Τόσο οι κεμαλικοί όσο και οι νεοοθωμανοί έχουν συγκλίνουσες θεωρήσεις στο Κυπριακό. Όπως προκύπτει από δικά τους κείμενα, έχουν συνείδηση των γεωπολιτικών παραμέτρων του ζητήματος και κατ’ επέκταση έχουν γεωστρατηγική, σε αντίθεση με τη μικροελλαδική τύφλωση που κυριαρχεί στην Αθήνα. Στο προηγούμενο άρθρο μου εξέθεσα με λόγια Τούρκων αξιωματούχων την κεμαλική θεώρηση. Σήμερα, παραθέτω τη νεοοθωμανική με βάση το βιβλίο του Νταβούτογλου “Το στρατηγικό βάθος” και την αντιπαραθέτω με τη γεωπολιτική τύφλωση του μικροελλαδισμού.
Ο πρώην πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας είναι σαφέστατος: «Η Κύπρος, που κατέχει μια κεντρική θέση παγκοσμίως από την άποψη της ίσης σχεδόν απόστασης που απέχει από την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, βρίσκεται μαζί με την Κρήτη πάνω σε έναν άξονα όπου τέμνονται και οι υδάτισνες αρτηρίες. Η Κύπρος… επέχει επίσης τόπο μιας σταθερής βάσης και αεροπλανοφόρου που είναι σε θέση να ελέγχει τις περιοχές του Περσικού κόλπου και της Κασπίας και τις υδάτινες αρτηρίες του Άντεν και του Ορμούζ, οι οποίες αποτελούν τις σημαντικότερες υδάτινες περιοχές που συνδέουν Ευρασία και Αφρική. Δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει τη στρατηγική θέση της… ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
»Μια χώρα που παραμελεί την Κύπρο δεν είναι δυνατόν να έχει έναν αποφασιστικό λόγο στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές. Δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική στις παγκόσμιες πολιτικές, διότι αυτό το μικρό νησί κατέχει μια θέση που μπορεί να επηρεάσει άμεσα τους στρατηγικούς συνδέσμους μεταξύ Ασίας και Αφρικής, Ευρώπης και Αφρικής και Ευρώπης και Ασίας… Καθίσταται πασιφανές ότι η κεντρική θέση που κατέχει αυτή η περιοχή από την άποψη των ενεργειακών αξόνων της θα αποτελέσει στο μέλλον τη βασικότερη παράμετρο του παγκόσμιου ανταγωνισμού…
»Στο πλαίσιο αυτό το Κυπριακό δεν είναι ούτε ένα συνηθισμένο τουρκοελληνικό εθνοτικό ζήτημα ούτε απλώς μια χρονίζουσα τουρκοελληνική διένεξη. Η Τουρκία, που κατέχει μια θέση που επηρεάζεται άμεσα από όλες αυτές τις ισορροπίες, είναι υποχρεωμένη να αξιολογήσει την επί του Κυπριακού πολιτική της έξω από το περιορισμένο πλαίσιο των τουρκοελληνικών σχέσεων. Το Κυπριακό μετατρέπεται με μια συνεχώς και αυξανόμενη ταχύτητα σε ένα ζήτημα Ευρασίας και Μέσης Ανατολής-Βαλκανίων (Δυτικής Ασίας-Ανατολικής Ευρώπης). Η πολιτική επί του Κυπριακού πρέπει να τεθεί σε ένα νέο στρατηγικό πλαίσιο, σύμφωνο προς το ήδη διαμορφωμένο νέο (διεθνές) στρατηγικό πλαίσιο.
»Η σημασία του Κυπριακού από την οπτική της Τουρκίας μπορεί να μελετηθεί κατά βάση σε δύο κύριους άξονες: Ο πρώτος προκύπτει από την ιστορική ευθύνη της Τουρκίας για την εμπέδωση της ασφάλειας της μουσουλμανικής τουρκικής κοινότητας της νήσου και είναι ένας άξονας που έχει κοινωνικό χαρακτήρα… Ο δεύτερος σημαντικός άξονας του Κυπριακού ζητήματος είναι η σημασία της γεωγραφικής θέσης του νησιού από γεωστρατηγική άποψη. Ο άξονας αυτός καθαυτόν είναι ζωτικής σημασίας ανεξάρτητα από το ανθρώπινο στοιχείο που βρίσκεται εκεί. Ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα κυπριακό ζήτημα. Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε ένα τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου».
