του Νίκου Σταθόπουλου
Αν εκ των ορίων-δεικτών της «δημόσιας ευτυχίας» είναι το «ποιόν» του «πολιτικού προσωπικού», τότε διανύουμε μια τραγική εποχή: οι ενεργοί παράγοντες του πολιτικού βίου είναι ένας οικτρός εσμός ασήμαντων που μορφοποιούν τον γενικευμένο ευτελισμό της δημοκρατικής θέσμισης. Η «γενική εικόνα» μαρτυρά ένα εξωφρενικό χάος, και κάθε ειδική περίπτωση βεβαιώνει για μια ασταμάτητη ανακατανομή της αθλιότητας με όρους γενικής ταπείνωσης και καθίζησης, Είναι «συγχωροχάρτι» να επιμένουμε στον όρο «Δημοκρατία» ενώ κυριολεκτικά ζούμε τον «κοινοβουλευτικό διοικητισμό» μιας Οργανικής Αποικίας. Οι Επικυρίαρχοι επιλέγουν, σαν «εθνοτοπικούς επιστάτες», τους κατώτερους της πολιτικής αγυρτείας, οι οποίοι βγαίνουν στον αφρό και λόγω του γενικού ξεπεσμού που χαρακτηρίζει κάθε εκποιημένη υπόσταση. Άλλωστε, αν δεν είσαι «Φον Δημητράκης» θα είσαι «εκτός κεντρικής πολιτικής σκηνής», σε μια «αφάνεια» έμπλεη αξιοπρέπειας. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
ΤΟ «ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟ» είναι ένα ισχύον μέγεθος, αλλά η ιστορία είναι μια σύνθετη διαδικασία παραγωγής του πραγματικού, και σ αυτή ο «ατομικός ρόλος» είναι βαρύνων: Ακόμα και η περιβόητη «ετερογονία των σκοπών» υπακούει στο ατελές της ανθρώπινης φύσης. Με άλλα λόγια, μας κυβερνούν κάτι «απίθανοι τύποι» που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα ξεπερνούσαν το αξίωμα του τέταρτου τη τάξει υφυπουργού ή του συμβατικού «διοικητικού». Μια Δημοκρατία όλο και πιο εξευτελιζόμενη σε ένα έθνος κράτος όλο και πιο συμφιλιωμένα και κακομοίρικα ατιμαζόμενο. Η έλλειψη επιθετικής αηδίας εκ μέρους «των κάτω» είναι το πρόβλημα, έλλειψη που δεν διαπιστώθηκε π.χ. το 1965 όταν ο αυθόρμητα εξεγερμένος λαός υποχρέωσε το σύστημα να φτάσει μέχρι Χούντα : τότε, ναι, μπορούσαμε να μιλάμε για «κρίση κομματικού φαινομένου» και, εύλογα, να σκεφτόμαστε με όρους «νέου πολιτικού υποκειμένου» (που, σωστά, το συνέλαβε η «αριστερή πτέρυγα της ΕΚ», αφήνοντας την Αριστερά να αυτοεξοντώνεται κοιτάζοντας τον αφαλό της και τα όρια του συμβιβασμού της), αλλά σήμερα το «κακό», το «χαλασμένο ψάρι» μόνο ενδεικτικά «βρομάει από το κεφάλι»!
Ζούμε τις ακατανόητες (για την ημιμάθειά μας) εποχές του «συναινετικού καταναλωτικού καπιταλισμού της Μαζικής Δημοκρατίας», κι αυτό, σα «παραγωγό περιβάλλον», εμπεριέχει οργανικά και δυναμικά και τους «κάτω»! Αν, μάλιστα, συνεκτιμήσουμε και τις «ειδικές περιστάσεις μετάβασης από το κρεσέντο αυταπάτης επί Χρηματιστηρίου στο «σοκ και δέος» των Μνημονίων: Τότε αποκτάμε ισχυρή αίσθηση των όρων έκλειψης της κοινωνικής αντίδρασης. Δηλαδή, το θέμα δεν είναι «πώς θα ανατρέψουμε τους πάνω», αλλά «πώς θα ξαναβάλουμε τους κάτω στο παιχνίδι»!
