Οι οικονομολόγοι μαθαίνουν να μιλούν... ανθρώπινα

 Η κρίση του κόστους διαβίωσης σημαίνει πως στα χείλη όλων βρίσκονται πλέον οι πραγματικές ανησυχίες των ανθρώπων. Ακόμα και το ΔΝΤ μαθαίνει τη γλώσσα. Γιατί αυτό έχει σημασία.

της Gillian Tett

Τους τελευταίους μήνες, η φράση «κρίση του κόστους διαβίωσης» βρίσκεται παντού. Αυτή την εβδομάδα εμφανίστηκε σε ένα ελαφρώς απρόσμενο σκηνικό: στις εαρινές συνεδριάσεις του ΔΝΤ. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Το πλαίσιο ήταν μια ομιλία που έδωσα για το τι μπορεί να προσφέρει στους οικονομολόγους η ανθρωπολογία. Η Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, διευθύντρια του ΔΝΤ, χρησιμοποίησε τη φράση όταν σημείωσε πως οι κοινωνικές επιστήμες μπορούν να μας βοηθήσουν να βγάλουμε νόημα από τις οικονομικές προκλήσεις.

Για τους κοινούς θνητούς αυτό μπορεί να μοιάζει προφανές. Αλλά κάποιοι από τους οικονομολόγους που βρίσκονταν στην αίθουσα αντέδρασαν. «Κανένας δεν μιλούσε για την ‘κρίση του κόστους διαβίωσης’ στο ΔΝΤ πριν από λίγα χρόνια», μου μουρμούρισε ένας μετά. Αντιθέτως, όπως παρατήρησε, «απλώς έλεγαν ‘πληθωρισμός’».

Η γλωσσολογική στροφή λέει πολλά. Στα τέλη του 20ου αιώνα, δηλαδή στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού, το ΔΝΤ ενεργούσε σαν τα οικονομικά να ήταν μια τεχνοκρατική και μη πολιτική δραστηριότητα. Ο θεσμός ιδρύθηκε το 1944, άλλωστε, «για να διαχειριστεί το παγκόσμιο καθεστώς των συναλλαγματικών ισοτιμιών και των διεθνών πληρωμών», όπως σημειώνει το Συμβούλιο των Διεθνών Σχέσεων.

Και ενώ το Ταμείο εξελίχθηκε την δεκαετία του 1970 ώστε να διαχειρίζεται ισοζύγια πληρωμών και κρίσεις χρέους, κυρίως στις χώρες του μεσαίου εισοδήματος, ήταν διαβόητα αφοσιωμένο στις συστάσεις πολιτικής ελεύθερης αγοράς. Για πολλά χρόνια, το ΔΝΤ συμπεριφέρονταν στις οικονομίες σαν να ήταν μηχανήματα, κάτι που μπορούσε να «πειραχθεί» και να συντονιστεί με τη χρήση τυποποιημένων εργαλείων όπως οι κρατικές δαπάνες.

Όταν οι εκθέσεις του ΔΝΤ συζητούσαν την αύξηση των τιμών, χρησιμοποιούσαν τον πολιτικά ουδέτερο όρο «πληθωρισμός», και τα μοτίβα της κατανάλωσης των νοικοκυριών παρουσιάζονταν μέσω της συνεισφοράς τους στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν. Πράγματι, ένα αστείο που λένε μεταξύ τους το προσωπικό του ΔΝΤ, είναι πως τα αρχικά του θα έπρεπε να σημαίνουν «Είναι Κυρίως Δημοσιονομικό» (It’s Mostly Fiscal – IMF), δεδομένου ότι οι συμβουλές του επικεντρώνονταν σε αυτούς τους μοχλούς.

