Τι θα συμβεί αν «σκάσουν» οι γερμανικές βιομηχανίες

 Κωνσταντίνος Μαριόλης

Eίναι δυνατόν να καταρρεύσουν ολόκληροι κλάδοι της γερμανικής οικονομίας τους επόμενους μήνες; Πόσο πραγματικός είναι ο κίνδυνος από τη διακοπή λειτουργίας του Nord Stream 1 και την εκτίναξη των τιμών; Ολόκληρη η Ευρώπη και ειδικά η Γερμανία οδεύουν στον χειμώνα με κομμένη την ανάσα καθώς ενώ ο κίνδυνος να υπάρξουν σοβαρές ελλείψεις σε φυσικό αέριο έχει περιοριστεί, μία νέα εκτίναξη των τιμών μπορεί να προκαλέσει οικονομικό χάος. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Το καλό νέο είναι ότι έχει απομακρυνθεί σημαντικά ο κίνδυνος να υπάρξουν απρόσμενες ελλείψεις στην παροχή φυσικού αερίου και άρα να επιβληθεί δελτίο στην κατανάλωση. Επομένως, οι βιομηχανίες μπορούν έως ένα βαθμό να κάνουν προγραμματισμό και να βγάλουν τον χειμώνα. Τον φετινό χειμώνα. Γιατί το 2023 θα είναι μία άλλη χρονιά, πιθανότατα με βαθιά ύφεση που όμως κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει ποιο θα είναι το γεωπολιτικό τοπίο σε 12 μήνες από σήμερα και άρα πόσο ψηλά θα φτάσουν οι τιμές της ενέργειας. Χαρακτηριστική είναι η πρόβλεψη της Goldman Sachs που κάνει λόγο για 4 διαδοχικά τρίμηνα ύφεσης στη Γερμανία, έως τον Σεπτέμβριο του 2023.

Δεύτερο ή και τρίτο χειμώνα, πάντως, με τέτοια αβεβαιότητα είναι δύσκολο να περάσουν αλώβητες οι ενεργοβόρες – και όχι μόνο - βιομηχανίες. Ακόμη και αν δεν «σκάσουν», είναι πολύ πιθανό να προχωρήσουν σε μαζικές απολύσεις για να συγκρατήσουν το δυσθεώρητο λειτουργικό κόστος και να σώσουν ό,τι μπορούν από την ανταγωνιστικότητά τους στα χρόνια που έρχονται.

Το κακό νέο, λοιπόν, είναι ότι η τελική έκβαση της μάχης για την επιβίωση, που δίνουν οι γερμανικοί κολοσσοί, θα εξαρτηθεί από το πόσο θα διαρκέσουν οι τρελές μεταβολές των τιμών του φυσικού αερίου και του ρεύματος. Σημειώνεται ότι η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη, με 94 δισ. κυβικά μέτρα το χρόνο, με το 1/3 να πηγαίνει στη βιομηχανία. 

Η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, προειδοποίησε χθες ότι αν δεν ληφθούν μέτρα που θα μειώσουν γρήγορα τον πληθωρισμό, τότε ο κόσμος θα βγει στους δρόμους σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η Βουλγάρα δεν εννοούσε τη Γερμανία αλλά κυρίως της υποανάπτυκτες και αναδυόμενες χώρες που δεν παράγουν και εξαρτώνται 100% από τις εισαγωγές ενέργειας και τροφίμων, όμως δεν είναι απίθανο να δούμε τέτοιες σκηνές και στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Αρκεί να σκεφτούμε ότι ένας από τους κλάδους που κινδυνεύει περισσότερο είναι η βιομηχανία χημικών, στην οποία απασχολούνται πάνω από 340 χιλ. εργαζόμενοι.

Δεν είναι όμως μόνο η απειλή του φυσικού αερίου. Παράλληλα με την ενεργειακή κρίση, οι γερμανικές βιομηχανίες καλούνται να αντιμετωπίσουν προκλήσεις όπως η άνοδος των επιτοκίων στις ΗΠΑ και ακόμη πιο σημαντικό, την επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας που αποτελεί έναν από τους κορυφαίους προορισμούς των γερμανικών εξαγωγών.

Όλα αυτά μαζί συνθέτουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ για τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της Ευρώπης, οι οποίες ακόμη και αν επιβιώσουν στον βαρύ χειμώνα που έρχεται, είναι δεδομένο ότι θα χάσουν σε ανταγωνιστικότητα έναντι Αμερικανών και Κινέζων ανταγωνιστών και τα επόμενα χρόνια θα είναι εξαιρετικά δύσκολα.

