ΜΙΧΑΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ
Πόσες φορές έχουμε ακούσει ότι η πολιτική ηγεσία του τόπου έχει “διαβάσει” τα διδάγματα από τις πολεμικές συρράξεις της σύγχρονης εποχής και προσπαθεί να τα ενσωματώσει στην πολιτική της; Η δυσμενής πραγματικότητα είναι όμως, ότι για μια ακόμη φορά βασιλεύει η ημιμάθεια και το αναμάσημα απόψεων που διατυπώνονται στα διεθνή Μίντια. Με μια διαφορά: Οι σοβαροί εκ των αναλυτών δεν κρύβουν ότι οι απόψεις τους οικοδομούνται πάνω στα εθνικά συμφέροντα και τις προτεραιότητες των χωρών από τις οποίες προέρχονται. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Αλήθεια, έχει λόγο κανείς να πιστεύει, ότι αυτό αποτελεί τον κανόνα στη δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα; Για τους σκοπούς της συγκεκριμένης ανάλυσης, αφήνεται στην άκρη η κραυγαλέα υπερβολή του ισχυρισμού των δικών μας ότι αντλούν “διδάγματα” από τους σύγχρονους πολέμους. Πότε πρόλαβαν; Με ποιες γνώσεις; Και με ποια διαδικασία τα αποκαλούμενα ως lessons identified (πιθανά διδάγματα) μετατράπηκαν σε lessons learned (οριστικά διδάγματα) και έχουν ήδη πάρει τον δρόμο της ενσωμάτωσης στις πολιτικές πρωτοβουλίες που αφορούν την άμυνα;
Επί της ουσίας, πρόκειται για άλλη μία περίπτωση βολικού επικοινωνιακού αφηγήματος, με το μήνυμα στην κοινωνία να είναι “εμείς επαγρυπνούμε και φροντίζουμε για εσάς”, με καταφανή πολιτική και εκλογική στόχευση. Δυστυχώς, στόχος για τον ελληνικό πολιτικό κόσμο είναι ο καθησυχασμός της κοινωνίας, χωρίς όμως αυτό να συνοδεύεται από αναθεώρηση πολιτικών και στρατιωτικών δογμάτων, με σκοπό την προσαρμογή της εθνικής άμυνας στις νέες συνθήκες. Δυστυχώς και για τις εκάστοτε στρατιωτικές ηγεσίες, που υποφέρουν από τη –μαζική πλέον– μετάσταση του “ιού της επικοινωνίας” και στον τομέα της εθνικής άμυνας.
Κατά συνέπεια, δεν εκπλήσσει το ότι στην Ελλάδα δείχνουν να μην έχουν πάρει μυρωδιά για τις εξελίξεις. Οι σοβαροί προβληματίζονται, επισημαίνοντας ότι η αντιμετώπιση των “διδαγμάτων” των πολέμων πρέπει να γίνεται με τη δέουσα προσοχή, αφού κανένας πόλεμος δεν είναι ίδιος με τον προηγούμενο! Δεν αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο, τελικά, η προσαρμογή των Ενόπλων Δυνάμεων σε πολεμικές συρράξεις του πρόσφατου έστω παρελθόντος να τις προετοιμάσει για τον… λάθος πόλεμο! Εξάλλου, η Ελλάδα έχει μακρά και καταγεγραμμένη “λαμπρή” ιστορία άκριτης αντιγραφής προτύπων άλλων χωρών, χωρίς να τα προσαρμόσει στα ελληνικά δεδομένα.
Eλληνική στρατιωτική σκέψη
Σε κάτι τέτοιες παθογένειες στηρίζεται η έκκληση εις ώτα μη ακουόντων ότι αυτό που πραγματικά λείπει είναι η ανάπτυξη αυτόνομης ελληνικής στρατιωτικής σκέψης, απόλυτα προσαρμοσμένης στις ανάγκες της άμυνας του Ελληνισμού. Η πλειοψηφία όμως των αναλυτών παρουσιάζει μαζικά το φαινόμενο της συστηματικής «παπαγαλίας», κάτι που διαπιστώνει εύκολα όποιος παρακολουθεί τη διεθνή συζήτηση στον τομέα. Αντί λοιπόν να εστιάσει η χώρα σε μικρά αλλά εφικτά βήματα, αναλώνεται σε κενά περιεχομένου αφηγήματα, τα οποία υπόσχονται διασπάθιση πόρων, που εξ ορισμού τελούν εν ανεπαρκεία. Αν μη τι άλλο σε τέτοιες συνθήκες, θα πρέπει κάθε ευρώ που επενδύεται στην άμυνα να πιάνει τόπο. Να παράγει δηλαδή αμυντική υπεραξία κι όχι να εξυπηρετεί τις δημόσιες σχέσεις πολιτικών ή/και στρατιωτικών ηγητόρων με τις χώρες που είναι “της μόδας”!
