Η Μαρία και ο Γιώργος, παντρεμένοι και γονείς, αφηγούνται στην «Κ» πώς είναι να μεγαλώνεις οικογένεια απασχολούμενος ως σεξεργάτης. Ο Ιων έχει υπάρξει σύντροφος σεξεργάτη και περιγράφει πώς ήταν η ζωή του μαζί και πώς αποφάσισε ο ίδιος να ακολουθήσει το ίδιο επάγγελμα.
Δημήτρης ΑθηνάκηςΦωτογραφίες: Νίκος Κοκκαλιάς
νωρίστηκαν σε ένα κλαμπ πριν από σχεδόν 20 χρόνια· ήταν εκείνη η πρώτη βραδιά που τους ένωσε χωρίς δεύτερες σκέψεις· έρωτας με την πρώτη ματιά. Είναι έκτοτε μαζί και έχουν αποκτήσει και ένα παιδί, έφηβο πια. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Η Μαρία και ο Γιώργος είναι βαθιά ερωτευμένοι μεταξύ τους και αυτό φαίνεται από τον τρόπο που συμπληρώνει ο ένας τον άλλον στην κουβέντα που είχαμε ένα πρωί σε ένα ήσυχο καφέ με αυλή στο κέντρο της Αθήνας.
Η προσωπική ζωή… επάγγελμα
Είχαν περάσει επτά χρόνια, ώσπου διαπίστωσαν ότι η πολυγαμική σεξουαλική τους ζωή –«συναισθηματικά μονογαμική όμως»– θα μπορούσε να μετατραπεί σε επάγγελμα. Ως τότε, ήταν υπάλληλοι γραφείου. Τους είλκυε ως ιδέα – και όχι μόνο το οικονομικό κομμάτι, δηλαδή «το γρήγορο αλλά τόσο δύσκολο» χρήμα, όπως λένε οι ίδιοι. «Αυτό που μας παρακίνησε ήταν η διαδικασία της ανθρώπινης επαφής και της σεξουαλικής εμπειρίας που μπορούμε να προσφέρουμε σε άλλα άτομα».
Οπως λένε, η σεξεργασία των δύο ως ζεύγους ξεκίνησε ως φαντασίωση και κατέληξε ρουτίνα. «Η διαφορά ήταν το κομμάτι της πληρωμής, όχι το “τεχνικό”, το οποίο, μάλιστα, ήταν και πιο απλό, καθώς έπρεπε εμείς να καθορίσουμε το πώς θα κινηθούμε κατά τη διάρκεια της συνεδρίας. Ενας συνδυασμός business & pleasure».
Η καθημερινή ρουτίνα και οι αμφιβολίες
Στην καθημερινή ρουτίνα, η μοναδική διαφορά με οποιοδήποτε άλλο εργαζόμενο άτομο είναι ότι δεν μπορούν να υποκριθούν ότι δεν βρίσκονται σε αυτό που λέμε «καλή μέρα», για πάσης φύσεως λόγους – «από τσακωμούς μέχρι… οδοντίατρο».
Δηλώνουν, όμως, αποφασισμένοι να συνεχίσουν τη δουλειά όσο τους κρατούν τα πόδια τους, όσο μπορούν να το στηρίξουν βιολογικά – εξάλλου, η όρεξή τους φαίνεται από τη ζωηρή συζήτηση που έχουμε ανοίξει. «Και όσο μπορούν οι πελάτες να μας πληρώνουν και όχι να τους πληρώνουμε», μου λένε γελώντας.
«Πρόκειται για μια δουλειά που την έχει ανάγκη η κοινωνία». Αρκεί, όμως να μη… φαίνονται, λένε στην «Κ» η Μαρία και ο Γιώργος.
Η τόση απενεχοποίηση που εκπέμπουν με κάνει να αναρωτηθώ αν έχουν υπάρξει ποτέ αμφιβολίες. Κάνουν λόγο για ηθικά αντανακλαστικά στα κοινωνικά στερεότυπα. Εχουν, εντούτοις, ξεπεράσει αυτό το στάδιο. Σε αντίθετη περίπτωση, «θα αντιβαίναμε σε αυτό που πολεμάμε να αποδείξουμε: ότι είναι μια δουλειά σαν όλες τις άλλες».
