“Επιθετικά” και “αμυντικά” όπλα στα νησιά: Μία ύποπτη διάκριση

Γρίβας Κώστας

Το πρόσφατο τουρκικό διάβημα στον Έλληνα πρεσβευτή στην Άγκυρα για την αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών, σε συνδυασμό με την ακόμα μεγαλύτερη κλιμάκωση του πολεμικού τόνου εκ μέρους του Ερντογάν και των υπουργών του επαναφέρει το κρίσιμο για την εθνική άμυνα αυτό ζήτημα στην πρώτη γραμμ, ειδικά στην ύποπτη διάκριση για “επιθετικά” και “αμυντικά” όπλα που έχει έρθει στο προσκήνιο. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Έχει παλαιότερα δημοσιευθεί η πληροφορία, χωρίς να διαψευσθεί ότι η Ουάσιγκτον έχει ζητήσει την απομάκρυνση αμερικανικής κατασκευής πυραυλικών συστημάτων, όπως είναι οι πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών M270 MLRS. Αυτό, άλλωστε, συνάγεται και από τη δήλωση του πρώην Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο για μείωση του στρατιωτικού αποτυπώματος στην επίμαχη περιοχή!

Η θέση για μερικό αφοπλισμό των νησιών είναι στην πραγματικότητα εχθρική πράξη προς την Ελλάδα, διότι ξεπερνά κατά πολύ τη φιλική ουδετερότητα, την οποία παραδοσιακά επιδεικνύουν οι ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας, ακόμα και τώρα που το καθεστώς Ερντογάν έχει προκαλέσει εμπράκτως και επανειλημμένα την Ουάσιγκτον και συνολικά τη Δύση. Ελπίζουμε πως δεν θα υπάρξουν κρατικοί λειτουργοί σε οποιοδήποτε επίπεδο και θέση του ελληνικού μηχανισμού εξουσίας, πολιτικού και γραφειοκρατικού, που έμπαιναν καν σε συζήτηση για μερική αποστρατιωτικοποίηση. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε καθαρά και ξάστερα με εθνική προδοσία.

Για να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα, η λέξη “αποστρατιωτικοποίηση” είναι ένας ευφημισμός για τη λέξη αφοπλισμός. Γιατί περί αυτού μιλάμε. Και δεν υπάρχει μερική αποστρατιωτικοποίηση, όπως δεν υπάρχει ολίγον έγκυος. Αν αποδεχθούμε την αποχώρηση κρίσιμης σημασίας οπλικών συστημάτων, όπως είναι οι εκτοξευτές πυραύλων MLRS από ένα ελληνικό νησί, τότε στερούμε τις δυνατότητες των στρατιωτικών δυνάμεων που βρίσκονται εκεί να αμυνθούν σε περίπτωση επίθεσης. Οι Έλληνες στρατιώτες από υπερασπιστές μετατρέπονται σε ομήρους του αντιπάλου.

“Μερική αποστρατιωτικοποίηση” από “επιθετικά όπλα”

Προφανώς, οι Τούρκοι δεν ενδιαφέρονται για τα τυφέκια και τα πολυβόλα. Αυτό που τους καίει γιατί πραγματικά συνιστά αποτροπή, είναι τα κάθε είδους πυραυλικά συστήματα, τα οποία μπορούν να προκαλέσουν μαζικές καταστροφές στα μικρασιατικά παράλια και ανατολικότερα. Ας μην πει κανένας ότι μιλάμε για επιθετικά όπλα που μπορούν να ασκήσουν πλήγματα στο εσωτερικό της Τουρκίας και γι’ αυτό θα ήταν σκόπιμο να τα αποσύρουμε “για να μην νοιώθουν ανασφάλεια οι Τούρκοι”!

Η άποψη αυτή είναι εθνικά καταστροφική, επειδή ακυρώνει την αποτροπή και μετατρέπει τα νησιά σε ομήρους Της Τουρκίας, η οποία έχει δείξει καθαρά τις προθέσεις της. Όσοι υποστηρίζουν παρεμφερείς απόψεις, ουσιαστικά υποστηρίζουν ότι η Τουρκία μπορεί να κάνει προβολή ισχύος στην Ελλάδα, αλλά η Ελλάδα δεν δικαιούται να έχει αντίστοιχες ικανότητες με σκοπό να αποτρέψει τη δεδηλωμένη τουρκική επιθετικότητα.

Ο διαχωρισμός των μαχητικών ικανοτήτων και των όπλων σε “επιθετικά” και “αμυντικά” είναι μια αυθαίρετη νοητική κατασκευή και δεν έχει απολύτως κανένα νόημα στον πραγματικό κόσμο. Αν υποθέσουμε ότι οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις που σταθμεύουν σε κάποιο ελληνικό νησί ναι μεν έχουν κάποιες ικανότητες να αντιτάξουν τοπική άμυνα σε περίπτωση εισβολής, αλλά καμιά ικανότητα να προσβάλουν στόχους σε μεγάλες αποστάσεις. Τί θα σήμαινε αυτό; Θα σήμαινε ότι οι Τούρκοι μπορούν ανενόχλητοι να επικεντρώσουν την επιθετική τους προσπάθεια σε όποιο ελληνικό νησί επιθυμούν και  να καταστείλουν την άμυνά του δια της ποσοτικής υπεροχής τους όσο σθεναρή κι αν είναι αυτή.

