείνει μόνη απέναντι στη Μόσχα.
Όταν διαπίστωσε ότι ο ελιγμός του είχε ναυαγήσει, ο Ερντογάν πραγματοποίησε άνοιγμα προς τον Πούτιν. Στόχος του δεν ήταν απλώς να γεφυρώσει το ρήγμα που είχε ο ίδιος προκαλέσει στις ρωσοτουρκικές σχέσεις, αλλά και να χρησιμοποιήσει τη Μόσχα σαν αντίβαρο στην αυξανόμενη αμερικανική-δυτική δυσπιστία, αν όχι εχθρότητα, απέναντί του. Για την Ουάσιγκτον, όμως, η στροφή προς τη Ρωσία ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Ο Ερντογάν πιστεύει ακράδαντα ότι το πραξικόπημα τον Ιούλιο του 2016 το έκαναν οι Αμερικανοί. Όταν κατηγορεί δημοσίως τον Γκιουλέν εννοεί τη CIA. Είναι ένα είδος κωδικού καταγγελίας. Δεν έχει και πολύ άδικο. Υπενθυμίζουμε πως τις πρώτες ώρες, όταν φαινόταν πως το πραξικόπημα θα επικρατήσει, Αμερικανοί επίσημοι σχεδόν το υποστήριξαν. Αυτός είναι ο λόγος, μεταξύ άλλων, που το άνοιγμα του Τούρκου προέδρου προς τον Ρώσο ομόλογό του μετατράπηκε γρήγορα σε γεωπολιτικό εναγκαλισμό, παρά τα αντικρουόμενα συμφέροντα των δύο χωρών στη Συρία.

Το δυτικό “μαντρί”

Όταν η ζυγαριά έγειρε υπέρ του Ερντογάν, η Ουάσιγκτον έσπευσε να αναδιπλωθεί και προσπάθησε να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Άγκυρα. Ήταν η περίοδος που ανεχόταν τις επιθετικές δηλώσεις του νεοοθωμανού ηγέτη, ελπίζοντας ότι με κάποια ανταλλάγματα στη Συρία σε βάρος των Κούρδων θα μπορούσε να επαναφέρει την Τουρκία στο δυτικό “μαντρί”. Οι Αμερικανοί δεν έχουν ακόμα ξεπεράσει την απώλεια του Ιράν το 1979 και δεν θέλουν με τίποτα να χάσουν την γεωπολιτικά πολύτιμη Τουρκία. Γι’ αυτό και έκαναν υπομονή, επιδεικνύοντας ανοχή. Αντί, όμως, η στάση τους να οδηγήσει σε συμβιβασμό, τροφοδοτούσε την ανελαστικότητα του Ερντογάν.
Αρχικά, ο Τραμπ κινήθηκε στην ίδια γραμμή. Όταν διαπίστωσε, όμως, ότι ο δρόμος δεν οδηγεί πουθενά, άρχισε τις πλαγιοκοπήσεις. Στο Κογκρέσο εκδηλώθηκαν κινήσεις με σκοπό να εμποδιστεί η παράδοση των μαχητικών F-35 στην Τουρκία, λόγω των S-400. Παραλλήλως, η αμερικανική Δικαιοσύνη άσκησε δίωξη εναντίον του στενά συνδεδεμένου με τον Τούρκο πρόεδρο τραπεζίτη Αττίλα και ερευνά την τράπεζά του Halkbank για παραβίαση των κυρώσεων εναντίον του Ιράν. Ουσιαστικά ήταν ένα έμπρακτο μήνυμα ότι ο επόμενος στόχος θα είναι ο ίδιος ο Ερντογάν.
Εν μέσω αυτών των αψιμαχιών, ο πρώην Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τίλλερσον συναντήθηκε με τον Ερντογάν στις αρχές της άνοιξης του 2018 σε μία ύστατη προσπάθεια να γεφυρώσει το αμερικανοτουρκικό ρήγμα. Η επιμέρους συμφωνία τους για τη Συρία δεν έλυσε το κύριο πρόβλημα. Στο κενό έπεσε και η προσωπική διπλωματία του Τραμπ για την απελευθέρωση του πάστορα Μπράνσον. Αρχικά, ο Ερντογάν ζητούσε ως αντάλλαγμα την παράδοση του Γκιουλέν, κάτι, βεβαίως που οι Αμερικανοί δεν συζητούσαν.

