...Ιστορίας συνέχεια...(Κωνσταντίνος Λαμπρόπουλος: Ετοιμάζουν "μη εθνοκεντρική" Ιστορία από Γ' Δημοτικού μέχρι Γ' Λυκείου...)

Konstantinos Lampropoulos
  • Είναι προφανές πως η πάνδημη και πανεθνική ανάταση που προκαλεί η Επανάσταση του 21 ενόχλησε πολύ αυτή την δράκα των φιλήκοων- εθνομηδενιστών που λυμαίνονται την χώρα..
    Μεθοδεύεται λοιπόν μια πιλοτική διδασκαλία για την μελέτη της Ιστορίας στα σχολεία απ το δημοτικό ως το λύκειο με την έναρξη της νέας χρονιάς..
    Απ το συγκεκριμένο άρθρο λοιπόν που δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή δείτε τι περιλαμβάνει η Αποστολή της Ιστορίας κατά συγκεκριμένο "ακαδημαϊκό".
    "Το κράτος μας θεμελιώθηκε πάνω στο ιστορικό αφήγημα της αρχαίας Ελλάδας, όπως αυτό είχε εξιδανικευθεί στη Δυτική Ευρώπη. Το όνομα και η επίκληση της Ελλάδας ήταν εγγύηση επιτυχίας. Μεγαλούργησε και καταστράφηκε, κυνηγώντας ένα άλλο αφήγημα, του αυτοκρατορικού Βυζαντίου. Ο ελληνικός εθνικισμός, όπως και άλλοι, συναρτήθηκε με την προαιώνια καταγωγή και την αδιάσπαστη ιστορική συνέχεια.
    Χρειαζόμαστε ένα παρελθόν ανάλογο και συνεπές με το μέλλον που προσδοκούμε, γιατί όλοι οι Eλληνες κατανοούμε την πορεία μας ως μια εξέλιξη χωρίς ασυνέχειες.
    Oποιος, λοιπόν, επιθυμεί να κερδίσει το μέλλον πρέπει να επαναπροσδιορίσει το παρελθόν, κατά προτίμηση μέσα από τα προγράμματα σπουδών και τα εγχειρίδια της δημόσιας εκπαίδευσης, στο μέτρο που αυτά διαμορφώνουν την ιστορική μας παιδεία".
    Ο "κύριος" λοιπόν αυτός προτείνει την διδασκαλία της Ιστορίας όχι βάσει των ιστορικών πηγών και της ιστορικής τεκμηρίωσης των γεγονότων αλλά την κοπτοραμμένη ιστορία βάσει συγκεκριμένων αφηγημάτων, κατά το δοκούν ορισμένων προς εξυπηρέτηση συγκεκριμένων στόχων.
    Δηλαδή απόλυτη εργαλειοποίηση της Ιστορίας σύμφωνα με τα κριτήρια ορισμένων.

