Ο ουκρανικός λιμός και οι προεκτάσεις για την κατανόηση της ρωσικής εισβολής

Γράφει ο Γρηγοριάδης Κωνσταντίνος

Μία από τις τραγικότερες σελίδες της ευρωπαϊκής ιστορίας του εικοστού αιώνα, η οποία ωστόσο παραμένει αρκετά αγνοημένη στη Δύση, είναι ο λιμός που προκάλεσε η σοβιετική εξουσία τη διετία 1932 – 1933 στην Ουκρανία και οδήγησε, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, στο θάνατο τουλάχιστον τεσσάρων εκατομμυρίων Ουκρανών. Η ανάδειξη του τραγικού αυτού κεφαλαίου έγινε εφικτή μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, καθώς η Ουκρανία απέκτησε την ανεξαρτησία της. Χωρίς θεσμικούς περιορισμούς, ο λιμός έχει διερευνηθεί σε πολλές από τις διαστάσεις του τις τελευταίες τρεις δεκαετίες και αρκετές είναι οι σημαντικές ιστορικές μελέτες που επικεντρώνονται σε αυτήν την τραγωδία. Στο ακόλουθο κείμενο θα παρουσιάσω συνοπτικά το πρόσφατο βιβλίο της ιστορικού Anne Applebaum με τίτλο «Ο κόκκινος λιμός: Ο πόλεμος του Στάλιν εναντίον της Ουκρανίας[1] (μτφ. Μ. Αστερίου, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2019), στο οποίο υποστηρίζονται πολλές ενδιαφέρουσες θέσεις σχετικές με τον ίδιο το λιμό, καθώς και με το τι ακολούθησε (συγκάλυψη, η συζήτηση περί γενοκτονίας). Προς το τέλος θα αναφερθώ στην επικαιρότητα του γεγονότος αυτού, καθώς και στη σημασία του για την κατανόηση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Αρχικά, ένα σημαντικό μέρος του βιβλίου αφιερώνεται στις πρώτες προσπάθειες συγκρότησης ανεξάρτητου ουκρανικού κράτους, οι οποίες επιχειρήθηκαν το 1917 και οδήγησαν πράγματι στη δημιουργία ενός βραχύβιου κράτους, καθώς και στην ανάδυση ουκρανικής εθνικής συνείδησης. Η Applebaum τονίζει ότι οι Ουκρανοί ξεκινούν να προσδιορίζουν τον εαυτό τους ως μια διαφορετική εθνική κοινότητα ήδη από τον 19ο αιώνα, παρόλο που δεν αναγνωρίζονταν ως τέτοια από τους Ρώσους και άλλους γειτονικούς λαούς. Το πρώτο αποκορύφωμα, όμως, έκφρασης της ουκρανικής συνείδησης συναντάται το 1917, όταν παράλληλα με την Οκτωβριανή Επανάσταση, την οποία ξεκίνησαν οι μπολσεβίκοι, οι Ουκρανοί θα επιχειρήσουν να συγκροτήσουν ανεξάρτητο κράτος ενάντια στους μπολσεβίκους, επιθυμώντας, όμως,  να το οικοδομήσουν με τις αρχές του σοσιαλισμού. Σε αυτήν την εξέγερση, δυο προσωπικότητες αφήνουν το αποτύπωμα τους τόσο στην περίοδο αυτή όσο και στο επίπεδο της κληρονομιάς στο ουκρανικό εθνικό κίνημα: α) ο Mykhailo Hrushevsky και ο Symon Petlioura. Οι δύο ακολουθώντας διαφορετικό τρόπο δράσης θα στιγματίσουν το κίνημα της ανεξαρτησίας και θα αντιπροσωπεύσουν για τους μπολσεβίκους δύο εχθρικές προσωπικότητες, στις οποίες θα αντικρύζουν την έμπνευση πίσω από τις μεταγενέστερες προσπάθειες αυτονόμησης.

