Γιώργος Χαρβαλιάς
Το Μουσείο Ηπείρου των Γενικών Αρχείων του Κράτους είναι από τα λίγα δημόσια «εκθετήρια» που σε κάνουν να νιώσεις περήφανος! Εκεί ξεδιπλώνεται η Iστορία των Ελλήνων που έγραψαν Iστορία. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Υπάρχουν κρατικά μουσεία με αρχειακό υλικό για τη δράση των εθνικών μας ευεργετών; Η απάντηση είναι παραδόξως καταφατική. Υπάρχει τουλάχιστον ένα, και είναι εξαιρετικό. Το ερώτημα, όμως, είναι γιατί βλέπουμε πλέον τις μεγάλες εθνικές ευεργεσίες, έργα πνοής τεράστιων Ελλήνων που έδωσαν την περιουσία (και την ψυχή τους) για να δημιουργηθούν επαγγελματικές σχολές υψηλού επιπέδου, αρχειακές βιβλιοθήκες, πρότυπα νοσοκομεία και άλλα υποδειγματικά κοινωφελή ιδρύματα, μόνο στα μουσεία.

Γιατί δεν υπάρχουν στις μέρες μας ανάλογου διαμετρήματος ρομαντικοί ευπατρίδες, που προσφέρουν το βιος τους στην «εθνική ιδέα»; Γιατί οι σύγχρονες «ευεργεσίες» έχουν διολισθήσει -με ορισμένες εξαιρέσεις, βεβαίως, όπως του αείμνηστου Ιάκωβου Τσούνη- σε ένα είδος δημοσίων σχέσεων κάποιων πολύ πλουσίων με θεσμούς όπως το κράτος ή το Πατριαρχείο; Ή, ακόμα χειρότερα, σχέσεων διαπλοκής με συγκεκριμένες κυβερνήσεις και πολιτικές φαμίλιες;
Αλλά ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή. Στο περιθώριο μιας επίσκεψής μου στην ιστορική μητρόπολη των Ιωαννίνων για την παρουσίαση του βιβλίου μου «Γιαβόλ! Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια – Η άγνωστη ελληνογερμανική ιστορία», είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ το Μουσείο Ηπείρου των Γενικών Αρχείων του Κράτους.
Για να πω την αλήθεια, αγνοούσα και την ύπαρξή του. Ηξερα το Μουσείο Αργυροτεχνίας στο Ιτς Καλέ, το Βυζαντινό Μουσείο επίσης στο ιστορικό κάστρο των Ιωαννίνων, το Αρχαιολογικό Μουσείο στα Λιθαρίτσια, αλλά δεν γνώριζα, ούτε μπορούσα να φανταστώ, το σύγχρονο Μουσείο του Ιστορικού Αρχείου Ηπείρου.
Το επισκέφθηκα με παρότρυνση του καθηγητή Ορθοπεδικής Παναγιώτη Σουκάκου, ενός ιερού τέρατος ευρυμάθειας που θεωρείται αυθεντία, εκτός από το γνωστικό του αντικείμενο, σε πολλούς άλλους τομείς μόρφωσης. Ο ίδιος έχει παραχωρήσει προς έκθεση στο ίδιο μουσείο (που οργανικά ανήκει στο υπουργείο Παιδείας) την ανεκτίμητης αξίας συλλογή του με ιστορικούς χάρτες, και για τον λόγο αυτόν το υπερσύγχρονο συνεδριακό κέντρο που βρίσκεται στον δεύτερο όροφο του αναστηλωμένου ιστορικού κτιρίου πήρε το όνομα αυτού του μεγάλου εν ζωή Ελληνα επιστήμονα.
Με τη μεσολάβηση του ιδίου είχα την ευκαιρία να ξεναγηθώ στο μουσείο από την υπερδραστήρια διευθύντριά του, διακεκριμένη ιστορικό Μάρθα Παπαδοπούλου. Η κυρία Παπαδοπούλου είναι αυτή που είχε την ιδέα δημιουργίας ενός τέτοιου κέντρου πολιτισμού σε ένα μισογκρεμισμένο ιστορικό κτίριο στο κάστρο των Ιωαννίνων, που κάποτε φιλοξενούσε τους στρατώνες της φρουράς του Αλή Πασά.
