Είναι η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν μια ευκαιρία για την αναγκαστική αλλαγή ρότας της Τουρκίας;

Του ΖΑΧΑΡΙΑ ΜΙΧΑ*, Defence Point

Έχει υποστηριχθεί κατ’ επανάληψη, ότι στην παρούσα συγκυρία κάθε εξέλιξη στα ελληνοτουρκικά πρέπει να αντιμετωπίζεται υπό το πρίσμα του πολέμου στην Ουκρανία.

Οι συνέπειες του πολέμου είναι πασιφανείς, χωρίς αυτό να συνδέεται αποκλειστικά με τις ομοιότητες της τουρκικής συμπεριφοράς με την αντίστοιχη ρωσική, παρότι βρίσκεται ακόμα ένα βήμα πιο πίσω, είναι απόπειρα στρατιωτικού καταναγκασμού της Ελλάδας κι όχι στρατιωτική επίθεση. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Όπως η Ρωσία συνάντησε αντίσταση που δεν περίμενε και το κόστος άρχισε να συσσωρεύεται, περιπλέκοντας τους σχεδιασμούς της, έτσι και η Τουρκία που συνάντησε αντίσταση στον Έβρο και στο Αιγαίο, επιχειρεί προς το παρόν να τα βάλει στο ράφι, αναζητώντας πλέον διέξοδο. Ο λόγος είναι ότι το κόστος που συσσωρεύεται, την πλήττει σε πολλαπλά επίπεδα.

  • Η ειδοποιός διαφορά

Η τουρκική στάση απέναντι στην Ελλάδα έχει περιεχόμενο πανομοιότυπο με τη ρωσική επιχειρηματολογία, με μια ειδοποιό διαφορά. Στην περίπτωση της Ρωσίας, παρότι η χώρα που υποφέρει τις συνέπειες είναι η Ουκρανία, ο πραγματικός αντίπαλος είναι οι ΗΠΑ που υπαγόρευσαν την ουκρανική εξωτερική πολιτική, συμπεριλαμβανομένης της πρόθεσης ένταξης στην Ατλαντική Συμμαχία.

Στην περίπτωση της Τουρκίας στόχος είναι η Ελλάδα, μια χώρα τυπικά συμμαχική στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και μάλιστα χωρίς κάποιον «υποβολέα» που θα επέτρεπε στην Άγκυρα να υποστηρίζει πως μέσω Ελλάδας εγείρεται ζωτικό ζήτημα στρατιωτικής απειλής.

Ούτε οι Τούρκοι δεν προβάλουν το γελοίο επιχείρημα ότι τα μικρασιατικά παράλια αντιμετωπίζουν κίνδυνο ελληνικής απόβασης από τα νησιά.

Η τουρκική αντίδραση αφορά τη δυνατότητα εξαπόλυσης πληγμάτων στην τουρκική ενδοχώρα, κάτι το οποίο όμως θα μπορούσε να συμβεί μόνο στην περίπτωση τουρκικής στρατιωτικής ενέργειας σε βάρος της Ελλάδας. Άρα, πραγματικός στόχος της Τουρκίας είναι να αποδυναμώσει την ελληνική αποτρεπτική στρατηγική.

Η τουρκική επιθετικότητα έναντι της Ελλάδας είναι χρόνια. Απλά τώρα εξυπηρετεί και τα ιδιοτελή πολιτικά συμφέροντα του Ερντογάν.

Οι υψηλές τιμές των υδρογονανθράκων καθιστούν ακόμα μεγαλύτερη την επιδίωξη της Άγκυρας να βάλει χέρι σε κοιτάσματα που σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο της θάλασσας ανήκουν στην Ελλάδα. Είναι κοινό «μυστικό» ότι η επανεκλογή Ερντογάν το 2023, υπονομεύεται κυρίως από την κάκιστη κατάσταση της τουρκικής οικονομίας.