Το ποτήρι ξεχείλισε

Στη συνέχεια, ο Τούρκος ηγέτης ζήτησε να σταματήσει η έρευνα για την τράπεζα Halkbank. Ήταν, όμως, πλέον αργά. Το ποτήρι είχε ξεχειλίσει. Με αφορμή την υπόθεση του πάστορα Μπράνσον, ο πρόεδρος Τραμπ διέβη τον Ρουβίκωνα. Επέβαλε κυρώσεις σε δύο Τούρκους υπουργούς και υψηλούς δασμούς σε τουρκικές εξαγωγές στις ΗΠΑ. Παραλλήλως, κλιμακώθηκαν οι ήδη δρομολογημένες κινήσεις υπονόμευσης της τουρκικής λίρας, οι οποίες επιτάχυναν την κατακόρυφη πτώση της.
Μπορεί στην τουρκική οικονομία να υπάρχουν έντονα φαινόμενα φούσκας, αλλά και η παραγωγική βάση και τα δημοσιονομικά μεγέθη είναι σε υγιή επίπεδα. Από τη στιγμή, όμως, που η Ουάσιγκτον δρομολόγησε το νομισματικό πόλεμο και κατάφερε να πλήξει καίρια την τουρκική λίρα, ήταν ζήτημα χρόνου η μερική αποσταθεροποίηση της τουρκικής οικονομίας, η οποία εκ των πραγμάτων στρίμωξε τον Ερντογάν.
Μετά από πολλά, ο πάστορας Μπράνσον απελευθερώθηκε, τροφοδοτώντας προσδοκίες στην Ουάσιγκτον ότι ενδεχομένως οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις επιτέλους να εισέρχονταν σε φάση εξομάλυνσης. Ο πρόεδρος Τραμπ, μάλιστα, προέβη και σε σχετικές κινήσεις, οι οποίες, ωστόσο, δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Οι σχέσεις Ουάσιγκτον-Άγκυρας συνεχίζουν να παραμένουν σε οριακό σημείο: ούτε αποκαθίστανται, αλλά ούτε και βυθίζονται στην κρίση.

Ζήτημα εμπιστοσύνης

Στην πραγματικότητα, η άτυπη διπλωματική διελκυστίνδα βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Οι δύο πλευρές δεν μπόρεσαν μέχρι τώρα να βρουν ένα συμβιβασμό και να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους, επειδή, ειδικά μετά το πραξικόπημα, ο Ερντογάν δεν εμπιστεύεται τους Αμερικανούς. Θεωρεί ότι τον έχουν προγράψει. Αυτός είναι ο λόγος που μέχρι τώρα το χάσμα παραμένει αγεφύρωτο.
Στην Ουάσιγκτον φαίνεται πως έχουν αποφασίσει να μην τραβήξουν το σκοινί. Ελπίζουν πως ακόμα κι αν δεν τα βρουν με τον Ερντογάν θα επαναφέρουν την Τουρκία στο δυτικό “μαντρί”, όταν αυτός με τον έναν ή τον άλλο τρόπο φύγει από το προσκήνιο. Επειδή, όμως, η σημερινή ισορροπία είναι ασταθής, μέχρι να συμβεί αυτό μεσολαβούν εξελίξεις, όπως η προμήθεια των S-400, οι οποίες υποχρεώνουν την αμερικανική πλευρά να λάβει μία απόφαση.
Ήδη, άλλωστε, εκπονούνται σενάρια και δρομολογούνται κινήσεις με σκοπό τη διαμόρφωση μίας εναλλακτικής στρατηγικής λύσης. Σ’ αυτό το πλαίσιο εγγράφεται και το ενδιαφέρον του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα γεωπολιτικά τρίγωνα στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως επιβεβαιώνεται και από τη συμμετοχή του Πομπέο και από το σχέδιο νόμου Μενέντεζ-Ρούμπιο.
Το ίδιο σχέδιο νόμου επιβεβαιώνει και το γεγονός ότι από την εξέλιξη των σχέσεων Ουάσιγκτον-Άγκυρας θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό και ο τρόπος που οι Αμερικανοί βλέπουν τον ρόλο της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή. Η δια της διολισθήσεως απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση εκ των πραγμάτων μετατρέπει την Ελλάδα από χώρα δεύτερης γραμμής σε χώρας πρώτης γραμμής με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε όλα τα επίπεδα.

 ==========

Σχόλια