Ας επιστρέψουμε όμως στα προβλήματα των επόμενων μηνών. Οι γερμανικές βιομηχανίες έχουν δει τα μαύρα σύννεφα στον ορίζοντα και έχουν ήδη προσπαθήσει να μειώσουν την παραγωγή σε βιώσιμα επίπεδα για να ανταπεξέλθουν στην εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου. Παρ’ όλα αυτά, το κλίμα είναι ζοφερό. Σε πρόσφατη έρευνα της γερμανικής ένωσης βιομηχάνων, BDI, το 90% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι η τρομακτική άνοδος των τιμών σε ενέργεια και πρώτες ύλες αποτελεί είτε υπαρξιακό κίνδυνο, είτε σοβαρή απειλή.

Και όσες επιχειρήσεις γλιτώσουν το λουκέτο αναζητούν ήδη εναλλακτικές για το μέλλον τους. Στην ίδια έρευνα, 1 στις 5 επιχειρήσεις δηλώνει ότι εξετάζει το ενδεχόμενο να μεταφέρει την παραγωγή της στο εξωτερικό. Πού; Σε χώρες με καλύτερες συνθήκες, όπως… οι ΗΠΑ. Στην περίπτωση που καταγραφεί κύμα «μετανάστευσης» γερμανικών βιομηχανιών, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να αναδειχθούν πολύ εύκολα στον μεγάλο νικητή της ενεργειακής κρίσης.

Ταυτόχρονα, πιθανή αποβιομηχάνιση της Γερμανίας θα προκαλέσει μία πολύ βαθιά και πολυετή οικονομική κρίση που θα οδηγήσει σε φτωχοποίηση ένα μεγάλο μέρος του γερμανικού πληθυσμού. 

================


Η ενεργειακή κρίση και η ελληνική οικονομία

Σπύρος Παπαευθυμίου

Ο Θουκυδίδης στον Επιτάφειο αναφέρεται στο «οργιζόμενον της γνώμης» ως συνέπεια της «νόσου» (του λιμού) και του κενού ηγεσίας από τον θάνατο του Περικλή. Σήμερα, οι διαδοχικές κρίσεις αποτρέπουν τη στρατηγική σκέψη. Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας της ελληνικής oικονομίας αναδείχθηκε την «μνημονιακή» περίοδο της οικονομικής κρίσης. «Brain drain», μετανάστευση και υπογεννητικότητα εξακολουθούν να απειλούν την εθνική μας υπόσταση. Οργή, αγανάκτηση και δημαγωγία ζημιώνουν ακόμα την Ελλάδα. Εθνικοί κίνδυνοι ελλοχεύουν 100 χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή.

Οι ριζοσπαστικές αλλαγές στο δυτικό παραγωγικό μοντέλο, η προσπάθεια της Ανατολής για ανάληψη ηγετικής θέσης και μια νέα τάξη πραγμάτων, ο πόλεμος στην Ανατολική Ευρώπη και οι λάθος στρατηγικές ενεργειακές επιλογές της Γερμανίας, αποκαλύπτουν τη γύμνια της Ευρώπης αναδεικνύοντας κενό ηγεσίας, την ώρα που οι ΗΠΑ εντείνουν τις δράσεις τους.

Έχει προοπτική η ευρωπαϊκή προσπάθεια αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης; Είναι δίκαιη η προτεινόμενη στρατηγική; Όπως δείχνουν οι πρώτες αποφάσεις και κινήσεις των «ελεφάντων» Γερμανίας και Γαλλίας, αυτό μοιάζει εξαιρετικά αμφίβολο. Η Γερμανία προτείνει μεν οριζόντια μείωση της κατανάλωσης ρεύματος κατά 15%, αλλά παράλληλα φροντίζει να προστατεύσει νευραλγικούς τομείς της Βιομηχανίας. Υπογράφει διμερή συμφωνία με τη Γαλλία για ανταλλαγή αερίου-ηλεκτρισμού. Στηρίζει με κρατικούς πόρους εκτεθειμένες εταιρείες ενέργειας.