Όπως αφηγείται η Applebaum, η απάντηση των μπολσεβίκων υπό την ηγεσία του Λένιν ήταν η μαζική επίταξη σιτηρών και η γενικότερη επίθεση στον αγροτικό κόσμο ώστε να αποδυναμωθεί το ουκρανικό εθνικό κίνημα.  

Στο σημείο αυτό αναφέρονται δύο σημαντικές αντιλήψεις οι οποίες συνέβαλαν στο λιμό αυτής της περιόδου αλλά διαμόρφωσαν και το ιδεολογικό πλαίσιο που επικράτησε μερικά χρόνια αργότερα και οδήγησε στον καταστροφικό λιμό[2]: α) οι αγρότες δεν θεωρούνταν ότι έχουν προλεταριακή συνείδηση, διότι ήταν μικροϊδιοκτήτες (συνεπώς οι μπολσεβίκοι τους έβλεπαν ως μικροκαπιταλιστές) β) ο εθνικισμός ήταν ξεκάθαρα κίνημα αποτελούμενο από αγρότες, κάτι που είχε αποδεχτεί ο Στάλιν ήδη στην πρώτη περίοδο της σύγκρουσης (1917 – 1921). Οι δύο αυτές αντιλήψεις διαμόρφωσαν τη μεταγενέστερη στάση του Στάλιν και εξηγούν γιατί η ουκρανική περίπτωση ήταν ιδιαίτερη ανάμεσα σε άλλες περιπτώσεις λιμού (βλ. Καζακστάν). Η επιλογή του Λένιν να επιταχθούν τα σιτηρά συνοδεύτηκε από την ανάγκη να ιδρυθούν σώματα, όπως η Τσεκά, η ‘έκτακτη επιτροπή’ που μετεξελίχθηκε σε KGB. Η επίταξη σιτηρών πραγματοποιήθηκε μέσω εκτεταμένης χρήσης βίας εναντίον των αγροτών, οι οποίοι επέλεξαν την εξέγερση το 1919 με στόχο να μην επιτρέψουν στους μπολσεβίκους να έχουν την κυριαρχία στην πολιτική και οικονομική τους οργάνωση.

Παρά την εξέγερση, η καλλιέργεια σιτηρών έπεσε ραγδαία με αποτέλεσμα να προκληθεί λιμός, που οδήγησε στο θάνατο χιλιάδων Ουκρανών. Επιλέγοντας να θέσει τέλος στο κλίμα αυτό, ο Λένιν υιοθέτησε (χωρίς απαραίτητα να συμφωνεί) τη Νέα Οικονομική Πολιτική, η οποία επέτρεπε στους αγρότες να έχουν ιδιοκτησία και να καλλιεργούν τη γη τους. Ταυτόχρονα ήρθε και το τέλος του βραχύβιου ανεξάρτητου ουκρανικού κράτους, καθώς η ουκρανική επικράτεια ανήκε πλέον στην ΕΣΣΔ. Την περίοδο 1921 – 1927, η ουκρανική εθνική συνείδηση ανακάμπτει λόγω ενός πιο ανεκτικού καθεστώτος, και ο αγροτικός κόσμος καταφέρνει να οικοδομήσει τις βάσεις μιας υποσχόμενης ευημερίας. Όμως, ο Στάλιν έχοντας κατά νου όσα συνέβησαν το 1919 και βλέποντας ως απειλή μια πιθανή εναντίωση της Ουκρανίας, θέτει σε εφαρμογή το πενταετές πλάνο και την κολλεκτιβοποίηση, η οποία εξανάγκαζε τους κουλάκους να εγκαταλείψουν την γη και ιδιοκτησία τους και να εγκατασταθούν στα κολχόζ, τα συλλογικά αγροκτήματα. Η πολιτική αυτή, κατά την Applebaum, που στόχευε στην σταδιακή συγκρότηση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας (όπως την αντιλαμβανόταν ο Στάλιν), ήταν η «λύση» του σοβιετικού καθεστώτος τόσο για την εξαφάνιση οποιασδήποτε αφοσίωσης σε αξίες που θύμιζαν τον αστικό κόσμο, όσο και για την εξόντωση οποιασδήποτε απόπειρας ανάδυσης συμπαγούς εθνικής ταυτότητας, που θα αμφισβητούσε την κυριαρχία του καθεστώτος.