Μιας όμως και η συζήτηση αφορά την αξιοποίηση πολεμικών διδαγμάτων, ας επιχειρήσουμε να διακρίνουμε έναν απλό τομέα, για τον οποίο δύσκολα θα μπορούσε να υπάρξει έγερση ενστάσεων αναφορικά με την κυριαρχία του τα χρόνια που ακολουθούν. Κάτι που προέκυψε τόσο από τη σύγκρουση στην Ουκρανία, όσο και από αυτή στη Γάζα. Είναι ο τομέας των πυρομαχικών και συγκεκριμένα των βλημάτων πυροβολικού διαφόρων διαμετρημάτων!
Η Ελλάδα έστειλε πολλές δεκάδες χιλιάδες τέτοιες οβίδες στην Ουκρανία από τα δικά της αποθέματα. Παρόλο που η επίσημη ρητορική επιμένει ότι δεν επλήγη το αξιόμαχο των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, το ερώτημα που ανακύπτει, είναι σε πρόβλεψη πόσων ημερών πολέμου βασίζεται η εκτίμηση αυτή; Διότι μια θεμελιακή πεποίθηση που θα έπρεπε να έχουν κλονίσει οι συγκρούσεις στην Ουκρανία και στη Γάζα, είναι αυτή του “σύντομου πολέμου”.
Μπορεί η Ελλάδα να ανταπεξέλθει;
Το ερώτημα είναι σαφές: Μπορεί η Ελλάδα να ανταπεξέλθει σε πόλεμο που θα διαρκέσει περισσότερο από τους υπολογισμούς της εγχώριας συμβατικής σοφίας; Κι ας μη βιαστούν ορισμένοι να αποφανθούν ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Κι ας μην ξεχνούν ποτέ, ότι κάθε αιφνιδιασμός από τον αντίπαλο, θα στηριχθεί στις διαμορφωμένες στερεοτυπικές πεποιθήσεις μας. Εάν μια παρατεταμένη χρονικά σύγκρουση έχει συγκεκριμένες γεωπολιτικές προϋποθέσεις, οι σύγχρονες συγκρούσεις επίσης απέδειξαν, ότι τέτοιες συνθήκες θα μπορούσαν να διαμορφωθούν και να το επιτρέψουν. Σε κάθε περίπτωση, τα στρατιωτικά επιτελεία δεν μπορεί να μην προβληματίζονται για το τι θα συμβεί εάν οι υποθέσεις (assumptions) επί των οποίων έχει οικοδομηθεί η στρατηγική και η προετοιμασία μας, “στραβώσουν” κάπου στην πορεία…
Όποιος περιμένει αμερικανικές ή άλλες καραβιές από το εξωτερικό για να καλύψουν τις ανάγκες μας σε καιρό πολέμου είναι αφελής, άρα επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια. Οι Ισραηλινοί, παρά τη γενναία ενίσχυση που λαμβάνουν στον τομέα αυτόν, ήδη προβληματίζονται. Να υπογραμμιστεί δε ότι το Ισραήλ είναι μια χώρα με πολύ διαφορετική πολεμική προετοιμασία. Παρόλα αυτά, τα πολύ μεγάλα αποθέματα που διατηρούσε, εξαντλούνται. Και μάλιστα εξαντλούνται με αντίπαλο δύο οντότητες που δεν έχουν κρατική υπόσταση.
Το παρατήρησε άρα η Ελλάδα αυτό; Ή απορροφημένη με την αυτοκαταστροφή της εταιρίας “Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα” μέσω της αποστέρησης της ικανότητας παραγωγής πλήρων πυρομαχικών που είχε επί δεκαετίες… δεν πρόκανε; Κι αυτό παρά τα δεκάδες χιλιάδες πυρομαχικά που παραχώρησε στην Ουκρανία, έστω στην προσπάθεια να αποφορτιστεί από τις ασφυκτικές συμμαχικές πιέσεις να παραχωρήσει και κύρια οπλικά συστήματα στο Κίεβο.