Η ριζική «σκοπιμότητα» του σύγχρονου ριζοσπαστικού λόγου εντοπίζεται στο να αναδείξει τα θετικά (=συγκεκριμένα) νοήματα του παρόντος, νοήματα που να αφορούν τους πραγματικούς κινδύνους και τις πραγματικές δυνατότητες. Εκκινώντας πια όχι από το «ταξικό-οικονομικό»(χωρίς τελεσίδικο αποκλεισμό του) αλλά από την βαλλόμενη «Ανθρώπινη Κατάσταση» και τον θετικό προσδιορισμό αυτής της επίθεσης
Το Κράτος, με θεσμοποιημένη την άμεση ευθύνη του Πρωθυπουργού (επικεφαλής της ΕΥΠ), να υποκλέπτει τις επικοινωνίες του Γενικού Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων (θυμόσαστε το φιλμάκι «Ένα τανκ στο κρεβάτι μου» όπου ο Δαλιανίδης σατιρίζει το γενικευμένο σύστημα παρακολουθήσεων επί Χούντας, από το οποίο δεν ξεφεύγει ούτε ο ίδιος ο δικτάτορας;…), και κανείς να μην τιμωρείται, να μην λογοδοτεί: Η Δημοκρατία αιμόφυρτη, σε ένα κρεσέντο κυνικού νεοολοκληρωτισμού (ί-δι-ον του Νεοφιλελευθερισμού), και ο γελοίος της Ζήμενς «αλλού βρέχει», ενώ δεν έχουν ξεσηκωθεί ακόμα και οι πέτρες! Μοιάζει τίποτα να μη νοιάζει κανένα νεοκρετίνο της αυτοκατανάλωσης στα ριάλιτι!. Σ ε άλλο, «οργανωμένο και σοβαρό» καπιταλισμό, κάτι τέτοιο θα έβγαζε τον κόσμο στους δρόμους με το αίτημα της κορυφαίας παραίτησης, αφού και η Δημοκρατία καταλύεται και μοιάζει να έχουν τον έλεγχο οι τουρκικές Μυστικές Υπηρεσίες! Τι έχει χαθεί; Το ενδιαφέρον, το φιλότιμο και η κρίση!
Δίπλα, ένας Αλέξης Τσίπρας ξεκάθαρα πια βουτηγμένος στην «κουλτούρα εποχής Κοσκωτά», με τα «πάμπερς» να έχουν γίνει «μαύρες σακκούλες» και την «χαμένη τιμή» της Αριστεράς να ενδύεται θεαμα-τικά τον «ελκυστικό επαγγελματισμό» της Τσαπανίδου. Οι «δύο μονομάχοι», σκιές γελοίες αλλοτινών ποιοτήτων του συστήματος, να βρίζονται «χαμάλικα» στα πάνελ με επιχειρηματολογία του τύπου «είσαι αλήτης… όχι ρε, εσύ είσαι αλήτης… αλήτης εγώ ρε αλήτη;…» Ο Πολάκης εξελίσσεται σε «Βαγγέλα Γιαννόπουλο» της Αριστεράς, προσδίδοντας στην παρακμή το φολκλόρ που χρειάζεται η εισέτι «ντεμί» Ελλαδίτσα! Όταν πήγαν με φρου-φρου κι αρώματα στις σουίτες του Χίλτον, ήξεραν το «day after», και τώρα απλά υποδύονται τους «σκληρούς» έχοντας ποντάρει, οι ανόητοι, στο ρεβόλβερ κάποιου «Ιβάν» της Ενημέρωσης! Αλλά οι Δεξιοί ξέρουν από «κοσκωτάδες», ενώ η αληθινή Δημοκρατία, η δική ΜΑΣ ουσιαστική Δημοκρατία, έχει πια χάσει νόημα και προσανατολισμό, αφού με χίλιους ψυχολογισμούς και ψευδοφιλοσοφίες ο «λαός» κλειδώνεται στο δημοσιοποιούμενο ιδιωτικό του μετατρέποντας την Επιβίωση σε κανονικότητα: το «πάλι με χρόνια με καιρούς…» κράτησε όρθιο το έθνος, γιατί δεν ήταν «σώσε μας Κύριε» αλλά αναγκαία μεταφυσική ελπίδα ως πλαισίωση μιας συλλογικής μέριμνας για συντήρηση και ταυτότητα με όραμα ελευθερίας. Σήμερα, βασιλεύει η απόλυτη φανταιζί μοιρολατρία!
