Η ιστορία της σύγχρονης οικονομίας σε πέντε πράξεις

Tου David Brooks / The New York Times
Κάποιος λαμπρός πανεπιστημιακός πρέπει να γράψει μια συνοπτική ιστορία της σύγχρονης οικονομίας, γιατί η εξέλιξη αυτού του τομέα είναι σίγουρα από τα σημαντικότερα πράγματα που συμβαίνουν σήμερα.
Η πρώτη πράξη σ’ αυτή την ιστορία θα τοποθετούνταν στην εποχή του οικονομικού επιστημονισμού: την περίοδο που οι οικονομολόγοι στήριζαν το έργο τους σε ένα ακατέργαστο όραμα της ανθρώπινης φύσης και στη συνέχεια δημιουργούσαν περίπλοκα μοντέλα βασισμένα σε αυτό το πλάσμα.
Η δεύτερη πράξη θα τοποθετούνταν στις τελευταίες δεκαετίες, όταν κάποιοι ελάχιστοι γενναίοι οικονομολόγοι προσπάθησαν να κινηθούν πέρα από τη στάσιμη αυτή θεώρηση της ανθρωπότητας. Ο Χέρμπερτ Σάιμον τόνισε πως οι άνθρωποι δεν είναι απολύτως ορθολογικοί. Ο Γκάρι Μπέκερ ανέλυσε συμπεριφορές που δεν φαίνονται να είναι προϊόν αυστηρής ιδιοτέλειας, όπως η απόκτηση παιδιών και η αλτρουιστική συμπεριφορά. Ο Αμος Τβέρσκι και ο Ντάνιελ Κάνεμαν σημείωσαν ότι οι άνθρωποι τείνουν να έχουν κοινές προκαταλήψεις όταν προσπαθούν να λάβουν αντικειμενικές αποφάσεις.
Στη συνέχεια, η ιστορία θα προχωρούσε στην τρίτη πράξη, την οικονομική κρίση του 2008 και του 2009. Οικονομολόγοι και χρηματιστές πέρασαν δεκαετίες δημιουργώντας όλο και πιο περίπλοκα μοντέλα για να προεξοφλήσουν τη συμπεριφορά της αγοράς, όμως αυτά τα μοντέλα δεν προέβλεψαν τη χρηματοοικονομική κρίση που πλησίαζε. Μάλιστα, τα πιο κυρίαρχα χρηματοοικονομικά μοντέλα συνέβαλαν σ’ αυτήν, αντιλαμβανόμενα με τόσο λανθασμένο τρόπο τη συμπεριφορά ώστε βοήθησαν να σαρωθούν 50 τρισ. δολάρια από τον παγκόσμιο πλούτο και προκαλώντας ανείπωτο πόνο.
Με τον τρόπο αυτό, ο ιστορικός θα έφθανε στην τέταρτη πράξη, την περίοδο της ενδοσκόπησης που βιώνουμε σήμερα. Περισσότερο από ένα χρόνο μετά το γεγονός, δεν υπάρχει συναίνεση ως προς τους λόγους που προκάλεσαν την κρίση. Οι οικονομολόγοι επανεξετάζουν την επιστήμη τους.
«Πού βρίσκονταν οι πνευματικοί δημιουργοί της ατζέντας όσο γεννιόταν η κρίση;» διερωτάται στο The National Interest ο Μπάρι Αϊχενγκριν του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ. Στη Wall Street Journal, ο Ρας Ρόμπερτς του Πανεπιστημίου George Mason αναρωτιέται γιατί, τελικά, θεωρούνται επιστήμη τα οικονομικά. Οι πραγματικές επιστήμες προχωρούν μπροστά. Στα οικονομικά, όμως, οι παλαιοί στοχαστές μπαινοβγαίνουν στη μόδα.