Πάμε να σταχυολογήσουμε και τα κριτήρια συγγραφής της "νέας ιστορίας" από τις απόψεις των συγκεκριμένων:
"Τα τελευταία 15 χρόνια οι λίγες απόπειρες αποστασιοποίησης από την πεπατημένη και εισαγωγής καινοτόμων ερμηνευτικών ή απλώς διαφορετικών σχημάτων, τα οποία αφίστανται της λεγόμενης Μεγάλης Εθνικής Αφήγησης, απέτυχαν να ευδοκιμήσουν."
"Στη χώρα μας, η στρατιωτική και η πολιτική ιστορία, μέσα από μονοφωνικές αφηγήσεις, κανοναρχούν τη διδασκαλία του αντικειμένου. Η πρόσφατη απόπειρα ανανέωσης των προγραμμάτων σπουδών Ιστορίας με πλουραλιστικές προσεγγίσεις και άνοιγμα σε ποικίλα πεδία Ιστορίας (κοινωνική, πολιτισμική, ιστορία των ιδεών, των μειονοτήτων και των αθέατων ομάδων) δεν δοκιμάστηκε.."
"Εθνική Ιστορία δεν σημαίνει ούτε εθνικιστική ούτε φρονηματιστική."
"Γιατί, αντί να δυσανασχετούμε για τις ελλείψεις της ιστορικής εκπαίδευσης, εξεγειρόμαστε όποτε θεωρούμε ότι θίγεται η εθνική υπερηφάνεια, όπως στην περίπτωση με το γούρι «Μαντώ Μαυρογένους»; "
"Οι χρόνιες παθήσεις της σχολικής ιστορίας, η οποία αναντίρρητα αποτελεί το πλέον συντηρητικό μάθημα, εκείνο που κατ’ εξοχήν αντιστέκεται σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση".
"Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις για χρόνια νοσήματα. Ωστόσο, γνωρίζοντας τις αιτίες και τα συμπτώματα, μπορούμε να προτείνουμε μέτρα. Κατ’ αρχάς, είναι απαραίτητο να αποδεσμευτεί η διδασκαλία της Ιστορίας από τον κρατικό συγκεντρωτισμό. Δεν μπορεί να υπάρχει ένα και μοναδικό σχολικό εγχειρίδιο που εγκρίνεται και διανέμεται από το κράτος."
  • Τουτέστιν φίλες και φίλοι η ιστορία που θα διδάσκονται τα ελληνόπουλα από την Γ Δημοτικού ως την Γ Λυκείου δεν θα είναι εθνοκεντρική, δεν θα καλλιεργεί εθνικό φρόνημα αλλά θα προσδιορίζει το παρελθόν σύμφωνα με το μέλλον όπως το επιθυμούν κάποιοι συγκεκριμένοι συμπλεγματικοί τύποι γιατί έτσι τους αρέσει.
    Ο Ποκρόφσκι στην πρώιμη Σοβιετική Ένωση είχε εισηγηθεί παρόμοια αναφορικά με την εργαλειοποιημένη διδασκαλία της Ιστορίας για να εξυπηρετηθεί η κομμουνιστική ιδεολογία και το νεοσύστατο κομμουνιστικό κόμμα...Άξιοι οι συνεχιστές του.
    Το ότι το Σύνταγμα της Ελλάδος στο Άρθρο 16 αναφέρεται ρητά και κατηγορηματικά για τον ρόλο της Παιδείας στην ανάπτυξη Εθνικής και Θρησκευτικής Συνείδησης των Ελληνοπαίδων αυτό δεν τους απασχολεί προφανώς..
    Στο πλαίσιο αυτού του εξαμβλωματικού "νέου" "πατριωτισμού" που προωθείται, ο ιστορικός και θρησκευτικός χαρακτήρας των Ελλήνων πρέπει να αλλοιωθεί μέσω της αποδομητικής διδασκαλίας μιας εργαλειοποιημένης ιστορίας.
    Αυτό που εφαρμόζεται κατά κόρον στο ελληνικό πανεπιστήμιο τα τελευταία 30 χρόνια, η αρνησιπατρία και ο εθνομηδενισμός να επεκταθεί πλέον και στο σχολείο απ το δημοτικό.
    Περί αυτού πρόκειται.

    ================
    Βlogger:
    H εργολαβία της κατασκευής δουλικών συνειδήσεων, βρίσκει ότι η Ιστορία πρέπει να διδαχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε οι.... μελλοντικοί δούλοι να μην βρίσκουν σημείο να πιαστούν. Ο "νέος πατριωτισμός"- που ούτε νέος είναι, ούτε πατριωτισμός - θέλει να εξασφαλίσει ότι το μυαλό των μαθητών να μπει σε ένα βαθύ πηγάδι από το οποίο δεν θα μπορεί να βγει. Για να εξασφαλισθεί έτσι η αιώνια δουλεία. Είναι διαβασμένοι κατεδαφιστές, αφού:
    "Το πρώτο βήμα για να εξοντώσεις ένα έθνος, είναι να διαγράψεις τη μνήμη του. Να καταστρέψεις τα βιβλία του, την κουλτούρα του, την ιστορία του. Μετά να βάλεις κάποιον να γράψει νέα βιβλία, να κατασκευάσει μια νέα παιδεία, να επινοήσει μια νέα ιστορία ...Δεν θα χρειαστεί πολύς καιρός για να αρχίσει αυτό το έθνος να ξεχνά ποιο είναι και ποιο ήταν. Ο υπόλοιπος κόσμος γύρω του θα το ξεχάσει ακόμα πιο γρήγορα».

    Μίλαν Κούντερα (Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης)
     
    θέλουν να σβήσουν κάθε σπίθα αντίστασης αφού...
     
    «Η θύμηση του παρελθόντος μπορεί να είναι η απαρχή επικίνδυνων διαισθητικών γνώσεων και η παγιωμένη κοινωνία δείχνει να φοβάται τα ανατρεπτικά περιεχόμενα της μνήμης»

    Herbert Marcuse (1898-1979)
     είμαι σίγουρος ότι ο λαός δεν θα τους κάνει τη χάρη, αφού:


    "Οι αναμνήσεις μας είναι η δύναμή μας.
    Ας μην αφήσουμε ποτέ να σβηστούν από τη μνήμη
    οι ηρωικοί σταθμοί της Ιστορίας μας
    κι όταν η νύχτα επιχειρεί να ξανάρθει
    εμείς ας βάλουμε φωτιά στις μεγάλες επετείους,
    όπως θα ανάβαμε πυρσούς"
    Βίκτωρ Ουγκό, από γράμμα στον Λουί Μπλανκ (1877)
     