Η ελληνική Κυβέρνηση φέρεται να σπεύδει να υιοθετήσει την στρατηγική της οριζόντιας περικοπής της κατανάλωσης ηλεκτρισμού χωρίς μελέτη επιπτώσεων, δίχως τις απαραίτητες εξαιρέσεις για τη Βιομηχανία. Η μεταποίηση αποτελεί το 14% των ελληνικών εξαγωγών, στηρίζει την εγχώρια παραγωγή και την εξωστρέφεια της Ελλάδος. Σε μια τόσο δύσκολη περίοδο ενόψει σημαντικής ενεργειακής κρίσης, έντονων πληθωριστικών πιέσεων, διαταραχών στην εφοδιαστική αλυσίδα και αύξησης του κόστους του χρήματος, η Βιομηχανία έχει δρομολογήσει νέες επενδύσεις προς διεύρυνση της διεθνούς επιρροής της επενδύοντας σε καινοτομία και ανθρώπινο δυναμικό. Ο οριζόντιος περιορισμός της κατανάλωσης ρεύματος απειλεί ανοιχτά την βιωσιμότητά της.

Ναι στη μείωση της ενεργειακής σπατάλης. Όχι στην ανατροπή της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης. Βραχυπρόθεσμα, προς εξασφάλιση αυτονομίας και προς περιορισμό του ενεργειακού κόστους, η ηλεκτροπαραγωγή με εθνικό καύσιμο τον λιγνίτη πρέπει να συνεχίσει να στηρίζει οικονομία και νοικοκυριά.

Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Η ορθολογική διαχείριση της ενεργειακής κρίσης, η στήριξη της ελληνικής παραγωγής συμβάλλει στο «brain gain», ευνοεί την υψηλής ποιότητας απασχόληση νέων επιστημόνων σε δραστηριότητες διεθνοποιημένες και υψηλού κύρους, βοηθάει στην ανάταξη της ελληνικής οικονομίας και εξασφαλίζει μαζί με τη ναυτιλία και τις εξωστρεφείς δραστηριότητες της οικονομίας μία περίοπτη θέση στο διεθνές γίγνεσθαι.


Οι δυναμικοί τομείς της ελληνικής οικονομίας, οι εθνικοί μας πρωταθλητές, η μεταποίηση, η ναυτιλία και οι λοιποί εξωστρεφείς/εξαγωγικοί τομείς πρέπει να υποστηριχθούν. Πρέπει να ενσκήψουμε πάνω στα φλέγοντα θέματα, που ταλανίζουν την ελληνική βιομηχανία και υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Ενεργειακό κόστος, ασταθές-δυσμενές φορολογικό καθεστώς για βιομηχανικές επενδύσεις, απουσία χρηματοδοτικών εργαλείων, τεράστια γραφειοκρατία (με δαιδαλώδεις διαδικασίες αδειοδότησης και έγκρισης επενδύσεων), ψηφιοποίηση και απλοποίηση διαδικασιών, είναι σημαντικά αγκάθια στην πορεία ανάταξης βιομηχανίας-οικονομίας.

Απαιτείται όραμα και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός. Αναζητείται μία νέα βιομηχανική πολιτική για τη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο δημιουργικό, παραγωγικό και πλουραλιστικό και επωφελές για την Πατρίδα.

Σήμερα, εν μέσω γεωστρατηγικών ανακατάξεων, μετά την αναθεώρηση παγιωμένων πολιτικών (βλ. «Ostpolitik») απαιτείται νηφαλιότητα και προσοχή, για να διασφαλίσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα. Κυβέρνηση και κόμματα της λογικής, καλούνται να αναγνωρίσουν την κρισιμότητα της κατάστασης. Να μην βάλουμε εμπόδια στην ανάπτυξη με οριζόντιες περικοπές ρεύματος. Να μην περιορίσουμε την αύξηση εξαγωγών και ΑΕΠ ρισκάροντας εκατοντάδες θέσεις εργασίας.

Ο Σπ. Παπαευθυμίου είναι Αν. Καθηγητής Ε.Μ.Π.

===================

  Γιάννης Μαρίνος
19.09.2022 | 11:08

Μετά από ένα καλοκαίρι χωρίς το άγχος και τις προφυλάξεις για τον κορωνοϊό – και ας μην εξέλιπε η νοσηρή παρουσία του – και με τον πλούτο που απέδωσε το υψηλό τουριστικό κύμα, βρισκόμαστε εν όψει ενός πολλαπλά απειλητικού χειμώνα.