Αλλά από τότε που η Κριστίν Λαγκάρντ, η πρώην υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, πήρε τα ηνία του ΔΝΤ το 2011, η γλώσσα του Ταμείου και η έμφαση πολιτικής έχει αλλάξει. Η Γκεοργκίεβα συνεχίζει να επικεντρώνεται σε θέματα που κάποτε σπανίως εμφανίζονταν, όπως η κλιματική αλλαγή, τα δικαιώματα των γυναικών ή η υγεία.

Αυτή η στροφή τρομάζει ορισμένους παρατηρητές, που φοβούνται πως η παρέκκλιση από την εντολή υπονομεύει τη βασική δραστηριότητα του Ταμείου που είναι η χορήγηση δανείων. Άλλους τους χαροποιεί, όπως τον νομπελίστα οικονομολόγο Τζόζεφ Στίγκλιτς, που έχει στραφεί κατά των πρώην νεοφιλελεύθερων πολιτικών του Ταμείου.

Ο καλύτερος, ίσως, τρόπος για να πλαισιωθεί αυτή η στροφή είναι να δανειστούμε μια έννοια που επινόησε ο ιστορικός της οικονομίας Καρλ Πολάνι, σχετικά με την «ενσωμάτωση». Οι συνεδριάσεις του ΔΝΤ αναγνωρίζουν πλέον ότι οι αγορές δεν αφορούν μόνο αφηρημένους αριθμούς και μοντέλα- είναι «ενσωματωμένες» στην πολιτική και την κοινωνία. Και ενώ αυτό έχει αναγνωριστεί εδώ και καιρό από την Παγκόσμια Τράπεζα σε σχέση με τις φτωχές χώρες, αυτή η αίσθηση της ενσωμάτωσης της οικονομίας είναι σε εξέλιξη και στις προηγμένες οικονομίες.

Πέρυσι, για να αναφέρουμε ένα μόνο παράδειγμα, ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Άντριου Μπέιλι απηύθυνε έκκληση στους εργαζόμενους να επιδείξουν «μισθολογική αυτοσυγκράτηση» για να αποτρέψουν ένα πληθωριστικό σπιράλ. Πριν από μερικές δεκαετίες, όταν κυριαρχούσαν οι νεοφιλελεύθερες ιδέες της ελεύθερης αγοράς, αυτό μπορεί να φαινόταν σαν βαριά κρατική ανάμειξη.

Όχι τόσο πολύ σήμερα, δεδομένων των σοκ των τελευταίων δύο δεκαετιών που ώθησαν τις κυβερνήσεις να παρέμβουν σε μεγάλο βαθμό στα χρηματοοικονομικά, στα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και στον ενεργειακό τομέα. Τα όρια μεταξύ του κράτους και του ιδιωτικού τομέα μετατοπίζονται σιγά σιγά, καθώς η οικονομία πολιτικοποιείται.

Θα στοιχημάτιζα ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί, εν μέσω αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων (που καλλιεργούν μια διάθεση εθνικής αυτοδυναμίας) και διαρκώς διογκούμενων δυτικών κρατικών χρεών (που σημαίνουν ότι το ζήτημα της αναδιανομής είναι πλέον κεντρικό σε κάθε μελλοντική συζήτηση για τις μελλοντικές οικονομικές πολιτικές).

Το ΔΝΤ προσπάθησε να παρουσιάσει ένα αισιόδοξο μήνυμα σχετικά με το τελευταίο σημείο αυτή την εβδομάδα. Αν και εξέφρασε τη λύπη του για το γεγονός ότι «το δημόσιο χρέος ως λόγος του ΑΕΠ εκτινάχθηκε σε όλο τον κόσμο κατά τη διάρκεια της Covid-19 και αναμένεται να παραμείνει αυξημένο», επεσήμανε επίσης ότι οι συντονισμένες μεταρρυθμίσεις μπορούν να λειτουργήσουν για τη μείωσή του -και ότι «η οικονομική ανάπτυξη και ο πληθωρισμός έχουν ιστορικά συμβάλει στη μείωση των λόγων χρέους».