    "νέος πατριωτισμός" = η αποδοχή της δουλοπαροικίας.
    -----------
    =========================
    https://www.kathimerini.gr/society/561309484/oi-allages-sto-mathima-tis-istorias-sta-scholeia/?fbclid=IwAR3qz3FZd_VNrqSgoLvLQDxXQTtzXIQ_Ib3YG83ShtMqDY8bboJ1D-SITkQ

    Σημαντικές αλλαγές εισάγουν τα νέα προγράμματα σπουδών της Ιστορίας από το δημοτικό έως και το λύκειο. Όπως παρουσιάζει η «Κ», εισάγεται νέα κουλτούρα προσέγγισης του μαθήματος στις δύο βαθμίδες, ενώ για πρώτη φορά σε όλο το λύκειο η διδασκαλία του μαθήματος γίνεται θεματική και θα διδαχθεί ένα πρωτοποριακό αντικείμενο με τίτλο «Το εργαστήρι της Ιστορίας». 

    Τα προγράμματα σπουδών είναι έτοιμα και περιμένουν την έκδοσή τους σε ψηφιακή μορφή ώστε να λάβουν τη μορφή υπουργικής απόφασης και ΦΕΚ. Μιλώντας στην «Κ», ο κ. Ιάκωβος Μιχαηλίδης, καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο ΑΠΘ και συντονιστής της ομάδας των εκπονούντων τα προγράμματα σπουδών της Ιστορίας, τόνισε ότι τα νέα προγράμματα ενσωματώνουν αρκετές καινοτομίες. Συγκεκριμένα:

    • Καταβλήθηκε μεγάλη προσπάθεια εξορθολογισμού της ύλης, αφού, σύμφωνα με σχετικές μελέτες, σπάνια μια σχολική τάξη κατορθώνει να ολοκληρώσει τη διδακτέα ύλη μιας σχολικής χρονιάς. Ετσι, περιορίστηκαν ριζικά οι ενότητες και έγιναν αναπροσαρμογές στο περιεχόμενό τους.

    • Εισάγεται ενιαία κουλτούρα προσέγγισης της Ιστορίας από την Γ΄ Δημοτικού έως την Γ΄ Λυκείου.

    • H διδασκαλία γίνεται με άξονα τον μαθητή. Η εκτεταμένη χρήση εποπτικού υλικού, η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών στη διδασκαλία, η αποφυγή της αποστήθισης και η αξιοποίηση πηγών ανάλογα με την ηλικία των μαθητών έχουν στόχο την κριτική αφομοίωση της ύλης από τους μαθητές.

    • Στην αρχή κάθε ενότητας προβλέπεται η εξοικείωση των μαθητών με τον χώρο και τον χρόνο μέσα στον οποίο δρουν τα πρόσωπα και εξελίσσονται τα φαινόμενα της διδακτέας ύλης. Η μέθοδος αυτή αποτελεί τμήμα της γενικότερης θεώρησης των νέων προγραμμάτων σπουδών πως η Ιστορία επικοινωνεί τόσο με τις άλλες ανθρωπιστικές όσο και τις κοινωνικές επιστήμες.

    • Στο δημοτικό και στο γυμνάσιο η διάταξη της ύλης ακολουθεί το παραδοσιακό σχήμα Αρχαιότητα – Βυζάντιο (Μέσοι Χρόνοι) – Νεότερη και Σύγχρονη Εποχή. Ομως η αναλογία μεταξύ ελληνικής, ευρωπαϊκής και παγκόσμιας ιστορίας δεν είναι η ίδια. Οι μαθητές στο δημοτικό θα διδάσκονται περισσότερο ελληνική ιστορία, στο γυμνάσιο όμως η έμφαση δίνεται στην ευρωπαϊκή και στην παγκόσμια ιστορία.

    • Η διδασκαλία της Ιστορίας σε όλες τις τάξεις του λυκείου γίνεται θεματική, για πρώτη φορά στο σύνολό της στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης.

    • Στο μάθημα κατεύθυνσης της Γ΄ Λυκείου εντάσσεται ένα εξίσου πρωτοποριακό αντικείμενο, η διδασκαλία της θεωρίας και της μεθοδολογίας της Ιστορίας, με τον τίτλο «Το εργαστήρι της Ιστορίας».

    Οπως εξήγησε στην «Κ» ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) Γιάννης Αντωνίου, τα προγράμματα θα εφαρμοστούν πιλοτικά από τον προσεχή Σεπτέμβριο και, παράλληλα, βάσει αυτών, θα ξεκινήσει η διαδικασία συγγραφής νέων βιβλίων.

