«Τον πόλεμο τον χάνει η Ευρώπη. Κάντε διαπραγματεύσεις!»

Πρόταση ειρήνευσης στην Ουκρανία από Γερμανούς διανοούμενους και έναν στρατηγό.

Του Νίκου Αλεξάτου

Μπορεί οι πολλαπλές κρίσεις στη χώρα μας να επισκιάζουν τις εξελίξεις στο πολεμικό μέτωπο στην Ουκρανία, δε σημαίνει όμως αυτό πως ο πόλεμος δε συνεχίζεται. Η επίδραση του πολέμου είναι καταλυτική και οι συνέπειες άμεσες σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, σε όλα τα πεδία, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό. Η Ευρώπη εν μέσω πολέμου αλλάζει και η αλλαγή είναι προς το χειρότερο. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Βλέποντας τις τεκτονικές αλλαγές που προκαλεί πρωτίστως ο πόλεμος, αλλά και οι επιπτώσεις των μεγάλων παγκόσμιων αλλαγών που συντελούνται και που θέτουν τη Γερμανία ολοένα και περισσότερο εκτός του κέντρου του παγκόσμιου γίγνεσθαι, παρατηρεί κανείς πως διαμορφώνονται σε όλα τα στρώματα της γερμανικής κοινωνίας δύο ομαδοποιήσεις, ετερόκλητες μεν, ολοένα και πιο συμπαγείς δε.

Η μία ομαδοποίηση περιλαμβάνει τους οπαδούς και τροφοδότες του πολέμου. Με κύριους εκφραστές πολιτικά τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους, το κομμάτι αυτό της γερμανικής κοινωνίας συντάσσεται αναφανδόν με την ολόπλευρη στήριξη του καθεστώτος Ζελένσκι με στόχο τη στρατηγική ήττα της Ρωσίας. Κανένα κόστος δεν είναι γι’ αυτούς μεγάλο. Όπως είχε πει η Γερμανίδα υπουργός εξωτερικών πριν κάποιους μήνες στην – κατά τ’ άλλα αποτυχημένη – επίσκεψή της στη Βραζιλία απευθυνόμενη στο βραζιλιάνικο κοινό της, η στρατιωτική ενίσχυση του Κιέβου είναι πιο σημαντική από τις τιμές των τροφίμων. Εννοώντας πως έχει λιγότερη σημασία αν θα έχουν γάλα τα παιδιά στις φαβέλες ή στάρι οι άνθρωποι στο Σουδάν και τη Σομαλία. Το αυτό ισχύει και για το εσωτερικό της Γερμανίας, τηρουμένων πάντα των αναλογιών.

Για παράδειγμα, ενώ οι πόλεις της Γερμανίας αντιμετωπίζουν μια άνευ προηγουμένου στεγαστική κρίση με ανυπολόγιστες συνέπειες στην κοινωνική ζωή και την οικονομική δραστηριότητα, εν μέσω ύφεσης και δραματικής έλλειψης εργατικού δυναμικού, τα χρήματα των Γερμανών φορολογουμένων διοχετεύονται για την εξασφάλιση πόρων στον στρατό της Ουκρανίας ώστε να διεξάγει τις κατά γενική ομολογία αποτυχημένες επιχειρήσεις του.

