Αλκιβιάδης Κ. Κεφαλάς
Ο εκβιασμός του Μακαρίου και ο χρηματισμός των Ελλήνων πολιτικών από την ΜΙ5 και την CIA τη δεκαετία του 1950 έφεραν την κωδική ονομασία «SUNSHINE». Ο σκοπός της κοινής επιχείρησης ήταν η αποτροπή της Ενωσης. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Η Βρετανία, μετά την απώλεια της Παλαιστίνης το 1948, είχε αντιληφθεί ότι σύντομα θα έχανε και την Αίγυπτο. Συνεπώς, η Κύπρος αποτελούσε τη μοναδική διέξοδο της παρουσίας της στη Μέση Ανατολή. Η αποτροπή της Ενωσης υπήρξε προτεραιότητα της αγγλικής και της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Το 1958 η δράση της ΕΟΚΑ είχε κορυφωθεί, με 130 εκτελέσεις Ελληνοκυπρίων (πληροφοριοδότες και κομμουνιστές), 39 Τουρκοκυπρίων της VOLKAN, 9 Βρετανών και ενός πράκτορα της ΜΙ5. Η απάντηση των Βρετανών ήλθε με την τοποθέτηση του sir John Prendergast ως αρχηγού των μυστικών υπηρεσιών στην Κύπρο, ο οποίος έγινε διάσημος για τη βάναυση αντιμετώπιση της εξέγερσης των Μάου Μάου (ευνουχισμός, κάψιμο).
Βοηθό είχε τον Philip Kirby, τον ικανότερο, ίσως, πράκτορα και δολοφόνο των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών εκείνη την εποχή. Αυτοί οι δύο προσκάλεσαν τον sir Stephen Hastings, διάνοια στις παρακολουθήσεις τηλεφώνων, ο οποίος αφιχθείς στην Κύπρο από το Παρίσι κατόρθωσε μέσα σε μία ημέρα να παγιδεύσει τα τηλέφωνα του Μακαρίου και των συνεργατών του.
Η επιχείρηση «SUNSHINE» άρχιζε. Τα δεδομένα από την παγίδευση των τηλεφώνων συμπληρώθηκαν από τις πληροφορίες που είχαν συγκεντρωθεί επί των «rather unusual homosexual proclivities» του Μακαρίου (αγγλικό πρότυπο κείμενο).
Στην Αθήνα, την επιχείρηση «SUNSHINE» διεύθυνε ο τότε σταθμάρχης της CIA Christopher Phillpotts, με βοηθό τον Al Ulmer. Οι μαρτυρίες των πρωταγωνιστών αναφέρουν επί λέξει: «Phillpotts used characteristic initiative to mount a series of highly productive operations of a nature that are still to secret to be disclosed, while Ulmer and his staff bought influence by adding senior members of the Greek administration to the pay roll».
Δηλαδή, η CIA στην Αθήνα επιδίδετο σε «παραγωγικές επιχειρήσεις», η φύση των οποίων δεν μπορεί να αποκαλυφτεί, και επίσης διέπρεπε στον χρηματισμό των πλέον σημαντικών μελών της «ελληνικής διοίκησης» (η λέξη ελληνική κυβέρνηση αποφεύγεται στα έγγραφα). Αμέσως μετά, το 1958, η ελληνική και η τουρκική κυβέρνηση συμφώνησαν επί της ίδρυσης ανεξαρτήτου κυπριακού κράτους στον ΟΗΕ (ο χρηματισμός της ελληνικής διοίκησης έφερε αποτελέσματα).
Τον Φεβρουάριο του 1959, την προηγουμένη της υπογραφής της Συνθήκης στη Ζυρίχη, ο Μακάριος αρνήθηκε να υπογράψει στο Λονδίνο τις συμφωνίες, εμμένοντας στη θέση της Ενωσης. Ο Selwyn Loyd, ο οποίος ηγείτο των αντίστοιχων συνομιλιών στο Λονδίνο, πρότεινε στο Μακάριο 24 ώρες «για να αλλάξει γνώμη» (propose his modifications).
Το επόμενο πρωί, επιστρέφοντας στο Lancaster House, ο Μακάριος ανακοίνωσε στον υπουργό εξωτερικών της Βρετανίας ότι υποχωρεί από τις αρχικές θέσεις του περί Ενώσεως (relent). Τι μεσολάβησε ώστε μέσα σε ένα βράδυ ο Μακάριος να αλλάξει θέση και, αντί της Ενώσεως, της οποίας υπήρξε ο φανατικότερος υπέρμαχος, μαζί με τον Γρίβα, να δεχτεί τη βρετανική, αμερικανική και τουρκική πρόταση;
Προφανώς ο Μακάριος υπήρξε το τραγικότερο πρόσωπο της κυπριακής υπόθεσης, επειδή, λόγω εκβιασμού, αναγκάστηκε να απαρνηθεί την εθνική θέση της Ενωσης, την οποία μέχρι εκείνο τον βράδυ στήριζε με όλες τις δυνάμεις του. Το μόνο, ίσως, σφάλμα που διέπραξε ο Μακάριος στο Κυπριακό ήταν ότι δεν παραιτήθηκε, χωρίς αυτό να αντισταθμίζει τη διαχρονική συστημική αθλιότητα «των υψηλά ιστάμενων της ελληνικής διοίκησης».
Παρά το γεγονός ότι με το σημερινό άρθρο δεν επιχειρείται καταδίκη ή επίρριψη ευθυνών στους πρωταγωνιστές, η ιστορική αλήθεια συνήθως δεν γίνεται αποδεκτή. Η αποκάλυψη, όμως, μέρους των βρόμικων επιχειρήσεων των αμερικανικών και βρετανικών μυστικών υπηρεσιών σε Αθήνα και Κύπρο το 1958, που αποκαλύφτηκαν το 1981, ίσως αποκωδικοποιήσει τα ακατανόητα, ολέθρια και τραγικά πολιτικά, κοινωνικά και εθνικά δρώμενα στην πατρίδα μας.
(πηγή: Εφημερίδα «δημοκρατία»)
Σχόλια