Στην περιγραφή των όσων συνέβησαν αυτήν την κομβική και τραγική για τους Ουκρανούς πενταετία, η Applebaum εστιάζει σε σημαντικό βαθμό στο κλίμα εχθρότητας που υπήρχε εναντίον των κουλάκων, στην φανατική εμμονή του σοβιετικού καθεστώτος για την αναγκαιότητα της «αποκουλακοποίησης», καθώς και στη σφοδρή επίθεση εναντίον οποιουδήποτε πολιτισμικού στοιχείου χαρακτήριζε τον τρόπο ζωής τους. Με συνεχείς αναφορές σε αρχεία που παρέχουν ανατριχιαστικές περιγραφές, η ιστορικός δεν παραλείπει να τονίσει την σφοδρή επίθεση εναντίον της Εκκλησίας με βεβηλώσεις και λεηλασίες, καθώς και την εξόντωση της ουκρανικής ελίτ των διανοουμένων και πολιτικών οι οποίοι θεωρήθηκαν επικίνδυνοι. Ως προς το τραγικό κεφάλαιο του λιμού, η Applebaum παρουσιάζει τόσο προσωπικές μαρτυρίες όσο και πραγματικά περιστατικά, στα οποία περιγράφεται η αδυναμία πάρα πολλών να σιτιστούν λόγω του αποκλεισμού τους από τον ανεφοδιασμό και η καταφυγή τους σε κτηνώδεις συμπεριφορές, όπως ο κανιβαλισμός. Το απόσταγμα από τα όσα δείχνει η ιστορικός με τη βοήθεια των αρχείων στο βιβλίο ήταν η απόλυτη επιμονή του Στάλιν και της σοβιετικής εξουσίας σε μια πολιτική υπαγορευμένη από μια δική του εκδοχή σοσιαλισμού και η αδιαφορία του για την ανθρωπιστική καταστροφή που θα προκαλούνταν.

Μια άλλη ενδιαφέρουσα πτυχή του βιβλίου είναι η αναφορά στα γεγονότα των επόμενων χρόνων που ακολούθησαν το λιμό, καθώς και στην προσπάθεια να αποτυπωθεί ευρύτερα το Χολοντόμορ (όπως είναι σήμερα γνωστός ο λιμός) στη μνήμη. Σε ό,τι αφορά το πρώτο θέμα, η Applebaum παρουσιάζει τις τακτικές συγκάλυψης του λιμού από το σοβιετικό κράτος στα χρόνια που ακολούθησαν, όπως και την επιβολή απαγόρευσης κάθε δημόσιας αναφοράς στον όρο «λιμός» για να περιγραφούν τα γεγονότα εκείνης της περιόδου. Στο σημείο αυτό δεν αγνοείται και η συγκάλυψη στη Δύση, όταν φιλοσοβιετικά μέσα επιχείρησαν να υποβαθμίσουν και να σχετικοποιήσουν το μέγεθος της καταστροφής ενάντια σε μαρτυρίες, όπως του Gareth Jones[3], που ήταν αυτόπτης μάρτυρας του λιμού την περίοδο 1932 – 1933 και ήταν ο πρώτος δημοσιογράφος που ανέδειξε τη σοβαρότητα του ζητήματος στον δυτικό τύπο. Επιπροσθέτως, η διατήρηση του λιμού στη μνήμη ήταν για δεκαετίες εφικτή σε προφορικό επίπεδο, αλλά ξεκίνησε να ερευνάται πιο συστηματικά τη δεκαετία του ’80 λόγω της επιλογής του Gorbachev να επιτρέψει την πρόσβαση στα σχετικά αρχεία[4]. Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, ο λιμός άρχισε να ερευνάται συστηματικότερα και καταχωρήθηκε στη μνήμη του ουκρανικού κράτους με την συνεχή διοργάνωση επετείων, που στόχευαν στη διατήρηση της μνήμης.