Η ενεργειακή κρίση, που προκλήθηκε από την ασύνετη πολιτική κυρώσεων απέναντι της πολεμοχαρούς Ρωσίας, απειλεί ήδη την Ευρώπη, άρα και την Ελλάδα, με έναν ενεργειακό χειμώνα, με μειωμένη κατανάλωση ρεύματος, πιθανές διακοπές στην παροχή του και με ανυπόφορα υψηλές τιμές, παρά τις επιδοτήσεις της κυβέρνησης.

Διαβάστε επίσης: Ενεργειακή κρίση: Ολο το σχέδιο για τις νέες επιδοτήσεις

Η ελληνική πρόταση για πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, παρά την πλειοψηφική στήριξή της, βρίσκει προς το παρόν αντίθετες ισχυρές χώρες με επικεφαλής τη Γερμανία, οι οποίες εισηγούνται το πλαφόν μόνο για το ρωσικό φυσικό αέριο, προφανώς καθ’ υπαγόρευση των ΗΠΑ, οι οποίες επιθυμούν να αποκομίζουν ανεμπόδιστα οφέλη από τον ασυγκράτητο καλπασμό των τιμών στον τομέα της ενέργειας.

Μολονότι οι καταστροφολογικές προβλέψεις επικεντρώνονται στον τομέα της ενέργειας, την αγοραστική δύναμη των λαϊκών κυρίως στρωμάτων συρρικνώνει ήδη επώδυνα η άνοδος των τιμών σε όλα τα αγαθά, ακόμα και πρώτης ανάγκης. Ο πληθωρισμός, που στην Ελλάδα υπερβαίνει ήδη το 11%, αποδυναμώνει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, τα πιο ευάλωτα εκ των οποίων ήδη αντιμετωπίζουν μείζον πρόβλημα.

Οι πολυποίκιλες επιδοτήσεις, που θα χορηγηθούν σύμφωνα με τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, μόνο εν μέρει μπορούν να ανακουφίσουν από τις αυξήσεις τιμών σε όλα τα αγαθά. Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν φαίνεται να έχει σύντομο τέλος, θεωρείται βέβαιο ότι θα συνεχισθούν και οι ευρωπαϊκές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, η οποία ως αντίποινα έκλεισε τις στρόφιγγες παροχής φυσικού αερίου στην Ευρώπη συμβάλλοντας στην έκρηξη τιμών στην παγκόσμια αγορά, από τις οποίες ωφελούνται οι ΗΠΑ, οι αραβικές χώρες του Κόλπου και άλλες παραγωγοί χώρες, με κύριο θύμα την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Η Ρωσία, σε βάρος της οποίας στοχεύουν οι κυρώσεις, ήδη αναζητεί και βρίσκει νέες αγορές κυρίως για το πετρέλαιό της στην Ασία, ενώ ωφελείται και η ίδια από την έκρηξη των τιμών φυσικού αερίου και πετρελαίου. Στη χώρα μας η κυβέρνηση μας διαβεβαιώνει ότι έχει προνοήσει για να μην υπάρξουν ενεργειακές ελλείψεις τον χειμώνα, κάτι που μένει να αποδειχθεί χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις.

Αντιθέτως επιτείνονται οι ανησυχίες από τη διαρκώς εντεινόμενη επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας. Είναι πλέον προφανές ότι η συστηματική προπαγάνδα της ότι δήθεν η Ελλάδα παραβιάζει τον εναέριο χώρο της και εξοπλίζεται εν όψει επιθέσεως εναντίον της, προσδοκά ότι θα πείσει τη διεθνή κοινή γνώμη πως είναι ο απειλούμενος που εν αμύνη θα αντιδράσει κατά της Ελλάδας. Και δυστυχώς έχει την κατανόηση και συμπαράσταση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ Στόλτενμπεργκ, που προφανώς δεν συμπεριφέρεται έτσι αυτοβούλως.

Τελευταία προστίθεται εκ νέου και η απειλή μεταναστευτικών κυμάτων προωθούμενων προς την Ελλάδα από την Τουρκία και η αντιμετώπιση των οποίων δεν είναι πάντα δυνατή. Και δυστυχώς απειλείται έτσι η χώρα μας να κατακλυστεί και πάλι, με την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ενωση να αρνείται να φιλοξενήσει αναλογικά τους εξαθλιωμένους αυτούς συνανθρώπους μας.

Πηγή: ‘Εντυπη έκδοση Το Βήμα

  •  


Σχόλια