Η πανδημία επανέφερε την Κίνα στο κέντρο της δημόσιας σφαίρας και γιατί από εκεί μας ήλθε ο ιός και γιατί εκεί, με τα αυστηρά μέτρα που έλαβαν, τιθάσευσαν την εξάπλωσή του, σε αντίθεση με τη Δύση. Τι είναι, όμως, η Κίνα; Τι είναι οι Κινέζοι; Παρά το πέρασμα των αιώνων οι Ευρωπαίοι μπροστά στο φαινόμενο εξακολουθούν να σηκώνουν του ώμους μπροστά στον κινέζικο Δράκο. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Προκαλεί αμηχανία αυτός ο τεράστιος αριθμός που αντιπροσωπεύει τον πληθυσμό της, αυτές οι “μάσκες” που φαίνεται να φορούν οι άνθρωποι που την κατοικούν. Για δεκαετίες στους δυτικούς παρατηρητές έδιναν την εντύπωση μισο-κοιμισμένων πλασμάτων, σκόπιμα μισο-κοιμισμένων. Τι κρυβόταν πίσω από τα σχιστά τους μάτια, πίσω από τις αργές κινήσεις τους που ξαφνικά αποκάλυπταν μια επιδεξιότητα και μια εγρήγορση αντίστοιχη με τις απρόβλεπτες αλλαγές στη ζωή τους;
Η λευκή φυλή αναρωτιόταν μάταια για το τι επιδιώκει η αλλόκοτη κίτρινη φυλή, στην οποία αποδίδονταν τα πιο αντιφατικά χαρακτηριστικά: ωμότητα και λεπτότητα, δεισιδαιμονία και περίσκεψη, πανουργία και απλοϊκότητα. Τίποτα όμως δεν ήταν πιο ακατανότητο για τους δυτικούς από το γεγονός ότι ένας κόσμος, όπως ο κινέζικος, με μεγάλες ανακαλύψεις και εφευρέσεις στο ενεργητικό του κατά το παρελθόν, δεν είχε επιδιώξει να εκμεταλλευτεί ως το έπακρο τις νοητικές του ικανότητες.
Περιηγητές, μελετητές, εμπορευόμενοι, στρατιωτικοί, απορούσαν πώς είναι δυνατόν αυτοί που ανακάλυψαν την πυρίτιδα, την πυξίδα, την τυπογραφία να μη σπεύσουν να αναπτύξουν τις εφαρμογές των ευρημάτων τους στη γεωργία, τη ναυσιπλοϊα, τη μηχανική. Αρκέστηκαν να φθάσουν ως ένα ορισμένο σημείο. Γιατί; Στο ερώτημα ήταν αδύνατο να δοθεί απάντηση. Διότι το ίδιο το ερώτημα εμπεριείχε μια προκατάληψη του δυτικού πολιτισμού που τον εμπόδιζε να καταλάβει την άλλη αντίληψη.
Ο άλλοτε ασθενής
Η Δύση ήταν ήδη παγιδευμένη σε μια ιδέα εξάντλησης του δυναμικού της: ήθελε να επιταχύνει την κίνησή της, να φανερώσει στον ίδιο της τον εαυτό τις δυνατότητες που είχε, να ριχτεί σε μια περιπέτεια, το έπαθλο της οποίας θα ήταν οι εκπλήξεις, οι νεωτερισμοί, η αίσθηση ότι μόνο τότε είναι κανείς δημιουργός όταν εκμαιεύει από το άγνωστο κάτι εντελώς καινούργιο. Δεν υποπτευόταν η Δύση ότι μέσα στην αναζήτηση του καινούργιου φωλιάζει ο κίνδυνος της καταπόνησης του πνεύματος: όταν κανείς ψάχνει αποκλειστικά για το νέο παραδίδεται σ’ ένα είδος εθελοτυφλίας. Αγνοεί το τι συντηρεί την ύπαρξη και ενδιαφέρεται μόνο για το τι την ανανεώνει. Εκεί ακριβώς εντοπίζεται και η μεγάλη διαφορά με την κινέζικη στάση.
Όταν η Ευρώπη ανυπομονούσε να καλπάσει προς τα εμπρός, από τις αρχές ιδίως της βιομηχανικής επανάστασης, η Κίνα φρόντιζε να περιμαζεύει και να οργανώνει τα εφόδιά της με κύριο στόχο να διατηρήσει τον εαυτό της, να διασφαλίσει τη διατροφή του αυξανόμενου πληθυσμού, να προστατευτεί απέναντι στις κατακτητικές βλέψεις άλλων λαών. Νοιαζόταν να μείνει στον πλανήτη, όχι να τον κατακτήσει.
Αυτά μέχρι πριν από σαράντα περίπου χρόνια. Από τότε άρχισε να σημειώνεται μια αλλαγή που έφερε τους δυτικούς σε όλο και δυσκολότερη θέση. Ο άλλοτε “μεγάλος ασθενής” της Ασίας με την παραδοσιακή του αδράνεια, με τα πολλά προβλήματα στην οικονομία του, έπειτα και από τις ακρότητες της μαοϊκής περιόδου, εμφανιζόταν στο παγκόσμιο προσκήνιο σε έναν ρόλο που δεν τον είχε παίξει ποτέ: ζητούσε να απλώσει την παρουσία του, να παρουσιαστεί ως υπόδειγμα ενεργητικότητας. Αλλά πώς; Όχι τόσο με το να παίρνει πρωτοβουλίες όσο με το να μιμείται εκείνες των ανταγωνιστών του.
