Τα fake news για τον Ντόναλντ Τραμπ οδήγησαν σε τεράστια απώλεια εμπιστοσύνης των Αμερικανών πολιτών στα μέσα ενημέρωσης τους : μια δημοσκόπηση του Reuters το 2022 διαπίστωσε ότι μόνο το 26% του πληθυσμού πιστεύει τα μέσα ενημέρωσης.
Το «Columbia Journalism Review» είναι το περιοδικό μιας από τις πιο γνωστές σχολές δημοσιογραφίας στον κόσμο. Τον Ιανουάριο, δημοσίευσε ένα λεπτομερές άρθρο του Jeff Gerth, πρώην κορυφαίου δημοσιογράφου των New York Times σχετικά με την αντιπαράθεση των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης και του Ντόναλντ Τραμπ
Ουσιαστικά πρόκειται για το «Russiagate», δηλαδή τα fake news για τις υποτιθέμενες «μυστικές συμφωνίες» του Τραμπ με τον Πρόεδρο Πούτιν.
Για να γράψει το άρθρο του ο Gerth μίλησε με τον Τραμπ ο οποίος του είπε : «Συνειδητοποίησα νωρίς ότι είχα δύο δουλειές. H πρώτη ήταν να κυβερνήσω την χώρα και η δεύτερη να επιβιώσω από τα αδιανόητα ψέματα που είχαν κατακλύσει τον Τύπο». Για το Russiagate ο Gerth μίλησε επίσης με τον Bob Woodward, τον διάσημο ρεπόρτερ του Watergate: «Ο Bob Woodward μου είπε ότι η κάλυψη της έρευνας για τη Ρωσία ήταν κακή. Πιστεύει ότι το κοινό έχει εξαπατηθεί». Προέτρεψε τους εκδότες να «βαδίσουν στο οδυνηρό μονοπάτι της αυτοκριτικής». Τα fake news για τον Ντόναλντ Τραμπ οδήγησαν σε τεράστια απώλεια εμπιστοσύνης των Αμερικανών πολιτών στα μέσα ενημέρωσης τους : μια δημοσκόπηση του Reuters το 2022 διαπίστωσε ότι μόνο το 26% του πληθυσμού πιστεύει τα μέσα ενημέρωσης .
Οι πρώτες φήμες για τις ύποπτες σχέσες του Τραμπ με το Κρεμλίνο προήλθαν από τo περίφημο Steele dossier το οποίο ήταν ψευδές. Τα ΜΜΕ αναζητώντας τους λόγους που οδήγησαν στην ήττα της Χίλαρι Κλίντον αντί να επικεντρωθούν στην απώλεια των μεσοδυτικών πολιτειών διέδιδαν φήμες για τις ύποπτες σχέσεις του Τραμπ με τον Πούτιν. Εκεί βρίσκεται το κλειδί, δηλαδή στον Πούτιν, ισχυρίζονταν οι συντάκτες του φακέλου. Λίγο πριν από τις εκλογές του 2020, το σκάνδαλο γύρω από το φορητό υπολογιστή του Χάντερ Μπάιντεν προστέθηκε στο Russiagate. Ο γιος του Τζο Μπάιντεν δεν παρέλαβε ποτέ τον υπολογιστή του από ένα κατάστημα επισκευών. Εκτεταμένα αρχεία της ζωής του υπήρχαν στον σκληρό δίσκο. Πόρνες, πάρτι ναρκωτικών, τα πάντα ήταν εκεί, καθώς και αλληλογραφία σχετικά με περίεργες σχέσεις του ίδιου και του πατέρα του με ρωσικές, κινεζικές και ουκρανικές εταιρείες. Τα περισσότερα μέσα προσποιήθηκαν ότι ο φορητός υπολογιστής δεν υπήρχε, το Facebook και το Twitter απέκλεισαν αναφορές ενώ πράκτορες της CIA κατήγγειλαν την ιστορία του υπολογιστή ως ρωσικό κατασκεύασμα. Σε αυτή την περίπτωση, το σκάνδαλο ήταν ακριβώς το αντίθετο: ο φορητός υπολογιστής ήταν γνήσιος, όπως παραδέχτηκαν πρόσφατα μέσα ενημέρωσης όπως η Washington Post. Ωστόσο οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ δεν δίστασαν να παραπλανήσουν τον αμερικανικό λαό και να δαιμονοποιήσουν τον Πούτιν ως τον Κακό που βρίσκεται πίσω από τον Τραμπ.
