“Deutschland Über Alles”, εκτός… USA

 


Μελάς Κώστας

Η εκ νέου αναζήτηση της γερμανικής ταυτότητας, που ξεκίνησε μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, συντελείται στη βάση της ιστορικής ιδιαιτερότητας της γερμανικής κοινωνίας, η οποία ισχύει και σήμερα. Η πολιτιστική στροφή που έχει επισυμβεί στην Γερμανία προκαλεί αναπόφευκτη διάζευξη με την μέχρι την ενοποίηση πολιτική πρακτική, προαναγγέλλοντας μια διαφορετική πολιτική αντίληψη στις γερμανικές ελίτ, την οποία βλέπουμε να εκφράζεται εδώ και χρόνια: Από την οικονομική κρίση και την πανδημία, μέχρι την στάση της στο ενεργειακό.

Οι συζητήσεις για την γερμανική ταυτότητα μοιραία λαμβάνουν χώρα σε ένα πλαίσιο, στο οποίο τον πρώτο ρόλο έχουν παλαιές ιδέες, που αποπνέουν συντηρητισμό και αντιδραστικό εθνικισμό. Παρακάμπτοντας εντέχνως την περίοδο του Ναζισμού, αυτές οι ιδέες θέλουν να ξαναγυρίσουν στις ιερές παραδόσεις της Δεύτερης Αυτοκρατορίας (Β’ Ράιχ), τις οποίες κατέστρεψαν οι Ναζί ως μικροαστοί. Η συντηρητική αυτή αντίληψη έχει απλώσει την επιρροή της σε ένα ευρύ φάσμα πολιτικών και διαμορφωτών της κοινής γνώμης. Η απόφαση για τον επανεξοπλισμό-“μαμμούθ” της Γερμανίας που ανακοινώθηκε μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, πρέπει να ενταχθεί και σε αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο.

Παράλληλα, ο γερμανικός εθνικιστικός ιδεαλισμός δίνει έμφαση στην αποτελεσματικότητα της οικονομίας και στηρίζεται από αυτή. Στηρίζει την υπέρμετρη “ωμή βία”, με την οποία οι Γερμανοί επιβάλλουν εκεί που μπορούν την οικονομική τους λογική, η οποία συνάδει με μερκαντιλιστικά πρότυπα. Με τη σειρά του ο γερμανικός εθνικιστικός ιδεαλισμός στηρίζεται στη δύναμη που παρέχει η οικονομική ισχύς. Το εθνικό οικονομικό συμφέρον είναι πρώτιστο, όπως μας υπενθύμισε πρόσφατα και ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ένεκα των αντιδράσεων ευρωπαϊκών χωρών για τη χρηματοδότηση ύψους 200 δισ. που αποφάσισε το Βερολίνο για τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης στην γερμανική οικονομία: «Είμαστε οικονομικά ισχυροί και μπορούμε να το κάνουμε».

Ο πρώην υπουργός Οικονομικών και πρώην πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου Βόλφανγκ Σόιμπλε αποτελεί την επιτομή αυτών των αντιλήψεων. Ο Σόιμπλε ήρθε και πάλι στο προσκήνιο με την εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη που έδωσε στην Handelsblatt. Σε αυτήν, μεταξύ άλλων, παραδέχεται πως το κύρος της Γερμανίας «έχει πληγεί σοβαρά». Προχώρησε σε αυτοκριτική για τις αγαστές σχέσεις του Βερολίνου με την Μόσχα, εκφράζοντας μάλιστα την έκπληξη του πως δεν κάνει το ίδιο και η Άγκελα Μέρκελ, για την οποία επεσήμανε πως είναι «νωρίς» να χαρακτηριστεί «μεγάλη καγκελάριος»!

