H Κίνα, το 20o Συνέδριο και το τέλος της «Παγκοσμιοποίησης»

 Το μοναδικό ζήτημα είναι αν θα εκλεγεί ο Σι και πόσο δικτάτορας είναι. Κουβέντα για το τι σηματοδοτεί για την πάλη με τη Δύση. 

Στη Δύση έχουμε μια δυσανεξία (και σωστά μάλλον) στην έννοια της προσωπολατρίας, αυτής της κάπως ασαφώς οριζόμενης κατάστασης θεοποίησης του ηγέτη που παρατηρείται στα λεγόμενα «ολοκληρωτικά» καθεστώτα. Τα τελευταία, με τη σειρά τους, είναι και αυτά επαρκώς ασαφώς ορισμένα, ώστε να περιλαμβάνουν γενικά ό,τι δεν αρέσει στη Δύση. Η δυσανεξία αυτή επομένως είναι αποκαλυπτική των αδυναμιών της Δύσης.ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Αν δούμε, για παράδειγμα, τη συζήτηση που διεξάγεται στα δυτικά μίντια με αφορμή το 20ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (16 – 22 Οκτωβρίου). Το βασικό ζήτημα σύμφωνα με αυτά είναι το τι σημαίνει ότι θα μείνει ο Σι Τζινπίνγκ για τρίτη θητεία στην ηγεσία. Η γενική συμφωνία είναι ότι κάτι τέτοιο θα ήταν επικίνδυνο (και για τους Κινέζους και για τους δυτικούς), γιατί η παντοδυναμία του ηγέτη και η προφανής συνακόλουθη προσωπολατρία, οδηγούν στην μεγάλη σοφία που είχε γράψει κάποτε ο Μαρκήσιος, Ιππότης του Βικτοριανού Τάγματος και λοιπά και λοιπά John Emerich Edward Dalberg-Acton, 1ος Βαρώνος Άκτον: «Η εξουσία διαφθείρει. Η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα. Οι Μεγάλοι Άντρες ήταν σχεδόν πάντα κακοί άνθρωποι». Ρήση που, αν και δεν διαφωνούμε μαζί της, δεν μπορούμε παρά να παρατηρήσουμε ότι τείνουν να την επαναλαμβάνουν κυρίως αναλυτές σε εφημερίδες και υπερήρωες σε ταινίες. Αλλά και το ίδιο το Κόμμα, ας μην ξεχνάμε, μετά από το πάθημα του Μάο Τσετούνγκ, από μόνο του είχε βάλει όριο τις δύο πενταετείς θητείες για έναν γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής, ώστε να αποτρέπει την υπερσυγκέντρωση εξουσιών σε ένα πρόσωπο – και ο Σι πάει για τρίτη.

Οι δυτικοί «αναλυτές» και «Πεκινολόγοι», (οι οποίοι συχνά δεν ξέρουν καν κινεζικά – όπως και ο υπογραφόμενος αναλυτής εξάλλου) αδυνατούν να δουν λίγο πιο βαθιά, μένοντας στο επιφαινόμενο του προσώπου της ηγεσίας και την κακία του. Η αδυναμία αυτή του κυρίαρχου λόγου, ο οποίος με τόσο αλαζονικό τρόπο θεωρεί τις δυτικές μας δημοκρατίες ανώτερες από τις «ανατολικές απολυταρχίες», οφείλεται στο ότι ο ίδιος δεν είναι ικανός να εστιάσει στα ουσιώδη της πολιτικής ως τέχνης: της τέχνης του να διασφαλίζουμε ότι οι αποκάτω θα μείνουν αποκάτω, ανεξάρτητα από το ποιος κυβερνά. Αναγκάζεται έτσι να μείνει στα πρόσωπα αδιαφορώντας για την ουσία των πολιτικών.

Έτσι και τώρα: Το μοναδικό ζήτημα είναι αν θα εκλεγεί ο Σι και πόσο δικτάτορας είναι. Το πώς αυτός έφτασε εκεί, τι εκπροσωπεί, ποιες κοινωνικές κατηγορίες, ποιες δυναμικές, τι σηματοδοτεί για την πάλη με τη Δύση, όλα αυτά δεν υπάρχουν στη συζήτηση.

Καμία ανησυχία, αγαπητή αναγνώστρια. Είμαστε εδώ για να τα εξηγήσουμε όλα αυτά. Και χωρίς να σου φανούν κινέζικα.

