Οι «εγκληματίες της σκέψης» κάνουν «πάρτι» μια φορά τον μήνα

 Σε διάφορα σημεία της Νέας Υόρκης συγκεντρώνονται άνθρωποι «ακυρωμένοι», ενώ έχουν δημιουργηθεί και άλλα σημεία –φυσικά και διαδικτυακά– που αποτελούν «καταφύγια»

Τους έχουν διώξει από τη δουλειά τους, τους έχουν απομακρύνει οι φίλοι και οι σύντροφοί τους, τους έχει επιτεθεί κόσμος και κοσμάκης είτε διά ζώσης είτε διαδικτυακά. Είναι περιθωριοποιημένοι, διότι κάτι έκαναν, κάτι είπαν, κάτι υπονόησαν – και μπήκαν στη χορεία των «ακυρωμένων» της cancel culture της εποχής μας. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Μία φορά τον μήνα, όμως, βρίσκονται όλοι μαζί, πάνω από 200 άτομα συνολικά, σε μιαν ιδιωτική συγκέντρωση στη Νέα Υόρκη, που την έχουν ονομάσει «Συνάθροιση των Εγκληματιών της Σκέψης». Οι συναντήσεις μπορεί να γίνονται σε καφέ, σε μπαρ, σε κρουαζιέρα στο ποτάμι, σε επαύλεις – και οι περισσότερες συζητήσεις είναι πέραν πάσης λογοκρισίας: όλα τα θέματα και όλες οι απόψεις, όσο αμφιλεγόμενα κι αν είναι, μπορούν να συζητηθούν.

Το αγαπημένο τους σημείο, ωστόσο, όπως γράφει ο New Yorker, είναι το Olive Tree Cafe, στο Γκρίνουιτς Βίλατζ, που έχει τη φήμη του σημείου συνάντησης των… αντιφρονούντων της πολιτικής ορθότητας, για τους πάσης φύσεως ακυρωμένους.

Η ιδέα ξεκίνησε από την 56χρονη ψυχολόγο Πάμελα Παρέσκι, μία γυναίκα, όπως λέει ο New Yorker, που πέρασε τη ζωή της ανάμεσα στην αμερικανική ιντελιγκέντσια· η ίδια εξάλλου είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Σικάγου. Και δεν είναι η μοναδική περίπτωση τέτοιων συγκεντρώσεων· εδώ και αρκετά χρόνια, οι παρίες της κουλτούρας ακύρωσης προσπαθούν να δημιουργήσουν τις δικές τους «οάσεις», όπου μπορούν να εκφράσουν κάθε άποψη που στον εξωτερικό κόσμο θεωρείται ή έχει ήδη θεωρηθεί κατακριτέα και πολλάκις καταδικαστέα με ανεπίστροφα αποτελέσματα.

Μάλιστα, οι ειδικοί που είχαν μιλήσει στο παρελθόν στους New York Times τόνισαν ότι κύριο μέλημα των ψυχολόγων είναι να διασφαλίσουν ότι το άτομο που υπέστη «ακύρωση» έχει πρόσβαση σε φροντίδα ψυχικής υγείας, καθώς η εμπειρία της δημόσιας περιφρόνησης είναι ψυχολογικά επιζήμια. «Επιδρά πάνω σου το να σου λένε συνεχώς, δημόσια, ότι κάνεις λάθος και προκαλείς κακό», είχε πει χαρακτηριστικά η Καθλίν Στοκ, καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ στην Αγγλία, η οποία έχει δεχθεί επιθέσεις για τις απόψεις της σε ζητήματα φύλου, περιγράφοντας εαυτήν ως «κριτικό του φύλου». Αυτό είναι, έτσι κι αλλιώς, ένα ζήτημα που κυριαρχεί πολλές φορές στον δημόσιο διάλογο και στην κουλτούρα της ακύρωσης.
Οι δύο κανόνες των συναθροίσεων

Οι συγκεντρώσεις των κοινωνικώς εξοστρακισμένων έχουν δύο απαράβατους κανόνες για όλους όσοι συμμετέχουν: ο πρώτος είναι κάθε συμμετέχων να έχει τη διάθεση να συμφάγει με ανθρώπους «ακυρωμένους», οι οποίοι είναι άνθρωποι από ελίτ ακαδημαϊκούς και δημοσιογράφους έως άνθρωποι «της διπλανής πόρτας» –παρεκτός κι αν ζεις σε λοφτ στο Μανχάταν βέβαια– που για τους δικούς τους λόγους είναι εξοργισμένοι με την –κατά τη δική τους άποψη– «ανεξέλεγκτη λογοκρισία των καιρών μας».