    Πρόκειται για μία από τις πολλές αλλαγές διαχρονικά στα προγράμματα σπουδών του μαθήματος, το οποίο, λόγω του ιδεολογικού και πολιτικού χαρακτήρα του, γεννά και τις μεγαλύτερες εντάσεις στην πολιτική και πνευματική ζωή του τόπου. Το στίγμα των διαφορετικών οπτικών αποτυπώνουν ο κ. Βασίλης Γούναρης, η κ. Χριστίνα Κουλούρη, ο κ. Σταύρος Ζουμπουλάκης η κ. Βασιλική Σακκά και ο κ. Τάσος Χατζηαναστασίου, στις απόψεις που καταθέτουν στην «Κ».

    ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΟΥΝΑΡΗΣ*

    Η ειδική αποστολή της Ιστορίας

    Το κράτος μας θεμελιώθηκε πάνω στο ιστορικό αφήγημα της αρχαίας Ελλάδας, όπως αυτό είχε εξιδανικευθεί στη Δυτική Ευρώπη. Το όνομα και η επίκληση της Ελλάδας ήταν εγγύηση επιτυχίας. Μεγαλούργησε και καταστράφηκε, κυνηγώντας ένα άλλο αφήγημα, του αυτοκρατορικού Βυζαντίου. Ο ελληνικός εθνικισμός, όπως και άλλοι, συναρτήθηκε με την προαιώνια καταγωγή και την αδιάσπαστη ιστορική συνέχεια. 

    Στην εμπέδωση της πεποίθησης αυτής εστιάστηκε η εκπαίδευση, σημαντικό κομμάτι της οποίας ανέκαθεν ήταν η Ιστορία. Τα κεφάλαια κάθε ιστορικού εγχειριδίου εκλαμβάνονται ως αδιάσειστες αποδείξεις ότι κάθε μικρή πατρίδα συμμετείχε σε κάποια φάση της εθνικής συγκρότησης. Γι’ αυτό όλες τους διεκδίκησαν το δικό τους διακριτό κεφάλαιο. Η παγίωση της ιστορικής αφήγησης ως του βασικού κορμού του ελληνικού έθνους ανέδειξε το παρελθόν σε σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο και κονίστρα ανταγωνισμών. Η Ιστορία δεν είναι μόνον ο αναντικατάστατος δεσμός μας. Είναι ο πλέον πειστικός τρόπος για να δικαιολογήσουμε τις επιλογές μας για το παρόν και το μέλλον. Χρειαζόμαστε ένα παρελθόν ανάλογο και συνεπές με το μέλλον που προσδοκούμε, γιατί όλοι οι Eλληνες κατανοούμε την πορεία μας ως μια εξέλιξη χωρίς ασυνέχειες. Αν μάλιστα η τεκμηρίωση είναι ιστορική, τότε τα αντεπιχειρήματα είναι αθέμιτα ή και αντεθνικά· γιατί η ιστορία της Ελλάδας δεν μπορεί παρά να είναι αληθινή. Αλίμονο αν δεν είναι.

    Oποιος, λοιπόν, επιθυμεί να κερδίσει το μέλλον πρέπει να επαναπροσδιορίσει το παρελθόν, κατά προτίμηση μέσα από τα προγράμματα σπουδών και τα εγχειρίδια της δημόσιας εκπαίδευσης, στο μέτρο που αυτά διαμορφώνουν την ιστορική μας παιδεία.

    Από την άποψη της ιστορικής επιστήμης, η διελκυστίνδα αυτή είναι κατανοητή και μελετημένη, αλλά όχι αποδεκτή. Είναι επίσης δεδομένο ότι ο αγώνας της πολιτικής εκμετάλλευσης του παρελθόντος στην Ελλάδα θα είναι αέναος και εις βάρος του ουσιαστικού πλεονεκτήματος που προσφέρει η ιστορική παιδεία, δηλαδή της κριτικής σκέψης μέσω του νηφάλιου αναστοχασμού. Oμως, όπως υποστηρίχθηκε από την αρχή, η Ιστορία στην πατρίδα μας βρίσκεται σε ειδική αποστολή, η οποία είναι μάταιο να πιστεύουμε ότι θα ανακληθεί. Τι άλλο θα μπορούσε να κρατήσει τους Eλληνες ενωμένους;
     
    * Ο κ. Βασίλης Κ. Γούναρης είναι καθηγητής Ιστορίας Νεοτέρων Χρόνων, πρόεδρος στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ.

    ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΟΥΛΟΥΡΗ*

    Χρόνια νοσήματα αναζητούν θεραπεία

    Γιατί η Ιστορία όπως διδάσκεται στο σχολείο μοιάζει να είναι αναποτελεσματική και να μην αφήνει παρά ελάχιστα ίχνη στις συνειδήσεις των μαθητών; Γιατί, αντί να δυσανασχετούμε για τις ελλείψεις της ιστορικής εκπαίδευσης, εξεγειρόμαστε όποτε θεωρούμε ότι θίγεται η εθνική υπερηφάνεια, όπως στην περίπτωση με το γούρι «Μαντώ Μαυρογένους»; Και, τέλος, γιατί τα προγράμματα σπουδών και τα σχολικά εγχειρίδια της Ιστορίας αλλάζουν συνεχώς παραμένοντας τα ίδια; Τα ερωτήματα συνδέονται διότι αφορούν τις χρόνιες παθήσεις της σχολικής ιστορίας, η οποία αναντίρρητα αποτελεί το πλέον συντηρητικό μάθημα, εκείνο που κατ’ εξοχήν αντιστέκεται σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση. Υποβαθμισμένο μέσα στο ωρολόγιο πρόγραμμα αλλά με δυσανάλογη ιδεολογική βαρύτητα, το μάθημα έχει βρεθεί κατά καιρούς στη δίνη «πολέμων» και σφοδρών ιδεολογικοπολιτικών συγκρούσεων. Οι κατά καιρούς υπουργοί διστάζουν να προχωρήσουν σε πραγματική μεταρρύθμισή του –που θα σήμαινε εκσυγχρονισμό και εναρμόνιση με τα διεθνή δεδομένα για την επιστήμη της Ιστορίας– λόγω του πιθανού πολιτικού κόστους, εφόσον ποικίλες ομάδες πίεσης δραστηριοποιούνται σε κάθε ενδεχόμενο αλλαγής της Ιστορίας «όπως τη μάθαμε». Εξάλλου, αυτές οι ομάδες έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά αποτελεσματικές σε περιπτώσεις επιχειρούμενων αλλαγών.

    Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις για χρόνια νοσήματα. Ωστόσο, γνωρίζοντας τις αιτίες και τα συμπτώματα, μπορούμε να προτείνουμε μέτρα. Κατ’ αρχάς, είναι απαραίτητο να αποδεσμευτεί η διδασκαλία της Ιστορίας από τον κρατικό συγκεντρωτισμό. Δεν μπορεί να υπάρχει ένα και μοναδικό σχολικό εγχειρίδιο που εγκρίνεται και διανέμεται από το κράτος. Δεύτερον, θα πρέπει οι ακαδημαϊκοί ιστορικοί, που είναι εξειδικευμένοι στη Διδακτική της Ιστορίας, να εμπλακούν πιο ενεργά στη συγγραφή των αναλυτικών προγραμμάτων. Τρίτον, είναι απαραίτητη η συνεχής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στα σύγχρονα πορίσματα της Ιστορίας και της διδακτικής της και να μην αναπαράγουν πεποιθήσεις που προέρχονται από τα δικά τους σχολικά χρόνια. Τέλος, η διδασκαλία της Ιστορίας πρέπει να ανανεωθεί ριζικά ώστε η αξιολόγηση των μαθητών να μη βασίζεται στην αποστήθιση αλλά στην κριτική τους ικανότητα.

    * Η κ. Χριστίνα Κουλούρη είναι ιστορικός, πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου.

    ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ*

    Η αφήγηση αποτελεί τεράστια κριτική λειτουργία

    Για το αντιλεγόμενο σε όλο τον κόσμο μάθημα της Ιστορίας στην εκπαίδευση, σημειώνω τρεις σύντομες παρατηρήσεις: 

    Πρώτον: Ο κύριος άξονας του μαθήματος στο ελληνικό σχολείο δεν μπορεί παρά να είναι η ελληνική Ιστορία, πράγμα που σημαίνει τήρηση του επιβεβλημένου τριμερούς σχήματος: αρχαία Ελλάδα, Βυζάντιο, νεότερη Ελλάδα. Εθνική Ιστορία δεν σημαίνει ούτε εθνικιστική ούτε φρονηματιστική. Η Ιστορία αυτή δεν μπορεί να κατανοηθεί σωστά, αν δεν ενταχθεί σε ευρύτερο πλαίσιο. Παράδειγμα (ένα από τα πάμπολλα): Η Επανάσταση του 1821 μένει ακατανόητη, αν αγνοούμε την οθωμανική και την ευρωπαϊκή ιστορία των χρόνων εκείνων. Διδασκαλία της παγκόσμιας Ιστορίας δεν σημαίνει να διδάξουμε την ιστορία όλων των λαών του πλανήτη. Η ουσιαστική διδασκαλία της προϋποθέτει την ύπαρξη ενός κεντρικού άξονα (η ελληνική Ιστορία, εν προκειμένω), με βάση τον οποίο εντάσσεις σε ευρύτερα ιστορικά πλαίσια και συσχετίζεις.

