Κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει στην Ουάσιγκτον, με το Πεντάγωνο να περιγράφεται είτε σαν ταινία Μόντι Πάιθονς, είτε σε διαφωνία με τους χειρισμούς του προέδρου
Του Θέμη Τζήμα
21 Αυγούστου 2021
Κάτι περίεργο -ή όχι και τόσο, αλλά σίγουρα ιδιαίτερο- συμβαίνει στην Ουάσιγκτον, από ό, τι διαβλέπουμε.
Το CNN σφυροκοπά καθημερινά τον πρόεδρο Μπάιντεν για τους χειρισμούς του στο Αφγανιστάν, σε ένταση και με τρόπο που θυμίζει εποχή Τραμπ. Κάθε ημέρα αναμεταδίδονται συνεχείς ανταποκρίσεις από την Καμπούλ, που μετατρέπουν την «στιγμή Σαϊγκόν» του προέδρου των ΗΠΑ, σε βασανιστικό μαραθώνιο.
Το Πεντάγωνο περιγράφεται- διόλου τυχαία- είτε σαν ταινία Μόντι Πάιθονς, είτε ως ευρισκόμενο σε διαφωνία με τους χειρισμούς του προέδρου, ενώ τα ρεπορτάζ από το κόμμα των Δημοκρατικών μεταφέρουν πληροφορίες περί μειωμένης- το λιγότερο- εμπιστοσύνης προς τον βασικό ένοικο του Λευκού Οίκου.
Η εκπομπή με τον Τζορτζ Στεφανόπουλο αποδείχτηκε Βατερλό. Παρομοίως και άλλα μέσα των Δημοκρατικών, όπως οι New York Times δεν φείδονται κριτικής και κατηγοριών για τους χειρισμούς στο Αφγανιστάν.
Βεβαίως θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για μια παράδοση κριτικής εν γένει, των ΜΜΕ των ΗΠΑ προς προέδρους – όποτε τουλάχιστον δεν κάνουν κάτι «προεδρικό» όπως έναν καινούριο πόλεμο– ή και για το οφθαλμοφανές της παταγώδους αποτυχίας στο Αφγανιστάν.
Ωστόσο δεν πρόκειται μόνο περί αυτού. Αντίστοιχη κριτική είχε δεχτεί ο νυν πρόεδρος και μετά την συνάντησή του με τον πρόεδρο Πούτιν. Η τότε ρεαλιστική του στάση, παρότι διόλου φιλική στην πραγματικότητα προς την Ρωσία, ερμηνεύθηκε ως αδυναμία, με αποτέλεσμα το CNN σχεδόν να τον εγκαλεί γιατί δεν επέδωσε πολεμικό τελεσίγραφο στην Μόσχα.
Επρόκειτο για επιβίωση μέρους του «Τραμπισμού» μετά τον Τραμπ στην πραγματικότητα- ή μιας εκδοχής της γραμμής του ρεαλισμού, τουλάχιστον στις σχέσεις με την Ρωσία και όχι μόνο. Διαφαίνεται αντίρροπα, ότι ένα μέρος του κατεστημένου της Ουάσιγκτον- εκείνο το οποίο πραξικοπηματικώ τω τρόπω διασφάλιζε ότι κάποιοι δεν θα εκτελούσαν ορισμένες τουλάχιστον από τις αποφάσεις του Τραμπ κατά την διάρκεια της προεδρίας του όπως και ότι οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ δεν θα υπάκουαν στον πρόεδρο αλλά στον αντιπρόεδρο τις τελευταίες ημέρες της θητείας τους– δεν θα δεχτεί αναδίπλωση της ιμπεριαλιστικής πολιτικής των ΗΠΑ, η οποία κορυφώθηκε επί Μπους νεότερου και Ομπάμα- Κλίντον.
Δεν έχει σημασία αν ρεαλιστικά δεν μπορεί να υλοποιηθεί μια ταυτόχρονη πολεμική ανάφλεξη από πλευράς ΗΠΑ: τα διαπαραταξιακά γεράκια απαιτούν να ταϊστεί ακόμα περισσότερο το στρατιωτικό- βιομηχανικό σύμπλεγμα αφενός και να διακινδυνεύσουν οι ΗΠΑ ακόμα και πυρηνική σύγκρουση αφετέρου.
Είναι όμως μόνο ή κυρίως, τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής εκείνα που φέρνουν σε σύγκρουση το κατεστημένο –και– των Δημοκρατικών με τον νυν πρόεδρο; Αμφίβολο. Στην πραγματικότητα μέσα στον Ιούλιο συνέβη και κάτι άλλο εξαιρετικής σημασίας, για το εσωτερικό των ΗΠΑ.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν, αναπαράγοντας την ρητορική του Ρούσβελτ την εποχή της μεγάλης ύφεσης, μίλησε κατά των ολιγοπωλίων και της υπεροχής τους έναντι ακόμα και της εκλεγμένης πολιτικής εξουσίας. «Τόλμησε» να πει ότι ο καπιταλισμός χωρίς ανταγωνισμό δεν είναι καπιταλισμός αλλά εκμετάλλευση– εντάξει δεν περιμέναμε να γίνει και σοσιαλιστής ηγέτης ο πρόεδρος των ΗΠΑ, για όσους θα σκεφτούν ότι ακριβώς ο καπιταλισμός είναι εκμετάλλευση.