Σύμφωνοι. Όπως δείχνει η εργασία της Κάρμεν Ράινχαρτ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγου της Παγκόσμιας Τράπεζας, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η Αμερική και η Βρετανία μείωσαν το χρέος τους υιοθετώντας μια λεπτή εκδοχή αυτού του μείγματος ανάπτυξης και πληθωρισμού που είναι γνωστό ως «οικονομική καταστολή». Αυτό αναφέρεται στην ιδέα ότι αν ο ρυθμός πληθωρισμού σε μια χώρα παραμείνει ελαφρώς υψηλότερος από το επιτόκιο που καταβάλλεται για τα μακροπρόθεσμα κρατικά ομόλογα, το χρέος θα μειωθεί επειδή τα ομόλογα είναι ζημιογόνα σε πραγματικούς όρους. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αυτό να επαναληφθεί και πάλι σύντομα.

Αλλά ενώ η οικονομική καταστολή είναι διακριτική, εξακολουθεί να είναι αναδιανομή. Το ίδιο και ο πληθωρισμός. Εξ ου και η χρήση συναισθηματικών φράσεων όπως «κρίση του κόστους διαβίωσης». Καλώς ή κακώς, η πολιτικοποίηση αντικαθιστά την τεχνοκρατία στον δυτικό κόσμο της πολιτικής.

Αυτό θα μπορούσε να διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα.

© The Financial Times Limited 2023. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation 
===========================