Το συνέδριο και οι αριθμοί του

Το 20ο Συνέδριο του ΚΚΚ είναι σημαντικότατο θέμα συζήτησης για τους Κινέζους. Όταν αναφέρονται σε αυτό το αποκαλούν μάλιστα 二十 大(Èrshí Dà), «Το 20ό Μεγάλο», συντομογραφία για το 二十 次大会, ήτοι «20ό Συνέδριο». Το πόσο σημαντικό είναι, φαίνεται από το ότι το hashtag #二十大报告# (δηλαδή «20ό Μεγάλο – Αναμετάδοση») μάζεψε στο weibo (το κινέζικο αντίστοιχο του twitter) πάνω από 760 εκατομμύρια views μόνο την Κυριακή 16 του μηνός. Φυσικά μεγάλο μέρος του θορύβου που προκαλεί το συνέδριο οφείλεται στην καταιγίδα προπαγάνδας που εξαπέλυσαν τα μέσα ενημέρωσης, αλλά αυτό δεν μας είναι δα κάτι άγνωστο: έχουμε και εμείς τις δικές μας αντίστοιχες καταιγίδες.

Τα ανά πενταετία συνέδρια του κόμματος είναι τα μεγαλύτερα όργανα κρατικού σχεδιασμού μακροπρόθεσμης πολιτικής στην χώρα. Η Κίνα εξακολουθεί να δρα (με ιδιαίτερη ως τώρα επιτυχία, άλλωστε) με βάση τα πενταετή πλάνα που εγκρίνονται, όχι τυχαία, από τα συνέδρια του κόμματος, το οποίο αποτελεί βασικά όχι μόνο την κυβέρνηση, αλλά ολόκληρο τον κρατικό κορμό. Και μπορεί ο καπιταλισμός να είναι το κυρίαρχο σύστημα στη χώρα, αλλά το κόμμα-κράτος διατηρεί το δικαίωμά του να θέτει μακροπρόθεσμους στόχους, των οποίων την επιτυχία την κρίνει ανά πενταετία.

Το συνέδριο είναι μια αντικειμενικά μεγάλη σύναξη πολιτικού στελεχιακού δυναμικού. Ας δούμε μερικά κινεζικά νούμερα. Τα κινέζικα διατηρούν την μυριάδα 万 = 10000, που και εμείς την έχουμε κρατήσει αναφερόμενοι στο εκατομμύριο (= εκατό μυριάδες). Άρα θα πούμε ότι το κόμμα, ο μεγαλύτερος πολιτικός σχηματισμός του πλανήτη, έχει 97 εκατόν-μύρια, «97 百 万» μέλη, δηλαδή περίπου 10 φορές τον πληθυσμό της δικής μας χώρας. Ένας στους 14 Κινέζους είναι μέλος, ποσοστό ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Από αυτά τα μέλη εκλέχτηκαν σε πολλαπλές διαδικασίες 2296 αντιπρόσωποι από 38 διοικητικές εκλογικές μονάδες της Κίνας, δηλαδή από επαρχίες, νομούς, πόλεις, μεγάλες εταιρίες, στρατό, υπηρεσίες του δημοσίου κλπ. Από τους αντιπροσώπους, 771 ήτοι το ένα τρίτο του συνόλου, είναι «εργάτες». Ανάμεσά τους 192 μετανάστες και 85 εργάτες γης. Οι γυναίκες είναι 619, λίγο περισσότερο από το ένα τέταρτο. (Λίγες, αν και με αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο συνέδριο). Από τις 55 εθνικές μειονότητες προέρχονται 264 σύνεδροι. Σε αυτές ανήκει το 6% του πληθυσμού της χώρας, άρα με 11,5% των συνέδρων οι μειονότητες υπεραντιπροσωπεύονται.

Η μέση ηλικία των συνέδρων είναι τα 52 χρόνια, με το 20% να είναι κάτω από τα 45. Ανάμεσα στους συνέδρους υπάρχει και ένας μαθουσάλας 105 ετών, ο Σονγκ Πινγκ. Γεννημένος το 1917 (μαζί με τη Ρωσική Επανάσταση) είναι μεγαλύτερος από το ίδιο το ΚΚΚ, που ιδρύθηκε το 1921, έχει γνωρίσει τον Μάο και υπήρξε καθοδηγητής των νεαρών Χου Τζιντάο (Γ.Γ. του ΚΚΚ το 2002–2012) και Γουέν Τζιαμπάο (που ήταν πρωθυπουργός υπό τον Χου).

Ελάχιστοι είναι οι σύνεδροι χωρίς πτυχίο πανεπιστημίου (γύρω στο 4%), στοιχείο σημαντικής αναντιστοιχίας με τον πραγματικό πληθυσμό. Η Κίνα μπορεί να παράγει 十百 万 αποφοίτους πανεπιστημίων το χρόνο [10 εκατομμύρια, το μάθαμε πιο πάνω, να μην λέμε τα ίδια και τα ίδια απρόσεχτοι!], αλλά μια επείγουσα ανάγκη που έχει είναι να αντιστοιχίσει τα προσόντα αυτά με την παραγωγή, όπως και αντίστροφα να βρει δουλειά στα εκατομμύρια των αμόρφωτων εργατών από προηγούμενες γενιές, που δεν είναι εύκολο να ενσωματωθούν στις τρέχουσες παραγωγικές συνθήκες.

