Οι αυτουργοί της παρακμής

 

Σε άλλες εποχές η επέτειος μνήμης του Πολυτεχνείου στις σχολικές μας γιορτές κυοφορούσε την ευφροσύνη της επανόδου της δημοκρατίας και της ζωής που προχωρούσε σε πείσμα των δυσοίωνων συμπτωμάτων τα οποία άρχισαν να εμφανίζονται μεταπολιτευτικά στην πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας μας. Συνέχεια εδώ

Συμπτωμάτων που άρχισαν, σιγά σιγά, να σκιάζουν την ευφροσύνη αυτή η οποία στηριζόταν κυρίαρχα στην ελπίδα για αυτοπολλαπλασιασμό της δημοκρατίας σε πολιτικό, κοινωνικό και πνευματικό επίπεδο. Η σκιά ήταν το μικρόβιο του κομματισμού που είχε αναγάγει σε κοινωνικό πρότυπο τον αμοραλισμό. Στο μικρόβιο αυτό οφείλεται η υπερφόρτωση του κράτους με πολιτικούς καιροσκόπους οι οποίοι καπηλεύτηκαν από θέσεις ευθύνης τα κοινωνικά οράματα του Πολυτεχνείου δια της τεχνητής συντήρησης νεο-εμφυλιακής εμπάθειας μεταξύ των ψηφοφόρων των κομμάτων εξουσίας.

Έτσι περνούσε ο χρόνος με τους επιτήδειους σ’ όλα τα πόστα να καταληστεύουν τον κρατικό κορβανά κρυμμένοι πίσω από την πλαστότητα της ”εποχής των παχιών αγελάδων” και την νομιζόμενη δημοκρατία όπου μια δυναμική μειοψηφία με οικονομική ισχύ καταδυνάστευε την πλειοψηφία των Ελλήνων και συγκρατούσε τη δημιουργική τους ορμή ποδηγετώντας την πολιτική ηγεσία τους.

Το οξυγόνο της δημοκρατίας

Η δημιουργική ορμή όμως και το ελεύθερο πνεύμα (που παράγουν τον ελεύθερο στοχασμό και στηρίζουν την πνευματική δραστηριότητα) είναι το οξυγόνο που χρειάζεται η δημοκρατία για να προσφέρει ανεμπόδιστα τα αγαθά της. Κι όσο δεν καλλιεργούνταν αυτά και παρεμποδίζονταν η διαφωνία και ο αντίλογος, υπέφερε η πνευματική καλλιέργεια και έμενε εγκλωβισμένο, αιχμάλωτο το πνεύμα της δημοκρατίας στα γρανάζια της κομματικής προπαγάνδας.

Αιχμάλωτο το πνεύμα της γενιάς του Πολυτεχνείου, ο συμβολισμός του οποίου αποκτούσε αξία μόνο στους κόλπους των ιδεολόγων της Μεταπολίτευσης και όχι στους κατά καιρούς καιροσκόπους της οι οποίοι εξαργύρωσαν γρήγορα τους αγώνες τους με καρέκλες εξουσίας. Αποτέλεσμα αυτής της αιχμαλωσίας ήταν να βρει γόνιμο έδαφος μεταπολιτευτικά ο παραλογισμός στο κράτος και την κοινωνία, όπου  συντελούνταν σταδιακά η διάλυση του πρώτου με προσλήψεις κομματικών από το παράθυρο και η υποβάθμιση της δεύτερης παράλληλα με τη διολίσθηση στον κρετινισμό των Μέσων Επικοινωνίας.

Η παρακμή, ο εξευτελισμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ενέσκηψε στην μεταπολιτευτική Ελλάδα ως λοιμική νόσος προκαλώντας προοδευτικά ανήκεστο βλάβη στην ποιότητα της ζωής των Ελλήνων και την Παιδεία. Μια Παιδεία που συνέχισε να κανοναρχείται στα σχολεία απ’ την παπαγαλία και την παρεμπόδιση της ελεύθερης γνώμης και κρίσης των μαθητών, οι οποίοι υποχρεώνονταν να αποδεχθούν την αυθεντία του δασκάλου και να συμμορφωθούν με τα ασυμμόρφωτα της εκάστοτε εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης (που έκρυβε, ενίοτε, στοιχεία αντιμεταρρυθμιστικά).