Ο δεύτερος κανόνας για να γίνει κάποιος κοινωνός αυτών των συναθροίσεων είναι να σε… συμπαθεί η Πάμελα Παρέσκι, η οποία, όπως γράφει ο New Yorker, στις αρχές του 2019, έπειτα από χρόνια ζωής στο μικρό χειμερινό θέρετρο του Ασπεν στο Κολοράντο, αποφάσισε να μετακομίσει στο Μεγάλο Μήλο.
«Αγαπητοί εγκληματίες της σκέψης»

Τις ημέρες κατά τις οποίες επισκεπτόταν τη Νέα Υόρκη, η Πάμελα Παρέσκι έλαβε μία πρόσκληση σε δείπνο από τη δημοσιογράφο Μπάρι Βάις, η οποία έχει εργαστεί για την Wall Street Journal και τους New York Times και σήμερα δουλεύει για τη γερμανική Die Welt. Η πρόσκληση ξεκινούσε με την προσφώνηση: «Αγαπητοί εγκληματίες της σκέψης», σε μία προφανή παραπομπή στον Μεγάλο Αδελφό του Τζορτζ Όργουελ από το δυστοπικό του «1984». Το φθινόπωρο του 2020, το πρώτο της πανδημίας, η Πάμελα Παρέσκι με τη σειρά της οργάνωσε το πρώτο δικό της δείπνο, στο οποίο οι προσκλήσεις είχαν την ίδια προσφώνηση. Η συνήθεια κατέστη μηνιαία και τελικά αποφάσισε να μετοικήσει στη Νέα Υόρκη.

    «Είναι σαν καταφύγιο σε έναν κόσμο αφόρητο».

Οι συναθροίσεις, πάντως, όπως αναφέρουν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες είναι γι’ αυτούς ένα καταφύγιο από τον αφόρητο κόσμο –κατά τα δικά τους λόγια– που δεν τους επιτρέπει να εκφραστούν· έναν κόσμο που δεν σηκώνει τις απόψεις τους (πλέον). Πρόκειται, λένε οι ίδιοι, για έναν κόσμο που έχει πάει στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από τη δική τους, με αποτέλεσμα τον εξοστρακισμό τους.

Οι περισσότεροι συμμετέχοντες στις συγκεντρώσεις της Πάμελα Παρέσκι, όπως λέει η Εμα Γκριν του New Yorker, ανήκουν στα δεξιά του πολιτικού φάσματος, αν και πολλοί σοσιαλιστές συναθροίζονται επίσης. Στο σύνολό τους, όμως, είναι άνθρωποι πολιτικώς άστεγοι, διότι, εξ όσων συνάγεται, οι απόψεις ή οι πράξεις τους δεν χωρούν πουθενά, όχι τόσο ιδεολογικά, όσο κοινωνικά.
Νταντά και… Μητέρα Τερέζα

Η Πάμελα Παρέσκι, πάντως, είναι κάτι σαν νταντά αμέσου δράσεως. Δεν είναι μόνον ότι προσφέρει καταφύγιο σε όσους ο κοινωνικός τους περίγυρος έχει αποκλείσει – δικαίως ή αδίκως, δεν εξετάζεται διόλου, τουλάχιστον σε αυτές τις συναθροίσεις· την ίδια στιγμή, ενδιαφέρεται για το πώς είναι η κατάστασή τους όταν αντιμετωπίζουν προβλήματα. Οπως, ας πούμε, συνέβη με πελάτες του ζεύγους Μάικλ Ταντ Αλεν και Σαμάνθα Χάρις, δικηγόρων των «ακυρωμένων», όπως λένε οι ίδιοι αυτοσαρκαζόμενοι. Ο πελάτης, πρώην καθηγητής του Πρίνστον ονόματι Τζόσουα Κατζ, είχε απολυθεί από το πανεπιστήμιο για δύο λόγους: αφενός, εξαιτίας ενός δοκιμίου που δημοσίευσε αποκαλώντας μία αντιρατσιστική ομάδα, την Black Justice League, «μία μικρή τοπική τρομοκρατική οργάνωση»· αφετέρου, διότι δεν είχε συνεργαστεί με το πανεπιστήμιο όταν ερευνάτο η ανάμειξή του σε συναινετική σεξουαλική επαφή με φοιτήτριά του προ ετών.

    «Ακόμα και οι εγκληματίες αξίζουν να αγαπηθούν».

Με τούτα και μ’ εκείνα, η Πάμελα Παρέσκι έχει αναχθεί, μεταξύ των συνδαιτυμόνων, σε Μητέρα Τερέζα των ακυρωμένων. Μάλιστα, ένα μότο της για τούτες τις συγκεντρώσεις είναι πως «παρότι ουδείς συμμετέχων είναι πραγματικός εγκληματίας, ακόμα και οι εγκληματίες αξίζουν να αγαπηθούν».