Το συνέδριο, εκτός από τον Σι Τζιπίνγκ, θα εκλέξει και τα 370 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής, η οποία με τη σειρά της θα εκλέξει την 25μελή εκτελεστική της επιτροπή, το Πολιτμπιρό. Επτά από τα μέλη του τελευταίου αποτελούν την Διαρκή Επιτροπή, στην προεδρία της οποίας θα βρίσκεται ο Σι. Το ποια πρόσωπα θα λάβουν ποιες θέσεις έχει γίνει ένα ατέλειωτο σήριαλ στα μέσα ενημέρωσης. Θα γίνει ο Χου Τσουνχούα πρωθυπουργός το 2023, ή μήπως ο Ουάνγ Γιάνγκ; Και πόσους «δικούς του» θα βάλει στην νέα Κ.Ε. ο Σι; Τι θα γίνει με τον Λι Ξι, θα γίνει γραμματέας της περιβόητης Υποεπιτροπής Πειθαρχικού Ελέγχου, που έχει κομβικό ρόλο στον αγώνα κατά της διαφθοράς; Ο Τσεν Μιν-Ερ, ο γραμματέας της Τσονκίνγκ, θα καταφέρει να μπει στο Πολιτμπιρό, όπως ρωτάει σε «βαρυσήμαντο» άρθρο της η αντιπολιτευόμενη South China Morning Post; Και, πάνω από όλα, ο Σι μετά το συνέδριο, θα διατηρήσει τον τίτλο του Γ.Γ., ή μήπως θα πάρει τον τίτλο του Προέδρου του Κόμματος, τίτλο που κράτησε για χρόνια ο Μάο και καταργήθηκε το 1982; Η μήπως (Θεός φυλάξοι) πάρει τον τίτλο του 人民领袖(ρενμίν λινγκσιού), δηλ. του «Ηγέτη του Λαού», τον οποίο είχε μόνο ο Μάο (και πήρε για μικρό διάστημα και ο Χούα Γκούοφενγκ);

Το συνέδριο και η σημασία του

Το πόσο προσχηματική είναι η συζήτηση στα δυτικά μέσα ενημέρωσης το δείχνει ο υπότιτλος ενός άρθρου που αναφέρθηκε και πιο πάνω: «Στην κινεζική πολιτική, οι σημαντικές αποφάσεις συχνά παίρνονται πίσω από κλειστές πόρτες, πριν να ανακοινωθούν και προσυπογραφτούν από τα επίσημα όργανα». Πόσο αντιδημοκρατική είναι η κινεζική πολιτική! Ενώ εδώ στη Δύση, όλα τα σημαντικά γίνονται πάντα στο φως του ήλιου και μόνο με ρητή λαϊκή εντολή, η οποία είναι αδιανόητο να παραβιαστεί…

Το πώς θα κατανεμηθεί η εξουσία, σε Ανατολή και Δύση, προφανώς εξαρτάται από την μεγάλη εικόνα, το ποια πολιτική θα ακολουθηθεί με βάση τον εκάστοτε συσχετισμό. Τον συσχετισμό τον βλέπουμε από τα δύο άλλα σημαντικά ζητήματα (εκτός από τις εκλογές), που απασχολούν το 20ό Μεγάλο, ζητήματα που είχε ήδη θέσει ο Σι το 2012, στην πρώτη εκλογή του: τα 两个一百年, τις δύο επετείους των 100 ετών. Η πρώτη επέτειος, στα 100 χρόνια του ΚΚΚ, πέρσι δηλαδή, ήταν ο στόχος της μετατροπής της Κίνας σε μια «μετρίως ευημερούσα κοινωνία». Το συνέδριο θα επικυρώσει πανηγυρικά την επιτυχία του στόχου αυτού. Είναι αλήθεια ότι υπήρξε μεγάλη μείωση της φτώχειας, έστω και αν τα επίσημα νούμερα είναι κάπως «μαγειρεμένα». Βεβαια, η μείωση αυτή συνοδεύτηκε (αν και αυτό μάλλον δεν θα συζητηθεί στο συνέδριο) από αχανείς ανισότητες μεταξύ πλούσιων και φτωχών, αλλά και μεταξύ παραλιακών βιομηχανικών και μεσογείων αγροτικών επαρχιών, για να μην αναφέρουμε το γεγονός ότι σε μια «σοσιαλιστική» χώρα δεν υπάρχει δίχτυ κοινωνικής ασφάλισης και σύνταξης. Υπήρχε κάποτε, αλλά καταργήθηκε από τις μεταρρυθμίσεις του Ντενγκ Χσιάο Πινγκ, σε τέτοιο βαθμό που το ΔΝΤ αναφέρει ότι οι «μεταρρυθμίσεις» που έγιναν στις δεκαετίες του ’80 και ’90 με την «σταδιακή διάλυση του κοινωνικού δικτύου προστασίας» είναι υπεύθυνες για το «ανεπαρκές επίπεδο κοινωνικών δαπανών» και το υψηλότατο επίπεδο ιδιωτικών αποταμιεύσεων, ότι δηλαδή οι εργαζόμενοι βάζουν στην άκρη χρήματα για μια δύσκολη μέρα αντί να ξοδεύουν. Άρα το ΔΝΤ προτείνει στην χώρα να αναπτύξει τα δίκτυα κοινωνικής προστασίας για να αυξηθεί η ιδιωτική κατανάλωση. Πάμε ξανά: Το ΔΝΤ προτείνει (και οι Financial Times επικροτούν) η Κίνα να αναπτύξει τα δίκτυα κοινωνικής προστασίας, επειδή αυτά είναι υπερβολικά διαλυμένα. Σοσιαλισμός με κινεζικά χαρακτηριστικά είναι φαίνεται το να σε τρολάρει το ΔΝΤ…