Επιτρέψτε μου εδώ να κάνω κάποιες εικασίες : Ολη αυτή η ιστορία δεν πρέπει να εξέπληξε τον Πούτιν. Κατά την άποψή του η Δύση υπονόμευε διαρκώς την θέση της Ρωσίας μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 και η Ουκρανία έπαιζε κεντρικό ρόλο σε αυτό. Διότι με την Ουκρανία, η Ρωσία ήταν μία παγκόσμια δύναμη αλλά χωρίς την Ουκρανία είναι απλώς μία περιφερειακή δύναμη.Ο Πούτιν είχε επανειλημμένα τονίσει στους δυτικούς αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων ότι η σημασία της Ουκρανίας για την Ρωσία ήταν αδιαπραγμάτευτη. Ελεγε ότι μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης η Ρωσία έλαβε εγγυήσεις από τις δυτικές δυνάμεις ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί προς τα ανατολικά με αντάλλαγμα τη συμφωνία για την επανένωση της Γερμανίας. Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτές οι συμφωνίες έγιναν. Σύμφωνα με τον Πούτιν η Δύση δεν συμμορφώθηκε ποτέ. Ο Πούτιν δέχτηκε απρόθυμα την ένταξη χωρών του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας στο ΝΑΤΟ αλλά θεωρούσε απαράδεκτη την σχεδιαζόμενη ένταξη της Ουκρανίας. Το Κρεμλίνο θεωρούσε ότι η Δύση αναμειγνύεται ανοιχτά στις εσωτερικές υποθέσεις της Ουκρανίας με στόχο να φέρει την Ουκρανία στο δυτικό στρατόπεδο. Ως αποτέλεσμα, ο Πούτιν προετοιμάστηκε για μια σύγκρουση, όπως και το ΝΑΤΟ. Ουκρανικές μονάδες εκπαιδεύτηκαν στη Δύση για μια πιθανή σύγκρουση με τη Ρωσία. Οι εξελίξεις γύρω από την Ουκρανία προφανώς σχετίζονται με το Russiagate.
Τα ΜΜΕ παρουσίαζαν τον Πούτιν ως τον παντοδύναμο εκπρόσωπο του Κακού μόνου ικανού να χειραγωγήσει έναν υποψήφιο για την προεδρία.
Ο Πούτιν χαρακτηρίζονταν όχι μόνο ως ο κατακτητής της Κριμαίας, αλλά και ως αυτός που έφερε το χάος στις αμερικανικές εκλογές. Η νίκη του Τραμπ το 2016 ήταν το αποκορύφωμα των μηχανορραφιών του Πούτιν σύμφωνα με τις ελίτ οι οποίες γνώριζαν πολύ καλά ότι δεν υπήρχε ούτε μια απόδειξη για κάτι τέτοιο αλλά ότι ο Τραμπ ταυτιζόμενος με τον Πούτιν ήταν ο ιδανικός πλέον στόχος.
Αφού τα μέσα ενημέρωσης ανέφεραν για τον φάκελο Steele ο Robert Mueller, πρώην διευθυντής του FBI, ορίστηκε ως ειδικός ερευνητής. Εξέτασε τη σχέση μεταξύ Τραμπ και Πούτιν, τον τρόπο που επικοινωνούσαν και ερεύνησε τα γεγονότα στα οποία βασίζεται ο φάκελος Steele. Αλλά αυτές οι διασυνδέσεις και τα γεγονότα δεν υπήρχαν, και οι ερευνητές το γνώριζαν ακόμη και πριν ξεκινήσουν τη δουλειά τους, γιατί ήταν ξεκάθαρο ότι ο φάκελος Steele ήταν μια κατασκευή. Ωστόσο, υπήρχε η προσδοκία ότι κάποια βρωμιά θα έβρισκαν στις υποθέσεις του Τραμπ. Εψαχναν για χρόνια αλλά δεν βρέθηκε τίποτα. Σε όλη αυτήν την αναζήτηση οι καριέρες και οι φήμες ανθρώπων γύρω από τον Τραμπ καταστράφηκαν. Ο στρατηγός Μάικλ Φλιν, ένας αδιάφθορος σκληροπυρηνικός, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ για τρεις εβδομάδες, ήταν συντετριμμένος από τις αναφορές για υποτιθέμενη σχέση με μια Ρωσίδα και για μια συνηθισμένη συνάντηση με Ρώσο πρεσβευτή στην Ουάσιγκτον. Τα υψηλά νομικά έξοδα τον ανάγκασαν να πουλήσει το σπίτι του και από σεβαστός στρατηγός κατάντησε παρίας.
Πώς όλα αυτά επηρέασαν τον Πούτιν ; Σε ποιο βαθμό το "Russiagate" συνέβαλε στην απόφαση του να εισβάλει στην Ουκρανία ; Πιστεύω ότι όλη αυτή η κατασκευασμένη υστερία δημιούργησε υποψίες στο Πούτιν ότι η Δύση αργά ή γρήγορα θα περνούσε την κόκκινη γραμμή της και θα δεχόταν την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ. Ο Πούτιν αποφάσισε να κατακτήσει την Ουκρανία πριν το ΝΑΤΟ προλάβει να εδραιωθεί εκεί.
Σε μια εκπληκτική συνέντευξη πρόσφατα, ο πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ Naftali Bennett είπε ότι λίγο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είχε κάνει μεγάλα βήματα προς την κατάπαυση του πυρός. Ο Ζελένσκι είχε δεσμευτεί ότι η Ουκρανία θα παραιτηθεί από την ένταξη στο ΝΑΤΟ και ο Πούτιν, από την πλευρά του, είχε δεσμευτεί να μην επιδιώξει την «αποναζιστοποίηση» της Ουκρανίας ή την κατοχή της Ουκρανίας. Η λύση στο θέμα του Ντονμπάς θα αντιμετωπιζόταν σε 99 χρόνια. Η δοκιμαστική συμφωνία που κατέληξε ο Bennett απορρίφθηκε από τους Τζο Μπάιντεν και Μπόρις Τζόνσον, οι οποίοι αρνήθηκαν να καταλήξουν σε συμφωνία με τον Πούτιν και ενθάρρυναν τον Πρόεδρο Ζελένσκι να συνεχίσει τον αγώνα του. Σε αυτή την συνέντευξη ο Bennett λέει διπλωματικά ότι δεν ξέρει αν αυτό ήταν σοφό.
Neue Zürcher Zeitung
16/2/23
Σχόλια