Οι κλασικοί Έλληνες υπήρξαν ο πρώτος πολιτισμός στην ανθρώπινη ιστορία που αναγνώρισε την ποιότητα και αξιοσύνη των αντιπάλων και των εχθρών τους, των οποίων δεν αμφισβήτησε ποτέ την ανθρώπινη υπόσταση. Σε βαθμό να καταγράψουν πρώτοι αυτοί την ιστορία και επιτεύγματά τους αντί να προσπαθήσουν να τα σβήσουν απ' τη μνήμη των ανθρώπων. Είναι αυτό το γεγονός (μαζί με τη βεβαιότητα ότι η ζωή μας είναι ετούτη σε αυτόν τον κόσμο και άλλο σπουδαίο δεν υπάρχει παρά αυτή και όσοι αγαπούμε, η ανθρώπινη κοινότητα στην οποία ανήκουμε) η μεγάλη συνεισφορά, η τομή που εισάγει ο Όμηρος στην ανθρώπινη ιστορία. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Οι Έλληνες και ιδιαίτερα οι Αθηναίοι αλλά και οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων της Μικράς Ασίας εκτιμούσαν τους Πέρσες, τα θαυμαστά επιτεύγματα της Μεγάλης Βασιλείας. Τόσο ώστε να αφηγηθούν ισότιμα την ιστορία τους με τρόπο αντικειμενικό.
Αφιέρωσε ο πρώτος ιστορικός, ο Ηρόδοτος, μέρος των βιβλίων του, τα μισά σχεδόν, από τα οποία γνωρίζουμε τους ελληνοπερσικούς πολέμους, στην περιγραφή των θεών, των ηθών, των εθίμων και των επιτευγμάτων των Περσών. Ο "Πατέρας της Ιστορίας" έγραψε κυρίως την ιστορία των αντιπάλων του έθνους του, που τόσο αγαπούσε και του οποίου έλαχε να περιγράψει επίσης τις πιο ένδοξες στιγμές απέναντι στην εισβολή αυτών, των Περσών. Σαν να έγραφαν με σεβασμό και αντικειμενικότητα για την ιστορία και πολιτισμό των Γερμανών και των Ιαπώνων οι μεγαλύτεροι Βρετανοί και Αμερικανοί ιστορικοί που μελέτησαν κι αφηγήθηκαν τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο.
Γράφει ο Ηρόδοτος: " Όταν συναπαντιούνται στους δρόμους, έτσι μπορεί να διαπιστώσει κανείς αν αυτοί που ανταμώνονται είναι από την ίδια τάξη· αντί δηλαδή να χαιρετιστούν μόνο με λόγια, φιλιούνται στο στόμα· αν πάλι συμβεί ο ένας από τους δύο να είναι από κατώτερη τάξη, φιλιούνται στο μάγουλο, κι αν τύχει ο ένας τους να είναι πολύ πιο άσημος, πέφτει μπροστά και προσκυνά τον άλλο. Τιμούν οι Πέρσες από όλους πιο πολύ —φυσικά μετά τον εαυτό τους— τους πιο γειτονικούς τους λαούς, ύστερα όσους κατοικούν λίγο μακρύτερα, και προχωρούν αναλογικά εξαρτώντας από την απόσταση την υπόληψή τους για τους άλλους. Δηλαδή δεν υπολήπτονται σχεδόν καθόλου όσους κατοικούν πολύ μακριά τους, πιστεύοντας ότι ανάμεσα στους ανθρώπους οι ίδιοι είναι οι καλύτεροι σ᾽ όλα και παντού, ενώ των άλλων η αρετή εξαρτάται από την αναλογία που είπαμε· ενώ γι᾽ αυτούς που κατοικούν πολύ μακριά τους πιστεύουν ότι είναι οι χειρότεροι. Από τα χρόνια ακόμη που κυρίαρχοι ήταν οι Μήδοι, οι διάφοροι λαοί του βασιλείου εξουσίαζαν ο ένας τον άλλο: οι Μήδοι όλους, και ειδικότερα αυτούς που κατοικούσαν γύρω τους, κι οι τελευταίοι με τη σειρά τους τούς γείτονές τους. Με αυτό το αναλογικό σύστημα οι Πέρσες ρυθμίζουν την υπόληψή τους για τους άλλους ανθρώπους. Γιατί και με τους Μήδους ο κάθε λαός προοδευτικά εξουσίαζε και επετρόπευε τον γείτονά του.
