Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί ένα ακόμα σοκ μετά την
πανδημία, το οποίο ακολουθεί την οικονομική κρίση, που ξέσπασε το
2007-09 και επεκτάθηκε στην Ευρωζώνη το 2009-10, ξεκινώντας από την
Ελλάδα. Ο πόλεμος έχει ήδη φέρει οικονομική κρίση, για την ακρίβεια
στασιμοπληθωρισμό. Σίγουρα πάντως θα έχουμε αλλαγές στο διεθνή
καταμερισμό εργασίας, ενώ παράλληλα προκαλούνται και σημαντικές
γεωπολιτικές αλλαγές στον καταμερισμό ισχύος. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Επιβεβαιώνεται για ακόμη μια φορά ότι η πολιτική εμπεριέχει ως υποσύστημα την οικονομία. Πρόκειται για έναν ακόμη πόλεμο, στον οποίο συμμετέχει μία μεγάλη πυρηνική δύναμη, η οποία εισβάλλει σε μία μεσαία-μεγάλη γειτονική χώρα, η οποία τα τελευταία χρόνια επιδίωκε να έχει στενές σχέσεις με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Βρισκόμαστε σε πιο ασταθές περιβάλλον από ό,τι στον παλαιό Ψυχρό Πόλεμο.
Η περίοδος που διανύουμε είναι σαφώς μεταβατική –κυρίως λόγω του εντεινόμενου ανταγωνισμού ΗΠΑ και Κίνας– αλλά και λόγω του ότι η Σοβιετική Ένωση ήταν σαφώς περισσότερο θεσμική από τη σημερινή Ρωσία. Το μέλλον είναι αβέβαιο και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις επερχόμενες εξελίξεις: πότε και με ποιο τρόπο θα τελειώσει ο πόλεμος. Μια κλιμάκωση του πολέμου μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας θα έχει ασύλληπτες συνέπειες.
Οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου, κυρίως η μεγάλη αύξηση των τιμών των προϊόντων ενέργειας και των τιμών των τροφίμων– οδηγούν σε μια νέα οικονομική κρίση με αρνητικότατες συνέπειες για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, τα οποία οδηγούνται στη φτώχεια και στην ανέχεια. Η επιβράδυνση του ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ πρέπει να θεωρείται δεδομένη, αλλά κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια αν θα μπούμε σε ένα νέο κύκλο, όπου ο στασιμοπληθωρισμός θα θυμίζει εκείνον της περιόδου 1970-1980.
Το μακροοικονομικό περιβάλλον και οι ασκούμενες οικονομικές πολιτικές, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι συνέπειες της πανδημίας, εμπεριέχουν τις συνθήκες για να εμφανιστεί στασιμοπληθωρισμός. Οι επεκτατικές πολιτικές, νομισματική και δημοσιονομική, όταν συνδυάζονται με αναταραχές στη προσφορά, και με μεγάλη αύξηση του χρέους (δημόσιου και ιδιωτικού) μπορούν να οδηγήσουν στον στασιμοπληθωρισμό.
Αναταραχή
Οι επεκτατικές πολιτικές, επικεντρωμένες στην πλευρά της ζήτησης, προκαλούν φούσκες κερδοσκοπίας, όπως και πιστωτικές φούσκες, υψηλές τιμές περιουσιακών στοιχείων στέγασης και τεχνολογίας, αλλά και στα προϊόντα λιανικής κατανάλωσης. Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιδείνωσε τις αναταραχές στην πλευρά της προσφοράς, δημιουργώντας περαιτέρω προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, επιταχύνοντας άρδην τις συσσωρευμένες αρνητικές συνέπειες.
Ο διαφαινόμενος κίνδυνος είναι να κορυφωθούν αυτές οι εξελίξεις, κάποια στιγμή, με ξαφνική απώλεια εμπιστοσύνης (“στιγμή Minsky”) στις ασκούμενες πολιτικές και να οδηγηθεί η παγκόσμια οικονομία σε νέο κραχ. Ήδη η αύξηση του πληθωρισμού είναι μια πραγματικότητα. Οι γεωπολιτικές εξελίξεις αποτελούν το υπόβαθρο για να εμφανιστεί στασιμοπληθωρισμός. Το καμπανάκι έχει ηχήσει. Ο πλανήτης κινδυνεύει να βρεθεί σε στασιμοπληθωρισμό και κρίση χρέους.
