Wall Street Journal : Νέα παγκόσμια οικονομική τάξη. Aντιμέτωπα με τους γίγαντες, τα «μικρά» κράτη δυσκολεύονται

Οι υψηλές επιδοτήσεις και η άνοδος του προστατευτισμού υπονομεύουν δεκαετίες ελεύθερου εμπορίου. Κράτη όπως το Ηνωμένο Βασίλειο ή η Σιγκαπούρη αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
Για να κερδίσουν στον ξέφρενο ανταγωνισμό για τους αυριανούς τομείς, οι παγκόσμιοι οικονομικοί κολοσσοί επιδοτούν τα πάντα. Οι χώρες που δεν μπορούν να πληρώσουν τέτοια ποσά μένουν πίσω.
Οι εκπτώσεις φόρου για μπαταρίες, ηλιακούς συλλέκτες και άλλες πράσινες τεχνολογίες σηκώνουν ένα τεράστιο κύμα κεφαλαίων στις Ηνωμένες Πολιτείες, ένα κύμα στο οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) προσπαθεί να απαντήσει με το δικό της πρόγραμμα. Η Ιαπωνία θα δανείσει 150 δισεκατομμύρια δολάρια για να στηρίξει επενδύσεις σε πράσινες τεχνολογίες. Κοινός τους στόχος : να εξαρτώνται λιγότερο από την Κίνα, η οποία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή σε τομείς όπως οι μπαταρίες και τα ορυκτά που χρειάζονται για την παραγωγή τους.
Το πρόβλημα είναι ότι οι μικρότεροι παίκτες δεν μπορούν να συμβαδίσουν. Αυτές είναι συχνά ευκίνητες οικονομίες που είχαν ενισχυθεί από δεκαετίες ελεύθερου εμπορίου και νοιώθουν λιγότερα άνετα σε αυτή τη νέα εποχή επιθετικών βιομηχανικών πολιτικών. Από το Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι τη Σιγκαπούρη, δεν υπάρχει η απαραίτητη δύναμη πυρός για να προσφερθούν επιδοτήσεις συγκρίσιμες με τους γίγαντες. Αναδυόμενες χώρες όπως η Ινδονησία, που πόνταραν πολλά  στους φυσικούς της πόρους βρίσκονται επίσης απειλούμενες.
Για παράδειγμα, στην Intel προσφέρθηκε επιταγή 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το γερμανικό κράτος για την κατασκευή δύο εργοστασίων ημιαγωγών. Σύμφωνα με τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς, πρόκειται για τη μεγαλύτερη άμεση ξένη επένδυση στην ιστορία της χώρας. Το ποσό ξεπερνάει τον ετήσιο προϋπολογισμό του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας της Σιγκαπούρης.
«Δεν μπορώ να σας κρύψω την αλήθεια. Απλώς δεν μπορούμε να συμβαδίσουμε», δήλωσε ο Lawrence Wong, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, κατά τη διάρκεια πολιτικού meeting.
Για πολλές εταιρείες τεχνολογίας που γεννήθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο, η ανάπτυξη βρίσκεται αλλού. Η Nexeon, μια βρετανική start-up μπαταριών, ανέπτυξε την τεχνολογία της κοντά στην Οξφόρδη, εν μέρει με δημόσιο χρήμα. Πέρυσι, συγκέντρωσε περισσότερα από 200 εκατομμύρια δολάρια, αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα δημιουργήσει τα πρώτα της εργοστάσια στη Νότια Κορέα ή στην Βόρεια Αμερική.
«Δυστυχώς όχι στο Ηνωμένο Βασίλειο», εξέφρασε τη λύπη του ο γενικός διευθυντής του Scott Brown. Χωρίς κρατική υποστήριξη για τον τομέα των μπαταριών, η Nexeon δεν βλέπει τα πράγματα να αλλάζουν.
Η AMTE Power, ένας από τους λίγους βρετανικούς κατασκευαστές μπαταριών, δήλωσε ότι θα μπορούσε να επανεξετάσει τα εργοστασιακά της πλάνα στη Σκωτία, δεδομένης της διαφοράς στις επιδοτήσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης. Υψος της επένδυσης : περισσότερα από 200 εκατομμύρια δολάρια. Η Arrival, μια start-up που ειδικεύεται στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, δήλωσε πέρυσι ότι λόγω φορολογικών πλεονεκτημάτων, προτιμούσε να επικεντρώσει την παραγωγή στις Ηνωμένες Πολιτείες και όχι στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Με τον Reduction Act, πραγματικό θησαυρό για τις ξένες επενδύσεις, η Ουάσιγκτον προσφέρει όχι λιγότερο από 369 δισεκατομμύρια δολάρια σε βοήθεια και χρηματοδότηση για καθαρή ενέργεια. Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία BMW μόλις έθεσε τον θεμέλιο λίθο για ένα εργοστάσιο μπαταριών στη Νότια Καρολίνα. Οι Κορεάτες Hyundai και LG ανακοίνωσαν την κατασκευή ενός εργοταξίου στη Γεωργία έναντι 4,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Panasonic επέλεξε το Κάνσας (και όχι την Ιαπωνία) για το εργοστάσιό της.