Οι Πέρσες είναι λαός που δέχεται ξένα έθιμα περισσότερο από κάθε άλλον: Φορούν λ.χ. τη μηδική στολή, επειδή βρήκαν πως είναι πιο όμορφη από τη δική τους, και στον πόλεμο πάλι τους αιγυπτιακούς θώρακες. Έμαθαν ακόμη να επιδίδονται σε κάθε είδους απόλαυση, και σμίγουν και με αγόρια, πράγμα που το έμαθαν από τους Έλληνες. Καθένας τους παντρεύεται πολλές νόμιμες γυναίκες και έχει στη διάθεσή του ακόμη περισσότερες παλλακίδες."
Στην αυλή του Μεγάλου Πέρση Βασιλιά κατέληξε εξάλλου ο πατέρας της νίκης απέναντί τους, ο Θεμιστοκλής, ο Τσώρτσιλ της εποχής. Η στρατιωτική ιδιοφυία που άλλαξε την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας αφιερώνοντας τη ζωή του στην προετοιμασία με κάθε τρόπο των Αθηναίων και των Ελλήνων για για τους περσικούς πολέμους και την εισβολή. Όταν αργότερα έπεσε σε δυσμένεια από τους συμπατριώτες του Αθηναίους, οστρακίστηκε κι εκδιώχθηκε, ήταν ο Μεγάλος Πέρσης Βασιλιάς που του παρείχε άσυλο και στην αυλή του έζησε.
Περιέγραψε ο Ηρόδοτος επίσης τους Αιγυπτίους και άλλους λαούς με τον ίδιο σεβασμό και περιέργεια.
Χρόνια αργότερα ο Ξενοφών συνεργάστηκε ως μισθοφόρος, όπως πολλοί Έλληνες με τους Πέρσες, και περιέγραψε τη φυγή τους όταν μέσα στις μηχανορραφίες του παλατιού βρέθηκαν κυνηγημένοι από έναν διάδοχο του Κύρου, τον Τισσαφέρνη, στο τέλος του 5ου και αρχή του 4ου αιώνα. Έτσι ο Ξενοφών βρέθηκε στην Ασία στο πλευρό του Κύρου, τον οποίο και άρχισε να θαυμάζει λόγω του θαυμασμού που έτρεφε ο τελευταίος για τους Έλληνες. Συγκεκριμένα έλεγε ο Κύρος ότι "θέλει τους Έλληνες συμμάχους του, όχι γιατί δεν είχε στρατό αλλά γιατί τους θεωρούσε ανώτερους από όλους τους άλλους λαούς" (Κύρ. Αναβ. Ι 7,3). Ακόμη μακάριζε τους Έλληνες για τη μόνιμα κυριαρχούσα ελευθερία τους, που εκείνος θα προτιμούσε αντί πάντων ( "τὴν ἐλευθερίαν ἑλοίμην ἂν ἀντὶ ὧν ἔχω πάντων καὶ ἄλλων πολλαπλασίων", Ανάβασις, βιβλίο 1.7.4), και θεωρούσε ως προϊόν αυτής της ελευθερίας την πολεμική και ηθική υπεροχή των Ελλήνων. Αυτός ήταν και ο λόγος που ουδέποτε οι Πέρσες έκαναν πόλεμο, είτε μεταξύ τους είτε ακόμη και με τους Έλληνες, χωρίς τη βοήθεια Ελλήνων (Κυρ. Παιδ VIII 8,26). Δεν είναι γνωστό με τι βαθμό ή αξίωμα ο Ξενοφών συμμετείχε στον Περσικό στρατό και στην αυλή του Κύρου, το σίγουρο πάντως είναι ότι ήταν συνδαιτυμόνας του και εκ των στενότερων συνομιλητών του.
Πώς θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά άλλωστε; Ο πατέρας του Ελληνισμού και μαζί του του σύγχρονου δυτικού κόσμου, ο Όμηρος, αφηγήθηκε με την ίδια ζέση τον ηρωισμό, την ομορφιά, τα πάθη και τους πόθους, τη γενναιότητα και την αρχοντιά των Τρώων όσο και αυτή των Ελλήνων, κάνοντας και τους δυο αθάνατους.
Έτσι μιλώντας ο γενναίος Έκτωρ το χέρι του άπλωσε να πάρει το παιδί,
μα το παιδί τραβήχτηκε στον κόλπο της καλλίζωνής του βάγιας,
τσιρίζοντας, γιατί φοβήθηκε την όψη του πατέρα του -
το τρόμαξε ο χαλκός, η αλογίσια φούντα,
που φοβερή την είδε να σαλεύει στην κορυφή του κράνους.
