ΘΑ ΕΡΘΕΙ ΜΙΑ ΜΕΡΑ, που, πια, δεν θα έχετε, τι να πείτε

 

ΘΑ ΕΡΘΕΙ ΜΙΑ ΜΕΡΑ, που, πια, δεν θα έχετε, τι να πείτε.
Σπαταλήσατε, βρωμίσατε, σκοτώσατε όλες τις λέξεις.
Και πετάτε, τα κουφάρια τους, στα μούτρα του κοσμάκη.
Λεξοφονιάδες.
Η πολυτελής εσθήτα της εξουσίας και της αυθαιρεσίας σηκώθηκε,
και φαίνεται ο ξεδιάντροπος κώλος της αδιάντροπης εξουσίας σας.
«Κράτος αδηφάγων και ασυστόλων κώλων.»
«Αισχρόν ἐστι σιγάν της Ελλάδος πάσης αδικουμένης» (Δημοσθένης)
Στρουθοκαμήλα της εξουσίας, άφησες τους παρατρεχάμενους της αυλής σου στο «μπάτε σκύλοι αλέστε κι αλεστικά μη δώστε», και όταν η μπόχα ξέφυγε από το υπόγειο της αυλής σου, τώρα κάνεις τον ανήξερο.
Γίνεται να είναι τόσο τυφλός και κωφός ο Κυβερνήτης;
«Δεν απαριθμώ άλλα κυβερνητικά σου προσόντα, τα οποία σου λείπουν, ου μόνον εκ φόβου μακρηγορίας, αλλά και διότι είναι ως να εξήταζα πόσα άλλα, πλην των ποδών, ελλείπουσιν εις χωλόν, όπως διαπρέψει ως χορευτής». (Εμμανουήλ Ροΐδης)

 «Κράτος αδηφάγων και ασυστόλων κώλων.»
 
ΘΑ ΕΡΘΕΙ Η ΜΕΡΑ, που το  γράμμα που περιμένεις  δεν θα έρχεται, γιατί εκείνο που έλαβες, αλαζονικά το πέταξες, μικρέ τυφλέ κι ανίκανε κυβερνήτη.

«Ανέγνων, έγνων, κατέγνων», είπες.

ΘΑ ΕΡΘΕΙ Η ΜΕΡΑ,  
Ονειροκλέφτη. Χαλασμένε. Κερδοσκόπε των ελπίδων,  
που δεν  θα έχεις, πια, άλλο ψέμα να πεις.
Και θα ζητάς συγχώρεση.

Κι’ εμείς  θα σωπαίνουμε  Και η σιωπή θα λέει:
 
ΘΑ ΕΡΘΟΥΜΕ, ακλόνητοι. Αδυσώπητοι.
Με μπροστάρη, το κλεμμένο μας δίκιο.
Με σύντροφο, την περηφάνια μας, που φυλάξαμε ζωντανή μέσα στην καρδιά μας.
Την περηφάνια, που ποτέ δεν μπορέσατε να μας κλέψετε.

ΘΑ ΕΡΘΟΥΜΕ, όρθιοι και υπερήφανοι, για «να πάρουν τα όνειρα εκδίκηση»

 Καμαρώνετε οι  σκατωμένοι και φωνάζετε:
«Δε λερώθ’κε ο Θοδωρής. Λερωθήκαν τα σκατά» (Κ. Βάρναλης).

Ακούτε;  «καύκαλα μ’ άχυρα γεμάτα»,  «χωρὶς στὸ μυαλὸ μία ρυτίδα»
(Θ. Σ. Έλιοτ «Κούφιοι Άνθρωποι» Μετάφραση Γ. Σεφέρης. Μ. Αναγνωστάκης)
Λειεγκέφαλοι, ματαιόσπουδοι, σπουδαιογελοίοι, κρουνοχυτροληραίοι, (κεφαλόβρυσα της κοτσάνας).

Ανθρωποι χωρίς λεβεντιά. τρομοκράτες των ονείρων μας;

Ακούτε;

«Μια  απαίσια βοή, Την σκάλα ανεβαίνει»
(Κ. Καβάφης)

Είναι η βοή, της οργής  του λαού,

«που γυρεύει ένα τίποτα για να πιστέψει και να πεθάνει»
(Μ. Αναγνωστάκης),

ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ της ΑΛΗΘΕΙΑΣ, της ΤΙΜΙΟΤΗΤΑΣ, της ΑΔΟΛΗΣ σκέψης
 
ΠΟΙΝΗ ΕΞΟΣΤΡΑΚΙΣΜΟΥ. από την Πόλη των Πολιτών,
σας επιβάλλουμε.

Κι όταν
«θα φεύγετε μουλωχτά,  
πέρα στις αμαλάκες*»

όλοι θα πούμε, όλοι μαζί:
«Α στο διάολο, μαλάκες»
(Γ. Σεφέρης «Ινδικό Παραμύθι»)

 ** Αμαλάκα: οπωροφόρο δέντρο της Ινδίας, (πηγή: «Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία» Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου)

Ελευθέριος Ανευλαβής 

Σχόλια