Η δεύτερη επέτειος, το 2049, στα εκατό χρόνια της Λαϊκής Δημοκρατίας, συνοδεύεται από τον στόχο μιας «δυνατής, δημοκρατικής, πολιτισμένης, αρμονικής και σύγχρονης σοσιαλιστικής χώρας». Αν και δεν γίνεται να είναι απολύτως σαφές τι σημαίνει αυτό, όταν μιλάμε για σχεδόν τρεις δεκαετίες από τώρα, σίγουρα ο στόχος περιλαμβάνει αύξηση μεν της διεθνούς επιρροής και της στρατιωτικής ισχύος της Κίνας, αλλά και μετάβαση στο εσωτερικό σε ένα καταναλωτικό υπόδειγμα όχι πολύ διαφορετικό από αυτό των αναπτυγμένων καπιταλιστικών «μεταβιομηχανικών» κοινωνιών.

Στον εναρκτήριο λόγο του ο Σι διευκρίνισε κάποιες πλευρές των ζητημάτων αυτών. Για τους Κινέζους πάντως, τα πιο σημαντικά σημεία της ομιλίας του, όπως μετατράπηκαν σε συνθήματα και διανεμήθηκαν στα κοινωνικά μέσα από τις προπαγανδιστικές αρχές, κατά σειρά δημοφιλίας των hashtag στο weibo, ήταν τα εξής:

1. «Η επίλυση του ζητήματος της Ταϊβάν [台湾] αφορά αποκλειστικά και μόνο τους πολίτες της Κίνας [中国]». Αυτό ήταν το δημοφιλέστερο απόσπασμα της ομιλίας Σι, δείχνοντας το κλίμα στο εσωτερικό της χώρας. Μεγάλο τμήμα των σχολίων ήταν λογοκριμένο από το weibo, που έκοψε τις πιο επιθετικά αντιαμερικανικές τοποθετήσεις ύστερα από κατάλληλη υπόδειξη των αρχών. [Να θυμίσουμε εδώ ότι στην Δύση το κράτος δεν ασκεί ποτέ λογοκρισία. Τη λογοκρισία το twitter είναι ελεύθερο να την εξασκεί αυτοβούλως, κόβοντας ότι αυτό θεωρεί «λάθος», χωρίς απολύτως καμία ανάμιξη των κρατικών αρχών. Μία ακόμα νίκη της ελευθερίας]. Η επίσημη θέση της Κίνας είναι αυτή της ειρηνικής επανένωσης στα πλαίσια του συνθήματος «μια χώρα δυο συστήματα», αλλά ο Σι δεν απέφυγε να διευκρινίσει ότι κάθε βίαιη κίνηση θα απαντηθεί με βία.

2. «Η Κίνα δεν πρόκειται ποτέ να επιζητήσει ηγεμονία ή να εμπλακεί σε επεκτατικές κινήσεις». Εδώ ο Σι μιλούσε για τον ρόλο της Κίνας διεθνώς και τον τρόπο που η χώρα ποτέ δεν θα εμπλακεί στην «ψυχροπολεμική λογική» των υποκριτικών δυτικών δυνάμεων. Η δήλωση αυτή έχει να κάνει με την στάση της Δύσης που είναι διαρκώς προκλητική, όπως τη βλέπει η Κίνα και, σε έναν κάποιον βαθμό, δικαίως. Βέβαια, είναι εν μέρει τουλάχιστον δύσκολο να γίνει δεκτή αυτή η θέση δεδομένης της τεράστιας αύξησης των δυνατοτήτων των κινεζικών ενόπλων δυνάμεων τα τελευταία χρόνια. Το βασικό «πρόβλημα» των κινέζικων ένοπλων δυνάμεων είναι ότι, αντίθετα με τις ΗΠΑ, δεν έχουν πρόσφατη πολεμική εμπειρία. Όπως και αν έχει, παρά την εσφαλμένη αντίληψη που πιστεύει ότι η κινεζική τεχνολογία είναι χρόνια πίσω από την αμερικανική, αυτή τη στιγμή είναι πιθανόν η κινεζική Πολεμική Αεροπορία και το Ναυτικό να διαθέτουν υπεροχή έναντι των Αμερικανών πάνω από τον Ειρηνικό, ενώ ο στόλος προσθέτει κάθε χρόνο τόσα σκάφη όσο είναι το σύνολο του στόλου της Γαλλίας.