Τους ακούω να κουβεντιάζουν τα πάντα γύρω από τη δουλειά τους με σιγουριά – οι λέξεις τούς βγαίνουν αγόγγυστα, πίνοντας τον καφέ και τον χυμό τους. Γνωρίζουν πολύ καλά τι κάνουν, σε ποιον κόσμο το κάνουν και διαθέτουν την αυτοπεποίθηση έμπειρων επαγγελματιών. Το περιεχόμενο της δουλειάς, όπως είναι αυτονόητο, δεν έχει καμία σημασία. Εξάλλου, «πρόκειται για μια δουλειά που την έχει ανάγκη η κοινωνία». Αρκεί, όμως, όπως μου λένε, να μη… φαίνονται – και αυτό είναι μόνιμη επωδός όλων των σεξεργαζόμενων ατόμων με τα οποία μίλησα.
Το προφίλ των πελατών
Τους ρωτώ για το τμήμα της κοινωνίας που θεωρεί τη δουλειά τους απαραίτητη. «Το προφίλ των πελατών είναι ο παντρεμένος της διπλανής πόρτας και όσοι βιώνουν σεξουαλική καταπίεση των φαντασιώσεών τους. Είναι άνθρωποι απ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα και τις ηλικίες: από 18 έως 77, στη δική μας περίπτωση. Δεν είναι μόνο το σεξ· είναι και η προσωπική επαφή. Ορισμένοι μάς φέρνουν και πεσκέσια. Το πιο ξεχωριστό που μας συνέβη ήταν ένας πελάτης που ήρθε να δοκιμάσει σεξ μαζί μας, ιδίως με τον Γιώργο, για να καταλάβει ένα στενό συγγενικό του πρόσωπο που είχε κάνει coming out ως ομοφυλόφιλο».
«Δεν μας προβλημάτισε το παιδί»
Με τα χρόνια να περνούν, ο Γιώργος και η Μαρία είχαν αποκτήσει και παιδί, προτού καν εξελίξουν την σεξουαλική τους ζωή σε επάγγελμα. Η παρουσία του παιδιού μοιάζει να μην τους έχει προβληματίσει – «όπως, ας πούμε, δεν θα προβλημάτιζε εσένα που είσαι δημοσιογράφος».
Μέχρι στιγμής, το παιδί δεν γνωρίζει τίποτα – ξέρει ότι ο μπαμπάς και η μαμά κάνουν κάποια άλλη δουλειά, ώσπου έρθει η ώρα να του το πούμε. Ολα εξαρτώνται από το πώς έχεις εσύ δουλέψει μέσα σου αυτή τη δουλειά.
Αυτό που, επίσης, τους ένοιαζε ήταν να μη μάθει το παιδί κάτι προτού οι ίδιοι αποφασίσουν να του μιλήσουν – εκείνη τη στιγμή η Μαρία στρίβει ένα τσιγάρο. «Μέχρι στιγμής, το παιδί δεν γνωρίζει τίποτα – ξέρει ότι ο μπαμπάς και η μαμά κάνουν κάποια άλλη δουλειά, ώσπου έρθει η ώρα να του το πούμε. Ολα εξαρτώνται από το πώς έχεις εσύ δουλέψει μέσα σου αυτή τη δουλειά. Αν ήταν μια δουλειά που θα την κάναμε για 5-10 χρόνια για να βγάλουμε κάποια χρήματα, ίσως δεν θα χρειαζόταν να αποκαλύψουμε κάτι. Για μας, όμως, είναι η εξ επιλογής καριέρα μας».
Το coming out των γονιών
Πώς, όμως, κουβεντιάζεις με ένα παιδί κάτι τέτοιο, ειδικά όταν πλέον είναι ενήλικο και ενδέχεται να χάσει τη ζωή κάτω από τα πόδια του; Αυτό που συνάγεται από την κουβέντα μας με τη Μαρία και τον Γιώργο είναι ότι έχουν κάνει ειδική προετοιμασία με ψυχολόγο για να προλειάνουν το έδαφος του coming out. Το παιδί, ήδη από τα 5 του, δέχεται σεξουαλική διαπαιδαγώγηση και, ταυτόχρονα, μαθαίνει να αποδέχεται τους άλλους χωρίς διακρίσεις. «Δεν γνωρίζουμε αν θα μας αποδεχτεί· τότε θα είναι ένας άλλος, αυτόνομος άνθρωπος, μπορεί να μη μας αποδεχτεί – είναι θέμα ρίσκου. Νομίζουμε ότι δεν θα είναι τόσο δύσκολο, αφού όσο μεγαλώνει αντιλαμβάνεται όλο και περισσότερα, όχι τόσο για το κομμάτι της δουλειάς, αλλά για το ζήτημα της σεξουαλικής ελευθερίας. Εχει μια υποψία ότι δεν είμαστε… ήσυχοι».