Για τις ελληνοϊσραηλινές σχέσεις, ακούμε συχνά πυκνά δηλώσεις ότι είναι “στρατηγικές”, αν και η ρητορική αυτή έχει υποχωρήσει το τελευταίο διάστημα, υπό τον φόβο της αρνητικής δημοσιότητας που έχει λάβει εξαιτίας της συνεχιζόμενης σύγκρουσης στη Γάζα που έχει κοστίσει τη ζωή σε απίστευτο αριθμό αμάχων, μετά το αρχικό μαζικό επικοινωνιακό πλεονέκτημα, συνεπεία των αγριοτήτων της ισλαμικής Χαμάς. Εντόπισε άραγε κανείς ότι ο τομέας των πυρομαχικών συνιστά πεδίον δόξης λαμπρόν για τη μετεξέλιξη των διμερών σχέσεων σε τομείς που θα αποδείξει και στην πράξη τη στρατηγική τους φύση;
Ισραήλ και ελληνικά πυρομαχικά
Η γεωγραφική εγγύτητα είναι πλεονέκτημα για το Ισραήλ, που έχει σοβαρούς λόγους ασφαλείας να έχει πρόσβαση σε γραμμή παραγωγής εκτός της χώρας. Η Ελλάδα θα μπορούσε να είναι ιδανικός χώρος. Η δε ζήτηση θα παραμείνει για πολλά χρόνια εξαιρετικά ισχυρή, κάτι που υπόσχεται, ότι μια κοινή επενδυτική πρωτοβουλία δεν θα βασιστεί μόνο στην κάλυψη των αναγκών των δύο χωρών. Θα μπορούσε ακόμα να υπογραφεί και διμερές αμυντικό σύμφωνο που να προβλέπει τα δέοντα σε περίπτωση εμπλοκής οποιουδήποτε εκ των δύο σε πολεμική αναμέτρηση.
Αντί όμως να διερευνηθεί αυτή η δυνατότητα η “Ελληνική Αμυντικά Συστήματα” τίθεται σε ταχεία διαδικασία εκκαθάρισης και τα ιμάτια της, το Συγκρότημα Εργοστασίων Λαυρίου προσφέρεται άνευ ουσιαστικού ανταλλάγματος σε κοινοπραξία με σκιώδη τσεχική εταιρία, η οποία φέρεται να στερείται οικονομική και πιστοληπτική επάρκεια! Αποτέλεσμα; Η κοινοπραξία θα λάβει κατά 50% μειωμένη την ευρωπαϊκή επιδότηση του προγράμματος ASAP. Να υπενθυμιστεί, ότι αιτιολογία της κατά το ήμισυ περικοπής, είναι η ανεπαρκής οικονομική και πιστοληπτική ικανότητα της “Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα” και MSM Export κι ότι η ολοκληρωτική περικοπή της επιχορήγησης αποφεύχθηκε επειδή τα “Ελληνικά Αμυντική Συστήματα” είναι κρατική εταιρία!
Ποιος θα μπορούσε να κατηγορήσει την Ελλάδα για μια πρωτοβουλία με το Ισραήλ που θα αποσκοπούσε να την εξασφαλίσει σε περίπτωση που η νιρβάνα πολιτικής και κοινωνίας διαταραχθεί βίαια; Σε τελική ανάλυση, οι ηθικοπλαστικού περιεχομένου διδαχές είναι για τους ιεροκήρυκες. Εάν ακόμα και σε αυτούς τους καιρούς που ζούμε δεν έχουμε αντιληφθεί με ποιον τρόπο λειτουργούν οι διεθνείς σχέσεις, τόσο το χειρότερο για την ελληνική εθνική ασφάλεια.
Ας αναλάβει καθένας τις ευθύνες του. Το πολιτικό προσωπικό της χώρας, συνεχώς αποδεικνύει ότι δεν πιστεύει πως θα μας συμβεί “κάτι κακό”, βασίζοντας την πεποίθησή του στη δημοσιοσχεσίτικη λογική της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Το έλλειμμα σοβαρότητας, στέλνει διαρκώς τα πιο λανθασμένα μηνύματα προς κάθε κατεύθυνση. Η ιστορία όμως έχει αποδείξει, ότι η έλλειψη συναίσθησης του δυνητικού κινδύνου, φέρνει πιο κοντά την καταστροφή.
------------------
Σχόλια