Το Ουκρανικό αποτέλεσε την μεγάλη εξαίρεση: Το Βερολίνο, μη έχοντας καμία πρόθεση να συγκρουστεί με την Ουάσιγκτον, οδηγήθηκε να διαρρήξει τις στενές οικονομικές σχέσεις του με την Μόσχα, με αποτέλεσμα η γερμανική οικονομία να πληρώνει ήδη τις συνέπειες και να τρέμει τα χειρότερα. Βέβαια, ο Σόιμπλε υπερασπίστηκε την επίμαχη δήλωση του να φορούν… δεύτερο πουλόβερ οι Γερμανοί πολίτες στο σπίτι τους, σε ενδεχόμενο μπλακάουτ ή περικοπής της θέρμανσης! Για την χώρα μας, περιορίστηκε να δηλώσει πως «δεν βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ως πρόβλημα», υπερασπιζόμενος την πρόταση του για προσωρινό Grexit.

Η αντίληψη για τη γερμανική ιδιαιτερότητα

Η προηγούμενη, λοιπόν, γενιά πολιτικών ηγετών καθόρισε απόλυτα την εξωτερική πολιτική της με βάση το στόχο της πλήρους ενσωμάτωσης της Γερμανίας στην Ευρώπη και στο ΝΑΤΟ. Η νέα γενιά δεν κάνει καμία προσπάθεια να κρύψει τη θεμελιώδη και απόλυτη πίστη της στις αξίες του γερμανικού εθνικισμού. Είναι γνωστό ότι στην ιστορία της Γερμανίας, οι συζητήσεις για την γερμανική ταυτότητα καθορίστηκαν από τη διάχυτη και εγγενή αντίληψη της γερμανικής κοινωνίας για την ιδιαιτερότητά της, σε σχέση με την υπόλοιπη Δύση. Δεν πρόκειται, όπως λανθασμένα πολλές φορές αναφέρεται, περί απλού ιδεολογήματος. Πρόκειται για το κυρίαρχο πολιτιστικό υπόδειγμα σε πλήρη αλληλεξάρτηση με τις ιδιαίτερες αναπτυξιακές διαδικασίες της γερμανικής κοινωνίας.

Υπό αυτήν την έννοια, η συγκεκριμένη αντίληψη, ως δομικό στοιχείο του συλλογικού φαντασιακού της γερμανικής κοινωνίας, αποτελεί μέρος της πραγματικότητάς της. Συνεπώς, χρειάζεται ως τέτοια να ληφθεί υπόψη και ως τέτοια να ενταχθεί σε μια συλλογιστική αντιμετώπισης. Οι θέσεις που θεωρούν τις αντιλήψεις αυτές ανορθολογικές, μεταφυσικές κτλ απλά επιβεβαιώνουν τα θεμελιώδη λάθη ενός “φιλελευθερισμού” που σφύζει από οικουμενιστικά ιδεολογήματα, τα οποία δεν αντέχουν στην βάσανο της κριτικής της Ιστορίας.

Από ιστορική άποψη, λοιπόν, οι συζητήσεις αυτές παραπέμπουν στην εικόνα της Γερμανίας που ακολουθεί το δικό της δρόμο. Έτσι, το ζήτημα με τη γερμανική ταυτότητα είναι ότι τα βασικά σημεία αναφοράς της, τόσο ιστορικά όσο και πολιτισμικά, διαπνέονται από το ήθος της γερμανικής εξαίρεσης. Αναπόφευκτα, λοιπόν, όταν τίθενται σήμερα εκ νέου ζητήματα που αφορούν την εξέλιξη της γερμανικής εθνικής ταυτότητας είναι δύσκολο –αν όχι αδύνατο– να αποφευχθεί η χρήση της εθνοκεντρικής φρασεολογίας των παλαιότερων συζητήσεων.