Οι αυτουργοί της παρακμής

Έτσι δάσκαλοι και μαθητές συγκροτούσαν ένα σχολείο (απ’ το Δημοτικό ως το Πανεπιστήμιο) με παράλογους κανόνες που έδινε στους δεύτερους λειψά, κούφια εφόδια, με αποτέλεσμα να μετατρέπονται αργότερα σε πολίτες όχι υψηλόφρονες, ελεύθερους και καλλιεργημένους, αλλά ποδηγετούμενους από την εκάστοτε πολιτική προπαγάνδα, ανιστόρητους και απαίδευτους.

Η εκπαιδευτική παρακμή αποτυπώθηκε και στη γλώσσα, η υποβάθμιση της οποίας είχε τη σφραγίδα του κράτους το οποίο εκπροσωπούσαν οι εκπαιδευτικοί και τα σχολικά εγχειρίδια που μοίραζε. Οι μεν πρώτοι έμπαιναν να διδάξουν στις τάξεις επαναπαυμένοι σ’ αυτά που ήξεραν, αλλά δεν ανακαίνισαν (λόγω αδιαφορίας της Πολιτείας) με επιμορφωτικά σεμινάρια ουσίας, τα δε δεύτερα δεν άνοιγαν τους ορίζοντες των παιδιών και δεν τους παρείχαν πολύπλευρες γνώσεις.

Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι μαθητές να καλύπτουν τα γνωστικά κενά τους εξωσχολικά και να αμφισβητούν τη συνεισφορά των δασκάλων στην εκπαιδευτική διαδικασία εν μέρει δικαιολογημένα, καθώς πολλοί από αυτούς – παρασυρμένοι απ’ τον κομματικό παροξυσμό – αναλώνονταν σε πολιτικές ζυμώσεις και αγώνες συνδικαλιστικούς αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τις απαιτήσεις του επαγγέλματός τους, που ήταν λειτούργημα με κοινωνικό ρόλο πέρα απ’ τον εκπαιδευτικό.

Τα ως άνω δεδομένα, που διαιωνίζονται μέχρι σήμερα, εξηγούν τη γλωσσική ένδεια των Ελλήνων και την έλλειψη πολιτικής ωριμότητας η οποία τους μετατρέπει σε έρμαια της εκάστοτε κυβερνητικής προπαγάνδας και σε γονείς που μεγαλώνουν παιδιά με γλωσσική ανεπάρκεια. Ανεπάρκεια η οποία τα καταδικάζει να έχουν περιορισμένο, φτωχό λεξιλόγιο και να μιλούν μια ανιστόρητη και προπαγανδιστική γλώσσα φορτωμένη από ανοίκειους νεολογισμούς ή ξένες προσθήκες. Γλώσσα γυμνή από ελληνικότητα, από λογική και κριτική σκέψη.

Και χωρίς αυτά νιώθουμε πάντα λίγο-πολύ όλοι μας υποτελείς σε ανεξέλεγκτες εξουσιαστικές παρεμβάσεις, θεατές σε σκηνή κακόγουστου θεάτρου, όπου πλεονάζουν οι βεντέτες της ουδετεροπατρίας και τα σφυρίγματα αποδοκιμασίας του κοινού στους αυτουργούς της ντροπής και της παρακμής μας…

================


 

 Χαράλαμπος Κατσιβαρδάς

Η υφιστάμενη ασφυκτική κατάσταση, ήτοι οι κραυγαλέες αντινομίες του συστήματος περί του χειρισμού της πανδημίας, οι κατάφωρες αστοχίες, οι ανυπέρβλητες αβελτηρίες, η φαιά προπαγάνδα οξυμένης διχοστασίας της κοινωνίας με τους τεχνικούς όρους του διπόλου «εμβολιασμένος – ανεμβολίαστος» δημιουργούν την εύλογο και διάχυτη πεποίθηση ότι η κυβέρνηση δρα πραξικοπηματικά, καταλύοντας παν ψήγμα συντεταγμένου θεσμού, σφετεριζόμενη ανενδοίαστα τη λαϊκή κυριαρχία.