Πολύ σημαντικές είναι οι επισημάνσεις της Applebaum σχετικά με την πολιτικοποίηση του λιμού την τελευταία εικοσαετία. Η ανάδειξη του Viktor Yushchenko στη θέση του Προέδρου μετά την «Πορτοκαλί Επανάσταση» σηματοδότησε το ξεκίνημα μιας περαιτέρω έμφασης στη μελέτη του λιμού, καθώς θεωρήθηκε ότι η μνήμη σε αυτήν την περίπτωση μπορούσε να λειτουργήσει ως ενοποιός δύναμη[5]. Στο πλαίσιο αυτό, όμως, ο λιμός εργαλειοποιήθηκε τόσο από εκείνους που ήθελαν να κατηγορήσουν τη Ρωσία, όσο και από το φιλορωσικό κομμάτι της Ουκρανίας που υποβάθμιζε ή αρνούνταν την έκταση του εγκλήματος. Έτσι, ενώ ο Yushchenko έφτανε στο σημείο να αναφέρεται στο λιμό με υπερβολές (όπως η παρουσίαση πολύ υψηλότερων αριθμών για τα θύματα), ο Yanukovych άλλαξε ύφος αρνούμενος να χαρακτηρίσει το λιμό με τον όρο «γενοκτονία»[6]. Στις ακραίες εκδοχές άρνησης, οι φιλορώσοι αυτονομιστές προχώρησαν σε βεβηλώσεις μνημείων και σε πλήρη άρνηση του γεγονότος αυτού καταχωρώντας το στη σφαίρα του μύθου. Τελικά, ενώ η πραγματικότητα του λιμού έχει τεκμηριωθεί ιστορικά, οι όποιες συζητήσεις γίνονται, σχετίζονται με πολιτικές στοχεύσεις που αφορούν την αποδοχή ή απόρριψη του δικαιώματος της Ουκρανίας να υπάρχει ως ανεξάρτητο εθνικό κράτος. Έτσι, λίγη σημασία έχει αν πρέπει να χαρακτηριστεί γενοκτονία, καθώς οι βασικές παράμετροι έχουν γίνει αποδεκτές στην Ουκρανία και τη Δύση.

Το βιβλίο της Applebaum είναι πολύ σημαντικό όχι μόνο επειδή τεκμηριώνει με απόλυτη επάρκεια την ιστορική τραγωδία του λιμού, αλλά διότι η πραγμάτευση του τραυματικού αυτού κεφαλαίου της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιστορίας γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να αναδεικνύεται και η σημασία για την κατανόηση γεγονότων τελευταίων δεκαετιών. Αν επικεντρωθούμε στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, τότε ορισμένα από τα αίτια της επίθεσης μπορούν να κατανοηθούν πέρα από τα όποια προσχήματα έχουν προβληθεί. Μεγάλο μέρος του δημοσίου διαλόγου αφιερώνεται στα πιθανά λάθη που έγιναν από τη μεριά της Δύσης, όπως η σταδιακή επέκταση του ΝΑΤΟ στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης μετά το 1991, στη λεγόμενη «περικύκλωση» της Ρωσίας ή ακόμα και στην ανάγνωση αυτής της εισβολής με όρους ισχύος που επικρατεί στις διεθνείς σχέσεις. Σε αυτές τις προσεγγίσεις, χώρες όπως η Ουκρανία δεν αναγνωρίζονται ως ανεξάρτητα κράτη, αλλά ως υποψήφια να ανήκουν απαραίτητα σε κάποιον συνασπισμό ή στρατόπεδο. Έτσι, για πολλούς η ρωσική εισβολή, αν όχι δικαιολογημένη, ήταν αναμενόμενη στο πλαίσιο αντιπαράθεσης και της διασφάλισης της αντίστοιχης σφαίρας επιρροής.