Η Μάρθα Παπαδοπούλου, νεαρή υπάλληλος του υπουργείου Παιδείας, κατάφερε με μια λίγο ανορθόδοξη «εισβολή» στο γραφείο της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη, όπως η ίδια διηγείται ανασύροντας τις αναμνήσεις της, να πείσει μέσα σε πέντε λεπτά την τότε υπουργό Πολιτισμού, η οποία ασπάστηκε την ιδέα και αμέσως τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.
Σήμερα, το μουσείο αυτό είναι από τα λίγα δημόσια «εκθετήρια» που σε κάνουν περήφανο. Με εξαιρετική αρχειακή οργάνωση, οθόνες αφής και υπερσύγχρονες υποδομές ψηφιοποίησης, που διευκολύνουν αφάνταστα το έργο των ερευνητών, αλλά και την ενημέρωση των επισκεπτών, φιλοξενεί στο πρώτο επίπεδο την έκθεση για τους Ηπειρώτες ευεργέτες, γυναίκες και άνδρες, με εξαιρετικά κειμήλια και αρχειακά τεκμήρια που όχι μόνο αναδεικνύουν τη δράση τους, αλλά συνδέουν τη μνήμη τους με εμβληματικά έργα και κτίρια-τοπόσημα. Ενδεικτικά αναφέρω τη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία από την αδελφότητα Ζωσιμάδων, το Καλλιμάρμαρο από τον Γεώργιο Αβέρωφ, το Αστεροσκοπείο από τον Γεώργιο και Σίμο Σίνα, το Μέγαρο Ολυμπίων (Ζάππειο) από τον Ευάγγελο και Κωνσταντίνο Ζάππα, τα Ζωγράφεια Ιδρύματα από τον τραπεζίτη Χρηστάκη Ζωγράφο, τη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή από τον Μάνθο Ριζάρη, το Ορφανοτροφείο Χατζηκώστα από τον Γεώργιο Χατζηκώστα, το Αρσάκειο Παρθεναγωγείο από τον Απόστολο Αρσάκη, το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής (Δρομοκαΐτειο) από τον Ζώρζη Δρομοκαΐτη.
Τα εκθέματα ομολογώ πως πραγματικά με κατέπληξαν. Μέσα από χειρόγραφες επιστολές, καταλόγους λειτουργίας σχολείων και νοσοκομείων, ημερολόγια, αλλά πρώιμους «ισολογισμούς» τυπωμένους στα ιστορικά τυπογραφεία της Βιένης, της Οδησσού και της Βενετίας αναδύεται ένας ολόκληρος κόσμος Ελλήνων της διασποράς που είχαν μόνο ένα όνειρο: να δουν την Ελλάδα να μεγαλώνει.
Ομως, γιατί η «εύανδρος» Ηπειρος, η άγονη και ορεινή κοιτίδα ελληνικού φρονήματος και στις δύο πλευρές της σημερινής ελληνοαλβανικής μεθορίου, ανέδειξε τέτοιο πλήθος εθνικών ευεργετών παραμένει ένα ερώτημα. Ισως την εξήγηση του φαινομένου θα τη βρούμε στην ακλόνητη προσήλωση του Ηπειρώτη (και του Βορειοηπειρώτη) στις εθνικές και θρησκευτικές παραδόσεις, καθώς και στη βαθιά πίστη στον θεσμό της οικογένειας.
Οι ισχυροί οικογενειακοί θεσμοί και η προσήλωση της άδολης ηπειρώτικης ψυχής στην πατρίδα ενισχύονταν ασφαλώς από τη βιωματική τους σχέση με την Εκκλησία. Αυτοί οι άνθρωποι, που αναγκάστηκαν να αναζητήσουν καλύτερη τύχη σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ευρώπης, έκαναν σκοπό της ζωής τους την ωφέλεια της Ελλάδας, πολλές φορές με τίμημα τη δική τους ασκητική ζωή, όπως ο Ζώης Καπλάνης, ένας τεράστιος φιλάνθρωπος που προτίμησε το μετόχι της Μονής Ιβήρων στη Μόσχα, αντί για τις επαύλεις και τα παλάτια που θα μπορούσε εύκολα να έχει στη διάθεσή του.
