Του Σωτήρη Σιδέρη
Το επεισόδιο στην Κάσο με την κραυγαλέα ελληνική υποχώρηση, σηματοδοτεί την αλλαγή σελίδας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η περίοδος του μορατόριουμ κλείνει , ο κατευνασμός έχει μετατραπεί σε υποχώρηση και τώρα, η Άγκυρα επανατοποθετείται στον χάρτη και του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, με ακόμη μεγαλύτερη επιθετικότητα. Αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη αδυνατεί να καταστήσει σαφές στην Τουρκία, ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές , που η Άγκυρα δεν μπορεί να ξεπεράσει χωρίς συνέπειες. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Μια ακόμη παράμετρος, είναι η διεθνής θέση της Τουρκίας. Παρά την ανεξάρτητη πολιτική που ακολουθεί εντός της Δύσης και στον πόλεμο της Ουκρανίας και στον πόλεμο του Ισραήλ, οι ΗΠΑ , το ΝΑΤΟ και η ΕΕ , όχι μόνο δεν τροποποιούν τις σχέσεις τους με την Άγκυρα, αντίθετα, έρχονται όλο και πιο κοντά στα μεγάλα περιφερειακά προβλήματα με την Τουρκία να έχει ηγετικό ρόλο. Η Ελλάδα όμως, είναι άφαντη στη διεθνή διπλωματία και απλά έχει τον ρόλο μιας τεράστιας βάσης των ΗΠΑ και εκεί τελειώνει. Ενόψει της συνάντησης Μητσοτάκη -Ερντογάν σε λιγότερο από έναν μήνα στη Νέα Υόρκη οι φήμες οργιάζουν σε κλίμα εύλογης ανησυχίας για τους χειρισμούς το Έλληνα πρωθυπουργού και της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΞ.
Η ταπεινωτική υποχώρηση και οι συνέπειες
Το ναυτικό επεισόδιο στην Κάσο ήρθε να επιβεβαιώσει την βραχύβια ισχύ του μορατόριουμ, το οποίο ούτως ή άλλως, όπως ήδη έχουμε υπογραμμίσει, η Ελλάδα το “αγόρασε” πανάκριβα. Η Τουρκία έκανε μια ωμή επίδειξη ισχύος, πολύ αλαζονική και πολύ επικίνδυνη για την σταθερότητα στην περιοχή. Η δραματική υποχώρηση της ελληνικής κυβέρνησης, κατά κάποιο τρόπο δικαίωσε μια πειρατική πολιτική της Τουρκίας. Ότι κατά παράβαση κάθε έννοιας δικαίου, έχει λόγο ακόμη και τι γίνεται εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων και κάνει σκουπίδια και την Διακήρυξη της Αθήνας και τα δικαιώματα ελευθερίας των θαλασσών.
Η Τουρκία όχι απλά παρενόχλησε το ερευνητικό πλοίο «Ievoli Relume», αλλά με την επίκληση της τουρκολιβυκής οριοθέτησης ΑΟΖ, παρέταξε σε διάταξη τα πολεμικά πλοία της, ενώ στην συνέχεια τα τουρκικά πολεμικά μπαινόβγαιναν στα ελληνικά χωρικά ύδατα ταπεινώνοντας τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις που είχαν πάρει εντολή αδράνειας. Δηλαδή υπήρξε μια κραυγαλέα ελληνική υποχώρηση που ναι μεν τα ελληνικά -κυβερνητικά ΜΜΕ αποσιώπησαν, αλλά η Άγκυρα την κατέγραψε με εμφανή ενθουσιασμό.
Αυτή η σημαντική παράμετρος αποτελεί, κατά την ερμηνεία των Τούρκων διπλωματών, επιβεβαίωση της ισχύος της Άγκυρας και της ολοκληρωτικής καθήλωσης της Ελλάδας σε πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο. Αν οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις αποφάσιζαν να εφαρμόσουν τους κανόνες εμπλοκής, οι ΗΠΑ θα παρενέβαιναν άμεσα κατά της Αθήνας. Όταν το κάνει η Τουρκία, σιωπή. Αυτή η ετεροβαρής πολιτική των ΗΠΑ , αλλά και της ΕΕ, είναι το μείζον στρατηγικό πρόβλημα της χώρας. Η Ελλάδα είναι πελάτης της πολεμικής βιομηχανίας της Δύσης, είναι το φυλάκιό της, αλλά δεν είναι βαρύνουσας σημασίας σύμμαχος, γιατί δεν διαθέτει πολιτική ηγεσία που να διεκδικεί τα αυτονόητα για την άμυνα και την ασφάλεια της χώρας, αλλά και τα αυτονόητα δικαιώματά της όπως πηγάζουν από το διεθνές δίκαιο.