Όμως, στην περίπτωση της ρωσικής εισβολής οι προσεγγίσεις αυτές είναι ελλιπείς, καθώς αγνοείται η διαχρονική αμφισβήτηση των Ουκρανών ως ανεξάρτητου έθνους από τη Ρωσία, κάτι που αποδείχθηκε κιόλας μήνες πριν την εισβολή από τη δημοσίευση των ίδιων των θέσεων του Πούτιν τον Ιούλιο του 2021[7]. Η αμφισβήτηση αυτή εγγράφεται στο πλαίσιο μετασχηματισμού της Ρωσίας σε δικτατορία με κύρια ιδεολογική δύναμη τον πανρωσισμό, που συνδυάζεται με όψεις της σταλινικής περιόδου (π.χ οι μαζικές διώξεις των αντιφρονούντων, οι φυλακίσεις, αλλά και η εξόντωση σε ορισμένες περιπτώσεις). Επιπροσθέτως, ο ευρασιανισμός ως γεωπολιτικό δόγμα υποδεικνύει την επέκταση της Ρωσίας στα σύνορα της τέως ΕΣΣΔ και την ταυτόχρονη αναβίωση της ρωσικής αυτοκρατορίας απομονωμένης από τη Δύση προβάλλοντας ένα εντελώς διαφορετικό πολιτισμικό παράδειγμα σύμφωνο με δεσποτικά πρότυπα[8]. Έτσι, οι σημαντικές αυτές παράμετροι πρέπει να ληφθούν υπόψη για να κατανοηθεί η ρωσική εισβολή, καθώς αναβιώνονται ιδέες οι οποίες αποτρέπουν τη Ρωσία από το να είναι ένα εθνικό κράτος απαλλαγμένο από την αυτοκρατορική νοσταλγία.

Στο σημείο αυτό, η σημασία γνώσης του λιμού είναι καίρια, καθώς η σύγχρονη Ρωσία θεωρεί την ΕΣΣΔ κομμάτι της ιστορίας της και συνεπώς τον εαυτό της συνέχεια του σοβιετικού καθεστώτος[9]. Λόγω της ενσωμάτωσης της σοβιετικής ιστορίας, η σύγχρονη Ρωσία βρίσκεται σε στάση άρνησης των εγκλημάτων που διεπράχθησαν κατά τη σταλινική περίοδο. Ήδη πρόσφατα, το ίδρυμα Memorial, το οποίο κατέγραφε τα συστηματικά εγκλήματα εκείνης της περιόδου, τερμάτισε τη λειτουργία του μετά από απόφαση των ρωσικών αρχών[10]. Μπορεί να γίνει αντιληπτό, ότι η Ρωσία με αυτά τα ιδεολογικά γνωρίσματα συνεχίζει να μην αποδέχεται την αξίωση της Ουκρανίας να υπάρχει ως διακριτό έθνος στο σύγχρονο κόσμο. Έτσι, το γεγονός της ρωσικής εισβολής δεν μπορεί να ερμηνευθεί μόνο με αναγνώσεις που τοποθετούν την Ουκρανία στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης των μεγάλων δυνάμεων, αλλά εξετάζοντας το ιστορικό παρελθόν σε σχέση με την διαχρονική προσπάθεια της Ουκρανίας να απελευθερωθεί από τη ρωσική ηγεμονία.