ΚΑΙ ΣΕ αυτή την ολοένα και πιο θωρακιζόμενη και εξαγιαζόμενη καφρίλα, να «εναντιώνονται», ως «τιμητές» από μια «αφετηρία ποιότητας», ο Βελλόπουλος (με τις «ιδιόχειρες επιστολές» του Ιησού, και τις «θαυματουργές αλοιφές για τις αιμορροίδες»), ο Βαρουφάκης (ο ερασιτέχνης σόουμαν του «ουάου!» που φέσωσε τον τόπο σχεδόν 100 δισ. προωθώντας έμμεσα, και με τις άτυπες ευλογίες της Κουμουνδούρου, το θανάσιμο Τρίτο Μνημόνιο), ο Κουτσούμπας (της «ιμπεριαλιστικής επιχείρησης στη Μικρασία» πλαισιώνοντας έτσι την «επιχειρηματολογία» της Γαλάζιας Πατρίδας, μαζί με τα αχρεία πηγαινέλα στο θέμα της «επιδότησης» των ένστολων μπράβων της Εξουσίας), και οσονούπω ο Κασιδιάρης για να συνεχίσει τον ξυλοδαρμό της αναξιοπαθούσης μετακομμουνίστριας Κανέλλη: Και όλοι αυτοί, ένας επικίνδυνος θίασος ανεπαρκών της ετερόνομης διαχείρισης, με «συναδέλφους» τους να μετέχουν στο ευρωπαϊκό φαγοπότι υπό την πλαισιωτική στοργική προοδευτικότητα μιας ΠτΔ που καρφάκι δεν της καίγεται για τα «βαθιά και ουσιώδη» και νοιάζεται μόνο για επικοινωνιακά κόλπα με τον δικαιωματισμό ενώ το εθνικό καράβι βουλιάζει. Αυτοί το ξέρουν (και κερδοσκοπούν..) ότι είμαστε μια ξεπεσμένη Αποικία. Εμείς; Εμείς, μάλλον «αγανακτούμε» πλευρίζοντας τον Τζήμερο και τελειοποιώντας το χαζό αμερικανίστικο ευφυολόγημα στο fb. Η καταβύθιση της πολιτικής συνείδησης σηματοδοτεί την ουσία της μικροαστικής αυταπάτης που συμπύκνωσε ο «Εκσυγχρονισμός» σαν μια έσχατη αναλαμπή του «δημοκρατικού μεταρρυθμισμού για την Ανάπτυξη» που από τα τέλη του 19ου αιώνα αποτελεί την πεμπτουσία του «προδευτικού στρατοπέδου» με την έννοια μιας βαλκάνιας πρόσληψης του «δυτικού παραδείγματος».
Απλές «πραγματολογικές» παρατηρήσεις, σε μια εποχή που δεν σφραγίζεται από το «άγος αντιπροσώπευσης»(αυτό είναι τέχνασμα της φατριαστικής σκέψης που απολυτοποιεί το «εποικοδόμημα» σαν γνήσιος ξεπουληματικός ρεφορμισμός) αλλά από την κοινωνική απόσυρση, ποιοτική και «ποσοτική», χάρη στην οποία μπορεί και επιπλέει ηγετικά το κάθε «τίποτα»: Η κοινωνία παύει να ενδιαφέρεται για τη μοίρα του εαυτού της (εντός της «κίνησης» του τόπου), παραδίδεται στα «κισμέτ» για τα οποία την «κατατοπίζουν» τα Μίντια, ομφαλοσκοπεί οριζοντίως με την προσήλωση σε οθόνες, αρνείται κάθε διανοητική προπαρασκευή δράσεων, κονσερβοποιείται σε «διεκδικήσεις» που αφορούν το ποσοστό δυστυχίας σε έναν κόσμο όλο και πιο ξένο και ανοηματοδότητο. Αυτή είναι η ορίζουσα συνθήκη του τωρινού κοινωνικού : ωστόσο το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι «χρειαζόμαστε ένα νέο αντιπροσωπευτικό φορέα» αλλά η αντιστροφή της κοινωνικής υποχώρησης, έστω κι αν αυτό ακούγεται «μη ρεαλιστικό». Ας μην κοροϊδευόμαστε με ύπουλους «επιστημονισμούς» που επικεντρώνονται στο «αντικειμενικό» όπως ακριβώς επιτάσσει η «αρχή του Εμπορεύματος» και η «αυτοπαρουσίαση της Εξουσίας»: Όχι, οι αλλαγές, που πάντα θέλουν τον χρόνο τους, αφορούν, ως εκκίνηση, τη δράση μειοψηφιών οι οποίες ως «ειδοποιό διαφορά» τους έχουν τη βιωματική και επεξεργασμένη γνώση των αφανών «κινητήριων αναγκών». Και πάντα υπολογίζοντας ότι κανένα «ο λαός νίκησε» δεν αντιστοιχεί σε ολοκληρωτικά μεγέθη και σε απόλυτες πεποιθήσεις!