Η Τουρκία και η κομβική στιγμή
Η Τουρκία βλέπει ότι οι περιφερειακές εξελίξεις, Ουκρανία, Γάζα, Ιράν, Ισραήλ, Ιράκ, Λιβύη απαιτούν πολλαπλά επίπεδα ισχύος και διπλωματίας και κινείται ανάλογα. Μεσολαβεί ενίοτε στο ουκρανικό, είναι αποστασιοποιημένη από τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, συνομιλεί με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Στη Μέση Ανατολή διαπραγματεύεται με όλους, με την Αίγυπτο, την Λιβύη, το Ιράκ, μιλάει με το Ιράν, με τις ΗΠΑ, είναι εχθρικό με το Ισραήλ, αλλά οι ΗΠΑ επιλέγουν να αναβαθμίζουν κατά περίπτωση βέβαια, τον ρόλο της Άγκυρας. Καμία άλλη χώρα μέλος του ΝΑΤΟ και σύμμαχος της Δύσης δεν τολμά να απειλεί και να επιτίθεται καθημερινά κατά του Ισραήλ και όμως η Δύση, όχι μόνο δεν αντιδρά, αλλά χαιδεύει την Άγκυρα.
Έτσι, ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι αργά ή γρήγορα όλη η περιοχή και η Ευρώπη μαζί, θα έχουν ανάγκη από μια αρχιτεκτονική ασφάλειας, ίσως και τυπωθούν και νέοι χάρτες και θέλει να έχει βαρύνουσα παρέμβαση. Η Ελλάδα όχι μόνο δεν είναι σε θέση να έχει παρεμβατικό ρόλο, αντίθετα, είναι εντελώς θολωμένη και αρνητική για κάθε παρέμβαση και ανάληψη πρωτοβουλιών στο Κυπριακό, είναι έξω από κάθε διεργασία στη Μέση Ανατολή , είναι προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης στον πόλεμο της Ουκρανίας και ενώ η ίδια έχει σοβαρά προβλήματα ασφάλειας με την Τουρκία.
Η εξωτερική πολιτική της χώρας είναι ανύπαρκτη από τα βαλκάνια και βόρεια, μέχρι την ευρύτερη Μέση Ανατολή, την Ανατολική Μεσόγειο και τις ευρωπαικές υποθέσεις. Η στενή σχέση Μητσοτάκη φον ντερ Λάϊεν αντί να έχει έναν σοβαρό πολιτικό και διπλωματικό αντίκτυπο, είναι κοινό μυστικό ότι κυριαρχεί η ιδιοτέλεια και των δύο ως προς τα προσωπικά τους πολιτικά συμφέροντα.
Ενόψει της συνάντησης Μητσοτάκη -Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ, είναι έντονος ο προβληματισμός έμπειρων διπλωματικών παραγόντων. Ο Έλληνας πρωθυπουργός αδυνατεί να καθορίσει το πλαίσιο του διαλόγου και ενώ οι φήμες ότι οι συνομιλίες θα μετατραπούν σε διαπραγματεύσεις οργιάζουν.
Η Τουρκία ίσως επιδιώκει να αξιοποιήσει την διεθνή συγκυρία και να πετύχει αποτελέσματα τώρα που πιστεύει ότι ευνοείται από την διεθνή συγκυρία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη υποχώρησε άτακτα στην αντίδραση της Άγκυρας για τα θαλάσσια πάρκα, η Διακήρυξη των Αθηνών έχει γίνει ήδη κουρελόχαρτο και η Τουρκία ξέρει πλέον πως να την χρησιμοποιεί υπέρ της και εις βάρος της Αθήνας. Στο Κυπριακό η Τουρκία έχει καθαρή πολιτική γραμμή έναντι μιας νεφελώδους γραμμής και σχέσης μεταξύ Λευκωσίας -Αθήνας, στο Αιγαίο η ατζέντα είναι ήδη υπερφορτωμένη με την Αθήνα να έχει παθητικό ρόλο και στην Ανατολική Μεσόγειο η παθητικότητα της ελληνικής κυβέρνησης εκτροχιάζει την τουρκική επιθετικότητα.
Υπό αυτό το πρίσμα είναι αναγκαία η πρόκληση μιας συζήτησης, προ ημερησίας διατάξεως στη βουλή, ώστε να υποχρεωθεί ο πρωθυπουργός να αποκαλύψει τι ακριβώς συζητά με τον Ερντογάν, γιατί η κυβέρνηση διολισθαίνει σε παθητικό ρόλο , πολιτικά , διπλωματικά και στρατιωτικά, ποια είναι η πορεία των συνομιλιών με την Τουρκία και που αποσκοπεί η συνάντηση της Νέας Υόρκης. Το οικτρό δίδυμο του ΥΠΕΞ Γιώργος Γεραπετρίτης και Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου είναι πηγή ανησυχιών, ακόμη και για τους διπλωμάτες του υπουργείου Εξωτερικών. Τέτοιο έλλειμμα εμπιστοσύνης είναι σπάνια περίπτωση στην πολιτική ζωή της χώρας.
Σε αντίθετη περίπτωση ο ελληνικός λαός και τα κόμματα, είναι πολύ πιθανόν, να βρεθούν ενώπιον δυσάρεστων εκπλήξεων….
Σχόλια