Μετά από δεκαετίες κατάργησης των φραγμών στο εμπόριο και τις επενδύσεις μεταξύ των χωρών, ο αγώνας για τις επιδοτήσεις σηματοδοτεί μια αλλαγή πορείας.
Η παγκοσμιοποίηση είχε μετατρέψει κάποτε μειονεκτούσες χώρες όπως η Νότια Κορέα και η Ταϊβάν σε ανεπτυγμένες οικονομίες που υπερέχουν στην υψηλή τεχνολογία, βγάζοντας εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια. Οι δυτικοί καταναλωτές, από την άλλη, έχουν συνηθίσει σε φθηνά καταναλωτικά προϊόντα και έχουν δει το βιοτικό τους επίπεδο να αυξάνεται. Η τεχνολογική πρόοδος και οι νέοι όροι management όπως τα αγαθά και οι οικονομικοί πόροι, ταξιδεύουν από χώρα σε χώρα.
Η παγκοσμιοποίηση έφερε μαζί της και ζημιές. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δυτική Ευρώπη, πρώην ευημερούσες περιοχές έχουν πληγεί από τις μετεγκαταστάσεις στην Ασία ή στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ. Με την παγκόσμια οικονομία να καταναλώνει όλο και περισσότερους φυσικούς πόρους, το περιβάλλον έχει γίνει θέμα ανησυχίας. Ορισμένες οικονομίες έχουν αποσταθεροποιηθεί από την κίνηση των κεφαλαίων, είτε αυτών που εισέρχονται, είτε αυτών που εξέρχονται.
Είτε για ζητήματα εθνικής ασφάλειας, γεωπολιτική αντιπαλότητα ή υλικοτεχνικά προβλήματα, η αναστροφή αυτής της ολοκλήρωσης δεν είναι χωρίς κινδύνους, προειδοποιούν οι οικονομολόγοι. Περισσότερο σε κίνδυνο βρίσκονται οι μικρές αναπτυσσόμενες οικονομίες που χρειάζονται πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές για να αποκτήσουν περισσότερη ευημερία.
«Σε όλο τον κόσμο, βλέπουμε μια κίνηση αναδίπλωσης στον εαυτό μας, απόρριψης του ελεύθερου εμπορίου και των ελεύθερων επενδύσεων, υπογραμμίζει ο David Loevinger, πρώην αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, τώρα υπεύθυνος για τις αναδυόμενες αγορές στην TCW, διαχειριστής περιουσιακών στοιχείων. Η Ευρώπη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα έχουν μπει σε μία κούρσα επιδοτήσεων στον οποίο οι χαμένοι είναι οι μικρότερες οικονομίες με πιο περιορισμένους δημοσιονομικούς πόρους. »
Αυτή η δυτική επιστροφή στις προστατευτικές βιομηχανικές πολιτικές θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα επιζήμια για τις χώρες που ήλπιζαν να επωφεληθούν από την έκρηξη των πράσινων τεχνολογιών για να τονώσουν την οικονομική τους ανάπτυξη.
Η Ινδονησία, για παράδειγμα, σκόπευε να εκμεταλλευτεί τους άφθονους πόρους νικελίου της, αλλά οι κανόνες που θεσπίστηκαν στο πλαίσιο του αμερικανικού νόμου Reduction Act καθιστούν μη επιλέξιμες για επιδοτήσεις μπαταρίες που περιέχουν σημαντική ποσότητα χημικών στοιχείων που προέρχονται από χώρες που δεν έχουν συνάψει συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτή είναι η περίπτωση της Ινδονησίας.
«Έχουμε τους φυσικούς πόρους, έχουμε τους ανθρώπινους πόρους, είμαστε δημοκρατία», υπενθύμισε ο Arsjad Rasjid, πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της Ινδονησίας, κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης. Μην μας αποκόπτετε από τον κόσμο. »
Οι νικητές
Πρωταθλητές στον αγώνα των επιδοτήσεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες βιώνουν αυτή τη στιγμή μια επενδυτική έκρηξη. Σύμφωνα με στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, πέρυσι έλαβαν περίπου το 22% των άμεσων ξένων επενδύσεων, γεγονός που τους τοποθετεί στην πρώτη θέση. Ωστόσο, αυτό είναι ελαφρώς μικρότερο από ό,τι το 2021 (26%), όταν άρχισαν να αυξάνονται ξανά μετά από ένα κενό κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά σημαντικά περισσότερο από το 2019 (13%). Οι δαπάνες για την κατασκευή βιομηχανικών χώρων αυξήθηκαν κατά 76% τον Μάιο σε ετήσια βάση, σύμφωνα με το Census Bureau, φτάνοντας τα 194 δισεκατομμύρια δολάρια σε εποχικά προσαρμοσμένα δεδομένα.
