ΒΕΝΕΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
Μετά τους καταστροφικούς σεισμούς στην Τουρκία και τη νέα φάση της
διπλωματίας των σεισμών που επακολούθησε, η χώρα μας προσπαθεί,
“καταπίνοντας την κάμηλο”, να διατηρήσει πάση θυσία το πλασματικά καλό
κλίμα με την Άγκυρα. Σε αντίθεση, ο Ερντογάν μας υποβάλλει σε σκωτσέζικο
ντους. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Με την συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν να επίκειται στην Άγκυρα, ο Τούρκος πρόεδρος δείχνοντας απαξία, προβαίνει “όλως συμπτωματικά” σε νέα πρόκληση, στην μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί, φανερώνοντας ποιος θα έχει το πάνω χέρι στις συνομιλίες για τα ελληνοτουρκικά. Ενώ ο Έλληνας πρωθυπουργός θα βρίσκεται στην Τουρκία, οι γείτονες θα εκτελούν δύο από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές ασκήσεις τους, που δεσμεύουν και περιοχές του κεντρικού Αιγαίου. Ασκήσεις με σενάρια την κατάληψη νησιού στο Αιγαίο.
Η Διακήρυξη που υπογράφηκε στην Αθήνα τον περασμένο Δεκέμβριο και προέβλεπε μεταξύ άλλων την αποχή από εμπρηστικές δηλώσεις ή ενέργειες που θα δυναμίτιζαν το καλό διμερές κλίμα, τελεί από τη γένεσή της υπό αμφισβήτηση. Η Άγκυρα –στο πλαίσιο της αναθεωρητικής της πολιτικής– συνεχίζει να αμφισβητεί τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στον αέρα και στη θάλασσα, με τον υπουργό Εξωτερικών της Χακάν Φιντάν να υπενθυμίζει την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε 23 νησίδες και να θέτει θέμα “τουρκικής μειονότητας” στη Θράκη. Επίσης συνολικά έγιναν επτά φορές αναφορές σε “Γαλάζια Πατρίδα”, ενώ μία φορά θυμήθηκε ο Ερντογάν ότι θα “μας ρίξει στη θάλασσα”. Επί πλέον η δέσμευση περιοχών με NΟTAM ξεπερνά ακόμη και αυτόν τον 25ο μεσημβρινό.
Επιδίωξη της Άγκυρας είναι να πετύχει τους στόχους της διά της ισχύος, εκμεταλλευόμενη το φοβικό σύνδρομο της Αθήνας και τις εμμέσως πλην σαφώς δηλωμένες προθέσεις παραχωρήσεων εκ μέρους μας. Κάθε κίνηση της Τουρκίας είναι προσεγμένη. Η δε διπλωματία της είναι ικανότατη στο γεωπολιτικό σκάκι, που έχει ως επιδίωξη να μετατρέψει όσα είναι σήμερα παράνομα σε “νόμιμα”. Στο πλαίσιο αυτό η Άγκυρα επιδιώκει στο Κυπριακό τα δύο κράτη με “υποχώρηση” τη συνομοσπονδία! Στο δε Αιγαίο τη διχοτόμησή του, την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών και τη διεκδίκηση κάποιων εξ αυτών, για να φτάσει στον 25ο μεσημβρινό, προσεγγίζοντας την ηπειρωτική Ελλάδα!
Το ελληνικό αφήγημα
Το “τυράκι” που μας έχει δώσει για να “πωληθεί” από την κυβέρνηση Μητσοτάκη στον ελληνικό λαό είναι η επίπλαστη και ευκαιριακή σχετική εναέρια ηρεμία στο Αιγαίο. Όλο αυτό το προκάλυμμα της βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων χρησιμοποιήθηκε και για την διευθέτηση του ζητήματος των F-16 της τουρκικής αεροπορίας. Στην πράξη, η Άγκυρα δεν έχει υποχωρήσει ούτε κεραία από τις πάγιες διεκδικήσεις της (casus belli, τουρκολιβυκό μνημόνιο, “γκρίζες ζώνες”, αποστρατιωτικοποίηση των νησιών κλπ), ούτε έχει εγκαταλείψει τις θέσεις της περί διαφορών που προσκρούουν στις επίσης πάγιες ελληνικές θέσεις.
Το αφήγημα της Αθήνας αναφέρει ότι η Ελλάδα, “δείχνοντας ψυχραιμία”(!), προσπαθεί να κρατήσει χαμηλούς τόνους, εκτιμώντας ότι αυτές οι προκλήσεις οφείλονται και στην ανάγκη του Ερντογάν να ικανοποιήσει το εσωτερικό του κοινό. Και αν αυτό χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση για εσωτερική κατανάλωση, προς κάλυψη της άκρως υποχωρητικής της στάσης, ασφαλώς το τουρκικό πολιτικό σύστημα διαβάζει ότι οι προφάσεις αυτές οφείλονται στο πάγιο φοβικό σύνδρομο της Αθήνας, γεγονός που ανοίγει την όρεξη για περαιτέρω διεκδικήσεις.
