Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΡΒΑΛΙΑ – ΜΕΡΟΣ Α΄ :
Και το όνομα αυτού, Αθανάσιος Σμπαρούνης. Το έχετε ξανακούσει; Όχι, βέβαια. Ούτε στις οικονομικές σχολές των δημόσιων Πανεπιστημίων δεν μνημονεύεται πλέον.
Κι ας ήταν ο άνθρωπος, χάρις στον οποίο οι Ναζί υποχρεώθηκαν να
συνομολογήσουν με τις ελληνικές κατοχικές αρχές το περιβόητο
«αναγκαστικό δάνειο», για να δικαιολογήσουν, έστω και προσχηματικά, την
ληστεία του κρατικού ταμείου. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Η σύμβαση αυτή που διαχώριζε τα πάγια έξοδα «κατοχικής διοίκησης», από τα επιπλέον τεράστια ποσά που υφάρπαζαν οι Ναζί για την χρηματοδότηση της Βέρμαχτ σε άλλα θέατρα πολέμου, όπως αυτό της Β. Αφρικής, θεμελιώνει την συμβατική(και όχι απλώς επανορθωτική)υποχρέωση της Γερμανίας προς την Ελλάδα για αποπληρωμή του υπέρογκου «θαλασσοδανείου» της Χιτλερικής περιόδου.
- Αποπληρωμή την οποία οι σημερινές κυβερνήσεις, αν είχαν στοιχειώδη αίσθηση του εθνικού καθήκοντος, έπρεπε να αξιώνουν εμφατικά με όλα τα μέσα, ένδικα και διπλωματικά.
Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Όταν οι Γερμανοί εισέβαλλαν στην Ελλάδα την άνοιξη του 1941, επιδόθηκαν σε μία άνευ προηγουμένου λεηλασία του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου της χώρας. Οι κινητές λιθογραφικές μονάδες που ακολουθούσαν την Βέρμαχτ ξεκίνησαν να τυπώνουν μετά μανίας κατοχικό χρήμα, τα περιβόητα κατοχικά μάρκα, ενώ οι Ιταλοί, σίγουροι για την επιτυχία τους, είχαν ήδη εκδώσει το δικό τους κατοχικό νόμισμα, την «μεσογειακή δραχμή».
Τα ιδιότυπα αυτά τραπεζογραμμάτια ήταν βεβαίως ακάλυπτα κουρελόχαρτα, κοινώς πληθωριστικό χρήμα, χωρίς καμία αξία και αντίκρισμα. Μοιράζονταν όμως, αφειδώς στους Γερμανούς φαντάρους, οι οποίοι από τις πρώτες μέρες της άφιξης τους στην Αθήνα, ξεχύθηκαν στην αγορά παριστάνοντας ότι «αγοράζουν» είδη από τα ράφια με αυτά τη μάρκα που είχαν την αυθαίρετη ισοτιμία, ένα προς πενήντα ελληνικές δραχμές.
- Ορδές από ένστολους Γερμανούς άδειαζαν προθήκες και βιτρίνες με φρεσκοτυπωμένα χαρτονομίσματα χωρίς κανείς να τολμά να διαμαρτυρηθεί. Επρόκειτο για μία συστηματική και οργανωμένη επιχείρηση «απαλλοτρίωσης», κάθε λογής εμπορεύματος, από γυναικείες κάλτσες, έως πανάκριβες φωτογραφικές μηχανές που κατέληγαν σε γερμανικά νοικοκυριά.
Ετσι άρπαξαν ότι υπήρχε σε βιτρίνες και αποθήκες δημιουργώντας συνθήκες εκμηδενισμού της αξίας του νομίσματος και θεριεύοντας το φαινόμενο της μαύρης αγοράς. Μόλις οι καταστηματάρχες αντελήφθησαν το «νομότυπο» πλιάτσικό εξαφάνισαν τα λιγοστά προιόντα που τους είχαν απομείνει, αλλά ταυτόχρονα εξαφανίστηκαν και τα τρόφιμα, καταδικάζοντας τον λαό της Αθήνας σε ασιτία, ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα των Γερμανών που έμεινε ατιμώρητο.