Ο σημερινός πρόεδρος μίλησε επιπλέον κατά της σχολής του Σικάγο– αγαπημένης όλων των προηγουμένων προέδρων- κατηγορώντας την ότι εξαιτίας της οι ΗΠΑ πήραν τον λάθος δρόμο, επιτρέποντας σε γίγαντες του καπιταλισμού να κυριαρχήσουν μέσα στις ΗΠΑ.
Επιπλέον, εξέδωσε το σχετικό προεδρικό διάταγμα, με το οποίο προσπαθεί να διαμορφώσει τις κεντρικές κυβερνητικές δομές έτσι ώστε να περιορίσουν ή και να χτυπήσουν γιγάντια, διαμορφωθέντα μονοπώλια στην αγορά των ΗΠΑ, όπως και μια σειρά από αθέμιτες πρακτικές βάσει των οποίων διαιωνίζουν την ισχύ τους. Μιλούμε για τομείς όπως εκείνος των τροφίμων, των φαρμακευτικών εταιρειών, της διαχείρισης δεδομένων, των ιατρικών υπηρεσιών, της άμυνας ενώ αποπειράται να επιβάλλει έλεγχο αθέμιτων πρακτικών ως προς την διαμόρφωση των τιμών, κάτι το οποίο αν συμβεί θα πλήξει γίγαντες όπως η Walmart.
Οι κινήσεις του προέδρου των ΗΠΑ έτυχαν θερμής υποδοχής ακόμα και από παραδοσιακά συντηρητικές ενώσεις παραγωγών και βεβαίως αρνητικότατων αντιδράσεων από τις ισχυρότερες κεφαλαιακές μερίδες, συμπεριλαμβανομένων όσων υποτίθεται ότι είναι «προοδευτικές» και υποστήριξαν τους Δημοκρατικούς.
Ορθά μαντέψατε: οι big- 5 του διαδικτύου- οι ελεγκτές όλων σχεδόν των πληροφοριών που λαμβάνουμε– όπως Google, Facebook και Amazon, μέσα από την πανίσχυρη ένωσή τους, Netchoice, ξεκίνησαν το λόμπι με τους Ρεμπουπλικανούς και με τους «φίλους» στους Δημοκρατικούς προκειμένου να προειδοποιήσουν ότι ο κίνδυνος της «μεγάλης κυβέρνησης» επικρέμαται.
Καταλαβαίνετε: οι κόκκινοι έρχονται ξανά, αυτήν τη φορά μέσω του προέδρου των ΗΠΑ προκειμένου να καταστρέψουν τον καπιταλισμό στις ΗΠΑ. Παρεμπιπτόντως, στον ίδιο κύκλο συμπεριλαμβάνονται και οι μεγάλες κινεζικές εταιρείες του τομέα αυτού.
Με αυτές τις πολιτικές του, ο πρόεδρος των ΗΠΑ έθεσε απέναντί του το βαθύ κράτος των ΗΠΑ. Το διεφθαρμένο και διαπλεκόμενο σύμπλεγμα ιδιωτικών συμφερόντων των υπερπλουσίων και των πολιτικών τους εκπροσώπων, που μπορούν να λαφυραγωγούν τόσο τους ίδιους τους πολίτες των ΗΠΑ, όσο και τους λαούς σε όλο τον κόσμο, συνήθως μέσα από πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς των ΗΠΑ απευθείας ή και των υπεργολάβων τους.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν είναι φυσικά ούτε σοσιαλιστής, ούτε καν κανένας ιδιαιτέρως προοδευτικός κεντρώος. Προφανώς όμως βλέπει ότι οι ΗΠΑ εσωτερικά και διεθνώς τρέχουν προς γκρεμό, λόγω των διευρυνομένων ανισοτήτων στο εσωτερικό τους και των ατελείωτων πολέμων τους διεθνώς.
Εξ ου και προσπαθεί να «πειράξει» κάποια πορτοφόλια. Ίσως αυτό να εξηγεί καλύτερα γιατί τα μεγάλα δίκτυα έχουν αποφασίσει να τον «τελειώσουν», με την αντιπρόεδρο να περιμένει στην σκιά και στην γωνία. Διότι -και ας μας επιτρέψουν την καχυποψία- δεν θυμόμαστε άλλοτε το CNN να συγκινείται τόσο από το δράμα μωρών, τα οποία δεν τα πετούσαν πάνω από φράχτες αεροδρομίων αλλά υφίσταντο τις αμερικανικές ή ισραηλινές βόμβες
Πηγή: kosmodromio.gr
Σχόλια