Αυτός ο φαύλος κύκλος θα σπάσει μόνο με την αύξηση της αποτρεπτικής μας δύναμης, γιατί αυτό που καταλαβαίνει η Άγκυρα είναι μόνο η ισχύς. Πρόσφατα έχει γίνει σημαντική πρόοδος σε ό,τι αφορά την επαύξηση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της πατρίδας μας, με την προμήθεια νέων οπλικών συστημάτων. Το ερώτημα που γεννάται είναι προς τι τα εξοπλιστικά προγράμματα και η ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία, όταν με τον εχθρό προ των πυλών, παραχωρούμε δωρεάν και μαζικά οπλικά συστήματα και πυρομαχικά στο Κίεβο. Περιττό να σημειώσουμε ότι για την παραχώρηση στρατιωτικών βάσεων στις ΗΠΑ δεν έχουμε αποσπάσει κανένα αξιόλογο αντάλλαγμα.
Η επίσκεψη Μητσοτάκη
Ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης δήλωσε: «Σήμερα έχουμε εδραιώσει ένα δίαυλο επικοινωνίας που μας επιτρέπει να μπορούμε να συζητούμε, Είμαι εκ φύσεως διαβουλευτικός άνθρωπος. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι δε μπορούμε να συζητούμε ορθολογικά». Είναι βέβαια θεμιτό δύο χώρες να συζητούν με βάση το Διεθνές Δίκαιο τα διμερή προβλήματά τους. Στην περίπτωσή μας, όμως, έχουμε μία λεόντειο διαπραγμάτευση, καθώς αυτή γίνεται με τους όρους που πάντα επεδίωκε η Άγκυρα.
Πάγια επιδίωξή της ήταν η διμερής πολιτική διαπραγμάτευση, χωρίς εμπλοκή της ΕΕ. Αυτό είναι γεγονός σήμερα, ενώ πέτυχε ακόμα η διαπραγμάτευση να επεκταθεί στο σύνολο των μονομερών τουρκικών επεκτατικών διεκδικήσεων. Μία διαπραγμάτευση προϋποθέτει οι δύο πλευρές να βάλουν στο τραπέζι τα αιτήματά τους. Η ελληνική κυβέρνηση δεν αποκαλύπτει ποια είναι τα δικά μας αιτήματα, οι δικές μας διεκδικήσεις.
Όλα δείχνουν ότι η διαπραγμάτευση εκφυλίζεται σε παζάρι για τις μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις. Το 41%, που επικαλείται συχνά η κυβέρνηση για να νομιμοποιήσει τις πολιτικές επιλογές της δεν αρκεί. Δεν θα έπρεπε οι ψηφοφόροι να είχαν εγκαίρως ενημερωθεί για την πολιτική-διπλωματική ατζέντα της ΝΔ; Προφανώς, λέγονται πολύ λιγότερα από όσα συμβαίνουν στο διπλωματικό παρασκήνιο, ενώ έχουν προαναγγελθεί υποχωρήσεις, προετοιμάζοντας την ελληνική κοινή γνώμη. Αυτή η πολιτική πρακτική απομειώνει τη διαπραγματευτική μας ισχύ. Αυτό φανερώνει και το στελεχιακό ετεροβαρές των δύο πλευρών στη διαπραγμάτευση. Μπορούμε να φαντασθούμε τον Ερντογάν να κάνει υποχωρήσεις από τα “αποδυτήρια”;
Στρατηγική κατευνασμού στα ελληνοτουρκικά
Η ελληνική εξωτερική πολιτική έναντι της Τουρκίας ασκείται τις τελευταίες δεκαετίες με βάση τη στρατηγική του κατευνασμού, που είναι ιστορικά καταστροφική για τα εθνικά συμφέροντα. Η καταφυγή στον κατευνασμό δείχνει αδυναμία, την οποία εκμεταλλεύεται η Τουρκία για περαιτέρω διεκδικήσεις. Στο λιποβαρές ελληνικό πολιτικό σύστημα διαφεύγει ότι ο κατευνασμός συνήθως οδηγεί, πρώτα σε ήττα χωρίς πόλεμο και μετά στον πόλεμο. Κι αυτό, επειδή μακροπρόθεσμα έχει σαν αποτέλεσμα την υπέρμετρη αύξηση των διεκδικήσεων και απαιτήσεων του ισχυρότερου, με αποτέλεσμα στο τέλος αναπόφευκτα, είτε το ασθενέστερο κράτος να υποκύψει ολοκληρωτικά στις αξιώσεις του ισχυρότερου, ή να εξωθηθεί σε πολεμική σύγκρουση.