Δεν γνωρίζουμε αν θα μας αποδεχτεί το παιδί μας· τότε θα είναι ένας άλλος, αυτόνομος άνθρωπος, μπορεί να μη μας αποδεχτεί – είναι θέμα ρίσκου.
Για το ζήτημα της αποκάλυψης, η ψυχολόγος του Red Umbrella Athens, κέντρου ενδυνάμωσης ατόμων που εργάζονται στο σεξ που δημιουργήθηκε τον Δεκέμβριο 2015, Αννα Αποστολίδου, στην οποία απευθύνονται η Μαρία και ο Γιώργος, μου λέει ότι «το coming out στην οικογένεια είναι πολύ προσωπικό. Πολλά άτομα επιλέγουν να μην το κάνουν είτε το κάνουν εμμέσως, διά της συμπεριφοράς τους».
Η ερώτηση που μου φάνηκε εκείνη την ώρα αναπόφευκτη ήταν πώς θα αισθάνονταν αν το παιδί αποφάσιζε να κάνει αυτή τη δουλειά. «Δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα», μου λένε μ’ ένα στόμα, μια φωνή. «Αντιθέτως, θα μπορούσε να λάβει συμβουλές για ζητήματα ασφάλειας. Το μόνο που δεν θα θέλαμε θα ήταν να μπλέξει με προαγωγούς».
Ο κοινωνικός περίγυρος και οι… γιατροί
Εκτός, βέβαια, από το παιδί, υπάρχει και ο κοινωνικός περίγυρος. Η πρώτη σκέψη που κάνει κάποιος είναι πώς ζουν δύο άνθρωποι ως ζευγάρι σεξεργατών σε μία κοινωνία που κάνει, μεν, βήματα, αλλά με αργούς ρυθμούς. «Ο στενός μας περίγυρος γνωρίζει τι κάνουμε, όχι όμως η οικογένεια –γιαγιάδες, παππούδες κ.λπ.– και το ευρύτερο περιβάλλον των παιδιών».
Παρά ταύτα, αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι η ατάκα ότι «για τη δουλειά μας έχουμε υποστεί εντελώς στερεοτυπικές συμπεριφορές ακόμα και από γιατρούς. Είχαμε πάει για εξετάσεις για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) και έχουμε ακούσει “τι τις θέλετε τις εξετάσεις; Εσείς είστε παντρεμένοι”. Ή, ακόμα χειρότερα, έχουν πει στον Γιώργο ότι είναι… ατακτούλης και όχι πιστός στη σύζυγό του, ότι “παίζει το μάτι του” και γι’ αυτό ανησυχεί για τα ΣΜΝ του».
Θέλουμε να περάσουμε από την ανοχή στην αποδοχή. Αυτό είναι το παράπονό μας – ότι μας ανέχονται· δεν μας αποδέχονται. Δεν είμαστε η δουλειά μας· κάνουμε απλώς αυτή τη δουλειά.
Το ζήτημα της επίσκεψης στον γιατρό, δε, το έθεσε και η ψυχολόγος του Red Umbrella Athens, Αννα Αποστολίδου, η οποία μου είπε ότι αν, ας πούμε, μια γυναίκα πρέπει να πάει στον γυναικολόγο, καλό είναι να μπορεί με ασφάλεια να πει ότι εργάζεται στο σεξ και να μην κριθεί από τον γιατρό που θα την εξετάσει – αυτό, όμως, δεν είναι πάντοτε εφικτό. «Αλλα άτομα το λένε και δέχονται άσχημη αντιμετώπιση – είτε λεκτική είτε έμμεση επιθετική συμπεριφορά, όπως είναι ένας γιατρός που μπορεί να καλέσει πέντε ειδικευόμενους και να εκθέσει το εξεταζόμενο άτομο».
Λίγο προ της ολοκλήρωσης της κουβέντας μας, ρωτώ τη Μαρία και τον Γιώργο αν έχουν κάποιο παράπονο. «Καταρχήν, δεν είμαστε τίποτε άλλο από ένα ζευγάρι που κάνει ό,τι κάνουν και τα υπόλοιπα ζευγάρια. Είμαστε άνθρωποι χωρίς ουδεμία ιδιαιτερότητα στην καθημερινότητά μας. Θέλουμε, όμως, να περάσουμε από την ανοχή στην αποδοχή. Αυτό είναι το παράπονό μας – ότι μας ανέχονται· δεν μας αποδέχονται. Δεν είμαστε η δουλειά μας· κάνουμε απλώς αυτή τη δουλειά».