Τα γράφω όλα αυτά και ως ένα είδος θλιβερής σύγκρισης με το σήμερα. «Ευεργέτες» ασφαλώς και υπάρχουν, αλλά όχι με την έννοια αυτών που ανέφερα. Γιατί το να προσφέρουν ένα ασήμαντο ποσό της μυθικής περιουσίας τους, προκειμένου να προμηθευτούν οι Ενοπλες Δυνάμεις κάποια drones αξίας λίγων δεκάδων εκατομμυρίων ή το Λιμενικό μερικά σύγχρονα φουσκωτά σκάφη, ισοδυναμεί με τη δωρεά στο Ελληνικό Δημόσιο του ετήσιου ναύλου ενός από τα χιλιάδες πλοία τους. Καλό είναι ασφαλώς για το «φαίνεσθαι», αλλά σχεδόν αμελητέο ως μέγεθος.
Οι «ευεργέτες» των ημερών μας έχουν επίσης και μια άλλη, ουσιαστική διαφορά σε σχέση με τους παλαιότερους, που έδιναν στην κυριολεξία όλη τους την περιουσία για την πατρίδα. Εκείνοι, όπως σημείωσα, ήθελαν να βλέπουν την Ελλάδα να μεγαλώνει. Και πίεζαν με τον τρόπο τους τις κυβερνήσεις προς αυτή την κατεύθυνση.
Οι σημερινοί ανέχονται η Ελλάδα να μικραίνει. Να περιθωριοποιείται, να ευτελίζεται, να διολισθαίνει σε καθεστώς μιας ασήμαντης και άκρως διεφθαρμένης τουριστικής αποικίας.
Ας μην κοροϊδευόμαστε: οι σημερινοί βαρόνοι του χρήματος, μεγαλοεργολάβοι, επιχειρηματίες της ενέργειας και φυσικά εφοπλιστές, είναι επίσης σε θέση να πιέσουν τις πολιτικές ηγεσίες -και ιδιαίτερα τη σημερινή, που έχει αποδείξει ότι προσκυνά οικονομικά συμφέροντα- να αλλάξουν γραμμή και να υπερασπιστούν με αξιοπρέπεια τα εθνικά κεκτημένα. Δεν το κάνουν, όμως. Γιατί βολεύονται. Θεωρούν ότι η Ελλάδα, βρέξει χιονίσει, θα παραμείνει ένας ευχάριστος προορισμός για να κάνουν τις διακοπές τους. Γι’ αυτό κατά κανόνα απουσιάζουν από την εθνική προσπάθεια ή αναλώνονται σε ανέξοδες πρωτοβουλίες δημοσίων σχέσεων, προσπαθώντας να εξωραΐσουν τις εντυπώσεις από τα δυσθεώρητα κέρδη με μια επίσης ανέξοδη πολιτική «μικροευεργεσιών». Αποδεικνύονται, δυστυχώς, πολύ μικροί και στο ραντεβού τους με την Ιστορία…
===============
MEGA - BAR - ON
Κάποτε, πολύ παλιά, οι εύποροι αυτού εδώ του τόπου αισθάνονταν ιερή την υποχρέωση να προσφέρουν εις ανταπόδοση κάτι από όσα πολλά και δαψιλή κέρδισαν από την πατρίδα. Το αισθάνονταν ως χρέος τιμής και ως κοινωνικό καθήκον του ενός απέναντι στο σύνολο. Επίσης, διαπνέονταν από την υγιή φιλοδοξία το όνομά τους να παραμείνει στο διηνεκές συνδεδεμένο με κάποιο κοινωφελές ίδρυμα, ένα νοσοκομείο, μια πινακοθήκη, ένα θεσμό υποτροφιών και όχι με σκάνδαλα, κοινωνικές αδικίες ή αλαζονική επίδειξη του πλούτου. Αυτή η αρετή του "καλού ονόματος" μετά θάνατον ονομαζόταν "υστεροφημία" και εξέφραζε έναν πανάρχαιο, πλην επίκαιρο έως πρόσφατα κώδικα αξιών.