Διαχρονικά ο κατευνασμός είναι γενικά μία αποτυχημένη στρατηγική, που οδηγεί νομοτελειακά στη σύγκρουση. Υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις η συγκεκριμένη στρατηγική δύναται να είναι αποτελεσματική, όταν το κατευναζόμενο κράτος κινείται στα πλαίσια του Διεθνούς Δικαίου και όταν η τυχόν υποχώρηση συνδυάζεται με μια αξιόπιστη και αποφασιστική αποτρεπτική δύναμη. Η αντίθετη σχολή σκέψης στην Αθήνα, ισχυρίζεται ότι αυτή η στρατηγική είναι επιτυχημένη καθ’ όσον έχει αποτραπεί η σύγκρουση με την Τουρκία.
Μία χώρα όμως δεν εξαγοράζει την ειρήνη ανεχόμενη επεκτατικές πρακτικές άλλης χώρας. Κι αυτό, επειδή η ανοχή δημιουργεί εμμέσως πλην σαφώς οιονεί δικαιώματα. Στην περίπτωσή μας πρέπει να αναρωτηθούμε μήπως η Τουρκία πετυχαίνει τους εθνικούς αντικειμενικούς της σκοπούς, με την στρατηγική πίεσης που ασκεί, χωρίς πολεμική σύγκρουση, χορεύοντας με τη χώρα μας ένα ταγκό που σε κάθε του στροφή, εμείς πηγαίνουμε ένα βήμα προς τα πίσω.
Διδάσκουν τη “Γαλάζια Πατρίδα”
Το διαχρονικό δόγμα της Τουρκίας είναι ο επεκτατισμός και η επιβολή των διεκδικήσεων της, μέσω της παραχάραξης της Ιστορίας. Με μία κίνηση ενδεικτική της ατζέντας διεκδικήσεων για τα επόμενα χρόνια, η Άγκυρα επιχειρεί να κάνει πλύση εγκεφάλου στους Τούρκους μαθητές, εμποτίζοντάς τους με εθνικιστικό φανατισμό. Το κάνει, εισάγοντας στα σχολεία το αυτοαπακαλούμενο “Εκπαιδευτικό μοντέλο του Αιώνα” (“Γαλάζια Πατρίδα”, “Θάλασσα των Νήσων”, “Πατρίδα των Αιθέρων”, η σημασία της Κύπρου για την Τουρκία κ.α.).
Από του χρόνου οι μαθητές στην Τουρκία θα γαλουχούνται στις τουρκικές διεκδικήσεις και στα νεοοθωμανικά οράματα του Ερντογάν. Σύμφωνα με ρεπορτάζ τουρκικής εφημερίδας, η “Γαλάζια Πατρίδα”, που αποτελεί «το εθνικό σύμφωνο της Τουρκίας στις θάλασσες», θα πρέπει να γίνει συνείδηση της νέας γενιάς… Δηλαδή οι Τούρκοι μαθητές θα μαθαίνουν ότι το Αιγαίο είναι η “Θάλασσα των Νήσων”, πολλά από τα οποία νησιά, τα… “έκλεψε” η Ελλάδα από την Τουρκία!
Εν κατακλείδι, η κυβέρνηση, διαπραγματευόμενη με την Τουρκία, πρέπει να αναλογισθεί το ιστορικό χρέος της απέναντι στις τωρινές και τις επόμενες γενιές, αλλά και σε όσους με τους αγώνες και το αίμα τους μας κληροδότησαν τα σημερινά όρια της ελληνικής επικράτειας. Εκείνο που ξενίζει είναι, ότι στο σημείο που έχει έρθει η ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση με καίρια θέματα στο τραπέζι, συνεχίζεται η προσωπική διπλωματία.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός αγνοεί ή δεν αντιλαμβάνεται τις συνέπειες τυχόν λανθασμένων αποφάσεών του. Διατυπώνονται αιχμές για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση –με την ανοχή μέρους της αντιπολίτευσης– διαχειρίζεται τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό. Όμως, εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα οι αιχμές και οι δηλώσεις από μόνες τους δεν έχουν αποτέλεσμα. Όσοι θέλουν και μπορούν να σώσουν ό,τι μπορεί να σωθεί, πρέπει να προχωρήσουν και σε πράξεις.
Κλείνοντας παραθέτουμε δύο ρήσεις που θα πρέπει να αφουγκρασθούν στην κυβέρνηση: «Σου δόθηκε η ευκαιρία επιλογής μεταξύ πολέμου και εξευτελισμού. Επέλεξες τον εξευτελισμό και θα λάβεις και τον πόλεμο». (Ουίνστον Τσώρτσιλ στο Νέβιλ Τσάμπερλεϊν, μετά τη Συμφωνία του Μονάχου το 1938). «Βιώσιμο είναι το κράτος που διαθέτει επαρκή ισχύ για να εφαρμόσει τις πρόνοιες του Διεθνούς Δικαίου για την επικράτειά του» (Χανς Μοργκεντάου).
Σχόλια