Ο επιθετικός ιδεαλισμός

Στο σημείο αυτό πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή του αναγνώστη. Το πρόβλημα δεν είναι η γερμανική ιδιαιτερότητα. Άλλωστε, όλοι οι λαοί έχουν τις ιδιαιτερότητές τους που ανιχνεύονται σε ολόκληρη την ιστορική τους διαδρομή. Κι αυτό, παρά τις ισοπεδωτικές επιδράσεις που έχει επιφέρει η νεωτερικότητα, κύρια συνιστώσα της οποίας αποτελεί το καπιταλιστικό σύστημα. Το ερώτημα είναι γιατί η γερμανική ιδιαιτερότητα διάκειται τόσο εχθρικά στις υπόλοιπες εθνικές ιδιαιτερότητες. Γιατί προσπαθεί ουσιαστικά να τις απαλλοτριώσει, να τις υποτάξει, να τις υποδουλώσει και εν τέλει να τις εξαφανίσει;

Αυτό χρειάζεται να ερμηνευθεί και να κατανοηθεί. Προς το παρόν ας αναφέρουμε ότι οι Γερμανοί διακρίνονται από το έντονο πάθος, με το οποίο αφοσιώνονται σε διάφορες ιδέες και προσπαθούν να τις μετατρέψουν σε πραγματικότητες. Τα μεγαλύτερα επιτεύγματά τους, οι πιο καταστροφικές αποτυχίες τους, η τραγική πολιτική τους ιστορία διαπνέονται εξ ολοκλήρου από αυτό τον επικίνδυνο ιδεαλισμό. Αν οι περισσότεροι από εμάς είμαστε θύματα των περιστάσεων, μπορεί κανείς να πει ότι ο γερμανικός λαός ως σύνολο είναι έρμαιο των ιδεών. Ακόμη: «Οι Γερμανοί είναι περίεργος λαός… Κάνουν τη ζωή τους δύσκολη χωρίς λόγο, αναζητώντας βαθιές σκέψεις και ιδέες παντού, δίνοντας βαθύτερο νόημα στα πάντα» (Γκαίτε: “Γράμμα στον Έκκερμαν”).

Η μελέτη της Ιστορίας δείχνει πως παρά τις συνεχείς προσπάθειες, ο επικίνδυνος γερμανικός ιδεαλισμός αποτυγχάνει, προκαλώντας τεράστιες καταστροφές στις υπόλοιπες χώρες, αλλά και στην ίδια την Γερμανία. Πάντοτε υπήρξε περίοδος μεγάλης μεγέθυνσης της ισχύος της, γεγονός που εκτόξευσε το εθνικό αίσθημα της ιδιαιτερότητας, για να ακολουθήσει η υπερτίμηση της γερμανικής ισχύος και τελικά να επέλθει η καταστροφή. Η ιστορία των Γερμανών είναι μια ιστορία των άκρων. Έχει τα πάντα, εκτός από τη μεσότητα. Εδώ και χίλια χρόνια οι Γερμανοί έχουν ζήσει τα πάντα, εκτός από την κανονικότητα. Το μόνο κανονικό στοιχείο της γερμανικής ιστορίας είναι οι βίαιες μεταβολές (A.J.Taylor, “The course of German History”).

Στον ίδιο δρόμο και σήμερα

Δεν θα ήταν παράλογος ο παραλληλισμός ότι και σήμερα η Γερμανία ακολουθεί την ίδια λογική με το παρελθόν, ειδικότερα στο πεδίο της οικονομίας. Σε ότι αφορά την οικονομία, η ρήση του Walter Rathenau «η οικονομία καθορίζει τη μοίρα μας» φαίνεται ότι αποτελεί το moto των νέων πολιτικών και επιχειρηματικών γερμανικών αρχηγεσιών, τουλάχιστον από τα τέλη της δεκαετίας 1950 και μετά. Η τρομακτική ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας, σε συνδυασμό με την ενοποίηση της χώρας, παρά τις επίμονες αλλά ατελέσφορες προσπάθειες των Γάλλων να θέσουν πολιτικούς φραγμούς ελέγχου οδήγησαν στη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Και εκεί τελείωσαν όλα.

Η πρόταξη της οικονομικής ισχύος της Γερμανίας δικαιολογήθηκε με βάση την ιδιαιτερότητα της (το γνωστό: “κάνε το όπως η Γερμανία”), στην οποία όμως προσέδιδαν οικουμενικά ή τουλάχιστον ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Καλούσαν, λοιπόν, τις υπόλοιπες χώρες-μέλη να μιμηθούν το συγκεκριμένο πρότυπο. Γνώριζαν σαφέστατα ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Κάθε χώρα έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Το προέτασσαν, όμως, για να αναδείξουν τη δική τους ισχύ και την αδυναμία των άλλων. Επεδίωκαν να τους μειώσουν ηθικά, σύμφωνα με το προτεσταντικό δόγμα.