Εξάλλου, ο μεγάλος της φόβος, όπως εξομολογήθηκε στην Εμα Γκριν του New Yorker, ήταν «σχετικά με τη δημόσια φήμη που αποκτούν οι άνθρωποι όταν επιτυγχάνουν», αναφερόμενη σε «εκστρατείες ηθικής σπίλωσης». Αυτοί ήταν, άλλωστε, και οι λόγοι που την απέτρεψαν από το να πραγματοποιήσει το παιδικό της όνειρο να γίνει ηθοποιός – η λαθοθηρία που συνοδεύει τη φήμη και την υπερέκθεση στο κοινό. Την έκαναν, όμως, ψυχολόγο και, μάλιστα, ερευνήτρια που μελετά την κοινωνική δυναμική του εξοστρακισμού. Είναι η ίδια που επινόησε τον όρο «safetyism» – μια κουλτούρα ή σύστημα πεποιθήσεων, όπως λένε οι επιστήμονες, στο οποίο η ασφάλεια (η οποία περιλαμβάνει τη «συναισθηματική ασφάλεια») έχει καταστεί ιερή αξία, πράγμα που σημαίνει ότι οι άνθρωποι γίνονται απρόθυμοι να κάνουν συμβιβασμούς που απαιτούνται από άλλες πρακτικές και ηθικές ανησυχίες. Ορισμένοι από τους συναδέλφους της, με τους οποίους έχει συνεργαστεί σε τούτη την έρευνα, είναι επίσης μέλη των συναθροίσεων των ακυρωμένων.

Εκτός από Μητέρα Τερέζα, η Πάμελα Παρέσκι χαρακτηρίζεται από τους συνδαιτυμόνες της «κατά έναν παράξενο τρόπο, πολύ σέξι· είναι η πιο πολύφερνη εργένισσα του Intellectual Dark Web». (σ.σ. Το Intellectual Dark Web είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται από επικριτές της πολιτικής της ταυτότητας, της πολιτικής ορθότητας και της κουλτούρας ακύρωσης στα πανεπιστήμια και τα ΜΜΕ της Δύσης.) Βέβαια, η Πάμελα Παρέσκι επιμένει ότι οι συγκεντρώσεις δεν έχουν στόχο το… ζευγάρωμα· είναι καθαρά κοινωνικές και τίποτε άλλο.
ADVERTISING
Η πολλαπλή διαχείριση της «ακύρωσης»

Οι προσκεκλημένοι, πάντως, αυτών των συγκεντρώσεων διαχειρίζονται διαφορετικά τον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλο εξοστρακισμό τους. Μέσα σε αυτό το ευρύ φάσμα, άλλοι αποδέχονται κάθε κριτική και προσπαθούν να αναγεννηθούν· άλλοι επιμένουν στις απόψεις τους και οχυρώνονται ακόμα περισσότερο πίσω από αυτές. Για άλλους η ακύρωση είναι… παράσημο, απόδειξη γενναιότητας· για άλλους σημαίνει χρόνια θεραπείας, αγωγών, αναστοχασμού.

    Η βοήθεια των «βετεράνων» στους «πρωτάρηδες ακυρωμένους».

Στις συναθροίσεις της Πάμελα Παρέσκι, όμως, δημιουργείται μία νέα κοινωνία. Οι «βετεράνοι» στηρίζουν και συμβουλεύουν τους «πρωτάρηδες» της δημόσιας ακύρωσης, ώστε να μη ζήσουν μια ζωή μέσα στον θυμό, την πικρία και, τελικά, την επιπλέον ακύρωση, τη χειρότερη όλων: την αυτο-ακύρωση, εκείνη που ακολουθεί εκφράσεις όπως «σε βλέπω και αηδιάζω πλέον», όπως αφηγούνται συνδαιτυμόνες της Πάμελα Παρέσκι.

Ολοι τους επιμένουν, πάντως, να αναδεικνύουν ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν συνάψει κοινωνικά συμβόλαια ακριβώς για να είναι όλες οι απόψεις ανεκτές – κάτι που από μόνο του ακούγεται επικίνδυνο εξαιτίας της ασάφειας των ορίων και των κόκκινων γραμμών. Οι «εγκληματίες της σκέψης» συζητούν γι’ αυτό το θέμα επί μακρόν.

