Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος
Ποιο σύστημα θα έπρεπε να επιδιώξουν οι δυνάμεις που είναι αντίθετες στο γεωπολιτικό «μονοπολισμό» και τον «υπέρ-νεοφιλελευθερισμό»;
Σε δύο προηγούμενα άρθρα, εδώ και εδώ περιγράψαμε τις βασικές αρχές που διέπουν το σύστημα μονοπολικού και ολοκληρωτικού υπερ-καπιταλισμού που διαμορφώθηκε μετά το 1990 και εξηγήσαμε ότι σε αυτές ακριβώς βρίσκονται τα βασικά αίτια των πολύ σοβαρών και επικίνδυνων κρίσεων που αντιμετωπίζει τώρα η ανθρωπότητα. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Ποιο όμως εναλλακτικό οικονομικό σύστημα θα μπορούσε να αντικαταστήσει το υπάρχον, ποιο πρέπει να είναι το σύστημα που θα έπρεπε να επιδιώξουν να επιβάλλουν οι δυνάμεις που είναι αντίθετες στο γεωπολιτικό «μονοπολισμό» και τον «υπέρ-νεοφιλελευθερισμό»;
Υπό το πρίσμα των μεγάλων και ποικίλων προβλημάτων του σοβιετικού και όλων των υπερσυγκεντρωτικών οικονομικών και πολιτικών μοντέλων, κανείς δεν μπορεί, φυσικά, να αρνηθεί τη χρησιμότητα των μηχανισμών της αγοράς, τουλάχιστον για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, τόσο για οικονομικούς όσο και για ψυχολογικούς και πολιτιστικούς λόγους. Ωστόσο, η λειτουργία της αγοράς πρέπει να περιορίζεται από την ύπαρξη του σχεδίου, όπου η «αγορά» θα επιτρέπεται να λειτουργεί στο βαθμό που συμβάλλει στην αύξηση της παραγωγικότητας, αλλά, ταυτόχρονα, θα «διορθώνεται» και θα «περιορίζεται» από την ύπαρξη ενός γενικού εθνικού, περιφερειακού και παγκόσμιου σχεδίου, το οποίο θα δίνει προτεραιότητα στην επίτευξη των βασικών κοινωνικών αναγκών, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, καθώς και στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, χωρίς την οποία, στο στάδιο που έχουν φτάσει οι παραγωγικές δυνάμεις και η τεχνολογία του ανθρώπου, δεν έχει νόημα καμία συζήτηση. Αν δεν υπάρχει ανθρωπότητα, δεν έχει νόημα να συζητάμε για την οικονομία ή την πολιτική. Επομένως, οι αγορές και το προωθητικό τους καύσιμο, το κέρδος και η αέναη συσσώρευση κεφαλαίου, πρέπει να παυθούν από τον ρόλο του κυρίαρχου, που έχουν τώρα και να περιοριστούν σε αυτόν του υπό όρους και περιορισμένους υποστηρικτή της ανθρωπότητας στο δύσκολο και επικίνδυνο δρόμο που έχουμε μπροστά μας.
Η «διόρθωση» μπορεί να γίνει κατά προτίμηση και με τη χρήση οικονομικών εργαλείων. Τα διοικητικά μέτρα θα πρέπει να αποφεύγονται στο μέτρο του δυνατού. Για παράδειγμα, η Κίνα πειραματίζεται ήδη με ορισμούς του ΑΕΠ που περιλαμβάνουν το φυσικό κεφάλαιο που δαπανάται ή δημιουργείται από ένα προϊόν ή μια επένδυση. Στην πραγματικότητα, όταν ένα αεροπλάνο μεταφέρει π.χ. σαλάτες από τη Χιλή στη Νορβηγία, κανείς δεν λαμβάνει υπόψη τη ζημιά που προκαλείται στη στρατόσφαιρα της Γης κατά τον υπολογισμό του κόστους και των τιμών. Παρεμπιπτόντως, υπάρχουν, φυσικά, όλο και περισσότερες οικονομικές δραστηριότητες που εκθέτουν τα οικοσυστήματα στον κίνδυνο μη αναστρέψιμων αλλαγών. Όταν ο κίνδυνος από μια δραστηριότητα έχει πολύ μικρές πιθανότητες να εμφανιστεί, αλλά τεράστιο κόστος όταν συμβεί, η «αναμενόμενη ζημιά» τείνει στο άπειρο. Τέτοιες δραστηριότητες πρέπει να καταργηθούν σταδιακά.
Η ιδιωτική ιδιοκτησία πολύ μεγάλων παραγωγικών δυνάμεων δεν μπορεί να επιτραπεί. Είναι απαράδεκτο μια χούφτα ανθρώπων/επιχειρήσεων να μπορεί να ελέγχει κρίσιμες παραγωγικές δυνάμεις ή τεχνολογίες αιχμής, όπως είναι, για παράδειγμα αυτές που αφορούν το DNA και τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, την κατασκευή ιών, τη διακίνηση πληροφοριών στο διαδίκτυο, τα κυβερνο-όπλα, τις μεγάλες ροές ενέργειας και χρήματος, την τεχνητή νοημοσύνη και πολλές άλλες οικονομικές ή τεχνολογικές δραστηριότητες, ή να μπορεί να επηρεάζει αποφασιστικά τις κατευθύνσεις της ανθρώπινης διατροφής, της εκπαίδευσης και της ιατρικής, ή να ελέγχει μονοπωλιακά ή ολιγοπωλιακά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (Τύπος, τηλεόραση, διαδίκτυο). Ο κρατικός ή κοινωνικός έλεγχος δεν αρκεί, διότι οι ιδιοκτήτες αυτών των εξουσιών αποκτούν τόσο δυσανάλογη δύναμη που υπερισχύουν, όπως έχει δείξει η εμπειρία, έναντι κάθε ρύθμισης.
