Μιλώντας με τον Πούτιν: Η Ρωσία είναι φίλος σας, δεν είναι εχθρός σας

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

«Τι θα λέγατε στον μέσο, τον απλό δυτικό πολίτη; Ποιο μήνυμα θα θέλατε να του στείλετε;». Αυτό ρωτάω τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τους συμμετέχοντες στη διεθνή συνάντηση του Φόρουμ του Βαλντάι.

Πρώτα, μας απαντά ο κ. Πούτιν, θα έλεγα στους απλούς δυτικούς πολίτες να αγωνιστούν για την αύξηση των μισθών τους. Και στη συνέχεια τονίζει ότι η Ρωσία είναι φίλος και δεν είναι εχθρός τους, έκανε ό,τι μπορούσε και θα κάνει και στο μέλλον ό,τι μπορεί για να το δείξει αυτό. «Δεν είμαστε ποτέ εχθροί σας, δεν είχαμε ποτέ εχθρικές διαθέσεις απέναντί σας».

Όλα τα προβλήματα που έχουν εμφανισθεί δεν είναι αποτέλεσμα των ρωσικών πολιτικών, είναι αποτέλεσμα των δυτικών πολιτικών στον τομέα της ενέργειας, στον τομέα των τροφίμων, στη διαρκή πολιτική έκδοσης χρήματος, με εκμετάλλευση του παγκόσμιου ρόλου του δολαρίου (από κοντά και του ευρώ). ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Υπενθυμίζει ότι η Δύση έχει επιβάλλει κάποιο είδος κυρώσεων και στις τέσσερις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες (Βενεζουέλα, Ιράν, Ρωσία, με μία έννοια και στη Σαουδική Αραβία) και θέλει τώρα να επιβάλλει και πλαφόν τιμής στο ρωσικό πετρέλαιο. 

  • Τριακόσιες χιλιάδες τόνοι ρωσικών λιπασμάτων, μας λέει, παραμένουν δεσμευμένοι σε ευρωπαϊκά λιμάνια, παρά τη διακηρυγμένη πρόθεση της Μόσχας να τους χαρίσει στις φτωχότερες χώρες του πλανήτη. Ο δυτικός Τύπος δεν γράφει τίποτα για όλα αυτά!

Η Ρωσία δεν είναι εχθρός της Δύσης, αλλά θα εξακολουθήσει να αντιστέκεται στα diktat των δυτικών νεοφιλελεύθερων ελίτ: «Ο σκοπός τους είναι να αδυνατίσουν τη Ρωσία και να τη μετατρέψουν σε όργανο εκπλήρωσης των γεωπολιτικών τους επιδιώξεων. Απέτυχαν να το καταφέρουν και δεν θα το καταφέρουν ποτέ».

Βέβαια υπάρχει και ο νόμος των «μη σκοπούμενων συνεπειών». Ο συντονιστής της εκδήλωσης εκμεταλλεύεται την ευκαιρία της απάντησης για να ρωτήσει τον Ρώσο πρόεδρο αν η σύστασή του για αγώνα για την αύξηση των μισθών ισχύει και για τους Ρώσους πολίτες. Ο πρόεδρος Πούτιν δίνει μια μακρά καθησυχαστική απάντηση, μιλώντας για τις συζητήσεις μεταξύ της κυβέρνησης και των συνδικάτων. Το θέμα των μισθών βέβαια γίνεται ξαφνικά πρώτη είδηση στα ρωσικά ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις.

Φέτος, η συνάντηση του Βλαντίμιρ Πούτιν με τους συμμετέχοντες στο Φόρουμ του Βαλντάι έγινε υπό τη σκιά της σοβαρότερης κρίσης στις σχέσεις της Μόσχας με τη Δύση, από την εποχή της αντιπαράθεσης για το ζήτημα των ρωσικών πυραύλων στην Κούβα και των αμερικανικών στην Τουρκία το 1962 – και μάλλον σοβαρότερης και πιο επικίνδυνης από εκείνη. Επί τρισήμισυ ολόκληρες ώρες ένας Πούτιν-χείμαρρος συζητάει μαζί μας και απαντά σε ερωτήσεις για το σύνολο σχεδόν των προβλημάτων που απασχολούν την ανθρωπότητα.