4. «Την τελευταία δεκαετία ζήσαμε τρία γεγονότα μείζονος σημασίας». Στα γεγονότα δεν περιλαμβάνεται η πανδημία και η πολιτική μηδενικού Covid και ολικού λοκντάουν που εξακολουθεί να εφαρμόζει η Κίνα. Τα γεγονότα αυτά ήταν η επέτειος των 100 χρόνων του Κόμματος, η έναρξη της περιόδου του «σοσιαλισμού με κινέζικα χαρακτηριστικά» (κύριο θέμα του 19ου συνεδρίου πριν από πέντε χρόνια) και η επίτευξη του στόχου της απαλοιφής της ακραίας φτώχειας που επιτεύχθηκε επισήμως πέρσι.

5. «Ο στρατός μας πρέπει να είναι έτοιμος για πόλεμο». Με δεδομένη την προηγούμενη θέση, αυτή εδώ ακούγεται κάπως αντιφατική, αν και στην πραγματικότητα έχει να κάνει κυρίως με την Ταϊβάν και την ιδιαίτερα επιθετική στάση των δυτικών δυνάμεων στην περιοχή. Η Κίνα ουδέποτε σταμάτησε να θεωρεί το νησί επαρχία της, κάτι που δεν το αρνείται ο ΟΗΕ: σε αυτόν δεν αντιπροσωπεύεται ως κανονική χώρα η Ταϊβάν. Οι εντάσεις αυξήθηκαν λόγω της Ουκρανίας: παρά την εστίαση στη Ρωσία, δεν μπορεί να κρυφτεί το γεγονός ότι οι ΗΠΑ θεωρούν κύριο ανταγωνιστή τους την Κίνα, κάτι που καταδεικνύει και η απίστευτα βλακώδης επίσκεψη Πελόζι (στην οποία η Κίνα, δείχνοντας φοβερή αυτοσυγκράτηση, δεν έχει απαντήσει ακόμα). Η αποσύζευξη των εμπορικών δικτύων την οποία προωθεί η Δύση, αν ολοκληρωθεί, θα σημάνει και την περαιτέρω χειροτέρευση της κατάστασης.

6. «Συνεχίζουμε πάντα την σκληρή, παρατεταμένη Πάλη κατά της Διαφθοράς». Το αχανές της χώρας σήμαινε διαχρονικά ότι οι τοπικοί άρχοντες είχαν ήδη από την εποχή της αυτοκρατορίας μερική αυτονομία. Η καταπιεστική ημι-ανεξαρτησία τους ήταν πρόβλημα και για την κεντρική εξουσία και για τις μάζες. Η διαφθορά των αξιωματούχων, ένας ευγενικός όρος για την κατάχρηση εξουσίας, ήταν παράγοντας που βοήθησε το Κόμμα να κατακτήσει την εξουσία και χρησιμοποιήθηκε ως αφορμή για το ξεκαθάρισμα των «λάθος» γραμμών στο εσωτερικό του, ενώ η κατάργηση της εξουσίας των κομματικών αξιωματούχων ήταν από τα κύρια αιτήματα της Πολιτιστικής Επανάστασης. Ο προκλητικός πλουτισμός των στελεχών του Κόμματος παραμένει πάντα πρόβλημα και τα χιλιάδες μέλη του που πήγαν φυλακή (και οι δεκάδες εκτελέσεις των μεγαλύτερων παραβατών) ήταν από τα κεντρικά σημεία της ομιλίας.

O Σι αναφέρθηκε επίσης στην πανδημία, την αναταραχή στο Χονγκ Κονγκ και την κατάσταση στο Μακάου και έδωσε βάρος στην «περίπλοκη διεθνή κατάσταση».

