Το παρακάτω άρθρο προέρχεται με αφορμή ανάρτηση του καθηγητή κ. Μαργαρίτη στο facebook. Σε βίντεο των δηλώσεων του Έλληνα πρωθυπουργού, στην συζήτησή του με τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, στο 51″, ο πρωθυπουργός μιλά για «αποχώρηση των στρατών κατοχής» από την Κύπρο. Όχι του ενός κατοχικού στρατού, του τουρκικού, αλλά περισσοτέρων του ενός! ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Επομένως και με δεδομένο ότι άλλοι στρατοί δεν υπάρχουν στο νησί, πλην του τουρκικού, του αγγλικού και του ελληνικού και με δεδομένο ότι μάλλον ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν υπέστη αιφνίδια μεταβολή προσωπικότητας, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε αντί-αποικιακό αγωνιστή, προκύπτει ότι δεν αναφέρεται στους Βρετανούς και στις βάσεις τους. Οπότε μάλλον αναφέρεται στις εν Κύπρω ελληνικές δυνάμεις σαν στρατό κατοχής!
Αν πρόκειται για φραστικό ολίσθημα, θα έπρεπε να είχε αμέσως ανασκευαστεί. Επειδή, όμως, δεν συνέβη κάτι τέτοιο, μιλούμε για εγκληματική άγνοια και του διεθνούς δικαίου και του εθνικού συμφέροντος. Εκτός αν πρόκειται –είναι και η καλύτερη γι’ αυτόν περίπτωση– για τραγελαφική ανικανότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη να ελέγξει τι λέει και μάλιστα για ένα κρίσιμο εθνικό θέμα.
Μια σειρά γεγονότων υποδεικνύει ότι δεν πρόκειται μόνο περί της γνωστής αδυναμίας του Μητσοτάκη να σταθεί σε δημόσιο βήμα όταν πρόκειται για εθνικά θέματα. Δεν μπορούμε να ξεχνάμε την δήλωση του τότε συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του πρωθυπουργού, το καλοκαίρι του 2020, ότι «άλλο η Ελλάδα και άλλο η Κύπρος». Εκεί βεβαίως που νομίζαμε ότι είχαμε δει τα χειρότερα, ήρθε να τον διαδεχτεί ο Θάνος Ντόκος.
Πρόκειται για την γραμμή σημιτισμού-μητσοτακισμού, περί αποστασιοποίησης της Ελλάδας από την Κύπρο τόσο στο επίπεδο των εθνικών δεσμών, όσο και στις προσεγγίσεις στο επίπεδο του διεθνούς δικαίου και της γεωπολιτικής. Η γραμμή του σημιτισμού-μητσοτακισμού αποθρασύνεται πλέον, με αποτέλεσμα να κινείται προς την πλήρη εγκατάλειψη του κυπριακού Ελληνισμού (δηλαδή του Ελληνισμού συνολικά). Κι αυτό υπηρετείται από την ρητορική απαξίωση της παρουσίας των ελληνικών δυνάμεων στο νησί, που εξισώνει το θύμα με το θύτη.
Οι απειλές για δύο κράτη
Κάπως έτσι, μετά τις δηλώσεις άνευ αντικρίσματος του υπουργού μας επί των Εξωτερικών στην Άγκυρα, προσήλθαμε σε μια αποικιακή Πενταμερή, με στόχο να αποκαταστήσουμε μέρος της δημόσιας εικόνας της Τουρκίας. Διότι το αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης δεν ήταν ότι δεν υπήρξε αποτέλεσμα σε ό,τι αφορά πιθανή λύση για το Κυπριακό, αυτό ήταν απολύτως δεδομένο, αλλά ότι καταγράφηκαν δύο θέσεις. Η καταγραφή δύο θέσεων, σαν να πρόκειται για δύο κοινότητες οι οποίες διαφωνούν μεταξύ τους και όχι για τον εισβολέα και την κατοχική δύναμη από τη μια και για τη νόμιμη κυβέρνηση από την άλλη, ως συνέχεια μιας σειράς διαπραγματεύσεων οι οποίες τείνουν προς την ίδια κατεύθυνση, αντικειμενικά ξεπλένει τον πρώτο.
Αυτό το γνωρίζαμε και εν γνώσει αυτής της συνθήκης η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελληνική Δημοκρατία αποδέχτηκαν την εν λόγω συνάντηση, όπως και τη συνέχισή της. Επιπλέον, οι δύο ηγεσίες, εν γνώσει τους αποδέχονται το τουρκικό διαπραγματευτικό παιχνίδι περί δύο κρατών. Όπως έχει αναλύσει και ο Σταύρος Λυγερός, η επιλογή των δύο κρατών, εάν οδηγούσε σε διπλή ένωση, λιγότερο από όλους συμφέρει την Τουρκία. Θα φέρει τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις πιο αξιόμαχες (ελπίζουμε) κυπριακές ένοπλες δυνάμεις και τους όποιους συμμάχους τους σταθερά στο μαλακό υπογάστριο της Τουρκίας, ενώ θα τελειώσει και τις φιλοδοξίες της Τουρκίας για συνολικό έλεγχο της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Τουρκία ζητά δύο κράτη προκειμένου να επιτύχει ένα μη λειτουργικό κράτος μέσα από το οποίο θα μπορεί να ασκεί επιρροή τόσο στην ΕΕ, όσο και στην Ελλάδα. Ταυτοχρόνως θα διατηρεί τα στρατεύματά της, απαιτώντας μια ανεξόπλιστη ουσιαστικά Κυπριακή Δημοκρατία. Η επιδείνωση των συνθηκών του μη λειτουργικού και καταστροφικού κυπριακού συντάγματος της Ζυρίχης, απλώς θα αναθερμάνει μια παγωμένη σύγκρουση. Μόνο η ενιαία, ανεξάρτητη Κύπρος αποτελεί λύση επανένωσης.
Αναρωτιέται κανείς: η κυπριακή και η ελληνική ελίτ έχουν αποφασίσει να διαιωνίσουν την κατοχή και είναι τόσο αφελείς ώστε να μη βλέπουν πώς, σε όλο τον κόσμο, παγωμένες συγκρούσεις “αποψύχονται” την “κατάλληλη” στιγμή; Δεν αντιλαμβάνονται ότι παίζουν με τη φωτιά; Αλλά εδώ που τα λέμε, τι να περιμένει κανείς από μια ηγεσία που άγεται και φέρεται από “Φουρθιώτηδες” και που δεν μπορεί να διεκπεραιώσει με επιτυχία ούτε δηλώσεις ενώπιον του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας; Πάντως κύριε πρωθυπουργέ, για να μην ξεχνιόμαστε, στην Κύπρο υπάρχει ένας στρατός κατοχής και είναι ο τουρκικός. Τουλάχιστον αυτό, μάθετέ το!
Σχόλια