  • Από τον Χαράλαμπο Β. Κατσιβαρδά*

Η επί μακρόν αναστολή των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών εκ της προσχηματικής επίκλησης της δημόσιας υγείας κατά το δοκούν, καθότι μεροληπτικά εις άλλες περιπτώσεις (καταφανής μεροληπτική μεταχείριση υπέρ των αλλοδαπών), καθώς και η νουθεσία από τους αξιωματούχος της πατρίδας μας ότι το οξύ Δημογραφικό θα λυθεί με τους μετανάστες δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα έντονης αμφισβήτησης περί του συλλήβδην πολιτικού προσωπικού της πατρίδας μας, ανεξαρτήτως των κομμάτων.

Όταν επιτρέπουν την είσοδο εις τα καζίνα με ευνοϊκές συνθήκες ενώ η συμβιβασμένη είδη κυβερνώσα ψευδεπίγραφη Αριστερά στρέφεται κατά της Ορθόδοξης μονομερώς Εκκλησίας, αποτελούν βάσιμους λόγους να εξεγερθεί κανείς πολιτικά και να προβληματιστεί ποιοι εν τέλει μας κυβερνούν και τι εν συμπεράσματι εστί εσχάτη προδοσία;

Εις το ανθελληνικό και αντιλαϊκό τούτο κοινοβουλευτικό μέτωπο προστίθεται και η μονομερώς αρτηριοσκληρωτική επίσημη Εκκλησία, η οποία ενεργεί ως οιονεί πολιτικό (το αυτό έπραττε με οιαδήποτε κυβέρνηση) φερέφωνο της νυν κυβερνήσεως, η οποία απειλεί ότι θα διώξει απηνώς όποιον δεν συμμορφώνεται με τον εμβόλιο, πλην όμως σιωπά με την ύπαρξη ανοικτών τζαμιών εις το κέντρο της πρωτευούσης, παρά την έγερση του τεμένους εις τον Βοτανικό και την πορεία των Πακιστανών δημοσίως τον Οκτώβριο διά θρησκευτικούς λόγους.

Η ονειδιστική υποτίμηση των θεσμών και η ιταμή περιφρόνηση του ελληνικού λαού εκ μέρους σύμπασας της Πολιτείας με τη συνεπικουρία και την άμεση συνέργεια της θεσμικής ελίτ της Εκκλησίας φέρεται ότι αντιμετωπίζουν τον Ελληνα πολίτη ως πειραματόζωο, ο οποίος καλείται ανερυθρίαστα από τους ίδιους θεσμικούς κήνσορες εν γένει αξιωματούχους να απεμπολήσει την ελευθερία του, να εξοβελίσει την εθνική του συνείδηση, να απονεκρωθεί αντανακλαστικά και να ευθυγραμμιστεί άνευ αντιλογίας και μετά προθυμίας, ως μίσθαρνο πειθήνιο όργανο, εις τα κίβδηλα ανθελληνικά κελεύσματα της Πολιτείας, η οποία ουδόλως ενδιαφέρεται επί τη πράξει διά το δημόσιο συμφέρον. Εις επίρρωση των ως άνω, είναι πρόδηλο ότι εις την ως άνω κατάπτωση συνεισφέρουν αμελλητί τα εξωνημένα ΜΜΕ.

Εν τω πλαισίω τούτω της κατάρρευσης των πάντων, έρχεται η εφετινή επέτειος του Πολυτεχνείου να υπομνήσει ότι εκείνη η γενιά συνιστά σήμερα τον πρωταίτιο παράγοντα του επιγενόμενου συνειδησιακού εκμαυλισμού της ελλαδικής κοινωνίας, της διαφθοράς εις το Δημόσιο, της καταρράκωσης των θεσμών, όμως το πλέον αποθαρρυντικό είναι ότι οι ίδιοι οι πολιτικοί δολίως και ενσυνειδήτως αποτίουν υποκριτικά φόρο τιμής σε μία γενιά η οποία δεν τίμησε τα ιδεώδη τα οποία πρέσβευε και απεδείχθη εκ των υστέρων υποδεέστερη των περιστάσεων, όταν κατέλαβε σημαίνοντες θώκους εις τον κρατικό μηχανισμό.

*Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω

Σχόλια