  • Ο χειρισμός της υπό ανάδυση «ενεργειακής αρχιτεκτονικής»

Στην Ανατολική Μεσόγειο κρίνεται η «ενεργειακή αρχιτεκτονική» που θα οικοδομηθεί με στόχο την κατά το δυνατόν απεξάρτηση της ευρωπαϊκής ηπείρου από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες.

Αυτό, με δεδομένη και τη στροφή της γερμανικής πολιτικής, σημαίνει ότι το κίνητρο αξιοποίησης των κοιτασμάτων-στόχων που έχουν εντοπιστεί, έχει εκτοξευθεί. Αυτό που χρειάζεται είναι να υπάρξει πολιτική κάλυψη, δηλαδή ένα περιβάλλον δίχως απειλές ασφαλείας και αμφισβητήσεις.

Η νέα αυτή πραγματικότητα συνιστά ευκαιρία που έγινε άμεσα ορατή στην Άγκυρα. Όμως, στη συνάντηση της Κωνσταντινούπολης, το παρόν δίπλα στον Ερντογάν έδωσε ο Τσαβούσογλου, ενώ από ελληνικής έλειπε ο Δένδιας. Επειδή σε τέτοιες μεγάλες αποφάσεις δεν υπάρχουν περιθώρια προσωπικών πολιτικών, η Ελλάδα δεν πρέπει να αφήσει περιθώρια να δημιουργηθούν υποψίες ότι υπάρχουν δύο γραμμές στην εξωτερική πολιτική.

Εάν υπάρχει κυβερνητική απόφαση να οδεύσει η χώρα προς μία κατεύθυνση πρέπει να διασφαλιστεί ότι το υπουργείο Εξωτερικών συντάσσεται με αυτήν με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται στο επίπεδο των ενεργειών. Δηλαδή, το Μέγαρο Μαξίμου να αναλάβει την ευθύνη των επιλογών του, τις οποίες πρέπει να εξηγήσει και δημόσια, ώστε να κριθούν από την ελληνική κοινωνία, θετικά ή αρνητικά.

  • Στοίχημα η γενικότερη μεταστροφή της Τουρκίας

Οι συνομιλίες με την Τουρκία για τα θέματα που θα επιλεγούν δεν πρέπει να εξελιχθούν σε επιχείρηση δημοσίων σχέσεων της γειτονικής χώρας. Δεν πρέπει να ξεχαστούν οι συμπεριφορές που θυμίζουν τις σημερινές για τις οποίες η Ρωσία καταβάλει σκληρό τίμημα.

Εάν δεν το φροντίσει η Ελλάδα σήμερα, θα τις αντιμετωπίσει εκ νέου τα επόμενα χρόνια από την Άγκυρα, με τους εταίρους και συμμάχους να επανέρχονται στη γνωστή πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών.

Η ελληνική στρατηγική πρέπει να φροντίσει ώστε η χώρα να μην εμφανιστεί ως παράγοντας επιτάχυνσης των εξελίξεων κατά τρόπον που θα αποκλίνει από την πολιτική χωρών της περιοχής μας απέναντι στην Τουρκία. Βασική συγκολλητική ουσία των σχέσεων που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια με Ισραήλ, Αίγυπτο, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Σαουδική Αραβία, ήταν η κοινή αντίθεση στην τουρκική αμετροέπεια.

Εν κατακλείδι, η Ελλάδα οφείλει να προβάλει αντίσταση επί του πεδίου, γιατί μόνο έτσι μπορεί να ακυρωθεί ο στρατιωτικός καταναγκασμός εκ μέρους της Τουρκίας.

Αυτή η πολιτική είναι η πιο ειρηνική, καθώς η αντίσταση και η αποφασιστικότητα επί του πεδίου, είναι που θα στεριώσει και τις όποιες συμμαχίες έχουμε επιτύχει στην περιοχή μας. Είναι μια προίκα που δεν πρέπει επ’ ουδενί να σπαταληθεί στον βωμό της συνήθους αναβίωσης ευσεβών πόθων του παρελθόντος για την πορεία των σχέσεων με την Τουρκία, τους οποίους η ζωή διέψευσε πανηγυρικά.

*(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)

============

Σχόλια