Spyros Stalias

Είναι ένα μικρό αλλά εξαιρετικά απλό άρθρο που θα μας βοηθήσει να κάνουμε σωστή επιλογή στις προσεχείς εκλογές. Με άλλα λόγια το άρθρο αποκαλύπτει, με κρυστάλλινη καθαρότητα, τι τα κόμματα του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου, τα κόμματα που είναι στο κοινοβούλιο, πιστεύουν, και τι πολιτική θα εφαρμόσουν. Θα μπορούσα να πω ότι το άρθρο είναι μια 'βαθιά μπαλιά' προς όλους τους πατριώτες πολίτες να σκεφτούν με σύνεση οτι προέχει η σωτηρία της Πατριδας και των Ελλήνων.
Η κεϋνσιανή επανάσταση και η μονεταριστική αντεπανάσταση
20 Απριλίου 2023
Η στενή σύνδεση μεταξύ της οικονομικής θεωρίας και της πολιτικής εξουσίας απεικονίζεται ξεκάθαρα από την άνοδο και την πτώση των κεϋνσιανών οικονομικών τον 20ο αιώνα.
Η εμπιστοσύνη που δημιουργήθηκε από θεωρίες που εξυμνούν τη λειτουργία της οικονομίας της αγοράς οδήγησε κορυφαίους οικονομολόγους να προβλέψουν μιά μόνιμη ευημερία, λίγο πριν από τη Μεγάλη Ύφεση του 1929.
Μετά το κραχ, ο Κέυνς ξεκίνησε να επιλύσει την πιο κραυγαλέα αντίφαση μεταξύ οικονομικής θεωρίας και πραγματικότητας. Ενώ η οικονομική θεωρία υποστηρίζει ότι οι ελεύθερες αγορές εξαλείφουν αυτόματα την ανεργία, ήλθε η Μεγάλη Ύφεση που δημιούργησε υψηλή ανεργία που παρέμεινε για περισσότερο από μια δεκαετία.
Η κεϋνσιανή θεωρία αναγνώρισε αυτή την αδυναμία των ελεύθερων αγορών και μετατόπισε την ευθύνη για τη δημιουργία πλήρους απασχόλησης στην κυβέρνηση (που ασκεί ανεξάρτητη νομισματική πολιτική).
Η εφαρμογή της κεϋνσιανής θεωρίας οδήγησε σε μια περίοδο άνευ προηγουμένου ευημερίας στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ωστόσο, υπήρχε ένα φίδι στον Κήπο της Εδέμ: το μερίδιο πλούτου του κορυφαίου 1% μειώθηκε απότομα μεταξύ 1930 και 1980:
Το κορυφαίο 1% αντέδρασε με ένα καλά μελετημένο πολυδιάστατο σχέδιο για να αντιστρέψει αυτή την πτώση των μεριδίων του πλούτου. Λεπτομέρειες αυτού του σχεδιασμού είναι διαθέσιμες από το Δόγμα σοκ της Naomi Klein και από το Alkire and Ritchie Winning Ideas: Lessons from Free Market Economics.
Κεντρικό στοιχείο αυτού του σχεδίου, που εφαρμόστηκε στην εποχή Ρήγκαν-Θάτσερ (και μετά υιοθετήθηκε απο την ΕΕ και ισχύει μέχρι σήμερα), ήταν η απόρριψη των κεϋνσιανών οικονομικών και η επιστροφή στις ίδιες προ-κεϋνσιανές ιδέες που είχαν αποδειχθεί λανθασμένες από τη Μεγάλη Ύφεση του 1929.
Τα σύγχρονα εγχειρίδια της εργασιακής θεωρίας συνεχίζουν να διδάσκουν ότι οι ελεύθερες αγορές εξαλείφουν την ανεργία, αγνοώντας ευγενικά τις τεράστιες ποσότητες εμπειρικών στοιχείων ενάντια σε αυτήν την πρόταση.
Οι οικονομολόγοι των σχολείων του Σικάγο υποστήριξαν ότι οι κρατικές παρεμβάσεις για τη δημιουργία πλήρους απασχόλησης επιφέρουν βραχυπρόθεσμες αυξήσεις στην απασχόληση, οι οποίες αντιστρέφονται μακροπρόθεσμα. Επιπλέον, τέτοιες παρεμβάσεις επιφέρουν μεγάλο κόστος στην οικονομία με τη μορφή υψηλού πληθωρισμού.
Οι κεντρικές τράπεζες απάντησαν εγκαταλείποντας τον στόχο της μείωσης της ανεργίας και μεταθέτοντας την πολιτική εστίαση μόνο στην καταπολέμηση του πληθωρισμού. Το αποτέλεσμα ήταν μια μακρά περίοδος οικονομικής στασιμότητας, με υψηλή ανεργία, η οποία αποδυνάμωσε τη δύναμη του εργατικού δυναμικού και επέτρεψε την καπιταλιστική εκμετάλλευση, που αντικατοπτρίζεται στη ραγδαία άνοδο του μεριδίου πλούτου του κορυφαίου 1%.
Το παρακάτω γράφημα δείχνει ότι η παραγωγικότητα αυξήθηκε πολύ, αλλά οι πλούσιοι κατέλαβαν τη μερίδα του λέοντος από αυτά τα κέρδη, ενώ το μερίδιο εργασίας παρέμεινε σχεδόν σταθερό.
Αυτό δείχνει ξεκάθαρα γιατί τα οικονομικά εγχειρίδια επιμένουν στη θεωρία ότι οι ελεύθερες αγορές δημιουργούν πλήρη απασχόληση, ενώ προφανώς δεν το κάνουν (βλ.: 70 χρόνια αποτυχίας των οικονομολόγων να κατανοήσουν την αγορά εργασίας).
Επιτρέποντας την ύπαρξη της ανεργίας και εμποδίζοντας την κυβέρνηση να παρέμβει για την εξάλειψή της, επιτρέπει στους καπιταλιστές να εκμεταλλεύονται την εργασία μέχρι το τέλος, να οικειοποιούνται όλα τα κέρδη από την αύξηση της παραγωγικότητας και να αρνούνται στην εργασία οποιοδήποτε μερίδιο από τα αυξανόμενα κέρδη.
Asad Zaman/Real-World Economics Review Blog
(μετάφραση Σπύρος Στάλιας..στο πόδι)

Σχόλια