Η χρηματοδότηση της Nexeon αποκαλύπτει επίσης την ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να ξεπερνούν τις υπόλοιπες. Εκτός από τα κεφάλαια που συγκεντρώθηκαν πέρυσι, η start-up έλαβε επιταγή δύο εκατομμυρίων λιρών από βρετανικό δημόσιο ταμείο που ειδικεύεται στα ηλεκτρικά οχήματα.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, δύο από τους Αμερικανούς ανταγωνιστές της, η Sila Nanotechnologies και η Group14 Technologies, έλαβαν 100 εκατομμύρια δολάρια από το Υπουργείο Ενέργειας στο πλαίσιο ενός προγράμματος που ξεκίνησε το 2021. Όπως και η Nexeon, κατασκευάζουν υλικά με βάση το πυρίτιο που χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της απόδοσης της μπαταρίας .
«Η δυναμική των αμερικανικών projects είναι απλά αδύνατο να αναπαραχθεί», συνοψίζει ο Guy Debelle, πρώην αναπληρωτής διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Αυστραλίας, τώρα διαχειριστής της Fortescue Future Industries, θυγατρικής πράσινης ενέργειας του ομίλου εξόρυξης Fortescue Metals. Αναζητώντας επενδυτικές ευκαιρίες, η εταιρεία πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες μπορούν να επιδοτήσουν ένα έργο έως και 60%, είναι ο πιο πιθανός προορισμός.
Η ΕΕ προετοιμάζει επίσης το πρόγραμμα υποστήριξής της, το οποίο προβλέπει κυρίως τη χαλάρωση των κριτηρίων για τη χορήγηση επιδοτήσεων. Μέχρι το 2030, θέλει το 40% των τεχνολογιών που είναι απαραίτητες για την ενεργειακή μετάβαση να προέρχονται από την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένου του ηλιακού εξοπλισμού (ένας τομέας που σήμερα κυριαρχεί η Κίνα), των ανεμογεννητριών και των μπαταριών.
Σύμφωνα με το Benchmark Minerals Intelligence, ο αριθμός των projects που σχετίζονται με μπαταρίες στις Ηνωμένες Πολιτείες αυξήθηκε κατά 67% από την υιοθέτηση του Reduction Act και βρίσκεται πλέον στο ίδιο επίπεδο με την Ευρώπη, όπου η αύξηση ανέρχεται στο 26%,
Το πρόβλημα του Brexit
Η εξέλιξη του διεθνούς εμπορίου έρχεται σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη στιγμή για το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο αγωνίζεται να βρει το δρόμο του στην παγκόσμια οικονομία από την έξοδό του από την ΕΕ το 2020, συνώνυμη με την απώλεια πρόσβασης στην ενιαία αγορά.
Οι υποστηρικτές του Brexit ισχυρίστηκαν ότι η χώρα θα συνάψει διμερείς συμφωνίες με άλλες χώρες και θα εκμεταλλευτεί πλήρως την παγκοσμιοποίηση. Μόνο που, από τότε, το ελεύθερο εμπόριο έχει σταματήσει και τώρα φαίνεται να χάνει έδαφος.
Το Λονδίνο πρέπει σήμερα να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις όλων των τομέων της οικονομίας : πρέπει να αντιδράσει στην παρεμβατική στροφή της παγκόσμιας οικονομίας.
Ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας είχε πρόσφατα ένα καλό νέο : ο ιδιοκτήτης της Jaguar Land Rover θα δημιουργήσει ένα εργοστάσιο μπαταριών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, οι επιδοτήσεις παραμένουν πολύ χαμηλότερες από αυτές που προτείνουν οι Αμερικανοί.
Ο Jeremy Hunt, υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας, υποσχέθηκε να αποκαλύψει ένα σχέδιο αυτό το φθινόπωρο, χωρίς όμως να δίνει πολλές ελπίδες. Το Λονδίνο «δεν θα κάνει copy paste τις πολιτικές των φίλων και συμμάχων της στην ξέφρενη κούρσα για επιχορηγήσεις. Η χώρα αντίθετα θα επιδιώξει να στοχεύσει σε τομείς όπου έχει σαφές ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.»
Wall Street Journal
L’Opinion
20/8/23

via  Babis Georges Petrakis

===================

 

Σχόλια