Ο Χάρβεϊ Ουάινστιν, για παράδειγμα, είναι μία κόκκινη γραμμή – το ίδιο είχε πει και ο εκδότης του Quillette, Τζόναθαν Κέι. Οπως είπε η ίδια η Πάμελα Παρέσκι, δεν θα ήταν ευπρόσδεκτος σε μία τέτοια συνάθροιση. Εξάλλου, όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, ο δεύτερος κανόνας για συμμετοχή σε αυτές τις συναντήσεις είναι να αρέσεις στην οικοδέσποινα. Ενας κανόνας που γίνεται ασμένως αποδεκτός από τους «βετεράνους» όταν προστίθεται νέο μέλος – για να είναι εδώ, έχει πάρει τη βούλα της Πάμελα.
Οάσεις «ακυρωμένων»

Ο Νικ Γκιλέσπι, αρχισυντάκτης στο ούλτρα νεοφιλελεύθερο περιοδικό Reason, διαμαρτύρεται που στη Νέα Υόρκη «κάθε συζήτηση αφορά το ότι ο καπιταλισμός είναι κακός ή ότι η Αμερική είναι η πιο ρατσιστική, σεξιστική και ομοφοβική χώρα στον κόσμο», κάτι που τον κάνει να νιώθει περιθωριοποιημένος, τουλάχιστον ιδεολογικά.

    Διαδικτυακές σελίδες, ΜΜΕ και podcasts για τους «ακυρωμένους».

Από την άλλη, έχουν δημιουργηθεί και δημοσιογραφικά μέσα που λειτουργούν ως «δικηγόροι ειδικού σκοπού για τους “ακυρωμένους”», όπως, για παράδειγμα, το Quillette, μια διαδικτυακή έκδοση που αυτοπροβάλλεται ως υπέρμαχος της ελευθερίας του λόγου και έχει αναδειχθεί σε στέγη για τους «ακυρωμένους» που θέλουν να πετάξουν από πάνω τους τη ρετσινιά και να πουν, βεβαίως, τον πόνο τους.

Μάλιστα, ο εκδότης του Quillette (που στα γαλλικά είναι το φυτό που κλαδεύεται έτσι ώστε να αποκτήσει νέες ρίζες), Τζόναθαν Κέι, θεωρεί, μιλώντας στους New York Times, ότι η ιστοσελίδα του δεν είναι ξέφραγο αμπέλι. «Η ακύρωση είναι σαν τον αυτισμό – είναι ένα φάσμα. Και μας ενδιαφέρει πολύ περισσότερο το αντίθετο άκρο του φάσματος, όπου υπάρχουν άνθρωποι που έχουν κατηγορηθεί για πράγματα που είναι πολύ λιγότερο σοβαρά και μετά δυσκολίας αγγίζουν τα εγκληματικά επίπεδα».

Ακόμα ένα παράδειγμα είναι ο Ντέιβ Ρούμπιν, ο οποίος έχει δημιουργήσει έναν οργανισμό μέσων ενημέρωσης, το Rubin Report. «Η εκπομπή μου έχει γίνει κόμβος για παρεξηγημένους ή “ακυρωμένους” ανθρώπους ή άτομα που πρέπει να “ακυρωθούν” για να εκφραστούν με ειλικρίνεια», έχει πει ο ίδιος στη νεοϋορκέζικη εφημερίδα. «Ξαφνικά, όλοι αυτοί οι άνθρωποι που καταδικάζονταν από τα μέσα ενημέρωσης ήρθαν στην εκπομπή μου και γίναμε κανονικοί φίλοι», έχει πει ο ίδιος.

Την ίδια στιγμή, η Μπρίτζετ Φέτασι είναι οικοδέσποινα του podcast «Walk-Ins Welcome», το οποίο η ίδια αποκαλεί, όπως γράφουν οι New York Times, «το νησί των ακατάλληλων παιχνιδιών». «Δεν με θεωρώ “ακυρωμένη”· κυρίως με αποδέχομαι ως πρόθυμη να καθίσω και να συναστραφώ τους “ακυρωμένους”. Είμαι σύμμαχός τους».
Η μοναξιά και η… γενναιότητα

Ολοι τους, πάντως, συμμετέχουν στις συγκεντρώσεις, τα μίντια ή τα podcasts κυρίως εξαιτίας της μοναξιάς που επιφέρουν οι απόψεις τους. Αλλωστε, όπως έχει πει ο Βρετανός κωμικός Αντριου Ντόιλ, το κοινωνικό κόστος της συναναστροφής με τους «ακυρωμένους» μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερο από την ίδια την «ακύρωση» – οι άνθρωποι παραμένουν σιωπηλοί, έχει πει στους New York Times.

Ορισμένοι εξ αυτών θεωρούν ότι, αν δεν είσαι ευεπίφορος στην «ακύρωση», τίποτα δεν θα εγγράψει μέσα σου. Αυτό ακούγεται γενναίο – κρύβει, όμως, και εκείνη την αλαζονεία ότι οι απόψεις μας, εκτός από αυτονοήτως σεβαστές, πρέπει να ακούγονται. Ολοι τους –και όλοι μας– πάνω σε τούτο πρέπει διαρκώς να στοχαζόμαστε· πάνω στα όρια της κοινής μας συνύπαρξης.

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr
ΗΠΑ ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ CANCEL CULTURE ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΑΚΥΡΩΣΗΣ


Σχόλια