Το βιβλίο της Έλι Ράντινγκερ μάς ταξιδεύει στον κόσμο των λύκων ως πλασμάτων της φύσης, αλλά και ως οδηγών για μας τους ανθρώπους. Ο τρόπος που συμβιώνουν στις κοινότητές τους, που αποδέχονται τον θάνατο και την απώλεια, που αγαπούν τη ζωή, που μεγαλώνουν τα μικρά τους, που βιώνουν το εδώ και το τώρα προσφέρουν μαθήματα ζωής. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Πέρα από τη σημασία τους για το οικοσύστημα, οι λύκοι είναι ένας καθρέφτης για την άγρια ζωή που παραμένει ζωντανή μέσα μας. Η Ράντινγκερ, συμβιώνει και παρατηρεί τους λύκους για χρόνια, έχοντας κι η ίδια ζήσει για κάποιο διάστημα μοναχικά και μακριά από τον πολιτισμό, αφού εγκατέλειψε προηγουμένως μια δικηγορική καριέρα. Μάλιστα, ένα διάστημα περίπου ενός χρόνου, το πέρασε σε μια καλύβα χωρίς ρεύμα και τρεχούμενο νερό.
Οι διεισδυτικές της παρατηρήσεις για τη ζωή των λύκων αναδεικνύουν τη σοφία τους και μας προτρέπουν να μένουμε ταπεινοί, νιώθοντας απλώς ένα κομμάτι της φύσης χωρίς ξεχωριστή θέση στο ζωικό βασίλειο. Αναφέρεται τόσο στο μίσος και στις δολοφονίες εις βάρος λύκων, όσο και στην αγάπη απέναντί τους, καθιστώντας τους πνευματικούς οδηγούς σε σαμανιστικές τελετές. Η άγνοια και η προκατάληψη γεννούν τον φόβο, αναφέρει ξεκάθαρα. Όσο εμβαθύνουμε και αφηνόμαστε στη ζωή, τόσο αυτή μας δείχνει όσα ξεφεύγουν από τον έλεγχό μας, αλλά συγχρόνως μας μαθαίνουν να εμπειριωνόμαστε την ουσία της.
Δεν μας αφήνει όμως με μια ιδεαλιστική εικόνα για τους λύκους και τη ζωή τους. Όσο φωτεινοί είναι, άλλο τόσο έχουν και σκοτεινές πλευρές, όπως όλοι μας. Όπως κάθε πλάσμα. Το ζήτημα δεν είναι να τους εξιδανικεύσουμε, αλλά να τους κρατάμε μακριά μας, να τους κατανοήσουμε και να μάθουμε να ζούμε μαζί τους, όσο κι αν αυτό φαίνεται δύσκολο. Άλλωστε, αυτό είναι το ζητούμενο για κάθε συμβίωση και για κάθε συμφιλίωση, εσωτερική και εξωτερική. Όποιος νομίζει ότι μπορεί να κατανοήσει τον εαυτό του, χωρίς να διαβάσει μέσα του το σκοτάδι του, όσο και το φως του, αρέσκεται σε φαντασιώσεις που τον ξεγελούν. Όσο προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του ή τις άτεγκτες θέσεις του, αναγκάζεται να καταφύγει σε ψέματα, συνειδητά ή ασυνείδητα. Όταν, όμως, αποδέχεται αυτό που είναι χωρίς ανούσιες δικαιολογίες, τότε μαθαίνει στ’ αλήθεια να συμβιώνει με τον εαυτό του. Το ίδιο μπορεί να κάνει με οποιοδήποτε άλλο πλάσμα τον καλεί η ζωή να συμβιώσει.
Συχνά ακούμε ή και λέμε λέξεις όπως «σεβασμός», «αποδοχή», «συμφιλίωση», «αλληλένδετοι», «συνδεδεμένοι» κλπ., αλλά σπάνια συνειδητοποιούμε τι μπορεί να σημαίνουν. Ένας άνθρωπος που δεν κατανοεί ποιος είναι δεν είναι δυνατόν να σέβεται, να νιώθει ότι συνδέεται με άλλα πλάσματα, να αποδέχεται. Στην πράξη, ηθικολογεί, ανέχεται, συνθηκολογεί και συμβιβάζεται. Πράττει επιφανειακά για ένα ουδέτερο και ανούσιο «καλό» άνευ σημασίας, που απλώς επιδιώκει να ισοπεδώσει τα πάντα, για να τα φέρει στα μέτρα του. Υπακούει τυφλά σε εξωτερικούς αφέντες και νόμους, που του επιβάλλουν παράλογες «αλήθειες» κάθε είδους, προκειμένου να είναι με τους «καλούς», δηλαδή με τους νικητές. Κατά βάθος, αυτό αποζητά: να είναι αποδεκτός και να τον αναγνωρίζουν οι νικητές. Τα πράγματα τότε γίνονται λεία, χωρίς συγκρούσεις, που αποκοιμίζουν κάθε διάθεση για εξερεύνηση στις εσωτερικές χαράδρες και φαράγγια. Επαναπαυόμαστε σε δικαιολογίες, αναβολές, επιφανειακές αμφιταλαντεύσεις άνευ σημασίας.
Κάθε πλάσμα, φυτό ή ζώο, είναι συστατικό μιας ισορροπημένης αναλογίας. Όσο αυτή διαταράσσεται ή καταστρέφεται, τόσο πιο δύσκολο είναι να αποκαθίσταται. Η ισορροπία αυτή δεν εκπληρώνεται με ανθρώπινες συνταγές, δεν αποκαθίσταται με αποχές από μια τροφή ή από μια άλλη, δεν είναι ζήτημα μετρήσιμων στατιστικών και διατήρησης της υπάρχουσας κατάστασης με άλλη προβιά. Είναι ένας πολύπλοκος τρόπος συμβίωσης, που δεν αρκείται σε απλοποιήσεις, αλλά μας καλεί να στραφούμε στις εσωτερικές μας αλήθειες και να μη φοβόμαστε να τις δούμε. Μπορεί να μη μας αρέσουν, μπορεί να μας ξεβολεύουν, μπορεί να μας ταράσσουν και να μας οδηγούν σε δύσκολες ατραπούς, αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος, για να βρούμε την ουσία μας.
σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
Σχόλια