“Να πάνε μακριά”
Στα μάτια των δυτικών πρόκειται για τακτική που αγγίζει τα όρια του αφύσικου. Είναι δύσκολο να καταλάβουμε πώς είναι δυνατόν αυτή η πελώρια ανθρωπομάζα να υποτάσσεται με την θέλησή της σε μια εργασία τόσο περιορισμένη και σχεδόν ταπεινή. Αντιγράφουν τις καινοτομίες, τις φέρνουν στα μέτρα τους. Αν και πολύ ισχυροί πλέον συγκατατίθενται να μην εξασκούνται παρά μόνο σε μια δραστηριότητα που μοιάζει να μην έχει αιχμές, να μην ανυψώνει το γόητρο, να μην υπηρετεί την υποτιθέμενη ανάγκη του ανθρώπου να “πάει μακριά”. Όμως όχι.
Για τους Κινέζους το να “πάνε μακριά” προϋποθέτει πως θα έχουν εξοικονομήσει αρκετές δυνάμεις, πως θα στέκονται γερά στα πόδια τους. Κάνουν οικονομία στις νοητικές τους ενέργειες, γι’ αυτό αντιγράφουν. Συλλογίζονται: «ας αφήσουμε τους δυτικούς να λαχανιάζουν, να σκαλίζουν την ύλη, να αλωνίζουν τη φύση – μπορεί με το “φαουστικό του δαιμόνιο” (όπως το αποκαλούσε ο Σπέγκλερ στην “Παρακμή της Δύσης”) να βρουν και κάτι που θα μας είναι χρήσιμο.
»Είναι πολύ βιαστικοί οι λευκοί ανταγωνιστές μας κι είναι να τους λυπάται κανείς έτσι που κοιτάνε μόνο στο μέλλον, αλλά χωρίς ελπίδα, και αποφεύγουν το παρελθόν από φόβο πως θα τους δέσει τα πόδια. Τρέχουν στα τυφλά για να προλάβουν, υποτίθεται, εμάς και τους απελπίζει περισσότερο το γεγονός ότι εμείς, αντίθετα, φερόμαστε σαν να μη θέλουμε να προλάβουμε τίποτα. Ούτε που τους περνάει από το νου ότι δεν επιθυμούμε οπωσδήποτε να γίνουμε κάτι που δεν είμαστε∙ επιθυμούμε απλώς να συνεχίσουμε να υπάρχουμε κι αν χρειαστεί θα επιβάλλουμε την ύπαρξή μας».
Για λόγους επιβίωσης
Φυσικά, από την κινέζικη πλευρά δεν θα βρεθεί κανείς επίσημος να βεβαιώσει, ή να διαψεύσει μια τέτοια ερμηνεία. Θα ήταν γενικά ανόητο να περιμένει η Ευρώπη ή η Ασία να της εξηγήσει η Κίνα το γιατί επιμένει να διαλέγεται με το παρελθόν της, χωρίς να το δείχνει. Οι πρόγονοι μετράνε πάντα γι’ αυτόν τον γιγάντιο πληθυσμό που ξέρει να προφυλάγεται για λόγους επιβίωσης.
Δείχνει προς τα έξω να ασπάζεται πλήρως οτιδήποτε έρχεται από τις αγορές του Λονδίνου, του Βερολίνου, της Νέας Υόρκης. Νάτος λοιπόν ο Kινέζος τουρίστας, ο Kινέζος καταναλωτής, ο κινέζικος κρατικός υπερκαπιταλισμός. Είναι όμως έτσι; Μεταφυτεύτηκαν τόσο εύκολα το εφήμερο και οι απολαύσεις της στιγμής μέσα στην απέραντη χώρα του ρυζιού; Έχουμε πολλούς λόγους να αμφιβάλλουμε.
Η ευελιξία αυτού του λαού, η προσαρμοστικότητά του και ταυτόχρονα η τήρηση, ακόμη και σήμερα, τελετών που ρυθμίζουν τόσο την οικογενειακή ζωή όσο και το δημόσιο βίο, μας επιτρέπουν να μαντέψουμε εδώ μια κάποια σύνθεση στοιχείων της κομφουκιανής κοσμοθεώρησης και της σύγχρονης τεχνικής “από δεύτερο χέρι”. Ίσως η τεχνική στην Κίνα να χρησιμοποιείται για να υπηρετήσει μια σύγχρονη (και καλά μεταμφιεσμένη) εκδοχή του παμπάλαιου οράματος για μια “Αυτοκρατορία του Ουρανού”.
Για μια Τάξη θεμελιωμένη στην ευπείθεια, στον σεβασμό των νεότερων προς τους πρεσβυτέρους, την αναγνώριση της αξίας μιας ελίτ που ενοποιεί την κοινωνία, στην πεποίθηση πως το ενιαίο υπερέχει πάντα του μερικού. Την ώρα που η Δύση στροβιλίζεται σ’ ένα χρόνο κενό, η Κίνα προσεύχεται κρυφά στους παλιούς της οδηγητές και προστάτες. Δεν τους ζητά να την βοηθήσουν να πλουτίσει στο μέγιστο. Τους ζητά να τη βοηθήσουν να επιζεί αιωνίως.
Σχόλια