Αν θέλετε, την παρόρμηση αυτή αναζωπύρωναν, ενδεχομένως τύψεις για τα μέσα τα οποία μετήλθαν εκείνοι οι άνθρωποι της δύναμης ώστε να αποκτήσουν τον πλούτο που κατείχαν. Άρα, τους ενδιέφερε περισσότερο να μείνουν στη μνήμη των ανθρώπων ως "ευεργέτες" και ουχί ως σκανδαλοθήρες, σκανδαλοποιοί και εκμεταλλευτές της συγκυρίας ή του μόχθου άλλων.Αυτά συνέβαιναν κάποτε και αφορούσαν τα ονόματα του Γ. Αβέρωφ, του Μαρασλή, των αδελφών Ζάππα, του βαρώνου Σίνα, για να φτάσουμε στην εποχή του Αρ. Ωνάση ή του Γ. Λάτση. Άνθρωποι που κέρδισαν πολλά και αισθάνονται ένα είδος εθνικής οφειλής προς αυτόν εδώ τον, τόσο συχνά, καθημαγμένου τόπο από εμφυλίους, κατοχές. Μεταναστεύσεις, καταστροφές κ.λ.π. Ήταν τότε που το επίθετο "εθνικός" προσπόριζε τιμή και υπερηφάνεια σε όποιο ουσιαστικό του και δεν απαξιωνόταν ως σωβινιστικό, πατριδοκαπηλικό ή απλώς παρωχημένο. Και σήμερα;
Α, σήμερα οι κάτοχοι του πλούτου αισθάνονται και δρουν ως κατακτητές του τόπου, οι οποίοι δεν οφείλουν σε κανένα τίποτε, δεν τους περιστέλλει ουδείς ηθικός ή ποινικός νόμος, ενώ η πολιτεία - ή μήπως και το πολίτευμα;- είναι άθυρμα στα επιδέξια - καλύτερα αμφιδέξια - χέρια τους.Είναι αυτοί που ως κάτοχοι των ηλεκτρονικών ΜΜΕ ηδονίζονται να προπαγανδίζουν μια γυάλινη εικονική Ελλάδα, στην οποία πρωταγωνιστούν σκυλοντίβες, ροζ ιστορίες, υστερίες celebrities, με άλλα λόγια, όλο το σακχαρόπηκτο, υπερφουσκωμένο τίποτε που συγκροτεί τα περιώνυμα- ή μήπως ιδιώνυμα; - δελτία ειδήσεων. Τα οποία πάντως θα ήταν εντιμότερο να αποκαλούνται δελτία συσκοτίσεων, παραπληροφόρησης και συστηματικής προπαγάνδας του χυδαίου.
Ας το πούμε απλά: Η τηλεόραση, λόγω της ληθαργικής της δύναμης και της μαγγανείας των εικόνων που παράγει, δημιουργεί σοβαρότατο εθισμό - κάτι σαν ναρκωτικό - ιδιαίτερα σε άτομα μειωμένων αντιστάσεων: σε νέους απαίδευτους, απληροφόρητους. Παράλληλα, λειτουργεί ως ύπατος "προαγωγός" αξιών, δημιουργεί ιδεολογία, παράγει πρότυπα, επιβάλλει συμπεριφορές, προτείνει αισθητική. Η τηλεόραση, ενώ θα μπορούσε να είναι δραστικότατο όπλο πολιτισμού και παιδείας, λειτουργεί σαν αργό αλλά δραστικότατο δηλητήριο.