    Δεύτερον: Η εθιμοτυπική κριτική στο ελληνικό σχολείο ότι καλλιεργεί την παπαγαλία στρέφεται και κατά της ανάγκης να μάθει ο μαθητής γεγονότα –«χρονολογίες» τα λένε, για να υποβαθμίσουν τη σημασία τους– και πρόσωπα. Μα τι είδους ιστορική κριτική σκέψη μπορεί να αναπτύξει εκείνος που δεν ξέρει πότε έδρασε ο Περικλής και πότε ο Μέγας Αλέξανδρος; Τα γεγονότα είναι επίμονα και πεισματικά. Η ιστορική γνώση δεν μπορεί ποτέ να τα προσπεράσει. Αν ο μαθητής δεν έχει στο κεφάλι του το χρονικό διάγραμμα των γεγονότων, δεν μπορεί να εντάξει στον χρόνο αυτά που μαθαίνει, όλα γίνονται ένα μπερδεμένο κουβάρι.

    Τρίτον: Διδασκαλία της Ιστορίας σημαίνει αφήγηση. Η αφήγηση δεν κάνει απλώς θελκτικότερο το μάθημα και τους μαθητές να στυλώνουν τα μάτια και τα αυτιά τους, αλλά οργανώνει το χάος των ιστορικών δεδομένων, δίνει συνοχή και ενότητα στη διάσπαρτη ιστορική ύλη. Από πού κι ώς πού η αφήγηση στρέφεται κατά της κριτικής σκέψης; Δεν αποτελεί τεράστια κριτική λειτουργία το να επιλέξεις από ένα αμέτρητο υλικό τι θα κρατήσεις για να αφηγηθείς; 

    Καταληκτικά: Η διδασκαλία της Ιστορίας δεν αποσκοπεί να καλλιεργήσει στους μαθητές μια κούφια εθνική έπαρση, αλλά να τους οδηγήσει σε μια πρώτη κατανόηση ότι η Ιστορία μάς καθορίζει και την καθορίζουμε και ότι, ως ανθρώπινη δημιουργία ακριβώς, έχει και φως και σκοτάδι και όλες τις ενδιάμεσες ανάμεσα στα δύο άκρα διαβαθμίσεις. Αυτή η συνειδητοποίηση μπορεί να οδηγήσει με τη σειρά της στην ιστορική σεμνότητα και στην ηθική εγρήγορση.

    * Ο κ. Σταύρος Ζουμπουλάκης είναι φιλόλογος και συγγραφέας.

    ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΑΚΚΑ*

    Η εκπαίδευση διστάζει να απεικονίσει τη σύγχρονη ιστορική έρευνα

    Είναι αποδεκτό ότι η ακαδημαϊκή ιστορία δεν συμβαδίζει με τις κυρίαρχες πεποιθήσεις περί την Ιστορία στον δημόσιο χώρο στην Ελλάδα. Και αυτό, γιατί η εκπαίδευση, η οποία θα πρέπει να λειτουργεί διαμεσολαβητικά, διστάζει να απεικονίσει τη σύγχρονη ιστορική έρευνα – ακριβώς γιατί κάθε μετατόπιση προκαλεί από κραδασμούς μέχρι πολέμους της Ιστορίας στον δημόσιο χώρο, με αποτέλεσμα η πολιτεία να μην τολμά να αναλάβει το αντίστοιχο πολιτικό κόστος μιας αλλαγής ή έστω μιας ρωγμής. Τα τελευταία 15 χρόνια οι λίγες απόπειρες αποστασιοποίησης από την πεπατημένη και εισαγωγής καινοτόμων ερμηνευτικών ή απλώς διαφορετικών σχημάτων, τα οποία αφίστανται της λεγόμενης Μεγάλης Εθνικής Αφήγησης, απέτυχαν να ευδοκιμήσουν. 

    Το φαινόμενο βέβαια απαντάται σε πλείστες όσες χώρες του πλανήτη: από τις ΗΠΑ μέχρι την Ιαπωνία και την Κορέα και από την Ανατολική Ευρώπη μέχρι τη Νότια Αφρική. Στις περισσότερες χώρες της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης, ωστόσο, αναπτύσσεται μια διαφορετική παράδοση μέσα από την ανεξαρτησία και ωριμότητα εκπαιδευτικών κύκλων (πανεπιστήμια, ισχυρές επιστημονικές ενώσεις εκπαιδευτικών). Ετσι στα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας φιλοξενούνται πολυπρισματικές απόψεις πάνω σε ιστορικά γεγονότα, στοιχείο που βοηθάει την καλλιέργεια κριτικής ιστορικής σκέψης, γεννά ερωτήματα και προωθεί τον διάλογο στη βάση επιχειρημάτων – κάτι που απουσιάζει από την ελληνική πραγματικότητα. 