- Αυτά ως προς τον ιδιωτικό πλούτο. Οι Γερμανοί όμως ήθελαν και το δημόσιο ταμείο, θυμωμένοι που η ελληνική κυβέρνηση είχε καταφέρει, με μια ριψοκίνδυνη επιχείρηση(γιατί τότε βεβαίως υπήρχαν κεντρικοί τραπεζίτες με ελληνική συνείδηση, όπως ο Κυριάκος Βαρβαρέσος)να φυγαδεύσει τον κρατικό χρυσό.
Το δημόσιο ταμείο της Ελλάδας, εκείνη την εποχή δεν ήταν καθόλου αμελητέο, όπως κάποιοι θέλουν να το εμφανίζουν, γιατί μετά την χρεοκοπία του 1932, που λειτούργησε ευεργετικά για την ανάταξη της οικονομίας, συντελέστηκε ένα μικρό θαύμα. Και ειδικά στα χρόνια του Μεταξά η κατά βάση αγροτική χώρα τροχοδρομούσε στις ράγες της βιομηχανικής ανάπτυξης, έχοντας καταφέρει να ξεπεράσει σε μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα την Πορτογαλία και την Ισπανία.
Οι Γερμανοί απαίτησαν με το καλημέρα, επικαλούμενοι την Σύμβαση της Χάγης του 1907 για το δίκαιο του χερσαίου πολέμου, να πληρώνει η Ελλάδα τα λεγόμενα «έξοδα κατοχής», για την στάθμευση των δυνάμεων του Αξονα σε ελληνικό έδαφος. Αλλά με την ανοχή της δωσιλογικής κυβέρνησης Τσολάκογλου, άρχισαν να αρπάζουν πολύ μεγαλύτερα ποσά από εκείνα που θα απαιτούσε η «φρούρηση» μιας μικρής και πλήρως αφοπλισμένης χώρας.
Το ποσό που είχαν ενθυλακώσει στο πρώτο επτάμηνο της Κατοχής ήταν τεράστιο. Ηταν όμως τέτοιο και το θράσος τους, ώστε θέλησαν να εμφανίσουν την λεηλασία ως προιόν «συναπόφασης». Γι αυτό και ζήτησαν εγγράφως τις απόψεις του ελληνικού υπουργείου οικονομικών σχετικά με το «εύλογον» των εξόδων κατοχής.
Για κακή τους τύχη το πόνημα κλήθηκε να συντάξει και να υπογράψει ο γενικός διευθυντής του υπουργείου, Αθανάσιος Σμπαρούνης.
Πρόσωπο ευρείας υπολήψεως ο γαλλομαθής καθηγητής Σμπαρούνης ήταν από τους πρώτους διδάκτορες του Οικονομικού Πανεπιστημίου στον Μεσοπόλεμο.
- Πάνω απ΄όλα όμως ήταν άκαμπτος Ελληνας πατριώτης που δεν είχε καμία σχέση με τα ανδρείκελα της κυβέρνησης Τσολάκογλου. Από μια κακή συνεννόηση της τελευταίας στιγμής είχε μείνει στην Αθήνα, χωρίς να ακολουθήσει την εξόριστη κυβέρνηση στο Κάιρο, μαζί με τον Βαρβαρέσο και άλλους ανώτατους δημόσιους υπαλλήλους.
Γνώριζε πολύ καλά λοιπόν ότι με αυτά που έγραφε, έπαιζε κορώνα-γράμματα τη ζωή του, αφού η έκθεση είχε ως αποδέκτη τον πανίσχυρο Γερμανό πληρεξούσιο Γκύντερ Αλτενμπουργκ. Και σε αντίθεση με άλλους Ελληνες κρατικούς λειτουργούς στις μέρες μας, που δεν τόλμησαν να αντιμιλήσουν, ούτε σε χαμηλόβαθμους υπαλλήλους της Τρόικας, ο Σμπαρούνης, άνοιξε μέτωπο με τους Ναζί.
Στην αναφορά του, περιέγραφε ως «εύλογο» έξοδο κατοχής για το επτάμηνο που είχε μεσολαβήσει ένα ποσό 3, το πολύ 4 δις δραχμών, καθώς με βάση το μέγεθος και τον πληθυσμό της Ελλάδος, οι ανάγκες της φρούρησης δεν απαιτούσαν κάτι περισσότερο από τις δαπάνες επιμελητείας μερικών δεκάδων χιλιάδων στρατιωτών.