Πώς είναι να συζείς με σεξεργάτη;
Με αυτή τη σκέψη υπό μάλης και με όλη την πληροφορία για την κοινή δουλειά της Μαρίας και του Γιώργου, αναρωτιέμαι πώς είναι να είσαι σύντροφος σεξεργαζόμενου ατόμου. Σπεύδω να συναντήσω έναν 23χρονο άνδρα, που μου συστήνεται ως Ιων και που έχει υπάρξει σύντροφος σεξεργάτη, αποφασίζοντας, τελικά, και ο ίδιος να ακολουθήσει το ίδιο επάγγελμα. Βρισκόμαστε στο σπίτι του, πέριξ της Πατησίων, ένα μεσημέρι και του ζητώ να μου πει τη δική του εμπειρία όσο συζούσε με σεξεργάτη. Γύρω μας, σκούροι τοίχοι, ένα μπάσο, ο πίνακας της drag queen Devine, δύο γάτες, οι «Αναμνήσεις» της Patti Lu Pone και, φυσικά, ένα κομμωτικό μπουντουάρ – όλη του η πολυεπίπεδη ζωή σε μια χούφτα αντικείμενα.
Από το πρώτο τους ραντεβού, ο σύντροφος του συνομιλητή μου του είπε τι δουλειά κάνει. «Εγώ απλώς του ανέφερα ότι δεν με νοιάζει τι συμβαίνει με τη δουλειά – με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι είναι μόνο δουλειά. Του είχα, μάλιστα, πει: “Οταν επιστρέφεις από τη δουλειά σ’ εμένα, μου αρκεί να ξέρω ότι είσαι εκεί, σ’ εμένα”. Αν είναι ξεκάθαρος ποιος είναι ποιος, δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Δεν ήταν, δηλαδή, κάποια ιδιαίτερη διαδικασία, από την οποία έπρεπε να περάσουμε. Στην αρχή, δε, εγώ ήμουν πιο κουλ από εκείνον. Εκείνος είχε αμφιβολίες για το αν θα ήθελε να δουλέψει, επειδή, όπως έλεγε, ήταν ερωτευμένος μαζί μου. Δεν υπήρξε, εξάλλου, ζήτημα αποδοχής γι’ αυτό που κάνει· εγώ τον ήθελα, και μόνον αυτό με ένοιαζε. Αλλωστε, όταν είσαι με ένα σεξεργαζόμενο άτομο, παίρνεις όλο το “πακέτο”· δεν μπορεί, δηλαδή, ο άλλος να κάνει εκπτώσεις στη δουλειά του για να προσαρμοστεί – αλλά ούτε κι εγώ θα έκανα εκπτώσεις».
Οταν είσαι με ένα σεξεργαζόμενο άτομο, παίρνεις όλο το “πακέτο”· δεν μπορεί, δηλαδή, ο άλλος να κάνει εκπτώσεις στη δουλειά του για να προσαρμοστεί – αλλά ούτε κι εγώ θα έκανα εκπτώσεις.
Ο Ιων, που έχει τελειώσει μουσικό σχολείο, με ειδίκευση στα νυκτά έγχορδα, και σχολή Κομμωτικής («από μικρός έκανα… αφέλειες στα φουντάκια των καλυμμάτων της μαμάς μου»), ακούγεται, όπως η Μαρία και ο Γιώργος, ένας άνθρωπος που έχει δουλέψει τα όρια της αποδοχής του εαυτού του και των άλλων – μου μιλάει σταθερά και αποφασισμένα, καθισμένος στον καναπέ του και με τη μία γάτα απλώς να κάθεται ακίνητη πίσω του. Σε αυτό τον είχε βοηθήσει, όπως μου διηγείται, και ο σεξεργαζόμενος σύντροφός του.
«Ημουν βέβαιος ότι με τη συμπεριφορά του δεν μου άφηνε χώρο για ανασφάλεια, και ποτέ δεν έμπλεκε τα προσωπικά με τα επαγγελματικά του. Εκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να μου δείχνει ότι με θέλει. Ποιος δεν χρειάζεται, ασφαλώς, την επιβεβαίωση;».