Γέλασε τότε ο πατέρας του, γέλασε κι η σεμνή του μάνα,
κι ευθύς από την κεφαλή του βγάζει την περικεφαλαία ο γενναίος Έκτωρ,
την άφησε κάτω στη γη, κι αυτή λαμποκοπούσε.
Ύστερα σήκωσε στα χέρια του τον γιο του, τον φίλησε, τον χόρεψε,
και τέλος ύψωσε στον Δία και στους ολύμπιους θεούς ευχή:
«Δία κι εσείς άλλοι θεοί, στέρξετε ο γιος μου
να γίνει κάποτε, όπως κι εγώ, επιφανής ανάμεσα στους Τρώες,
γενναίος κι ατρόμητος, στο Ίλιο να βασιλεύει με τη δύναμή του.
Και κάποιος τότε να το πει: "απ᾽ τον πατέρα του πολύ καλύτερος ο γιος",
όταν γυρίζει από τον πόλεμο και φέρει ματοβαμμένα τα όπλα
εχθρού πολεμιστή που σκότωσε· τότε κι η μάνα του θα νιώσει
μέσα της καμάρι και χαρά».
Τέλειωσε την ευχή του κι έδωσε τον γιο του στα χέρια
της ακριβής γυναίκας του· τον υποδέχτηκεν εκείνη
στον μυρωμένο κόρφο της, και χαμογέλασε, με δακρυσμένο γέλιο·
όπως την είδε ο άντρας της, την ευσπλαχνίστηκε· το χέρι του
άπλωσε, την χάιδεψε, της μίλησε και την προσφώνησε:
«Παράξενη, και μην αφήνεις τον καημό να τυραννάει τον νου σου·
κανείς δεν πρόκειται, πριν απ᾽ την ώρα μου,
στον Άδη να με στείλει·
έτσι κι αλλιώς δεν ξέρω και κανέναν να ξέφυγε ποτέ το ριζικό του,
γραμμένο από τη μέρα που γεννήθηκε,
μήτε ο δειλός μήτε ο γενναίος.» (Ιλιάς Ζ, μτφ. Δ. Μαρωνίτη)
Ο Αισχύλος στους Πέρσες και αργότερα ο Ευριπίδης στις Τρωάδες χρησιμοποιούν την ιστορία και τα ανθρώπινα πάθη των μεγάλων εχθρών τους με σεβασμό και ενσυναίσθηση, για να συνετίσουν και να προλάβουν καταστροφικές αποφάσεις των συμπατριωτών τους, όπως την ύβρη και τη σφαγή στη Μήλο ή τις ακρότητες των τελευταίων ετών του Πελοποννησιακού πολέμου, που έφεραν το τέλος της Αθηναϊκής ηγεμονίας. Με τον ίδιο σεβασμό και θαυμασμό για την αξιοσύνη των αντιπάλων τους και σεβασμό για τα έθιμα, τα πάθη και τις συμφορές τους.
Ποτέ δεν αμφισβήτησαν την ανθρώπινη υπόσταση των εχθρών τους οι Έλληνες. Δεν τους έβλεπαν σαν κάτι λιγότερο από ανθρώπινα όντα με σπουδαία επιτεύγματα, παρότι θεωρούσαν ορισμένες πρακτικές παρόμοιες κι άλλες κατώτερες απ' τις δικές τους.
Στον 20ο αιώνα επικρατεί η μέθοδος της απανθρωποποίησης του αντιπάλου, της διακοπής των γεφυρών φυσικής επικοινωνίας, της καλλιέργειας της άγνοιας και των ψευδών δημιουργώντας μια συναισθηματική αποκοπή που οδηγεί στον πόλεμο με ακραία βαρβαρότητα. Η κοσμοαντίληψη και μέθοδος αυτή έχει τις ρίζες της στον χριστιανικό μεσαίωνα, την Ιερά Εξέταση και τη "μοναδική" μονοθεϊστική θρησκευτική προσέγγιση, που βρήκε ταιριαστή έκφραση στην αποικιοκρατία κι αργότερα στον φασισμό.
Οι "άλλοι" θεωρούνται "ιδεολογικά" λιγότερο άνθρωποι, απολίτιστοι, κακοί, εκ φύσεως ή/και θέσεως. Οι Νεότουρκοι έτσι είδαν τους Αρμένιους, ορισμένοι Έλληνες τους Τούρκους, οι Βαλκάνιοι μεταξύ τους, οι Ναζί στο αποκορύφωμα αυτής της τάσης τους Εβραίους και αργότερα τους Ρώσους, οι Ιάπωνες τους Κινέζους, οι Ρώσοι ορισμένες εθνότητες της περιφέρειάς τους, οι Αμερικανοί τους μαύρους.