Η ιδιοκτησία σε αυτούς τους τομείς πρέπει να περάσει στα χέρια των κρατών και των κοινωνιών και, στο μέτρο του δυνατού, προοπτικά, να ελέγχεται διεθνώς. Αλλά και η ίδια η διοίκηση πρέπει να απομακρυνθεί από το κλασικό μοντέλο του κρατικού ελέγχου, το οποίο δημιουργεί μια τάξη μάνατζερ που λειτουργούν τελικά για το δικό τους και όχι για το κοινωνικό όφελος. Εξάλλου, η αποτελεσματικότητα -ακόμη και στο καθαρά οικονομικό επίπεδο- του κλασικού αυστηρού κρατικού ελέγχου έχει αποδειχθεί ότι είναι περιορισμένη τόσο από τη σοβιετική εμπειρία όσο και από την εμπειρία των κρατικών τομέων των καπιταλιστικών κρατών και των πρώην αποικιών.
Για να γίνουν αυτά, είναι απαραίτητη η ταυτόχρονη εφαρμογή μεθόδων αυτοδιαχείρισης και κοινωνικού ελέγχου, ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα γενικά συμφέροντα της κοινωνίας στο σύνολό της και όχι μόνο των εργαζομένων σε μια παραγωγική μονάδα ή βιομηχανία. Η διαχείριση των νέων παραγωγικών δυνάμεων και τεχνολογιών από ένα υπερσυγκεντρωτικό σύστημα δεν είναι, μακροπρόθεσμα, ούτε δυνατή ούτε επιθυμητή. Αυτό που απαιτούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα και αυτό που θα κάνει την αντιμετώπισή τους μακροπρόθεσμα αποτελεσματικότερη, είναι μια συνολική αύξηση του επιπέδου της διάχυτης στην κοινωνία νοημοσύνης, με ανθρώπους που να είναι όλο και περισσότερο συνειδητοποιημένοι και επίσης υπεύθυνοι -και για να είναι συνειδητοποιημένοι και υπεύθυνοι πρέπει να συμμετέχουν ενεργά στη λήψη αποφάσεων σε όλα τα επίπεδα.
Είναι επίσης προφανές ότι χρειαζόμαστε τον σταδιακό εκδημοκρατισμό του διεθνούς νομισματικού συστήματος, ίσως με την καθιέρωση περιφερειακών νομισματικών μέσων, αλλά και με τη δημιουργία ενός συστήματος διεθνών ανταλλαγών που θα προσπαθήσει να ανατρέψει τον νόμο της «άνισης ανταλλαγής», όπως τον διατύπωσε ο Αργύρης Εμμανουήλ, λαμβάνοντας υπόψη τόσο την ανάγκη ανύψωσης του επιπέδου των φτωχότερων εθνών όσο και τα οικολογικά προβλήματα. Είναι σημαντικό να θυμηθούμε στο σημείο αυτό ότι η Σοβιετική Ένωση ήταν, σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ένας οργανισμός που οργάνωσε τη μεταφορά πλεονασμάτων από τις πλουσιότερες στις φτωχότερες περιοχές, μια ιδέα που ο Μέιναρντ Κέινς, με διαφορετικούς όρους, είχε υποστηρίξει για τη λειτουργία του διεθνούς οικονομικού συστήματος, επιρρίπτοντας ευθύνες και στα μόνιμα πλεονάσματα. Κατά τη ρύθμιση των διεθνών οικονομικών ανταλλαγών πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη αντιμετώπισης των ανισοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο και η ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος που καθιστά δυνατή τη ζωή και τον πολιτισμό.
Φυσικά μπορείτε να μου πείτε σε αυτό το σημείο, όπως είπε ο Φάουστ: Δείξε μου τον σκοπό, αλλά δείξε μου και τον δρόμο. Δεν μπορούμε στα πλαίσια ενός άρθρου να αναφερθούμε έστω και περιγραφικά σε ένα τόσο σοβαρό και περίπλοκο ζήτημα. Αλλά είναι επίσης αδύνατο να περιγραφεί λεπτομερώς μια τέτοια πορεία, δεν υπάρχει κανένας προκατασκευασμένος δρόμος για αυτό που ο Μαρξ περιέγραψε κάποτε ως μετάβαση από την προϊστορία στην ιστορία. Είμαστε ακόμα πολύ μακριά από το να μπορέσουμε να εφαρμόσουμε αυτές τις ιδέες σε παγκόσμια κλίμακα. Επί του παρόντος, και δεδομένων των πολιτικών και κοινωνικών τάσεων που επικρατούν σήμερα στη Δύση, ένα αναγκαίο μεταβατικό στάδιο πρέπει να περιλαμβάνει τον αγώνα για έναν πολυπολικό κόσμο και την προσπάθεια να σχηματιστούν ανεξάρτητες περιφερειακές ενώσεις, για παράδειγμα στη Λατινική Αμερική ή την Αφρική, με ιδιαίτερη έμφαση στον αγώνα κατά των ανισοτήτων και στην εισαγωγή στοιχείων αυτοδιαχείρισης όπου είναι δυνατό. Αυτό θα βοηθούσε να διαμορφωθεί και μια εναλλακτική, μια γενναία ριζοσπαστική τάση στην ίδια τη Δύση, χωρίς την έγκαιρη εμφάνιση της οποίας αυξάνονται σημαντικά οι πιθανότητες μιας παγκόσμιας οικολογικής ή πυρηνικής καταστροφής.
Σχόλια