Επί της ουσίας, όμως, επιβάλλουν μέτρα, τα οποία εξουθενώνουν τις οικονομίες των υπολοίπων χωρών-μελών και μακροπρόθεσμα υποσκάπτουν και τη δικιά τους οικονομική ισχύ. Όπως προαναφέραμε, εκτός από το πεδίο της οικονομίας, το βλέπουμε σήμερα και στην άρνηση της Γερμανίας να δεχτεί πλαφόν στις τιμές ενέργειας. Ακόμα και στο εμβολιασμό είχαμε διαπιστώσει την περίφημη γερμανική ιδιαιτερότητα, καθώς το Βερολίνο είχε παρακάμψει την κοινή θέση της ΕΕ. Οι προνομιακές της σχέσεις που διατηρούσε με την Ρωσία εξηγούνται πρωτίστως από τις οικονομικές αναγκαιότητες, αλλά εν μέρει και από αυτήν την αντίληψη της γερμανικής ιδιαιτερότητας.

“Deutschland Über Alles”

Πάντως, οι μηχανισμοί που υποσκάπτουν την οικονομική ισχύ της Γερμανίας δεν είναι μόνο οικονομικοί. Πρωτίστως, είναι λόγοι πολιτικοί και ως γνωστόν η Γερμανία ως πολιτικό υποκείμενο ταλανίζεται από απίστευτο αριθμό λανθασμένων επιλογών και πρακτικών. Τίποτα δεν δείχνει καλύτερα τον μη ρεαλιστικό χαρακτήρα της γερμανικής Realpolitik από τους γερμανικούς πολεμικούς στόχους τον προηγούμενο αιώνα.

Μολονότι οι ηγετικές ομάδες της Γερμανίας στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους διέφεραν σημαντικά ως προς την κοινωνική τους καταγωγή, οι πολεμικοί τους στόχοι ήταν ουσιαστικά οι ίδιοι. Αποσκοπούσαν στη δημιουργία μιας γερμανικής αυτοκρατορίας στην Ευρώπη, πιθανώς με κάποιες υπερπόντιες κτήσεις. Στην πράξη δεν ήταν παρά μια γερμανική αποικιοκρατική αυτοκρατορία στην Ευρώπη και πέραν αυτής.

Για να κατανοήσουμε την σημερινή Γερμανία, θα αναφέρουμε το σχέδιο στην περίπτωση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Εκτός από την άμεση προσάρτηση περιοχών κυρίως στα ανατολικά, απέβλεπε στη σύσταση μιας κεντροευρωπαϊκής ένωσης, αποτελούμενης από τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Γερμανία, τη Δανία και την Αυστροουγγαρία, με την Ιταλία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία ως συνδεδεμένα μέλη.

Πολλά εδάφη στην Ανατολή, συμπεριλαμβανομένης της Πολωνίας και μεγάλων τμημάτων της Ρωσίας, προορίζονταν να αποτελέσουν απλώς και μόνο αποικίες. Οραματίζονταν, επίσης, την επέκταση της γερμανικής αποικιακής αυτοκρατορίας στην Αφρική, στον Ειρηνικό Ωκεανό, αλλά και στη Μέση Ανατολή. Σίγουρα, η σημερινή πολιτική ηγεσία της Γερμανίας παρακάμπτει τη ναζιστική περίοδο, για ευνόητους λόγους. Επανέρχεται ποικιλοτρόπως, όμως, στο αυτοκρατορικό παρελθόν, υπενθυμίζοντας το σύνθημα “Deutschland Über Alles”, αν και στην περίπτωση του Ουκρανικού, όπου το Βερολίνο αναγκάστηκε να ευθυγραμμιστεί με την Ουάσιγκτον, το σύνθημα μάλλον αντιστράφηκε “USA Über Alles”!

=====================

 

Σχόλια