Η μικροελλαδική τύφλωση
Το νόημα των παραπάνω –μάλλον βαρύγδουπων ακαδημαϊκών διατυπώσεων– είναι απλό: η γεωπολιτική σημασία της Κύπρου είναι τόσο μεγάλη (όταν ο Νταβούτογλου έγραφε το βιβλίο του δεν είχαν ανακαλυφθεί τα ενεργειακά κοιτάσματα στην κυπριακή ΑΟΖ) που όποιος την ελέγχει, ή έχει βάλει πόδι, αποκτά πολύτιμο πλεονέκτημα. Όπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει ο αρχιτέκτονας της νεοοθωμανικής εξωτερικής πολιτικής, ακόμα και εάν δεν υπήρχε ούτε ένας Τούρκος στη Μεγαλόνησο, η Τουρκία έπρεπε να έχει δημιουργήσει κυπριακό πρόβλημα!
Έχει σημασία να συγκρίνουμε την τουρκική θεώρηση (κεμαλική και νεοοθωμανική) με την γεωπολιτική τύφλωση του μικροελλαδισμού, για την ακρίβεια των ελλαδικών αρχουσών ελίτ. Η μακραίωνη παρουσία του Ελληνισμού στην Κύπρο είναι ένα πολύτιμο δώρο της Ιστορίας και της Γεωγραφίας, το οποίο αναβαθμίζει ποιοτικά τη γεωπολιτική σημασία συνολικά του ελληνικού παράγοντα.
Αντί να την δουν έτσι, στην Αθήνα την είδαν παραδοσιακά σαν πρόβλημα, σαν βαρίδι! Κυριάρχησαν αντιλήψεις του τύπου «η Κύπρος είναι μακριά», «η Ελλάδα πρέπει να απαλλαγεί από το βάρος του Κυπριακού» και «τώρα που εντάξαμε την Κυπριακή Δημοκρατία στην ΕΕ εξοφλήσαμε το χρέος μας από το πραξικόπημα του 1974 και πια η Λευκωσία μπορεί να τραβήξει μόνη τον δρόμο της»!
Ο λόγος που οι ελλαδικές άρχουσες ελίτ υιοθέτησαν τέτοια στάση δεν οφείλεται μόνο σε γεωπολιτική μικρόνοια. Οφείλεται και στο παραδοσιακό σύνδρομο εξάρτησής τους, το οποίο τις έκανε συχνά να προτάσσουν την ευθυγράμμιση με την πολιτική των ξένων “προστατών” από την εξυπηρέτηση ζωτικών εθνικών συμφερόντων. Έτσι, η αναγκαία ανάμειξη του “εθνικού κέντρου” στην Κύπρο εκφυλίστηκε σε παρεμβάσεις που, αντί να υπερασπίσουν τον κυπριακό Ελληνισμό και να τον ενσωματώσουν στον εθνικό κορμό, τον ακρωτηρίασαν και ταυτοχρόνως τραυμάτισαν καίρια το κύρος και τη διεθνή θέση της Ελλάδας.
Ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος
Μόνη εξαίρεση ήταν η πολιτική των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου. Στη δεκαετία 1980 επιχείρησε να αντικαταστήσει το δόγμα αποστασιοποίησης “Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται” με το δόγμα της “συναπόφασης-συμπαράταξης”. Αργότερα, στη δεκαετία του 1990 υιοθέτησε το δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου, σε μία προσπάθεια να ενσωματώσει την ελεύθερη Κύπρο στην ελληνική αμυντική ομπρέλα. Όπως είναι γνωστό, ο Σημίτης άφησε αυτό το δόγμα να εκφυλισθεί.
Το τι αντιπροσωπεύει από γεωπολιτικής απόψεως η Κύπρος μας το λένε με λόγια και πράξεις οι Τούρκοι. Μας το δείχνει, όμως, και το Ισραήλ, που τραυματικά συνειδητοποίησε πόσο κρίσιμος παράγοντας ασφαλείας είναι ο έλεγχος του ομφάλιου λώρου που το συνδέει με τη Δύση. Η οδός που το συνδέει με την Ευρώπη πρέπει να είναι σταθερά ανοικτή. Πριν από μερικά χρόνια δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Στις νότιες ακτές της Ανατολικής Μεσογείου δέσποζε η απολύτως συνεργάσιμη Αίγυπτος. Στις βόρειες ακτές δέσποζε η Τουρκία, με την οποία το Ισραήλ είχε συνάψει μία στρατηγική σχέση.
Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν όταν για να προωθήσει το νεοοθωμανικό όραμά του, ο Ερντογάν άνοιξε μέτωπο με το εβραϊκό κράτος. Η ρήξη με την Τουρκία υπενθύμισε στους Ισραηλινούς ότι σε αυτή την περιοχή το γεωπολιτικό παιχνίδι επηρεάζεται καθοριστικά από το θρησκευτικο-πολιτισμικό κριτήριο. Αυτός είναι ο καθοριστικός γεωπολιτικός λόγος για τον οποίο στράφηκαν προς τον ελληνικό παράγοντα.
Η δε ανατροπή του καθεστώτος Μουμπάρακ και η εκλογική νίκη των Αδελφών Μουσουλμάνων ενέτεινε την αβεβαιότητα και ενίσχυσε το συμπέρασμα των Ισραηλινών για την εγγενή αστάθεια των διευθετήσεών τους με μουσουλμανικές χώρες. Το γεγονός ότι στη συνέχεια ο στρατός ανέτρεψε τον πρόεδρο Μόρσι τους προκάλεσε ανακούφιση, αλλά δεν άλλαξε το συμπέρασμά τους.
Το Ισραήλ, η Κύπρος και τα τρίγωνα
Οι Ισραηλινοί ανακάλυψαν και πάλι την αξία που έχει για την εθνική ασφάλειά τους η ελεύθερη Κύπρος και η Ελλάδα ως ασφαλής οδός προς τη Δύση. Έτσι προέκυψε η τριγωνική συνεργασία, με την οποία η Ελλάδα ουσιαστικά επανήλθε στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό συνέβη με πρωτοβουλία του Ισραήλ και η Ελλάδα ανταποκρίθηκε στο άνοιγμα, επειδή είχε και τις ευλογίες των Αμερικανών.
Στη συνέχεια προστέθηκε σε παράλληλο τρίγωνο η Αίγυπτος και αργότερα τα Εμιράτα, η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία και τελευταία ο Λίβανος. Η πικρή αλήθεια είναι ότι για δεκαετίες η Ελλάδα είχε αυτοεγκλωβισθεί στο Αιγαίο. Για την ακρίβεια την ώθησαν οι Τούρκοι να αυτοεγκλωβισθεί ως αντίδραση-άμυνα στην πρωτοβουλία τους να ανοίξουν μέτωπο στο Αιγαίο.
Η ανακάλυψη των κοιτασμάτων φυσικού αερίου προσέθεσε στη γεωπολιτική διάσταση και τη γεωοικονομική. Οι τριγωνικές συνεργασίες στην Ανατολική Μεσόγειο εμμέσως πλην σαφώς επιχείρησαν να αναδιατάξουν τις γεωπολιτικές και γεωοικονομικές ισορροπίες στην κρίσιμης σημασίας θαλάσσια περιοχή που συνδέει τρεις ηπείρους. Για την ακρίβεια, επρόκειτο για δυνάμει στρατηγικού χαρακτήρα αλλαγή, η οποία εκ των πραγμάτων εμμέσως πλην σαφώς απομόνωνε την Τουρκία.
Δυστυχώς, οι εξελίξεις πήραν άλλη τροπή. Διαβλέποντας τον κίνδυνο, ο Ερντογάν άλλαξε γραμμή πλεύσης. Άρχισε τα ανοίγματα και κατάφερε να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με Ισραήλ, Αίγυπτο, Σαουδική Αραβία και Εμιράτα, γεγονός που εκ των πραγμάτων υποβάθμισε τη σημασία των τριγωνικών συνεργασιών. Κι όλα αυτά σε συνθήκες ενεργειακής κρίσης, η οποία παροξύνθηκε και σχεδόν μονιμοποιήθηκε με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Είναι προφανές, λοιπόν, πως δυνητικά αυξάνεται περαιτέρω η σημασία της Ανατολικής Μεσογείου.
Όπως προανέφερα, η Κύπρος είναι το πρώτο στρατηγικά κρίσιμο σκαλοπάτι στην οδό του Ισραήλ προς τη Δύση. Η χειρότερη εξέλιξη για τους Ισραηλινούς, λοιπόν, θα ήταν ολόκληρη η Κύπρος να περιέλθει υπό τον έλεγχο της Άγκυρας και πολύ περισσότερο να τουρκοποιηθεί. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το Ισραήλ, όπως και η Αίγυπτος, –παρά την εξομάλυνση των σχέσεών τους με την Άγκυρα– είναι δυνάμει σύμμαχοι του Ελληνισμού στο να αποτρέψει μία τέτοια εξέλιξη. Υπό τον όρο ότι Λευκωσία και Αθήνα κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Όρος που δυστυχώς αποδεικνύεται από τα γεγονότα καθόλου αυτονόητος…
Σχόλια