Le Figaro: Κυβέρνηση Μπαρνιέ. O ύστατος ρόγχος μιας ετοιμοθάνατης πολιτικής τάξης;

Σε διάστημα λίγων ημερών, η δεξιά, που νόμιζε ότι επανήλθε στην εξουσία, κατάλαβε ότι στην πραγματικότητα δεν επανήλθε. Ασφαλώς ο Μισέλ Μπαρνιέ πήρε την πρωθυπουργική καρέκλα αλλά δεν μπόρεσε να σχηματίσει την κυβέρνησή του παρά μόνο μετά από επίπονες διαβουλεύσεις και προσπάθειες να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα. Αποδείχτηκε ότι ο Μισέλ Μπαρνιέ δεν έχει τα χέρια του ελεύθερα. Η κυβέρνηση του αναμένεται να είναι μια επανασχεδιασμένη εκδοχή της παλιάς χωρίς την πρόσθεση «υπερβολικών » συντηρητικών στοιχείων. Ο επισκευαστικός τεχνοκρατικός της ρόλος αδυνατεί ωστόσο να κρύψει μια πολιτική τάξη σε αποδρομή που καταφέρνει όπως όπως να κρατιέται στην εξουσία, ενός καθεστώτος που πεθαίνει και το γνωρίζει ότι πεθαίνει.
Αυτό που μοιάζει με το τέλος ενός ταξιδιού μας επιτρέπει να επιστρέψουμε στο 2017, την εποχή του πρώτου, θριαμβεύοντος μακρονισμού. Θυμόμαστε ίσως ότι ο μακρονισμός γεννήθηκε λιγότερο από μια λαϊκή παρόρμηση παρά από ένα τέχνασμα της ελίτ, όπου είδαμε μια κάστα να εκκαθαρίζει τον απερχόμενο πρόεδρο Ολάντ και να εκτελεί τον έτοιμο να τον διαδεχτεί Φρανσουά Φιγιόν μέσω ενός μηντιακού «πραξικοπήματος» που μεταμφιέστηκε σε ηθική αγανάκτηση. Ήταν απαραίτητο να αποτραπεί ο ερχομός στην εξουσία ενός εκπροσώπου μιας δεξιάς ακομπλεξάριστης και σίγουρης για τις αρχές της. Η ολιγαρχία, η οποία στη συνέχεια επέλεξε τον Εμμανουέλ Μακρόν, πέτυχε ένα αριστουργηματικό λίφτινγκ : ένα ετοιμοθάνατο σύστημα επισκεύασε την πρόσοψή κραυγάζοντας επανάσταση. Μην ξεχνάμε τον τίτλο του βιβλίου που ο Πρόεδρος είχε τότε εκδώσει. Révolution.
Μακρόν, ένας χωλός πρόεδρος από τις πρώτες μέρες
Όμως, όσο και να συνεχίζουμε να το αρνούμαστε σήμερα, ο Εμμανουέλ Μακρόν ήταν ένας χωλός πρόεδρος από τις πρώτες μέρες. Πρώτον γιατί στον δεύτερο γύρο του 2017 υποστηρίχτηκε όχι τόσο από μία πλειοψηφία παρά από ένα καρναβάλι παρωδικού αντιφασισμού. Το «δημοκρατικό τόξο» κατήγαγε νέες νίκες σωτηρίας της Γαλλικής Δημοκρατίας. Η λειτουργία όμως αυτού του τόξου βασίζεται σε ένα είδος αρνητικής νομιμοποίησης. Δεν φέρνει στην εξουσία ένα πολιτικό πρόσωπο που εκπροσωπεί ένα ισχυρό πολιτικό πρόγραμμα αλλά κάποιον που αποτρέπει τους «κακούς ακροδεξιούς» να έλθουν στην εξουσία. Περιττό να πούμε ότι αυτό το πρόσωπο χαίρει άκρας μηντιακής υποστήριξης. Οσο καλά όμως και να λειτουργήσει αυτό το «κόλπο» αδυνατεί να κρύψει ότι πίσω από τα δημοκρατικά προσχήματα υπάρχει ένα σοβαρό έλλειμα δημοκρατικού πνεύματος.