Από την άλλη πλευρά, ένα σημαντικότατο τμήμα της γερμανικής κοινωνίας, το οποίο επίσης διαχέεται σε όλες τις κοινωνικές τάξεις και σε πληθώρα κοινωνικών ομάδων, δε θέλει τη συμμετοχή της χώρας στον πόλεμο. Αυτό το τμήμα πολιτικά εκφράζεται μέσα από την ξενοφοβική φιλελεύθερη και με ακροδεξιές τάσεις Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), από τμήματα της σοσιαλδημοκρατίας και λιγότερο της χριστιανοδημοκρατίας, νωχελικά από το κόμμα της Αριστεράς DieLinke, καθώς και από την Ζάρα Βάγκενκνεχτ και όσους συσπειρώνονται γύρω από αυτήν. Αυτή η συσπείρωση ταυτόχρονα φαίνεται να αποτελεί και το μόνο φραγμό στη συνολική επέλαση της AfD.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες έκανε την εμφάνισή του ένα σχέδιο ειρήνευσης που υπογράφεται από τέσσερις προσωπικότητες της μεγαλύτερης ηλικιακά γενιάς. Ο γιος του ιστορικού ηγέτη της σοσιαλδημοκρατίας Βίλλυ Μπραντ, ο ιστορικός και επίσης σοσιαλδημοκράτης Πέτερ Μπραντ, ο στρατηγός της αεροπορίας εν αποστρατεία Χάραλντ Κούγιατ, πρώην αρχηγός του γερμανικού ΓΕΕΘΑ και πρώην πρόεδρος της στρατιωτικής επιτροπής του ΝΑΤΟ. Μαζί τους ο Χορστ Τέλτσικ, ειδικός εξωτερικής πολιτικής της χριστιανοδημοκρατίας από τη δεκαετία του 1970, εξ απορρήτων του καγκελαρίου Χέλμουτ Κολ, αναπληρωτής διευθυντής του γραφείου του καγκελαρίου. Ο Τέλτσικ συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις του Κολ με την Πολωνία και την ΕΣΣΔ το 1989-1990. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την οικονομία, υπήρξε μεταξύ άλλων μέλος του διοικητικού συμβουλίου της BMW, πρόεδρος της Boeingστη Γερμανία. Τέλος, διηύθυνε τη σύνοδο ασφάλειας του Μονάχου, μια σημαντική διεθνή διοργάνωση, από το 1999 ως το 2008. Τέλος, το σχέδιο συνυπογράφει ο πολιτικός επιστήμονας Χάγιο Φούνκε. Στέλεχος της φοιτητικού κινήματος του Βερολίνου στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και αρχές της δεκαετίας του 1970, είναι ειδικός σε ζητήματα ακροδεξιάς και αντισημιτισμού, με ενεργό δράση σχετικά και εκτός πανεπιστημίου. Έχει παρασημοφορηθεί από το κράτος.

Πρόκειται εδώ για την τρίτη έκκληση, ώστε η Γερμανία να δράσει για τον τερματισμό του πολέμου μέσω διαπραγματεύσεων. Η πρώτη έγινε τον Φεβρουάριο φέτος με το μανιφέστο για την ειρήνη που δημοσίευσαν η Βάγκενκνεχτ και η παλαίμαχη αγωνίστρια για τα δικαιώματα της γυναίκας, Άλις Σβάρτσερ. Το μανιφέστο οδήγησε σε μεγάλα συλλαλητήρια στο Βερολίνο και αλλού στη Γερμανία. Η δεύτερη με το κείμενο 200 στελεχών της σοσιαλδημοκρατίας που δημοσιεύτηκε αρχές Απριλίου. Στο πρώτο κείμενο βρίσκουμε τις υπογραφές του Κούγιατ και του Φούνκε. Και στα δύο υπογράφει ο Μπραντ. Τώρα προστίθεται και ο χριστιανοδημοκράτης Τέλτσικ. Το μέτωπο διευρύνεται και κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους τέσσερις πως εξυπηρετούν με κάποιο τρόπο σχέδια του Κρεμλίνου.
Η πρόταση των τεσσάρων

Όπως σημειώνει ο Γερμανός πρώην υψηλόβαθμος διπλωμάτης Μίχαελ φον ντερ Σούλενμπουργκ, πρόκειται για το πιο περιεκτικό σχέδιο ειρήνευσης που έχει διατυπωθεί από ενάρξεως του πολέμου. Ο Σούλενμπουργκ εκτιμά πως βρισκόμαστε σε μια εξαιρετικά κρίσιμη φάση του πολέμου και πως η πιθανή οριστική αποτυχία της ουκρανικής αντεπίθεσης θα φέρει το ΝΑΤΟ τους επόμενους μήνες, ίσως και στις επόμενες εβδομάδες μπροστά στο δίλλημα να κλιμακώσει τον πόλεμο ενάντια στη Ρωσία ή αντίθετα να οδηγηθεί σε διαπραγματεύσεις. Ο διπλωμάτης κάνει σαφώς λόγο περί πολέμου του ΝΑΤΟ ενάντια στη Ρωσία. Η κλιμάκωση θα φέρει τον κόσμο, και όχι μόνο την Ουκρανία, ακόμη πιο κοντά στον πυρηνικό πόλεμο. Γι’ αυτό είναι επείγον να γίνουν διαπραγματεύσεις και το κείμενο των τεσσάρων Γερμανών αποτελεί μία σοβαρή και λεπτομερή βάση για αυτές.

