Ένα από τα κρίσιμα και ανομολόγητα φαινόμενα της πολιτικής
ζωής στην Ευρώπη είναι η απόσταση που έχει δημιουργηθεί μεταξύ πολιτικών
και πολιτών. Η απόσταση αυτή προκλήθηκε κυρίως από την εξάρτηση των
πρώτων από τις βουλές του χρηματο-οικονομικού και βιομηχανικού
συστήματος, αλλά και από την ενημέρωση (data) για την κατάσταση της
κοινωνίας που παίρνουν από τις δημοσκοπήσεις, οι οποίες επηρεάζουν
καθοριστικά τις αποφάσεις τους. Το πρόβλημα είναι ότι παρά την
επιστημονικότητα και τους κανόνες τους, οι δημοσκοπήσεις δεν μπορούν να
προσεγγίσουν το αίσθημα των πολιτών, παρά μόνο μέσα από επιπόλαιες
απλουστεύσεις, γι’ αυτό και συχνά πέφτουν έξω. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Έτσι, οι πολιτικές αποφάσεις έρχονται να επιβεβαιώσουν την απόσταση πολιτικών και πολιτών, με γνωστά ήδη τα τιμωρητικά αποτελέσματα στην Γαλλία, στη Γερμανία, στη Σουηδία, στην Ιταλία. Στην Ελλάδα πέρα από τα κλασικά ζητήματα της καθημερινής ζωής (ασφάλεια, υγεία, παιδεία, κόστος διαβίωσης κλπ), οι δημοσκοπήσεις αγνοούν – για παράδειγμα – το πραγματικό συναίσθημα που βαραίνει στην ελληνική ψυχή από το χρόνιο και συνεχώς αυξανόμενο bullying της Τουρκίας εις βάρος της χώρας μας. Μπορεί κανείς να μην θέλει πόλεμο και να κατανοεί την πολιτική του κατευνασμού που ασκήθηκε επί δεκαετίες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει τραύμα και ότι αυτό δεν πυορροεί.
Και δεν είναι μόνο οι πολιτικές αποφάσεις που ξύνουν και μολύνουν το τραύμα, είναι και η πολιτική ρητορική και ο τραγικός πολλαπλασιαστής της: Τα μέσα ενημέρωσης. Παράδειγμα τίτλου: “Με την 4η Belharra απαντά η Ελλάδα στην τουρκική προκλητικότητα”! Μα ρε φίλε, όλοι ξέρουμε ότι αυτή θα έρθει το 2027… ή ακόμη χειρότερα, ανακοινώθηκε η ονοματοθεσία των τριών φρεγατών που θα παραλάβουμε το 2025 και… Η ρητορική των Μίντια είναι σαν να είναι ήδη ενταγμένες λειτουργικά στην αποτρεπτική μας δύναμη. Που σημαίνει ότι καλλιεργείται μια ανύπαρκτη αίσθηση ασφάλειας την ώρα που δεν υπάρχει.
Μα αυτά τα καταλαβαίνουν οι πολίτες και αισθάνονται ότι το σύστημα τους δουλεύει συστηματικά. Έτσι, τίθεται το ερώτημα: “Νομιμοποιούνται” άραγε οι Έλληνες πολίτες να αισθάνονται ότι ζουν σε ένα “αποτυχημένο κράτος” (failed state), δηλαδή σε ένα κράτος του οποίου το πολιτικό και οικονομικό σύστημα όχι μόνο δεν πείθει ότι λειτουργεί υπέρ των πολλών, αλλά και ότι οι διαχειριστές του τους δουλεύουν συστηματικά επικαλούμενοι αρχές που δεν τηρούν και λέγοντας μισές αλήθειες…
Η Ελλάδα ως σκάνδαλο
Η παραγγελία προκαταρκτικής έρευνας για την παραγραφή των αδικημάτων στο σκάνδαλο Siemens από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρο Ντογιάκο, δεν μπορεί να σώσει την τιμή της ελληνικής Δικαιοσύνης στα μάτια των πολιτών, ακόμη κι αν αποδειχθεί πως η παραγραφή ήταν αποκλειστικά αποτέλεσμα δομικών προβλημάτων του δικαστικού μας συστήματος.
Είναι πάμπολλες οι αμαρτίες της Δικαιοσύνης στα μάτια του κόσμου. Αφόρητα πολλές, κατάφορα άδικες και εξόφθαλμα ύποπτες. Αυτοί ξέρουν, όπως άλλωστε κι εμείς. Έμποροι ναρκωτικών, βιαστές, παιδεραστές, απατεώνες και άλλες επικίνδυνες κατηγορίες καταδικασθέντων, αποφυλακίζονται και ξαναπράττουν τα ίδια εγκλήματα.