Έχει τις ρίζες του αυτό στην αποικιοκρατία, όπου ο σκλάβος δεν ήταν ανθρώπινο ον αλλά εμπόρευμα, μηχανή παραγωγής για τους κατακτητές. Σε αντίθεση με τους δούλους της αρχαιότητας, που ήταν μια κοινωνική τάξη με περιορισμένα δικαιώματα και διαφορετικές υποχρεώσεις. Δεν χρειαζόταν ιδεολογικό ρατσιστικό υπόβαθρο κατωτερότητας για να γίνει κανείς δούλος στον αρχαίο κόσμο. Ήταν αποτέλεσμα πολέμων και κατακτήσεων. Δούλα έγινε και η Εκάβη, χωρίς να θεωρείται κατώτερη από ανθρώπινο ον.
Ο σύγχρονος τρομερός μηχανισμός της απανθρωποποίησης παίρνει μορφή μηχανική μετά τους εθνικισμούς του 19ου και κυρίως του 20ού αιώνα. Και τον παρατηρούμε κάθε φορά να αναβιώνει. Ο εχθρός δεν είναι απλά αντίπαλος αλλά κατώτερος, λιγότερο άνθρωπος, λιγότερο πολιτισμένος, με ελάχιστη ή καθόλου προσφορά στη δημιουργία της ανθρώπινης ιστορίας.
Ο μηχανισμός αναπαράγεται και πάλι. Να αγνοούμε τον απέναντι. Να υποβαθμίζουμε τον μεγάλο πολιτισμό του με τον οποίο είμαστε άρρηκτα δεμένοι. Να αποπροσωποποιούμε τους Ρώσους, τους Κινέζους σιγά σιγά, να διακόπτουμε τη ροή ανθρωπιάς. Όπως εξάλλου κι οι Ρώσοι στην Ουκρανία. Να ταυτίζουμε όλους τους Ρώσους με τη βαρβαρότητα, όπως εκείνοι όλους τους Ουκρανούς με τις εθνικιστικές διακρίσεις απέναντι σε όσους αισθάνονταν εξίσου ή περισσότερο Ρώσοι στην Ουκρανία. Να καταστρέφουμε μνημεία και να σβήνουμε μνήμες. Να αρνούμαστε τον πολιτισμό. Σε κλίμακα μεγαλύτερη.
Αυτός ο διαχωρισμός, το σταμάτημα της ροής καθημερινής ποπ κουλτούρας, διαφημίσεων, ταινιών, τέχνης, ανθρώπινων ιστοριών και στιγμών από την Κίνα προς τη Δύση, η διακοπή μετακινήσεων και όσμωσης, η άγνοια της ιστορίας, της πραγματικής ζωής πραγματικών ανθρώπων, το κόψιμο των γεφυρών, δεν προμηνύει τίποτε καλό. Όπως ούτε το αντίστροφο από την άλλη πλευρά στον βαθμό που συμβαίνει.
Φανταστείτε σήμερα να μαθαίναμε με τις σημερινές εντάσεις τη σημασία και το βάρος του Κινεζικού πολιτισμού ή του Ρωσικού, τα πάθη των ανθρώπων, των στρατιωτών τους, τις μικρές οικογενειακές τραγωδίες κι ελπίδες, τον τρόπο να βλέπουν τα πράγματα, όσο βέβαια και των Ουκρανών ή όσων τους αντιτίθενται και τους πολεμούν.
Είδα εξίσου ανατριχιαστικές και δηλητηριώδεις αναρτήσεις μίσους για την αγκαλιά του Τούρκου με τον Έλληνα υπουργό εξωτερικών, μπροστά στην ανθρώπινη καταστροφή που έπληξε τους γειτονικούς λαούς. Εκφράζοντας φόβο για οποιοδήποτε παράθυρο συνεννόησης των δυο εθνών, που άσχετα από τις γεωπολιτικές διαφορές μοιράζονται άπειρα κοινά και άλλους τόσους λόγους συνύπαρξης κι ευγένειας. Σαν η νομοτέλεια της σύγκρουσης (και όσων την πρεσβεύουν) να είναι ηθικά ανώτερη και να ενοχλεί βαθιά η επανανθρωποποίηση του "εχθρού".