ΗΠΑ και Ε.Ε. χάνουν τον πόλεμο

Οι τελευταίες δεκαετίες της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης» ήταν όντως καλές για τα κινεζικά (και γενικά ασιατικά) κεφάλαια. Όπως ξέρουμε από την «καμπύλη του Ελέφαντα», η περίοδος αυτή ήταν σε διεθνές επίπεδο καλή για δύο κατηγορίες. Από τη μία ήταν εξαιρετική για τους πολύ πλούσιους όπου γης, με το 1% των πλουσιότερων να έχει αυξήσει τα εισοδήματά του κατά 60%. Από την άλλη ήταν μια καλή περίοδος και για τις ασιατικές «μεσαίες τάξεις», δηλαδή τα πολλά εκατομμύρια φτωχών Ασιατών που ανέβηκαν αυτά τα χρόνια κοινωνική κατηγορία. Στην Κίνα είχαμε τη δημιουργία στρωμάτων μιας ανώτερης εργατικής τάξης, που έχει ιδιόκτητο διαμέρισμα, και ευρέα μικροαστικά στρώματα που έχουν ακίνητα ως επένδυση και ασφάλεια για το μέλλον. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων από 3% το 2000 έφτασαν σε πάνω από τον μισό πληθυσμό: περίπου 700 εκατ. είναι οι κάτοχοι ακινήτων σήμερα. [Τα 100 εκατομμύρια είναι μύριες μυριάδες αλλά αντί να γράφουν 万万προτιμούν να έχουν ένα ειδικό ιδεόγραμμα, 億 και δεδομένου ότι το επτά είναι 七, 700 εκατ. = 七億.] Η περίοδος του νεοφιλελευθερισμού ήταν όμως κακή για όλους τους υπόλοιπους, ειδικά για τον Τρίτο Κόσμο που φτώχυνε και (αυτό είναι ένα κρίσιμο σημείο) για τις «μεσαίες τάξεις» του αναπτυγμένου καπιταλισμού, όρος που καλύπτει πρώην ευκατάστατα στρώματα της εργατικής αριστοκρατίας και της παραδοσιακής μικροαστικής τάξης, που έπεσαν κατηγορία και φτωχοποιήθηκαν από την αποβιομηχάνιση και την μεταφορά της παραγωγής στην Κίνα.

Η περίοδος αυτή στηρίχτηκε στα χαμηλά μεροκάματα στην Κίνα και την τεράστια ροή επενδύσεων από τη Δύση στον βιομηχανικό τομέα της χώρας. Ο κύκλος αυτός όμως είναι κοντά στο σημείο να κλείσει. Η Κίνα δεν είναι πλέον η φτηνή χώρα που ήταν κάποτε και αντιθέτως οι μισθοί στις δυτικές χώρες δεν είναι πλέον όσο υψηλοί ήσαν κάποτε. Η μεν Κίνα δεν κερδίζει πλέον πολλά, αν επενδύσει σε νέες υποδομές (η οριακή απόδοση της επένδυσης είναι πολύ χαμηλή), γεγονός που σημαίνει λ.χ. ότι τα iphone μπορούν να αρχίσουν πλέον να παράγονται πιο φτηνά σε άλλες χώρες. Η κούρσα για την μετατροπή του παραγωγικού προτύπου της χώρας σε ένα καταναλωτικό πρότυπο έχει αρχίσει, αλλά συναντά πολλές αντικειμενικές δυσκολίες, μεταξύ των οποίων και η καζούρα από το ΔΝΤ (βλ. την προτροπή του για αύξηση των κοινωνικών δαπανών). Είναι πολύ δύσκολο κάτι τέτοιο να γίνει χωρίς να διαταραχτεί σοβαρά η παραγωγική μηχανή της χώρας.

Αλλά και η Δύση δεν μπορεί να συνεχίσει για πολύ να καταναλώνει κινέζικα – και αυτό όχι μόνο για οικονομικούς λόγους. Υπάρχει ένας ιστορικός ορίζοντας που δεν γίνεται να ξεπεραστεί. Μόλις το 1988 η Κίνα αντιστοιχούσε στο 3,6% του παγκόσμιου ΑΕΠ και οι ΗΠΑ στο 20%. Σήμερα τα αντίστοιχα νούμερα είναι 21% για την Κίνα, με τις ΗΠΑ στο 16%. Το δυτικό κεφάλαιο καταλαβαίνει ότι ακόμα και αν έχει αυξήσει εκπληκτικά τα κέρδη του, δεν μπορεί να συνεχίσει να χάνει γεωπολιτικά έδαφος για πολύ. Ο δεύτερος δεν μπορεί για πολύ να παραμείνει και πλουσιότερος, κάτι που αρχίζει να περνάει στην στρατηγική συζήτηση σιγά σιγά. Όπως το έθεσαν οι Financial Times πρόσφατα, «οι ελεύθερες αγορές δεν μας απελευθέρωσαν». Το κεφάλαιο συνειδητοποιεί με κάποια έκπληξη πως ό,τι κέρδισε, κέρδισε. Και στρατηγικά έχει να χάσει από δω και πέρα περισσότερα από όσα κερδίζει από τις ανοιχτές και ελεύθερες αγορές – οι οποίες είναι τόσο «ελεύθερες», που τόσα χρόνια τις επέβαλε με τα αεροπλανοφόρα της. Τα προβλήματα αυτής της μεταστροφής στον Δρόμο για τη Δαμασκό, οι δυτικοί θα τα διαπιστώσουν όταν τα αεροπλανοφόρα τους θα επιχειρούν να επιβάλουν το νέο θρησκευτικό δόγμα, ότι δεν είναι οι άθλιες ανοιχτές αγορές, αλλά τα μπλοκ, ο προστατευτισμός, οι κλειστές αγορές αυτές που είναι ενάρετες: είναι πιθανό ότι θα συναντούν αντίσταση από φανατικούς φιλελέδες. Φανταζόμαστε κάτι σαν τον Τζήμερο με μια μολότοφ στο χέρι ίσως.