Ελληνική προβολή ισχύος

Το Αιγαίο η Ελλάδα μπορεί να το υπερασπιστεί μόνο ως ολότητα και όχι ως ξεκομμένα νησιά, απομονωμένα μεταξύ τους. Και γι’ αυτό χρειάζεται όπλα που μπορούν να ασκήσουν προβολή ισχύος σε μεγάλες αποστάσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας, δηλαδή “επιθετικά” όπλα. Και φυσικά, οι ικανότητες προβολής ισχύος στην απέναντι ακτή και η λειτουργία ολόκληρης της γραμμής των ελληνικών νησιών του ανατολικού Αιγαίου, από τη Σαμοθράκη μέχρι τα Δωδεκάνησα ως ενιαίου χώρου μάχης, είναι θεμελιώδες στοιχείο για την ελληνική αποτροπή και στο ιδιαίτερο μέτωπο του Καστελλόριζου.

Σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή στερούμεθα “επιθετικών” ικανοτήτων, είναι σαν να ανάβουμε το πράσινο φως στην Τουρκία να προβεί σε ελεγχόμενο θερμό επεισόδιο με τους πιο ευνοϊκούς όρους γι’ αυτήν στο Καστελλόριζο ή οπουδήποτε αλλού η τοπική ελληνική άμυνα είναι από τη φύση της ασθενής. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να μας επιβάλει εν συνεχεία τις απαιτήσεις της, αφού δεν θα μπορούμε να αντιδράσουμε σε άλλο σημείο των ελληνοτουρκικών συνόρων.

Με άλλα λόγια, η συζήτηση περί “μερικής αποστρατιωτικοποίησης” ουσιαστικά αποσκοπεί στην καταστροφή των ικανοτήτων άμυνας των ελληνικών νησιών έναντι της τουρκικής πολεμικής μηχανής εν συνόλω. Δηλαδή, το επαναλαμβάνουμε, στη μετατροπή τους σε ομήρους της Τουρκίας και εν τέλει στην καθυπόταξη της Ελλάδας. Και σε αυτήν την προσπάθεια συμβάλουν και οι ΗΠΑ με όσα κατά καιρούς σερβίρουν περί “μερικής αποστρατιωτικοποίησης”. Κι όλα αυτά, όταν οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις είναι εντόνως διαταραγμένες τα τελευταία τουλάχιστον οκτώ χρόνια.

Αμερικανικές σκοπιμότητες και “επιθετικά όπλα”

Από την πλευρά της, η Ουάσιγκτον έχει τις δικές της σκοπιμότητες και προτεραιότητες με σκοπό να υπηρετήσει τα δικά της εθνικά συμφέροντα, όμως, αυτή τα αντιλαμβάνεται. Το ίδιο πρέπει να έχει και η Αθήνα. Ενώ για τους Αμερικανούς το πρόβλημα είναι να δώσουν κάτι στην Άγκυρα για να κατεβάσουν τη θερμοκρασία, χωρίς να πολυ-νοιάζονται για τις συνέπειες, για την ελληνική εθνική ασφάλεια η επαρκής οχύρωση των νησιών και η ικανότητά τους, εάν δεχθούν επίθεση, να προβάλουν ισχύ στη δυτική Τουρκία είναι ζωτικό, υπαρξιακό ζήτημα.

Με χαρακτηριστική ελαφρότητα, στο συγκεκριμένο ζήτημα η Ουάσιγκτον μετατρέπεται σε παράγοντα που διευκολύνει τον τουρκικό επεκτατισμό να ακρωτηριάσει την Ελλάδα. Είναι ακριβώς γι’ αυτό που για το συγκεκριμένο ζήτημα η Αθήνα πρέπει να είναι ξεκάθαρη: κάθε αμερικανική προσπάθεια προς την κατεύθυνση της “μερικής αποστρατιωτικοποίησης” θα καταστρέψει τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.

Αδυνατώ να πιστέψω ότι μπορεί να υπάρχουν Έλληνες πολιτικοί και γραφειοκράτες του υπουργείου Εξωτερικών και Άμυνας που είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν παρόμοιες αξιώσεις. Σε κάθε περίπτωση, όμως, επειδή έχουν δει πολλά τα μάτια μας και επειδή οι σχετικές πληροφορίες προέρχονται και από χείλη που δεν μπορείς να αγνοήσεις, η επιβεβλημένη κίνηση είναι να χαραχτεί με το πιο επίσημο και δημόσιο τρόπο μία κόκκινη γραμμή σ’ αυτό το ζήτημα.

Σχόλια