Πολλοί οικονομολόγοι προσπαθούν τώρα να αφομοιώσουν μαθήματα ψυχολόγων, νευροεπιστημόνων και κοινωνιολόγων. Αλλωστε, ο Ανταμ Σμιθ ήταν ηθικός φιλόσοφος, ο Φρίντριχ φον Χάγιεκ έχτισε τη φιλοσοφία του πάνω στη γνώση της ίδιας μας της άγνοιας και ο Τζον Μέιναρντ Κέινς «δεν ήταν έτοιμος να θυσιάσει τον ρεαλισμό για τα μαθηματικά», όπως το έθεσε ο βιογράφος του Ρόμπερτ Σκιντέλσκι. Τα οικονομικά είναι «ηθική επιστήμη», έγραψε ο Κέινς. Εχουν να κάνουν με «κίνητρα, προσδοκίες, ψυχολογικές αβεβαιότητες. Πρέπει να είσαι συνεχώς σε επιφυλακή ώστε να μη μεταχειριστείς το υλικό σαν διαρκές και ομοιογενές».
Στην τέταρτη πράξη, με άλλα λόγια, οι οικονομολόγοι κάνουν βηματάκια προς τον κόσμο του συναισθήματος, των κοινωνικών σχέσεων, της φαντασίας, της αγάπης και της αρετής. Στην πέμπτη πράξη, προβλέπω, θα τινάξουν στον αέρα ολόκληρο τον τομέα τους.
Τα οικονομικά απέκτησαν συνοχή ως επιστήμη, ακρωτηριάζοντας το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης φύσης. Τώρα, οι οικονομολόγοι ξεκινούν με τα μέρη εκείνα της συναισθηματικής ζωής που μπορούν να μετρήσουν και να διαπλάσουν (δραστηριότητες που τους έκαναν οικονομολόγους). Η ηθική και κοινωνική λαχτάρα των πλήρως συνειδητοποιημένων ανθρώπινων όντων δεν απλοποιείται σε καθολικούς νόμους και δεν μπορεί να μελετηθεί όπως η φυσική. Μόλις γίνει αυτό αποδεκτό, τα οικονομικά θα γίνουν ξανά επιμέρους τμήμα της ιστορίας και της ηθικής φιλοσοφίας. Θα γίνουν μια πανίσχυρη γλώσσα ανάλυσης κάποιων ειδών δραστηριότητας. Οι οικονομολόγοι θα μπορούν να περιγράψουν πώς ενέργησαν οι άνθρωποι σε συγκεκριμένες συνθήκες. Θα μπορούν να αντλήσουν μαθήματα στα οποία θα ανατρέχουν σκεπτόμενοι άλλους ανθρώπους και άλλες συνθήκες - ακριβώς όπως οι ιστορικοί, οι ψυχολόγοι και οι συγγραφείς. Στο τέλος της πέμπτης πράξης, τα οικονομικά θα είναι ρεαλιστικά. Ομως τότε θα είναι τέχνη, όχι επιστήμη.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_08/04/2010_396642 
=====================
Ο πόλεμος κατά της τραπεζικής απληστίας «παγκοσμιοποιείται»!
ΖΕΖΑ ΖΗΚΟΥ
Ο Νικολά Σαρκοζί, πρόεδρος της Γαλλίας, ακολούθησε το βρετανικό παράδειγμα ανακοινώνοντας ότι προτίθεται να επιβάλει εφάπαξ φόρο στα τραπεζικά μπόνους. Η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ χαρακτήρισε την ιδέα «γοητευτική». Ακόμη και ο κ. Jeffrey Immelt, διευθύνων σύμβουλος της General Electric, επιτέθηκε στη «μικροψυχία και στην απληστία» των διευθυντικών στελεχών. Εχοντας «σώσει τον κόσμο» στο ξεκίνημα της τραπεζικής κρίσης, η βρετανική κυβέρνηση επιδιώκει να γίνει εκείνη που ανοίγει έναν νέο δρόμο «μαστιγώματος» των τραπεζιτών: ανακοίνωσε πρόσφατα ότι θα επιβάλει εφάπαξ φόρο 50% στις τράπεζες επί των, όσων, μεγάλων μπόνους προσφέρουν στα στελέχη τους. Και ενώ ξεκίνησε η εξαιρετικά κρίσιμη προεκλογική περίοδος στη Βρετανία, με τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών στις 6 Μαΐου, ο υπουργός Οικονομικών Αλιστερ Ντάρλινγκ προτείνει την επιβολή ενός παγκόσμιου φόρου των τραπεζών από τις χώρες του G20 σε επιστολή που απέστειλε στους εταίρους του. Αλλά η βρετανική πρόταση συνιστά ο φόρος αυτός να καταβάλλεται απευθείας στους προϋπολογισμούς της κάθε χώρας και όχι σε ειδικά ταμεία, όπως το γερμανικό σχέδιο.