Ξεκινώντας τη διαδικτυακή σεξεργασία
Η ζωή τους κυλούσε, ώσπου ο Ιων αποφάσισε να δοκιμάσει κι εκείνος τη σεξεργασία, κυρίως για το γρήγορο χρήμα, όπως είχαν, εξάλλου, αναφέρει η Μαρία και ο Γιώργος – είναι η στιγμή που γελάει λιγάκι συνεσταλμένα, έστω και για μια στιγμή. «Είχα… χαζό κίνητρο ξεκινώντας τη διαδικτυακή σεξεργασία, ενώ ήμουν μαζί του. Είχα μόλις σταματήσει από μία δουλειά. Οταν χάλασε το κινητό μου, ήθελα να πάρω καινούργιο, αλλά χρήματα δεν υπήρχαν. Και του λέω, “τι θα έλεγες να με βοηθήσεις να βγάλω κάποια χρήματα;”. Συμφώνησε και, μάλιστα, με βοήθησε να δημιουργήσω τις πλατφόρμες μου, μου έμαθε τα εργαλεία της δουλειάς, με συμβούλευε στο περιεχόμενο, με έφερε σε επαφή με κοινό. Με βοήθησε πάρα πολύ στα πρώτα μου βήματα», μου διηγείται.
Το κίνητρο, όμως, άλλαξε πολύ γρήγορα για τον ίδιο. Συνειδητοποίησε ότι είναι κάτι που κάνει καλά και έχει απήχηση. Αισθανόταν –και εξακολουθεί– να αισθάνεται ωραία. Ο Ιων, όμως, είναι ένα πολυπρισματικό άτομο που θεωρεί ότι δεν μπορεί να κάνει μόνον ένα πράγμα· όχι διότι δεν «έρχονται λεφτά στο σπίτι», όπως λέει, αλλά επειδή έτσι είναι η «κατασκευή» του – «δεν είμαι… μονοθεματικός άνθρωπος», μου λέει. Εξάλλου, αυτό φαίνεται από τους συνειρμούς που κάνει στην κουβέντα μας.
«Από εδώ και πέρα… καλή τύχη σε αυτό τον κόσμο»
Ετσι, είναι διαδικτυακός σεξεργάτης, κομμωτής, ενώ μέχρι πρότινος δούλευε και στον χώρο της νυχτερινής διασκέδασης. «Από εδώ και πέρα… καλή τύχη σε αυτό τον κόσμο, όπου χρειάζεται να πείσεις τους άλλους ότι δεν είναι απλώς κάποιος που θέλει μόνο σεξ, επειδή ένα κομμάτι της δουλειάς μου είναι αυτό. Είναι πρόβλημα το πώς με αντιμετωπίζει ο κόσμος. Από τότε που ανέβηκε η πλατφόρμα και άρχισε κάποιος κόσμος να με αναγνωρίζει στους χώρους όπου κινούμουν, οι άνθρωποι φοβούνται να με πλησιάσουν, έπαψαν να με φλερτάρουν. Πολλές φορές, δε, επιστρέφω στο σπίτι και βρίσκω μηνύματα που λένε ότι με είδαν έξω. Ποτέ, όμως, δεν έρχονται να μου μιλήσουν. Είναι, φαίνεται, πιο εύκολο να πεις σε έναν τραγουδιστή «τι ωραία που τραγουδάς» από το να πεις σε κάποιον σαν εμένα “τι ωραία που γ*******” – είναι ταμπού. Με προσεγγίζουν, φυσικά, ταυτίζοντας το ένα κομμάτι της δουλειάς μου με τον εαυτό μου, με το ποιος είμαι. “Και τι περίμενες, ρε φίλε, αφού ανεβάζεις τσόντες, πώς θες να σου μιλάει ο κόσμος”, ακούω πολύ συχνά σε πλατφόρμες γνωριμιών. Εγώ δεν μπορούσα να μπω σε μια τέτοια κουβέντα, δεν υπάρχει έδαφος να την κάνεις. Μπορεί να εκθέτω τον εαυτό μου στο διαδίκτυο, κάνοντάς το ως δουλειά, δεν το κάνω ως φετίχ ή για να περάσω την ώρα μου, είναι δύσκολη διαδικασία και έχει δούναι και λαβείν. Και όπως έχω διαφορετική προσέγγιση όταν κουρεύω, έτσι, διαφορετική, έχω και όταν δημιουργώ περιεχόμενο, και εντελώς διαφορετική στην προσωπική μου ζωή. Ο κόσμος εκεί έξω δεν το επεξεργάζεται εύκολα. Δεν είναι θλιβερό, είναι κουραστικό», αφηγείται με μιαν ανάσα ο Ιων.