    Στη χώρα μας, η στρατιωτική και η πολιτική ιστορία, μέσα από μονοφωνικές αφηγήσεις, κανοναρχούν τη διδασκαλία του αντικειμένου. Η πρόσφατη απόπειρα ανανέωσης των προγραμμάτων σπουδών Ιστορίας με πλουραλιστικές προσεγγίσεις και άνοιγμα σε ποικίλα πεδία Ιστορίας (κοινωνική, πολιτισμική, ιστορία των ιδεών, των μειονοτήτων και των αθέατων ομάδων) δεν δοκιμάστηκε, τόσο από την ολιγωρία της προηγούμενης κυβέρνησης όσο και από τον φόβο της τωρινής. Ας προστεθεί εδώ και η σταθερή έλλειψη σωστά οργανωμένης επιμόρφωσης εκπαιδευτικών και η ελάχιστη  παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού που ανταποκρίνεται σε σύγχρονες ενεργητικές παιδαγωγικές προσεγγίσεις (ομαδοσυνεργατική, ανακαλυπτική μάθηση, αξιοποίηση πολυτροπικού υλικού ιστορικών πηγών κ.ά. – μοναχική η δουλειά εξαιρετικών εκπαιδευτικών). Ενόψει του εορτασμού των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 και χωρίς καμία ουσιαστική θεσμική προετοιμασία, αυτό σημαίνει ότι χάνουμε μια ευκαιρία για δημιουργικό αναστοχασμό, αφήνοντας πίσω ανακουφιστικούς μύθους.
     
    * Η κ. Βασιλική Σακκά είναι πρόεδρος του Ομίλου για την Ιστορική Εκπαίδευση στην Ελλάδα (ΟΙΕΕ).

    ΤΑΣΟΣ ΧΑΤΖΗΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ*

    Εκσυγχρονισμός προγραμμάτων σπουδών και διδακτικών μεθόδων

    Το μάθημα της Ιστορίας καλείται σήμερα να συντελέσει στη διαμόρφωση ενός πολίτη με δημοκρατικό πατριωτικό ήθος, που έχει επίγνωση της ιστορικής του κληρονομιάς και των διεθνών ιστορικών εξελίξεων, έχει σχηματίσει άποψη για τα σύγχρονα εθνικά και διεθνή ζητήματα και γνωρίζει τα σπουδαιότερα επιτεύγματα του ελληνικού και παγκόσμιου πολιτισμού. 

    Σ’ αυτήν την κατεύθυνση κινούνται τα νέα προγράμματα σπουδών τα οποία προέκυψαν από επιτροπή που ορίστηκε από τα τμήματα Ιστορίας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και είχαν ολοκληρωθεί το 2015 αλλά, για άγνωστους λόγους, παρέμειναν στο συρτάρι. Η τότε κυβέρνηση επέλεξε να ορίσει δική της επιτροπή, που εκπόνησε καινούρια προγράμματα, τα οποία, όμως, προκάλεσαν ισχυρές αντιδράσεις με πιο χαρακτηριστικές των τμημάτων Ιστορίας και των ενώσεων των εκπαιδευτικών. Σήμερα λοιπόν, επανέρχονται, ανανεωμένα, τα προγράμματα που είχαν αγνοηθεί και ήταν το αποτέλεσμα της συνεργασίας εκπαιδευτικών και πανεπιστημιακών μετά από ανοιχτή προκήρυξη χωρίς αποκλεισμούς. Έχει γίνει πλέον σαφές ότι η εργαλειοποίηση του μαθήματος της Ιστορίας για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων πολιτικών επιδιώξεων δεν έχει καμία θέση στο σχολείο.

    Πρωτίστης σημασίας είναι να οριστεί ένα μίνιμουμ γνώσεων σε εθνικό επίπεδο, που επιθυμούμε να κατέχουν τα παιδιά σε κάθε εκπαιδευτική βαθμίδα, και να υπάρξει μέριμνα για την εμπέδωση της ύλης με στήριξη όσων υστερούν. Ζητούμενο είναι να πάψει το φαινόμενο των ανιστόρητων αποφοίτων με έναν συνδυασμό απόκτησης βασικών γνώσεων και, ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, καλλιέργειας κριτικής σκέψης και, μεταξύ άλλων, μέσω ερευνητικών και βιωματικών δραστηριοτήτων.

    Παράλληλα με τον εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων σπουδών και των διδακτικών μεθόδων, μία ουσιαστική αναβάθμιση του μαθήματος θα περιελάμβανε επίσης: 1) την αποκατάσταση του μαθήματος στο επαγγελματικό λύκειο όπου σήμερα διδάσκεται μόνο μία ώρα στην Α΄ τάξη, 2) την ανάθεση του μαθήματος αποκλειστικά σε καθηγητές του κλάδου των Φιλολόγων με προτεραιότητα σε πτυχιούχους τμημάτων Ιστορίας, 3) τη δημιουργία ειδικών τάξεων για τη διδασκαλία του μαθήματος της Ιστορίας με όλα τα σύγχρονα εποπτικά μέσα. 