Το βιβλίο της Applebaum είναι πολύ σημαντικό, διότι αναδεικνύει αυτήν την παράμετρο, η οποία όχι μόνο απουσιάζει στο δημόσιο διάλογο, αλλά και όπου αναφέρεται, δεν λαμβάνεται υπόψη το ιστορικό παρελθόν ως εργαλείο κατανόησης του σημερινού πολέμου. Συνεπώς, ο περιορισμός της συζήτησης για τα αίτια του πολέμου στις όποιες ευθύνες της Δύσης αγνοεί τόσο την ιστορία της συγκεκριμένης επικράτειας, όσο κυρίως την ιδεολογική αφοσίωση της Ρωσίας στο όραμα της αυτοκρατορίας. Στο ενδεχόμενο ερώτημα του εάν π.χ η μη επέκταση του ΝΑΤΟ θα ήταν επαρκής για να μην εισβάλει η Ρωσία στην Ουκρανία, δεν μπορεί να υπάρξει μια απόλυτη απάντηση. Όμως, η επαναφορά της Ρωσίας μέσω του Πούτιν σε αντιδυτική γεωπολιτική κατεύθυνση και η ολοένα καταπίεση των ελευθεριών στο εσωτερικό δεν είναι μια πρωτοφανής εξέλιξη και η ερμηνεία της πολιτικής της ταυτότητας περιορίζεται πολύ εάν δοθεί μόνο έμφαση στις εξελίξεις ή τα λάθη των δυτικών δυνάμεων τα τελευταία είκοσι χρόνια. Επομένως, η γνώση της πρόσληψης πολλών γνωρισμάτων τόσο της τσαρικής Ρωσίας, όσο και της ΕΣΣΔ, κρίνεται πολύτιμη για την κατανόηση τόσο της σύγχρονης Ρωσίας, όσο και του σημερινού πολέμου. Πολύτιμη συμβολή σε αυτή τη γνώση είναι και η μελέτη της Applebaum για το τραγικό κεφάλαιο του λιμού.

[1] Ο αγγλικός τίτλος είναι ‘Red Famine: Stalin’s War on Ukraine’ (Anchor Books).

[2] Applebaum Anne, Ο Κόκκινος Λιμός: Ο πόλεμος του Στάλιν εναντίον της Ουκρανίας, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2019, σ. 19 – 21

[3] Η ιστορία αυτή έχει μεταφερθεί και στον κινηματογράφο με την κυκλοφορία της πρόσφατης ταινίας «Mr. Jones» (2019)

[4] Πρώτος σημαντικός καρπός της έρευνας ήταν το βιβλίο του Robert Conquest ‘The Harvest of Sorrow: Soviet Collectivisation and the Terror-Famine’, στο οποίο αναφέρεται και η Applebaum.

[5] Applebaum, όπ.π., σ. 339 – 340

[6] Όπως αναφέρει η Applebaum, ο Yanukovych αφαίρεσε από την ιστοσελίδα του Προέδρου τις όποιες αναφορές στο λιμό και διόρισε πρώην κομμουνιστή ιστορικό στη θέση του επικεφαλούς του Εθνικού Ινστιτούτου Μνήμης, Βλ. Applebaum, όπ.π.., σ. 340 – 343

[7] Ο Πούτιν υποστήριξε ότι οι Ουκρανοί δεν είναι διακριτό έθνος, αλλά είναι στην ουσία Ρώσοι. Βλ: http://en.kremlin.ru/events/president/news/66181

[8] Περισσότερα για τον ευρασιανισμό, βλ: Laruelle Marlenne, Russian Eurasianism: An Ideology of Empire, John Hopkins University Press, 2012. Για τις θεωρητικές επιρροές του Πούτιν, βλ: https://unherd.com/2022/03/the-brains-behind-the-russian-invasion/

[9] Γι’ αυτό το θέμα, βλ: Ostrovsky Arkady, Η επινόηση της σύγχρονης Ρωσίας (μτφρ. Θ. Αναγνωστόπουλος), Εκδόσεις Επίκεντρο, 2017, Μέρος Β’

[10] Βλ: https://www.dw.com/en/russia-orders-closure-of-human-rights-group-memorial/a-60273615

Σχόλια