Ήμουν πάλι εδώ πριν από 30 χρόνια, όταν η Σοβιετική Ένωση «αυτοκτονούσε», ερωτευμένη χωρίς όρια με την Αμερική, την Ευρώπη και τον καπιταλισμό. Θυμάμαι τον Αλεξάντρ Γιάκοβλεφ, τον «ιδεολόγο» της περεστρόικα να υποστηρίζει ότι η αγορά (στην πραγματικότητα ο καπιταλισμός) θα διατηρήσει τη συνοχή της ΕΣΣΔ. Θυμάμαι πως οι Σοβιετικοί δημοσιογράφοι κρεμόντουσαν από τα χείλη της Μάργκαρετ Θάτσερ, όταν έδινε εδώ συνέντευξη.

Όσο πιο δυνατός είναι όμως ο έρωτας, τόσο σφοδρότερη μπορεί να γίνει και η απογοήτευση – η αγάπη και το μίσος απέχουν λιγότερο από όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως και όσο πιο βαθύ είναι το μεθύσι, τόσο πιο δυνατός και ο πονοκέφαλος.

Τώρα βλέπω μια άλλη Ρωσία να γεννιέται ξαφνικά, με την ίδια ορμή, τον απότομο τρόπο που αυτή η χώρα αλλάζει κατεύθυνση στην ιστορία της, όπως το έκανε όταν υιοθέτησε την Ορθοδοξία, τον Κομμουνισμό και τον Καπιταλισμό.

Είναι μια Ρωσία, που θα μπορούσε ίσως να δεχτεί κάποιο συμβιβασμό: Εμείς θέλουμε διαπραγματεύσεις, είναι το καθεστώς του Κιέβου που τις αρνείται, υποστηρίζει ο Βλαντίμιρ Πούτιν, που θυμίζει ότι ήταν η εμμονή στην ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και η  μη εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ που προκάλεσαν τη σημερινή σύγκρουση.

Αλλά είναι επίσης και μια Ρωσία, αποφασισμένη να μην ηττηθεί ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. «Τι να τον κάνω τον κόσμο χωρίς τη Ρωσία;», είπε κάποια στιγμή ο πρόεδρος Πούτιν.

Ο ιστορικός του ρωσικού μεσαίωνα, που κάθεται δίπλα μου, μου θυμίζει ότι το ρωσικό εθνικό σχέδιο άρχισε με τη φράση «η Μόσχα είναι η τρίτη Ρώμη (διάδοχος του Βυζαντίου μετά την πτώση του). Το πιο σπουδαίο όμως, προσθέτει, είναι η συνέχεια της φράσης στην οποία δεν δίνουν συνήθως σημασία: «Και τέταρτη δεν θα υπάρξει». (Την ίδια εποχή περίπου που γεννιόταν στην αρχαία Μοσκοβία το ρωσικό γεννιόταν και το ελληνικό εθνικό σχέδιο, ως σχέδιο της αντίστασης, του «Όχι» στους κατακτητές. Ιστορικά, και για τους Έλληνες και για τους Ρώσους, η Ανατολή υπήρξε εχθρός, η Δύση δάσκαλος κι ακόμα πιο φοβερός εχθρός).

Έχοντας εμπλακεί σε μια σύγκρουση που αντιλαμβάνεται ως σύγκρουση για την ύπαρξή της, με μια κοινωνία που μόνο για αυτό δεν ήταν προετοιμασμένη από τριάντα χρόνια νεοκαπιταλιστικής αποσύνθεσης, η Ρωσία του προέδρου Πούτιν κινητοποιεί, επικαλείται και επιστρατεύει τώρα όλο το παρελθόν της, και το αυτοκρατορικό και το σοβιετικό. Και πάλι χτες μίλησε εξάλλου ο Ρώσος πρόεδρος για ιδεολογική κρίση του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος.

Διερωτάται βέβαια κανείς αν υφίστανται πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις και το στελεχιακό προσωπικό, ικανές να σχεδιάσουν και να στηρίξουν μια απομάκρυνση από το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα και στο εσωτερικό της Ρωσίας. Όπως και ο Γκορμπατσώφ στον καιρό του, έτσι και ο Πούτιν θα αντιμετωπίσει όλα τα προβλήματα των «επαναστάσεων από τα πάνω», αν επιχειρήσει, σπρωγμένος από τα ίδια τα πράγματα, μια τέτοια πορεία. Προς το παρόν όμως δεν είμαστε εκεί και ο Ρώσος πρόεδρος αποκλείει εθνικοποιήσεις.