H υπόθεση Novartis αποτελεί ένα ακόμη κρίσιμο κρούσμα της αποτυχίας της Δικαιοσύνης, με τα βουλεύματα, τις αρχειοθετήσεις φακέλων, ακόμη και την δραματικά καθυστερημένη αγωγή του ελληνικού Δημοσίου για ηθική βλάβη (!) για το ποσό των 214 εκατομμυρίων ευρώ εναντίον της εταιρείας. Κι έτσι απέμεινε το Ειδικό Δικαστήριο, που κι εκείνο απέρριψε αίτημα των Παπαγγελόπουλου-Τουλουπάκη για προσκόμιση εγγράφων που θα πιστοποιούσαν, κατά την υπεράσπιση, «απαράδεκτες μεθοδεύσεις από τους κατασκευαστές πλυντηρίων λεύκανσης της Novartis για να φτάσουν οι κατηγορούμενοι στο Ειδικό Δικαστήριο και να καλυφθεί ο “μαγικός αριθμός 10” των δικαστών».
Ούτε, άλλωστε, ο πειθαρχικός έλεγχος που διατάχθηκε από τον αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου εις βάρος της εισαγγελέως στην ΕΥΠ Βασιλικής Βλάχου για το σκάνδαλο υποκλοπών, σώζει την βαθιά προβληματικότητα της ελληνικής Δικαιοσύνης. Στην καλύτερη των περιπτώσεων οι πολίτες απλώς θα ξέρουν ότι υπάρχουν κάποιοι έντιμοι δικαστές…
Στο πολιτικό επίπεδο, η άρνηση της πλειοψηφίας στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για την κλήση κι άλλων μαρτύρων στην υπόθεση της ΕΥΠ οδήγησε στην αποχώρηση της αντιπολίτευσης, αφήνοντας την πικρή επίγευση του παρακράτους στο φρόνημα των πολιτών για τη δημοκρατία στη χώρα μας. Ο πολίτης σκέφτεται πως ο “έλεγχος” των τηλεπικοινωνιών ενός πολιτικού αρχηγού για λόγους εθνικής ασφάλειας είναι ζήτημα που τον αφορά ευθέως, εθνικά και πολιτικά.
Η ανοσία της αγέλης
Η νέα έκθεση του καθηγητή Δημόσιας Υγείας Θεόδωρου Λύτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας (πέρσι είχε συνυπογράψει με τον καθηγητή Λοιμωξιολογίας Σωτήρη Τσιόδρα ανάλογη έκθεση) διαπιστώνει ότι όσοι διασωληνώθηκαν εκτός ΜΕΘ έχασαν την μάχη σε ποσοστό 97,7%, ενώ όσοι διασωληνώθηκαν εντός ΜΕΘ, απεβίωσαν σε ποσοστό 72,7%. Η μελέτη καταδεικνύει ότι πιο αδικημένοι ήταν οι ασθενείς στην επαρχία, που είχαν 36% έως και 64% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν, σε σύγκριση με όσους νοσηλεύονταν στην Αττική ή στην Θεσσαλονίκη.
Σε αυτά πρέπει να προσθέσουμε και τα ευρωπαϊκά ρεκόρ της Ελλάδας με βάση την έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) που βγήκε τον Αύγουστο, όπου με βάση τους τρεις βασικούς δείκτες της πανδημίας είχαμε πρωτιά στο σκέλος των θανάτων, με τη χώρα μας να έχει ανά εκατομμύριο πληθυσμού 51,2 έναντι 12 του μέσου κοινοτικού όρου, πρωτιά στα κρούσματα (956,8 έναντι 393,2 του μέσου κοινοτικού όρου) και πρωτιά στις εισαγωγές ασθενών με 14,3 έναντι 4,4 ανά 100 χιλιάδες κατοίκους. Είναι σαφές ότι η μέθοδος “ανοσία της αγέλης” λειτούργησε και ίσως αργότερα κάποιος ερευνητής θα μας ενημερώσει για τις θετικές της επιπτώσεις στο ασφαλιστικό σύστημα.
Αν στην εικόνα αυτή προσθέσουμε και τα 2300 παιδάκια που περιμένουν τον αναισθησιολόγο για να χειρουργηθούν, τότε, ο πολίτης δικαιούται να ισχυρισθεί ότι ζει σε ένα “αποτυχημένο κράτος” στον τομέα της υγείας….
Δεν υπάρχει τομέας της καθημερινής ζωής που να μην τεκμηριώνει την αναποτελεσματικότητα του κράτους και να εδραιώνει τη γενική αίσθηση ότι αυτό λειτουργεί για κάποια συμφέροντα, ελληνικά και ξένα. Μια πραγματική ανθολογία που θα υποστήριζε την άποψη πως ζούμε σε ένα “αποτυχημένο κράτος” σίγουρα θα ήταν πολύτομη. Προφανώς υπάρχουν επιχειρήματα που μπορούν να ισχυριστούν το αντίθετο, όμως ακόμη κι αν μπορεί να αποδειχθεί πως ζούμε σε ένα επιτυχημένο κράτος, αυτό δεν ανατρέπει το αίσθημα πως ζούμε σε ένα άδικο κράτος.
================
Σχόλια