Επιπλέον, η κρίση δεν θα αργούσε, με την εξέγερση των «κίτρινων γιλέκων», που ήταν μια αυθεντική λαϊκή κινητοποίηση πριν το καπέλωμα της από τους αριστεριστές. Η αγροτική και επαρχιακή Γαλλία που ένοιωθε περιφρονημένη από την παγκοσμιοποίηση και τις ευρωπαϊκές ελίτ επαναστατούσε και επαναστατούσε πραγματικά. Ο Εμανουέλ Μακρόν έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να δημιουργήσει μόνιμα ένα χάσμα μεταξύ ενός δημοκρατικού κεντρικού μπλοκ και των «εθνικιστών» – πριν το μεταφράσει σε σύγκρουση μεταξύ «δημοκρατικού τόξου» και άκρων. Επρεπε να αποκλειστεί οποιαδήποτε μορφή εναλλαγής ή πραγματικής εναλλακτικής, ενώνοντας όλους εκείνους που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, εκμεταλλεύονται αυτό που έχει γίνει η καθεστηκυία τάξη ενσταλάζοντας τον φόβο, σφυροκοπώντας τους συνέχεια με την απειλή της επιστροφής του ακροδεξιού κτήνους – ή εκβιάζοντας στυγνά με ετικέτες που σήμαιναν τον «κοινωνικό θάνατο» όσων τις έφεραν.
Το ίδιο «έργο» επαναλήφθηκε το 2022. Μην ξεχνάμε τότε τον ενθουσιασμό που εκδήλωναν σημαντικές φωνές του συστήματος, όταν διαδόθηκε η φήμη ότι ούτε η Λεπέν, ούτε ο Μελανσόν, ούτε ο Ζεμούρ, που τότε ήταν αθροιστικά μεταξύ 45 και 50% στις δημοσκοπήσεις δεν θα πάρουν τον απαραίτητο αριθμό υπογραφών για να συμμετάσχουν στις προεδρικές εκλογές, αφού είναι εκτός «δημοκρατικού τόξου». Συνειδητοποιούσαν τότε ότι απονομιμοποιούσαν τους μισούς Γάλλους ; Επανάληψη του «έργου» το 2024 με τις βουλευτικές εκλογές, με «πειράγματα» στο εκλογικό σύστημα για να παραχθούν αποτελέσματα αντίθετα με τις λαϊκές προτιμήσεις. Η αρνητική νομιμοποίηση έφτασε στο αποκορύφωμά της. Η Γαλλία έχει γίνει πλέον πολιτικά ακυβέρνητη με μια συντετριμμένη πολιτική τάξη, που δεν μπορεί πλέον να κρύψει την ανεπάρκεια της.
Το 2017, όπως και το 2022 και μετά το 2024, οι Γάλλοι στερήθηκαν μια πραγματική λαϊκή ετυμηγορία. Φθαρμένες ελίτ, αλλά με μανία προσκολλημένες στα προνόμιά τους και φοβούμενες μια λαϊκή εξέγερση, την οποία θα καταπνίξουν με κάθε κόστος, έχουν αιχμαλωτίσει την δημοκρατία. Την ονομάζουν πλέον «κράτος δικαίου». Ο λαός ψηφίζει άσχημα, είναι λαϊκιστής, και ως εκ τούτου δεν είναι πλέον ευπρόσδεκτος σε μια δημοκρατία. Θα είναι ξανά όταν ηρεμήσει, επανεκπαιδευτεί ή και αντικατασταθεί. Στο μεταξύ, το πολιτικό σύστημα κάνει κύκλους, πλέον ανίκανο να δημιουργήσει μια κυβέρνηση που θα διαρκέσει, που θα ξέρει πραγματικά πώς να κατευθύνει τη χώρα, ενώ βρίσκεται αντιμέτωπη με τη μεταναστευτική κρίση και τη γενικευμένη ανασφάλεια, με τη σοβαρότερη κρίση της μετά τον πόλεμο της Αλγερίας. Αυτό ονομάζεται καθεστωτική κρίση.
Mathieu Bock-Côté
Le Figaro

Σχόλια