Η απεξάρτηση από την Κίνα είναι δύσκολη για το κεφάλαιο και από τις δύο μεριές. Το 2022 ως τώρα είχαμε αύξηση των ροών εμπορευμάτων στους κινέζικους δρόμους εμπορίου, μποτιλιάρισμα στα εμπορικά λιμάνια και αύξηση ρεκόρ των δρομολογίων των εμπορικών τρένων από την Κίνα στην Ευρώπη. Το τρένο αυτό μάλιστα (που περνάει από ρωσικό έδαφος) έχει αρχίσει να το χρησιμοποιεί ακόμα και η ανταγωνιστική Ιαπωνία για δικές της εξαγωγές – τόσο αποτελεσματικό είναι. Η Αμερική επιχειρεί να δαμάσει το τέρας, που η ίδια βοήθησε να δημιουργηθεί, με δύο τρόπους. Από τη μία, με την στρατιωτική περικύκλωση, που την ξεκίνησε ο Ομπάμα με την «στροφή» (pivot) στην Ασία. Από την άλλη, με τον εμπορικό πόλεμο που τον ξεκίνησε ο Τραμπ, ο οποίος νόμιζε ότι θα τον κέρδιζε γρήγορα, πριν από τις εκλογές. Νόμιζε. Τον πόλεμο τον κλιμακώνει τώρα ο Μπάιντεν, χρησιμοποιώντας ως πιόνι και την Ευρώπη. Η τελευταία, παγιδευμένη από τις εκβιαστικές κινήσεις του μεγάλου φίλου της (μεταξύ των οποίων και το «φιλικό» σαμποτάζ αγωγών…) και τις εξελίξεις στο Ουκρανικό, είναι και αυτή σταδιακά υποχρεωμένη να ακολουθήσει την ίδια πολιτική, προς μεγάλη θλίψη των Κινέζων, που δηλώνουν πως η ανακήρυξη τους σε ανταγωνιστές «δεν θα φέρει οφέλη στην Ευρώπη» – το οποίο είναι μεν σωστό, αλλά από την άλλη είναι και ένα ερώτημα αν θα βλάψει και την Κίνα.

Ως τώρα πάντως, ο πόλεμος αυτός που διεξάγεται μάλλον μονόπλευρα από την Αμερική, έχει αποφέρει στην Κίνα διαρκώς νίκες στα σημεία. Το εμπόριο έχει τα τελευταία χρόνια αυξηθεί, ενώ τεχνολογικά η χώρα έχει πιεστεί να καλύψει την απόσταση που την χωρίζει από τη Δύση. Τα αποτελέσματα είναι για την ώρα εξαιρετικά. Η Κίνα είναι σε θέση να παράγει εγγενώς τσιπ με μέγεθος πύλης 6 nm, όταν η Intel, η μόνη μεγάλη εταιρεία ολοκληρωμένων που έχει κρατήσει την παραγωγική της υποδομή στις ΗΠΑ, δεν μπορεί να ακολουθήσει. Παγκόσμιοι ηγέτες μάλιστα στην παραγωγή αυτή είναι η Ταϊβάν, η Κορέα και η Ιαπωνία, χώρες που και οι τρεις συνορεύουν με την Κίνα. Επιπλέον, οι περιορισμοί ως προς τα ηλεκτρονικά και την παραγωγή τους που ως τώρα έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ, σε μεγάλο βαθμό έχουν να κάνουν με το σχετικό λογισμικό, όχι με εξαγωγές εξοπλισμού. Ο εξοπλισμός αιχμής για την παραγωγή τσιπ κατασκευάζεται στην Ευρώπη και την Ιαπωνία, όχι την Αμερική. Η τελευταία επομένως μπορεί εύκολα να απαγορεύει τη χρήση από άλλους λογισμικού που έχει παραχθεί στις ΗΠΑ. Το πρόβλημα με το λογισμικό είναι ότι αποδεικνύεται πολύ εύκολο να διαρρεύσει καταλλήλως, κάτι που έχει συμβεί ξανά και ξανά. Η Κίνα για παράδειγμα είναι γνωστό ότι χρησιμοποιεί αμερικάνικο λογισμικό για τους πυραύλους της.

