Στις 2 Απριλίου, στα περιθώρια μίας εκδήλωσης νέων στην Μπανγκαλόρ με κεντρικό προσκεκλημένο τον Ινδό Υπουργό Εξωτερικών Subrahmanyam Jaishankar κάποιοι ομιλητές αντιδρούν στα σχόλια της γερμανικής κυβέρνησης σχετικά με την καταδίκη του Ραχούλ Γκάντι, στελέχους της αντιπολίτευσης, σε δύο χρόνια φυλάκιση για συκοφαντική δυσφήμιση στις 23 Μαρτίου. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στο Βερολίνο σημειώνοντας ότι ο Γκάντι θα μπορούσε να ασκήσει έφεση είχε κλείσει την ανακοίνωση του δηλώνοντας ότι «αναμένει να εφαρμοστούν οι αρχές της δικαστικής ανεξαρτησίας».
Η παρατήρηση του Βερολίνου απηχεί τον φόβο μέρους του ινδικού Τύπου και διανοουμένων για εργαλειοποίηση της δικαιοσύνης από την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι. Άλλοι όμως το βλέπουν ως ξένη παρέμβαση στα εσωτερικά της χώρας. Μια νεαρή γυναίκα ενοχλημένη απευθύνει ερώτημα στον Ινδό Υπουργό Εξωτερικών : «Οι Δυτικοί κάνουν σχόλια επειδή τους το επιτρέπουμε ;».
Η απάντηση του Υπουργού γίνεται δεκτή με ένα ξέσπασμα γέλιων και χειροκροτημάτων : «Οι δυτικές χώρες έχουν κακοσυνηθίσει εδώ και πολύ καιρό να διατυπώνουν την γνώμη τους για το τι κάνουν οι άλλοι. Νομίζουν ότι έχουν κάποιο θεϊκό δικαίωμα. Θα πρέπει να καταλάβουν ότι μακροπρόθεσμα, αν συνεχίσουν, θα αρχίσουν να σχολιάζουν οι άλλοι, και αυτό δεν θα τους αρέσει.»
Αυτό το μικρό ανέκδοτο είναι αποκαλυπτικό μιας ολοένα και πιο σθεναρής στάσης της ινδικής κυβέρνησης μόλις η Δύση αποδοκιμάζει την υποχώρηση της δημοκρατίας της ή τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Αυτού του τύπου οι αντιδράσεις δεν είναι κάτι καινούργιο. Απέναντι στους Ευρωπαίους που ζητούσαν από την Ινδία περισσότερη αποφασιστικότητα κατά της Ρωσίας μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ο Subrahmanyam Jaishankar θυμήθηκε τον Ιούνιο του 2022, μια φράση του πρωθυπουργού Νεχρού στον ΟΗΕ το 1948 : «Η Ευρώπη πρέπει να ωριμάσει και να σταματήσει να νομίζει ότι τα προβλήματά της αφορούν τον κόσμο ενώ τα προβλήματα του κόσμου δεν αφορούν την Ευρώπη».
Τις τελευταίες δεκαετίες το κλίμα στην Ινδία έχει αλλάξει. «Η μετα-αποικιακή εξωτερική πολιτική θεωρούσε ότι ήταν προς το εθνικό συμφέρον να εργαστεί για μια δημοκρατική και πλουραλιστική παγκόσμια τάξη», λέει η Kira Huju, ερευνήτρια που ειδικεύεται στην ινδική διπλωματία στο London School of Economics ενώ προσθέτει ότι : «Η σημερινή κυβέρνηση αντιλαμβάνεται το εθνικό συμφέρον ως ένα πιο κλειστό σχέδιο μιας Ινδουιστικής εθνικιστικής Ινδίας επικεφαλής των χωρών του Νότου, σε αναζήτηση ενός στάτους μεγάλης δύναμης. Ο Μόντι συνόψισε αυτή τη στάση με την φράση «India first», ενώ εξυμνούσε τις ινδουιστικές πρακτικές, όπως η γιόγκα.
Αυτή η σθεναρή διπλωματία απεικονίζει επίσης έναν μετασχηματισμό της κοινωνίας μετά την άνοδο στην εξουσία του Μόντι και του δεξιού κόμματος BJP το 2014. «Η Ινδία προσπαθεί να αναλάβει ηγετικό ρόλο σε ορισμένα ζητήματα. Αυτή η προσέγγιση αντανακλά τις φιλοδοξίες του πληθυσμού της, ιδιαίτερα των νέων από την χαμηλότερη μεσαία τάξη, που θέλουν να ανέβουν την κοινωνική κλίμακα. Βλέπουν τη χώρα τους ως μεγάλη δύναμη. Όταν η διεθνής κοινότητα εστιάζει σε προβλήματα όπως οι ατέλειες της ινδικής δημοκρατίας ή οι διχασμοί (μεταξύ Ινδουιστών και Μουσουλμάνων), το αντιμετωπίζει αρνητικά. Για αυτήν την μερίδα των νέων η Ινδία πρέπει να λέει δυνατά και καθαρά τι σκέφτεται», αναλύει ο Harsh Pant, αντιπρόεδρος στο Observer Research Foundation.
«Η δημοτικότητα του πρωθυπουργού Μόντι βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτή τη γενιά. Είναι πεπεισμένη ότι, χάρη στον Μόντι, η Ινδία είναι σεβαστή στην παγκόσμια σκηνή, συνεχίζει ο Harsh Pant. Υπάρχει μια υπερηφάνεια και μια συναίνεση γύρω από αυτή την περήφανη διπλωματία, που επιτρέπει στο Νέο Δελχί να κερδίζει παραχωρήσεις και να είναι ελεύθερο στην επιλογή των συμμαχιών του», προσθέτει δυτικός διπλωμάτης.
Η Ινδική Υπηρεσία Εξωτερικών (IFS), το διπλωματικό σώμα που προσλαμβάνει με διαγωνισμό, δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτή την εξέλιξη. «Το IFS έμοιαζε εδώ και καιρό σαν μια αποκλειστική λέσχη ανδρών από υψηλές κάστες και ανώτερες κοινωνικές τάξεις, από τα καλύτερα σχολεία όπως η Οξφόρδη, το Κέιμπριτζ ή το κολέγιο του Αγίου Στεφάνου στο Δελχί», θυμάται η Kira Huju.
Από τη δεκαετία του 1990 και μετά αυτή η κοσμοπολίτικη γενιά αντικαταστάθηκε σταδιακά από διπλωμάτες από μεσαίο υπόβαθρο. «Το διπλωματικό σώμα έχει γίνει πιο αντιπροσωπευτικό της κοινωνίας και ως εκ τούτου έχει μεγαλύτερη τάση να υποστηρίζει την ινδουιστική εθνικιστική ιδεολογία», προσθέτει η Kira Huju. Το IFS έχει γίνει πιο δημοκρατικό. Βλέπω περισσότερους δημόσιους υπαλλήλους προερχόμενους από την μεσαία τάξη μικρών πόλεων απομακρυσμένων περιοχών», επιβεβαιώνει ο Harsh Pant.
Le Figaro
Σχόλια