Η λήψη μέτρων για τη θωράκιση του χρηματοπιστωτικού κλάδου από μελλοντικές κρίσεις, υπό την προϋπόθεση ότι οι τράπεζες θα επωμίζονται το κόστος «προστασίας» του συστήματος από συστημικούς κινδύνους και όχι οι φορολογούμενοι, είναι ένα ζήτημα που θα συζητηθεί εκτενώς στην επικείμενη σύνοδο κορυφής του G20 τον Ιούλιο. Αραγε θα πυροδοτηθεί η έναρξη νέου γύρου στη βρετανική ιδεολογικοπολιτική διαμάχη με την υπόλοιπη Ευρώπη περί καπιταλιστικών προτύπων και μοντέλων;
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ορισμένοι τραπεζίτες που έχουν έδρα στο Λονδίνο είναι έξαλλοι με τον έκτακτο φόρο και θεωρείται βέβαιο ότι θα μετακινηθούν - αν και η ιδέα ότι ολόκληρος ο κλάδος θα μεταφερθεί σε κάποιον αλπινικό φορολογικό παράδεισο είναι παράλογη. Οι συναντήσεις με τους πελάτες γίνονται μέσα στη χώρα. Η βιομηχανία χρειάζεται το «μαλακό υπογάστριο» των δικηγόρων, των λογιστών και των άλλων δικτύων που καθιστούν δυνατό το επιχειρείν στον τραπεζικό κλάδο. Και υπάρχει και το ζήτημα της χρονικής ζώνης του Λονδίνου.
Σίγουρα, επίσης, η ανέλιξη των Bric (οι ταχύτατα αναπτυσσόμενες Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα), με τις βαθιές τσέπες και το λιγότερο αυστηρό ρυθμιστικό περιβάλλον, αναπόφευκτα θα υποχρεώσει το Λονδίνο να χάσει κάπως την κυριαρχία του ως χρηματοπιστωτικό κέντρο. Αλλά θα είναι μια βραδεία διαδικασία, που θέλει χρόνο και δεν εξαρτάται από μία μόνο απόφαση.
Η Φρανκφούρτη, βεβαίως, είναι η πρωτεύουσα της κεϊνσιανής, παρεμβατικής και κρατικιστικής ηπειρωτικής Ευρώπης. Η κρίση όμως δημιούργησε υπαρξιακά προβλήματα στους οπαδούς της απολύτως ελεύθερης αγοράς που συνιστούσαν επί τρεις δεκαετίες την αδιαμφισβήτητη παγκόσμια (και παγκοσμιοποιημένη) οικονομική ορθοδοξία. Οχι σε όλους.
Ορισμένοι τραπεζίτες, οι καημενούληδες, νιώθουν ότι τους εκδιώκει άδικα ο εξοργισμένος όχλος. Και κάπου έχουν τα δίκια τους…
Στη Βρετανία, από τότε που ξεκίνησε η κρίση οι μειώσεις επιτοκίων έχουν προσφέρει κατά μέσο όρο στον κάτοχο στεγαστικού δανείου ύψους 100.000 στερλινών μια ετήσια μείωση της τάξης των 4.635 στερλινών. Η κυβέρνηση Μπράουν υπολογίζει το καθαρό κόστος για τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος στα 10 δισ. στερλίνες ή 400 στερλίνες ανά νοικοκυριό. Για πολλούς κατοίκους της Βρετανίας η κρίση έχει αποδειχτεί ευνοϊκή. Οπως, όμως, οι τραπεζίτες -τους οποίους αρέσκονται να βρίζουν-, ελάχιστοι το βλέπουν έτσι.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_10/04/2010_396960

Σχόλια