Να γιατί υπαινίχτηκα πιο πάνω ευθύνες των ιδιοκτητών της. Άνθρωποι που έχουν καταστεί ηγεσία αυτού του τόπου σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο είναι ανεπίτρεπτο να προσφέρουν στον τόπο εις ανταπόδοσιν Bar και οργουελικούς Big Brother. Είναι ανεπίτρεπτο το κέρδος και η λατρεία του Μαμμωνά να τους σπρώχνει ώστε να ταϊζουν σκουπίδια, "ψυχαγωγώντας", δηλαδή εκμαυίζοντας τη νεολαία και όσους αδυνατούν να αντισταθούν.Αλήθεια, σας ρωτώ, πως συνυπάρχουν Μέγαρο και Bar;
Εκτός κι αν όλα συμψηφίζονται γλυκά ή αν business is business ή - ακόμα χειρότερα - αν και ο πολιτισμός δεν είναι παρά μία ακόμα "μπίζνα".
Μάνος Στεφανίδης
Διευθυντής του Μουσείου Φρυσίρα (Από τον ΕΠΕΝΔΥΤΗ 16-17/3/2002)================
Συνάντησα τον Νταλί στο Παρίσι,σε μια έκθεση ζωγραφικήςκαι τον κάλεσα στην παρουσίασητου δίσκου ''666'' των Aphrodite's Child,στον οποίο είχα γράψει τους στίχους.Ήρθε, τρελάθηκε και μου είπε: ''Έλανα κάνουμε παρουσίαση του δίσκουστη Βαρκελώνη με ένα happening.''Πήγα.Ξόδεψα ένα δίμηνο να συζητάωαφελώς, τρεις φορές την εβδομάδα,τη δημιουργία ενός happening που ήταντόσο εξωφρενικό στη σύλληψη, ώστεήταν βέβαιο ότι θα έμενε στα χαρτιά.Αλλά η χαρά τουνα δημιουργήσει ένα έργο άχρηστοή που ήταν αδύνατο να γίνει,ήταν μεγάλη και τιμητική για μένα.Μια Κυριακή,να κηρυχθεί σε κατάστασηέκτακτης ανάγκης η Βαρκελώνη,να ακούγεται με ηχείατο έργο σε όλη την πόλη,και πάνω από τη Σαγράδα Φαμίλια,να τη βομβαρδίζουν αεροπλάναμε ελέφαντες, ρινόκερους,αρχιεπισκόπους με ομπρέλες.''Αληθινούς ιερείς''- μου είπε τότε ο Νταλί -''για να ξεμπερδεύουμεμια και καλή με την Εκκλησία.''Με την αφέλεια του πειναλέοντα,τον ρωτάω μια μέρα:''Μετρ, πού θα βρούμε τα χρήματα;''''Μισέλ'', λέει στον γραμματέα του,''φέρε μου το τελάρο,τα πινέλα και τις λαδομπογιές.''Βουτάει το πινέλο στο κόκκινο,ρίχνει διάφορες σταγόνες,βουτάει άλλο στο μαύρο, κάνειδιάφορες γραμμές ακατάστατες,το διορθώνει κάπως,το βλέπει από μακριά και λέει:''Ναι, αλλά κάτι του λείπει.''Παίρνει ένα κομμάτι μαρούλιαπό τη σαλάτα που είχε μείνεικαι το κολλάει στη χρυσή τομή.''Τώρα είναι τέλειο!.. Μισέλ, βρες τηδιεύθυνση εκείνου του Αμερικανού.''Βάζει την υπογραφή του και μου λέει:''Μόλις ολοκλήρωσα ένα έργογια το οποίο έχω ήδη εισπράξει200.000 δολάρια.Μόλις το παραλάβει,θα εισπράξω άλλες 200.000.Νεαρέ, μάθε το, η τέχνη πέθανε.Ο μόνος λόγος ύπαρξης της,είναι το χρήμα. Το χρήμα!..''Κώστας Φέρρης....................................................................Πηγές:tanea. grΑπόσπασμα από συνέντευξηστον Δημήτρη Ν. Μανιάτη.lifo. grΑπόσπασμα από συνέντευξηστον Χρήστο Παρίδη.

Σχόλια