Ηδη όμως οι Γερμανοί είχαν αρπάξει 25 δις από το ταμείο και η υπέρβαση κάπως θα έπρεπε να δικαιολογηθεί.
Με άμεσο κίνδυνο να καταλήξει στο αρχηγείο της Γκεστάπο για μια φιλική ανάκριση, ο ηρωικός δημόσιος λειτουργός, βρήκε το θάρρος να καταγράψει τα πραγματικά νούμερα, υποδεικνύοντας τις εξωφρενικές υπερτιμολογήσεις και φέρνοντας σε πολύ δύσκολη θέση την κατοχική διοίκηση.
«Αναγνωρίζομεν βεβαίως ότι η Μεσόγειος θάλασσα είναι θέατρον πολέμου και ότι επομένως αι δυνάμεις του Αξονος δύνανται να κρίνωσι σκόπιμον, να διατηρήσωσιν εν Ελλάδι στρατόν με δυνάμεις μεγαλυτέρας από τας απαιτούμενας δια την απλήν κατοχήν. Αι δαπάναι όμως του εκ των δυνάμεων τούτων, υπερβάλλοντος τας ανάγκας Κατοχής δεν είναι ορθόν να βαρύνωσιν την Ελλάδα διότι δεν είναι Δαπάναι Κατοχής.», έγραφε στην αναφορά του.
- Και κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα, όχι μόνο έχει ήδη εξοφλήσει τα απορρέοντα από τη Σύμβαση της Γενεύης έξοδα για αρκετά χρόνια, αλλά έχει πληρώσει πολύ μεγαλύτερα ποσά τα οποία πρέπει να της επιστραφούν!
Ο τολμηρός αυτός διαχωρισμός των εξόδων κατοχής, παγίδεψε άσχημα τους Γερμανούς, οι οποίοι δεν είχαν τρόπο να τον αντικρούσουν και πάλευαν πλέον να βρουν τρόπο «νομιμοποίησης» των επιπλέον εκταμιεύσεων που αποτελούσαν την μερίδα του λέοντος.
Κάπου εδώ λοιπόν πρωτογεννήθηκε η ιδέα του «αναγκαστικού δανείου» που συνάφθηκε για προσχηματικούς λόγους, αλλά σήμερα ισχυροποιεί αφάνταστα τις ελληνικές αξιώσεις και μεγεθύνει τις τρομαχτικές ευθύνες όσων αποφεύγουν να το διεκδικήσουν…
(Στο επόμενο Β’ ΜΕΡΟΣ: ΤΟ «ΝΟΝ PASSAMUS» ΤΟΥ ΣΜΠΑΡΟΥΝΗ ΚΑΙ Ο ΔΩΣΙΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ
=========================
Blogger: Ακούστε την πρόσφατη ενδιαφέρουσα παρέμβαση της κ. Θάνου.
"Η πολιτική της Μνήμης" ή πως (μας) κοροϊδεύουν οι Γερμανοί. (Εδώ θα ακούσετε για τις απάτες των Γερμανών με το κλήρινγκ)
- SZ: Περιθώρια διεκδίκησης γερμανικών επανορθώσεων έχει η Ελλάδα
- Η Ελλάδα έχει θέσει, αλλά δεν διεκδικεί τις γερμανικές αποζημιώσεις!
- Ο Gregor Gysi στη Γερμανική Βουλή για τις Γερμανικές Αποζημιώσεις και τα Μνημόνια
- Κατάσχεση κατά της Mitsubishi στη Νότια Κορέα: Έναν αιώνα μετά, για καταναγκαστική εργασία
- "Οι Γερμανοί λεηλάτησαν συστηματικά και κατέστρεψαν υλικά την Ελλάδα"
- Die Linke : O ΣΥΡΙΖΑ κορόιδεψε και εμάς για τις γερμανικές αποζημιώσεις
- Τα ίδια στη Ναμίμπια, τα ίδια και στην Ελλάδα: Η Γερμανία πρέπει να πληρώσει τις φρικαλεότητες της
- Paul Craig Roberts : Οι πιστωτές έκλεψαν το οικονομικό μέλλον των Ελλήνων. Η Ελλάδα δεν είναι ένα κυρίαρχο έθνος
Σχόλια