Η Ρωσία πάντως που βλέπω τώρα να γεννιέται μπροστά στα μάτια μου είναι μια Ρωσία που καταδικάζει την αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό της Δύσης με τρόπο που δεν το έκανε καμιά κυβέρνηση στη Μόσχα – ούτε και ο Στάλιν – εκτός από τα πρώτα χρόνια που ακολούθησαν την Οκτωβριανή Επανάσταση.

«Δεν είναι δυνατόν, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, μια μειοψηφία χωρών να επιβάλλει τη θέλησή της σε όλο τον κόσμο», τονίζει ο Πούτιν. Αυτό είναι, προσθέτει το νόημα των σημερινών συγκρούσεων.

Τα λόγια έχουν τη σημασία τους, αλλά και ο τρόπος που τα λες επίσης. Νιώθω ότι μπροστά μου βρίσκεται κάποιος που έχει το ίδιο πάθος που είχαν οι Έλληνες φοιτητές της δεκαετίας του 1970, όταν κατήγγελλαν τον ιμπεριαλισμό των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ. Δεν είναι μια απλή ρητορεία, είναι μια βαθειά και πρόσφατα αποκτημένη μαχητική αντίθεση.

Ο Γκορμπατσώφ και ο Γέλτσιν μιλούσαν κάποτε για την Ευρώπη και την Αμερική και το στόμα τους έσταζε μέλι. «Τι μας χρειάζονται όλοι αυτοί;», μου έλεγε ένας σοβιετικός διπλωμάτης το 1990, όταν τον ρώτησα γιατί η Μόσχα εγκατέλειψε όλους τους συμμάχους της.

Τώρα, ο διάδοχός του Γκορμπατσώφ και του Γέλτσιν στο Κρεμλίνο, απαντώντας στις ερωτήσεις των συμμετεχόντων από τις χώρες του Νότου, του «Τρίτου Κόσμου», θυμάται και παινεύει την αξία του ινδικού και του κινεζικού πολιτισμού, υπενθυμίζει τον αγώνα που έδωσε η Ινδία για να γίνει από βρετανική αποικία μεγάλη δύναμη, θυμίζει την υποστήριξη που έδωσε η Σοβιετική Ένωση στους αγώνες για την απελευθέρωση της Μαύρης Αφρικής, καταδικάζει τις κυρώσεις κατά της Βενεζουέλας, αλλά της λέει να μην τις φοβάται, προσφέρουν και ένα βαθμό ελευθερίας αναγκάζοντας τα έθνη που τις υφίστανται να αναπτύξουν νέες ικανότητες για να ξεπεράσουν τα προβλήματά τους, όπως συνέβη και με τη Ρωσία.

Βλέποντας και ακούγοντας όλα αυτά το μυαλό μου δεν μπορεί να αποφύγει το διαρκές flash back στο μοιραίο 1991, το έτος διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης. «Αντιμετωπίζετε την προοπτική βαθύτερης ολοκλήρωσης του πρώην σοβιετικού χώρου;» ρωτώ τον Ρώσο πρόεδρο. Το θέμα που θίγετε είναι πολύ σοβαρό και μας απασχολεί πάρα πολύ, απαντά ο κ. Πούτιν. Θα προχωρήσουμε, αλλά θα προχωρήσουμε πολύ προσεκτικά. «Δεν θέλουμε να έχουμε καταστάσεις ανάλογες με αυτές που αντιμετωπίζει η Ε.Ε.», θυμίζοντάς μας τα προβλήματα που η Ένωση προκάλεσε στην Ελλάδα.

Αν κάποτε γραφεί το άρθρο «ποιος έχασε τη Ρωσία», η απάντηση θα είναι απλή: η Δύση και η αλαζονεία της. Αν και βέβαια, η αλαζονεία μπορεί και να μην είναι παρά η αντανάκλαση της αδυναμίας. Το δυτικό καπιταλιστικό σύστημα μοιάζει να έχει φτάσει στα όριά του. Δεν μπορεί να δώσει λύσεις στα προβλήματα της ανθρωπότητας, δεν μπορεί να δώσει λύσεις ούτε στα δικά του προβλήματα, επιβαρύνει τις κοινωνίες, τις οικονομίες και το φυσικό περιβάλλον της ανθρωπότητας. Χρειάζεται ολόκληρο τον πλανήτη για να υπάρχει, θα πει ο κ. Πούτιν. Αλλά ο πλανήτης είναι όλο και πιο απρόθυμος να παραδοθεί σε μια φούχτα δυτικών κρατών.

Πηγή: kosmodromio.gr

Σχόλια