Με προσεγγίζουν, φυσικά, ταυτίζοντας το ένα κομμάτι της δουλειάς μου με τον εαυτό μου, με το ποιος είμαι. «Και τι περίμενες, ρε φίλε, αφού ανεβάζεις τσόντες, πώς θες να σου μιλάει ο κόσμος», ακούω πολύ συχνά.
Ο ίδιος, όμως, έχει επιλέξει, όταν γνωρίζει έναν άνθρωπο, να είναι εξαρχής ειλικρινής – και έχει συνηθίσει η πλειονότητα να γίνεται… καπνός μόλις ακούει περί σεξεργασίας. Δεν μετανιώνει· άλλωστε, όπως λέει, η δουλειά τον έχει ωριμάσει και τον έχει κάνει πιο αυστηρό με τον εαυτό του, αλλά έχει κι εκείνος, κατά καιρούς, τις αμφιβολίες του.
«Δεν είμαι μάστερ των συναισθημάτων», εξομολογείται, και είναι η στιγμή που συγκεντρώνεται σε αυτό που του συμβαίνει για να το περιγράψει. «Προσπαθώ να εξηγήσω ότι αυτό που κάνω είναι μόνο δουλειά, και τίποτε άλλο. Διαχωρίζω απολύτως την επαφή στη δουλειά από την επαφή στην προσωπική μου ζωή – είναι εντελώς ξεχωριστά πράγματα για μένα. Η δουλειά απαιτεί μια μακρά προεργασία, έχει κάμερες, φώτα, κατ, επαναλήψεις· είναι προσεκτική περφόρμανς· ένα κανονικό γύρισμα. Στην προσωπική μου ζωή είμαι… άνθρωπος, δεν χρειάζεται να υποδυθώ οτιδήποτε, δεν είμαι αψεγάδιαστος. Είναι πιο αληθινό, πιο ανθρώπινο».
==================
=================
Blogger:
...αν κατάλαβα καλά, η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στέλνει τους νέους που ψάχνουν για δουλειά να πάνε να .$@..μηθούν, ή είναι ιδέα μου. Τελικά γίναμε χώρα πολύ προχώ να ..ούμε...
... για να μην είμαστε και κακοί το άρθρο έχει και πανανθρώπινα μηνύματα π.χ. H πρόταση συνεισφέρει στην μείωση του CO2 στην ατμόσφαιρα και ο λόγος είναι προφανής. Δεν χρειάζονται να καταναλώνονται τόσα καύσιμα (αεροπλάνα - παπόρια,...) να τρέχουν οι Ευρωπαίοι σε Ταϋλάνδη (Δες εδώ) και άλλους τέτοιους εξωτικούς προορισμούς, που είναι και μακριά, αλλά να καλλύπτουν τας ανάγκας τους στην Ελλάδα. Μένει όμως να δημιουργηθούν και τα ΙΕΚ για την κατάλλληλη εκπαίδευση και προπαντώς η ασφαλιστική κάλυψις. Αρκεί το καθεστώς των εκδιδομένων ή χρειάζονται επειγόντως προσθήκες; Είμαι σίγουρος ότι ο συγραφέας του άρθου να περιλάβει τις παραρητήσεις μου σε επόμενη έκδοση, γιατί φρονώ ότι είμαστε στην αρχή (της ξεφτίλας).
===========
Και για να μην λέτε ότι δεν σας προϊδέασα...
Βλέπε εδώ:
- Το πολιτικό προσωπικό και οι οικονομολόγοι έχουν αποδεχθεί πλήρως την αποικιοποίηση και την μετατροπή της χώρας σε γερμανικό προτεκτοράτο με ότι αυτό συνεπάγεται. Η δε οικονομία θα πάρει τη μορφή που θα επιβάλλουν οι Ευρωπαίοι - Γερμανοί, αφού στα χέρια τους βρίσκονται οι μοχλοί για να ενισχύσουν ή να διαλύσουν ολόκληρους τομείς. Στην καλύτερη περίπτωση η χώρα θα μετατραπεί σε Ταϊλάνδη των Βαλκανίων αρκετά κοντά για τις (φτηνές) διακοπές των Ευρωπαίων.
Σχόλια