Την ίδια στιγμή όμως, η Κίνα διαθέτει περισσότερες υπερηχητικές σήραγγες από όλον τον υπόλοιπο πλανήτη. Οι πανάκριβες υπερηχητικές σήραγγες είναι το σημαντικότερο εργαλείο για το σχεδιασμό τέτοιων όπλων, σημαντικότερο ίσως ακόμα και από το λογισμικό καθοδήγησής τους. Έτσι οι ΗΠΑ αυτή τη στιγμή έχουν ένα (δύσκολο να καλυφθεί) έλλειμμα στο παραγωγικό μέρος, το οποίο αποκαλύφθηκε πρόσφατα όταν αποδείχτηκε ότι το καμάρι της πολεμικής βιομηχανίας των ΗΠΑ, το όπλο που δεν το δίνουν στον Ερντογάν για να μην μάθει τα μυστικά του ο Πούτιν, το μαχητικό F-35 δηλαδή, δεν μπορεί να παραχθεί χωρίς την εισαγωγή κραμάτων από την Κίνα. Τα κράματα δεν μπορούν να έρθουν με ένα κρυπτογραφημένο email, το λογισμικό μπορεί. Μένει να δούμε την εξέλιξη φυσικά. Το τελευταίο χτύπημα Μπάιντεν, μέσα στην εβδομάδα του συνεδρίου, ίσως να αποδειχτεί ιδιαίτερα αποτελεσματικό: πρόκειται για νομοθεσία που στερεί την αμερικανική υπηκοότητα από όσους συνεργάζονται με «απαγορευμένες» εταιρείες, μέτρο κρίσιμο λόγω του μεγάλου αριθμού έμπειρων Αμερικάνων μηχανικών (ή Κινέζων με αμερικάνικη υπηκοότητα) που δουλεύουν σε θέσεις-κλειδιά για τις βιομηχανίες ηλεκτρονικών της Κίνας.

Αν και η Κίνα στεναχωριέται, όπως είδαμε, που η Δύση αρχίζει να μην θέλει να παίξει μαζί της, πάντως όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Μπορεί αύριο μεθαύριο οι όχι πολύ σταθερές συμμαχίες των Αμερικάνων να σπάσουν κάτω από την πίεση της πραγματικότητας και οι Ευρωπαίοι να αρχίσουν να ξαναπαίρνουν αέριο από τον Πούτιν – που σημαίνει ότι και οι Κινέζοι θα πάψουν να είναι ανταγωνιστές. Μπορεί οι κυρώσεις Μπάιντεν να κόψουν τα πόδια της κινέζικης βιομηχανίας με αποτέλεσμα την συνθηκολόγηση. Μπορεί επίσης το παιχνίδι να χοντρύνει, αν και δύο παράγοντες δυσκολεύουν αυτή την εξέλιξη. Πρώτον, οι Αμερικάνοι είναι συνηθισμένοι όταν προβαίνουν σε ωμότητες, αυτές να είναι εύκολες, γρήγορες και χωρίς σοβαρό αντίπαλο. Η Ταϊβάν όμως δεν είναι Κουβέιτ και η Κίνα δεν είναι Ιράκ. Και δεύτερον, οι Κινέζοι έχουν την τάση να μην ξεχνούν.

Στις 24 Φεβρουαρίου, πάνω στην εισβολή στην Ουκρανία, η καταπληκτική εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Χούα Τσουνγίνγκ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ με τα διπλά τους στάνταρ «δεν είναι σε θέση να επιπλήττουν την Κίνα» και εξήγησε ότι «το ΝΑΤΟ εξακολουθεί να χρωστάει ένα χρέος αίματος στον κινεζικό λαό» από την (εντελώς εσκεμμένη και όχι «κατά λάθος») επίθεση στην πρεσβεία του Βελιγραδίου το 1999.

Είναι μια ρευστή εποχή γεμάτη «κινδύνους που είναι ευκαιρίες», όπως δεν λέει το παλιό κινέζικο γνωμικό. Αυτός είναι ο λόγος που ο Σι Τζινπίνγκ πάει για τρίτη θητεία. Όχι επειδή κρατάει το κόμμα σφιχτά υπό τον έλεγχό του, αλλά επειδή η ομάδα του έχει ως τώρα δείξει ικανή να φέρει σε πέρας δύσκολες αποστολές. Και η τρέχουσα αποστολή του κόμματος, να κρατήσει μια αναπτυξιακή πορεία σε μια πολύ περίπλοκη εποχή και επομένως να διατηρήσει αλώβητη την εξουσία του είναι η δυσκολότερη των τελευταίων δεκαετιών. Το κόμμα είναι υποχρεωμένο να μην αλλάξει την ομάδα που έχει ως τώρα κερδίσει.

Σχόλια