Οι κεντρικές τράπεζες, αδυνατώντας να νομισματοποιήσουν τα τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα για την πρόληψη κρίσης χρέους, βρίσκονται αντιμέτωπες με το εξής δίλημμα: Καθώς ο πληθωρισμός επιμένει, εάν αρχίσουν να καταργούν σταδιακά τις επεκτατικές πολιτικές και αυξήσουν τα επιτόκια για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, όπως ήδη γίνεται, διακινδυνεύουν να προκαλέσουν μια μαζική κρίση χρέους και σοβαρή ύφεση. Ωστόσο, εάν διατηρήσουν μια χαλαρή νομισματική πολιτική, διακινδυνεύουν διψήφιο πληθωρισμό και βαθύ στασιμοπληθωρισμό, με τις ήδη εμφανιζόμενες νέες αναταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες.
Ο στασιμοπληθωρισμός “δαγκώνει”
Η ελληνική οικονομία, δεν μπορεί να αποφύγει τις παραπάνω εξελίξεις, δεδομένης της ένταξής της στο διεθνή καταμερισμό εργασία. Μάλιστα ορισμένα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη (δημόσιο χρέος, πληθωρισμός, δημοσιονομικά ελλείμματα) προκαλούν έντονη ανησυχία. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι η αύξηση του ρυθμού πληθωρισμού θα συνεχιστεί, ενώ οι αντίστοιχες εκτιμήσεις για το ρυθμό μεγέθυνσης δείχνουν συνεχή μείωση. Όλα τα παραπάνω δείχνουν με σαφήνεια ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας περιβάλλονται πλέον από πολύ υψηλό βαθμό αβεβαιότητας.
Από τη στιγμή που ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί, όλα τα μακροοικονομικά μεγέθη που εκφράζονται ως ποσοστό του ΑΕΠ θα αναθεωρηθούν (δημόσιο χρέος, γενικό δημοσιονομικό και πρωτογενές έλλειμμα, έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κλπ). Παράλληλα, εκτός του χαμηλότερου ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ, τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα αυξηθούν σε απόλυτους αριθμούς.
Η αύξηση του ρυθμού πληθωρισμού και η δραστική αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων θα αποτελέσει σοβαρό περιοριστικό παράγοντα για τη μεγέθυνση του ΑΕΠ. Η μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων έχει αρνητικά αποτελέσματα στην κατανάλωση. Η αβεβαιότητα και η αύξηση των τιμών των πρώτων υλών και των υπολοίπων απαραίτητων μηχανημάτων θα περιορίσει πιθανότατα τις σχεδιαζόμενες επενδύσεις.
Ο αντίκτυπος του πολέμου και των επακόλουθων κυρώσεων στην ελληνική οικονομία είναι αβέβαιος και θα εξαρτηθεί από το πώς θα εξελιχθεί η σύγκρουση, αλλά και από τη διάρκεια των κυρώσεων. Η άμεση έκθεση της Ελλάδας στη Ρωσία και στην Ουκρανία είναι σχετικά περιορισμένη. Η Ρωσία αντιπροσώπευε περίπου το 2% τόσο των αφίξεων τουριστών και των ταξιδιωτικών εισπράξεων πριν από την πανδημία.
Επιπλέον, το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών προς τη Ρωσία και την Ουκρανία ανέρχεται μόλις στο 1%. Ωστόσο, ενώ το μερίδιο των εισαγωγών από την Ουκρανία είναι επίσης αμελητέο (στο 0,6%), οι εισαγωγές από τη Ρωσία (κυρίως πετρέλαιο και φυσικό αέριο) αντιπροσωπεύουν το 9,5% των συνολικών εισαγωγών της Ελλάδας. Όμως, υπάρχουν ορισμένα προϊόντα όπως το σιτάρι που το 25% των εισαγωγών στην Ελλάδα προέρχεται από Ουκρανία και Ρωσία.
Το εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας ήδη σχεδόν διπλασιάστηκε σε ετήσια βάση τον Ιανουάριο 2022, καθώς η αύξηση των εισαγωγών επιταχύνθηκε – αυξήθηκε κατά 58%. Οι εκτιμήσεις είναι ότι το εμπορικό έλλειμμα θα συνεχίσει να διευρύνεται ως αποτέλεσμα της στρατιωτικής σύγκρουσης Ρωσίας-Ουκρανίας και των κυρώσεων, καθώς οι βασικές εισαγωγές γίνονται πιο ακριβές. Ο πληθωρισμός επιταχυνόταν πριν από την ρωσική εισβολή και κλιμακώνεται μετά από αυτήν, αφού οι τιμές τόσο των τροφίμων όσο και των μη τροφίμων αυξήθηκαν με ταχύτερο ρυθμό. Η αβεβαιότητα είναι τεράστια, με αποτέλεσμα όλες οι εκτιμήσεις για το μέλλον να είναι παρακινδυνευμένες.
----------------------
br />
Σχόλια