Δεν χωράει η γνώση και αναγνώριση του αντιπάλου στον σύγχρονο κόσμο, που εξέλιξε την ευλογημένη θρησκευτικά αποικιοκρατία σε εθνικισμό ευλογημένο ιδεολογικά. Ο Δυτικός κόσμος μας, όσο κι αν καυχιέται πως έχει στο επίκεντρό του τον άνθρωπο, δηλαδή το ζωντανό ον, με τα παρόμοια παντού πάθη κι αδυναμίες του, τα επιτεύγματα (όσο και τις σκοτεινές στιγμές) του συλλογικού φαντασιακού του, έχει στην πραγματικότητα στο επίκεντρό του το άτομο. Όπως αυτός το ορίζει: το δικό μας, καταδικό μας "ανώτερο" άτομο, ημών των ιδίων, έμπλεο υπεροψίας και ύβρεως. Μήτε την κοινωνία, μήτε την ιστορία, μήτε τον πολιτισμό, μήτε τις αντιφάσεις μας κι αμφιβολίες μας. Το άτομο απανθρωποποιημένο, βιομηχανοποιημένο, μόνο.
Με ολοένα και λιγότερη αυτογνωσία από τις πρώτες μεταπολεμικές γενιές πορευόμαστε. Χωρίς αυτογνωσία πάμε.
Η υποτίμηση πολιτισμών (και μάλιστα εξαιρετικά σημαντικών, όπως ο Ρωσικός, ο Κινέζικος, ο Ινδικός) και ανθρώπων σε κάτι λιγότερο από ανθρώπους, η διακοπή της επικοινωνίας και η άγνοια, ο μηχανισμός αυτός της ιστορίας έχει τη δική του αμείλικτη δυναμική τους τελευταίους αιώνες.
Από τη Μεγάλη Πείνα που απάνθρωπα επέβαλε πονηρά η Αγγλία στην Ιρλανδία και θέρισε δύο εκατομμύρια από τα οκτώ των κατοίκων του νησιού στα μέσα του 19ου αιώνα, στο Holodomor, τον μεγάλο λιμό του Στάλιν στην Ουκρανία με έξι εκατομμύρια νεκρούς από τα τριάντα της περιοχής. Από τα έξι εκατομμύρια εβραίους και άλλους "υπανθρώπους" του Χίτλερ στα δύο εκατομμύρια αστούς του Πολ Ποτ και τα εξήντα εκατομμύρια θύματα της Πολιτιστικής Επανάστασης του Μάο. Ακόμη και στα 1.3 εκατομμύρια νεκρών του Αμερικανο-Βιετναμικού πολέμου, το 1.2 Βιετναμέζοι, στο ένα εκατομμύριο νεκρούς της άσκοπης και υποκινημένης εισβολής του Ιράκ στο Ιράν στην δεκαετία του '80. Από τα εκατομμύρια που πέθαναν σε συνέχεια της αμερικανικής δεύτερης εισβολής στο Ιράκ, στα εκατομμύρια νεκρών βασανισμένων εξαφανισμένων στη Συρία του Άσαντ και του Πούτιν μετά την εγκατάλειψη απ τους Αμερικανούς και τους Ευρωπαίους, που τους έδωσαν ψεύτικες ελπίδες.
Προετοιμάζει και γεννά καταστροφές και τέρατα αυτός ο δρόμος. Όπως έκανε ήδη δύο φορές σε μεγάλες συρράξεις και πάμπολλες ακόμη μικρότερες τον περασμένο αιώνα, ίσαμε πρόσφατα στη γειτονιά μας, στην πρώην Γιουγκοσλαβία, με το τέρας να δείχνει το πιο αποτρόπαιο πρόσωπό του στη Σρεμπρένιτσα.
Η απανθρωποποίηση του αντιπάλου οδηγεί μοιραία στη μέθη και στην ύβρη αυτόν που θεωρεί τον εαυτό του υπεράνω. Και αυτό με τη σειρά του έχει τη δική του πολύ ανησυχητική δυναμική.
Γιώργος Γιαννούλης - Γιαννουλόπουλος
Εικόνα:
Ο Έκτορας αποχαιρετά την Ανδρομάχη και τον μικρό γιο του. Ο Αστυάνακτας είναι στην αγκαλιά της Ανδρομάχης και απλώνει τα χέρια του για να αγγίξει το κράνος του πατέρα του. Απουλικός ερυθρόμορφος κιονωτός κρατήρας.
Μουσείο: RUVO Museo Nazionale of the Palazzo Jatta in Ruvo di Puglia
Περίοδος: Κλασική
Χρονολογία: 4ος αι. π.Χ. (370-360 π.Χ. περίπου)
Σχόλια