Ο διπλωμάτης συνεχίζει λέγοντας πως ενώ έχουν υπάρξει πρωτοβουλίες ειρήνευσης από πλευράς Κίνας, Ινδονησίας, Βραζιλίας, Μεξικού, της Αφρικανικής Ένωσης, του Βατικανού, της Τουρκίας και του Ισραήλ, δεν υπάρχει καμία πρωτοβουλία εκ μέρους της ΕΕ και όπως λέει «δυστυχώς» ούτε από τη Γερμανία. «Η ΕΕ κωφεύει», λέει χαρακτηριστικά ο φον ντερ Σούλενμπεργκ και φαίνεται να μην μπορεί να δει πως θα είναι η Ευρώπη μετά τον πόλεμο, αγνοεί τις πολλαπλές συνέπειες για τους ανθρώπους και δεν διδάσκεται από την ιστορία. Την χαρακτηρίζει «άκαμπτη, αδιάλλακτη».

Η πρόταση των τεσσάρων έρχεται να συμπληρώσει τις πρωτοβουλίες των κρατών που προαναφέρθηκαν και ξαναπιάνει το νήμα από τις αποτυχημένες διαπραγματεύσεις στην Κωνσταντινούπολη τον Μάρτιο του 2022. Ξεκαθαρίζει πως ο πόλεμος είναι επιθετικός από την πλευρά της Ρωσίας. Αυτό όμως δεν ακυρώνει την ανάγκη για το Κίεβο και τις δυνάμεις που το υποστηρίζουν να κινηθούν στην κατεύθυνση της ειρήνευσης καθώς ο πόλεμος έχει φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα καταστρεπτικότητας. Δεν μπορεί να υπάρξει νικητής.

Το σχέδιο προβλέπει την άμεση κατάπαυση του πυρός και την άμεση έναρξη διαπραγματεύσεων. Σε αντίθεση με αυτό που πιστεύεται στην Ευρώπη, οι συντάκτες θεωρούν πως ο πρόεδρος Πούτιν είναι σαφώς ανοιχτός και πρόθυμος για διαπραγματεύσεις. Στόχος πρέπει να είναι οι πολιτικές λύσεις με την Ουκρανία να βγαίνει από αυτές ουδέτερη και με εγγυήσεις για την εδαφική της ακεραιότητα και την υπόστασή της ως κράτος. Για το καθεστώς την Κριμαία, το Λούγκανσκ, το Ντονιέτσκ, τη Χερσώνα και τη Ζαπορίζια πρέπει επίσης να υπάρξει πολιτική λύση, προφανώς μέσω δημοψηφισμάτων. Οι ενστάσεις της Ρωσίας προς το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ για ζητήματα ασφαλείας, όπως διατυπώθηκαν με το έγγραφο της 17ης Δεκεμβρίου 2021 πρέπει να ληφθούν υπόψη.

Οι διαπραγματεύσεις θα είναι δύσκολες καθώς η εμπιστοσύνη έχει καταρρεύσει. Εδώ οι συντάκτες υπαινίσσονται τις αποκαλύψεις σχετικά με τις συμφωνίες του Μινσκ, όταν δυτικοί ηγέτες και ο πρώην πρόεδρος της Ουκρανίας Ποροσένκο παραδέχτηκαν πως χρησιμοποίησαν τις συμφωνίες για να κερδίσουν χρόνο και δεν προτίθεντο να τις τηρήσουν.

Ο Σούλεμνπεργκ επισημαίνει πως ο πραγματικός χαμένος του πολέμου θα είναι η Ευρώπη και συγκεκριμένα η Ε.Ε.. Οι ΗΠΑ έχουν τραβηχτεί πίσω. Ο παγκόσμιος Νότος δημιουργεί θεσμούς που προσπερνάν τον ΟΗΕ, του οποίου η στάση είναι σύμφωνα με τον διπλωμάτη «απογοητευτική». Οι κυρώσεις που τελικά βλάπτουν την ίδια την Ε.Ε., η ενεργειακή κρίση, η αύξηση των τιμών των πρώτων υλών, η απώλεια αγορών για τις ευρωπαϊκές οικονομίες, οι κρίσεις στην περιφέρεια της ΕΕ, όλα αυτά δείχνουν πως η Ε.Ε. αποδυναμώνεται σημαντικά. Για αυτούς τους λόγους γίνεται το κάλεσμα για ανάληψη διπλωματικής πρωτοβουλίας όσο ακόμη υπάρχει καιρός.

Πηγή: ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ

Σχόλια