Είναι κρίσιμα ερωτήματα που πρέπει να διερευνηθούν: Τι «απέσυρε» την κοινωνία; Ποια και τι είναι αυτή η «κοινωνία»; Σε ποιο «υποκειμενικό επίπεδο» ήρθε και «κούμπωσε» η παραγωγός διαλεκτική της «κοινωνικής απουσίας»; Πώς ακριβώς, εν Ελλάδι, λειτουργεί η καθοριστική «σχέση βάσης» ανάμεσα σε Πραγματικό, Θέαμα και Πραγματικότητα; Πώς ακριβώς είναι χρήσιμη μια -διαπιστωμένα ανεπαρκής και προσφέροντας απλώς όλο και μεγαλύτερη σύγχυση. -«Ταξική ανάλυση»; Ποιες είναι οι «τάξεις» σήμερα στην Ελλάδα και ποια η οριοθετημένη «διαγωγή» τους σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένου «Καπιταλισμού της Ρευστότητας και των «Λειτουργιών»;
Ποια σοβαρή «ανάλυση» απαγορεύει την κεντρική χρήση της έννοιας «πολιτισμός» στην εξέταση των φαινομένων; Και αν ο Μαρξ έχει δίκιο σημειώνοντας ότι «ο προλετάριος αναπαράγει καθημερινά το όλο σύστημα εξουσίας με το σύνολο της ύπαρξής του», τότε πώς είναι δυνατόν να ολισθαίνουμε άβουλα σε στερεοτυπικές μονομέρειες που ενεργούν σαν ολέθριος Προκρούστης πάνω στην κοινωνική εμπειρία;…πλέον τα γραφτά μας πρέπει να έχουν μόνο σκόρπιες «στοχαστικές εμβαθύνσεις» (δηλαδή κωδικοποιήσεις «αληθειών») και να απλώνονται, σαν μια ελεύθερη διάθεση της διάνοιας, σε «καταγραφές βάθους» σχολιασμένες με την τίμια επιφύλαξη του σχετικού που είναι τέτοιο μόνο προς ώρας αφού είναι σε εξέλιξη η σκέψη : άλλωστε τα πάντα θα λυθούν μέσω της ‘Εσχατης Πράξης, όχι λόγω των «θέσφατων» κάποιου αυθεντιακού ματεριαλισμού αλλά λόγω της στοιχειώδους αλήθειας ότι πάντα είναι ανάγκη να λαμβάνει αισθητή μορφή το ζωοποιόν πνεύμα της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου.
ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΙΑ μέσα στη «Σκοτεινή Εποχή» της λεγόμενης «Νέας Τάξης Πραγμάτων», με την έννοια ενός εμπράγματου νεοκαπιταλιστικού φαντασιακού το οποίο αυτοσυνειδητοποιείται σαν «απόλυτη απροσδιοριστία»: Και εδώ εντοπίζεται η ριζική «σκοπιμότητα» του σύγχρονου ριζοσπαστικού λόγου, στο να αναδείξει τα θετικά (=συγκεκριμένα) νοήματα του παρόντος, νοήματα που να αφορούν τους πραγματικούς κινδύνους και τις πραγματικές δυνατότητες. Εκκινώντας πια όχι από το «ταξικό-οικονομικό»(χωρίς τελεσίδικο αποκλεισμό του) αλλά από την βαλλόμενη «Ανθρώπινη Κατάσταση» και τον θετικό προσδιορισμό αυτής της επίθεσης.
Σχόλια