    * Ο Τάσος Χατζηαναστασίου είναι Δρ Ιστορίας ΑΠΘ, εκπαιδευτικός, Οργ. Γραμματέας Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων

     ------------------------------
    ΙΑΚΩΒΟΣ Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ*

    Εχω παρακολουθήσει από κοντά τις διαμάχες των τελευταίων δέκα περίπου χρόνων για τα προγράμματα σπουδών της Ιστορίας και τα διδακτικά εγχειρίδια της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που τα υποστηρίζουν. Μάλιστα, την περίοδο 2014-2015 είχα την τιμή να συντονίσω μια μεγάλη ομάδα, περισσοτέρων από τριάντα, συναδέλφων πανεπιστημιακών, καθηγητών της «μάχιμης» εκπαίδευσης και στελεχών του ΙΕΠ, η οποία εκπόνησε νέα αναλυτικά προγράμματα εφαρμόζοντας σχετικό πόρισμα των τμημάτων Ιστορίας όλων των ελληνικών πανεπιστημίων. Τα αναλυτικά εκείνα προγράμματα του 2015, παρότι εκδόθηκαν σε ΦΕΚ, δεν εφαρμόσθηκαν ποτέ, για λόγους που έως σήμερα αγνοούμε. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι η ύπαρξή τους συστηματικά αποσιωπήθηκε και στις μεταγενέστερες απόπειρες διαλόγου περί της διδασκαλίας του μαθήματος της Ιστορίας, κάτι που πάντοτε θεωρούσα ακατανόητο και αδικαιολόγητο. Πόσο μάλλον που τα προγράμματα σπουδών του 2019 προέβλεπαν στην υποχρεωτική δευτεροβάθμια εκπαίδευση τετραετή διδασκαλία του μαθήματος για να καλυφθεί και ο 20ός αιώνας, ενώ το γυμνάσιο παρέμενε τριετές!
     
    Τα προγράμματα σπουδών ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της κάθε εποχής. Οφείλουν να ανανεώνονται, συνδυάζοντας το παραδοσιακό με το καινούργιο, ενσωματώνοντας τα νέα επιστημονικά και διδακτικά κεκτημένα, πάντοτε μέσα στο πλαίσιο που ορίζει η πολιτεία. Δεν είναι όμως πανάκεια. Αποτελούν χρήσιμο εργαλείο, έναν πολύτιμο οδοδείκτη για την εκπαιδευτική κοινότητα. Δεν αρκούν φυσικά από μόνα τους. Χωρίς μια νέα κουλτούρα Παιδείας, επαρκή χρηματοδότησή της, προσαρμογή της σχολικής τάξης στις τεχνολογικές ανάγκες του 21ου αιώνα, εξορθολογισμό της διδακτέας ύλης, συνεχή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και μισθολογική αναβάθμισή τους είναι δύσκολο να επιτύχουν. Τέτοιου είδους ζητήματα οφείλει να αντιμετωπίσει, δίνοντας επαρκείς απαντήσεις η ελληνική πολιτεία. Εξίσωση αναμφίβολα δύσκολη. Μακάρι να το επιτύχει στην Ελλάδα της κρίσης η ελληνική πολιτεία, όποιο πολιτικό πρόσημο κι αν έχει.
     
    Μέσα στο πλαίσιο αυτό, θεωρώ παρωχημένη και αποπροσανατολιστική τόσο τη συζήτηση περί δήθεν προοδευτικών και αναχρονιστικών προγραμμάτων σπουδών στην Ιστορία όσο και τις δήθεν «μάχες», που υποστηρίζεται από μια ορισμένη πλευρά πως δίνονται για τον εκσυγχρονισμό της, με την επίκληση μάλιστα της νομιμότητας. Οχι πως δεν υπάρχουν φυσικά ιδεολογικές διαφορές και διαφορετικές προσεγγίσεις. Υπάρχουν και αποτελούν στοιχείο προόδου. Ομως η πρόοδος, όπως και η συντήρηση, δεν είναι αποκλειστική ιδιοκτησία κανενός, ούτε κομματικό μονοπώλιο. Είναι μια διαρκής αναμέτρηση με τις παθογένειες, την αναξιοκρατία και τη φαυλότητα. Το ίδιο και η συζήτηση για τον χαρακτήρα του μαθήματος της Ιστορίας. Λες και η διαμόρφωση εθνικής συνείδησης είναι ξένη προς το κοινωνικό και το ευρύτερο ουμανιστικό περιεχόμενό της. Σε μια ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών η αρμονία ανάμεσα στον πατριωτισμό, τον σεβασμό στις πατρίδες των άλλων και τη διαφορετικότητα είναι δημοκρατικό κεκτημένο, αδιαπραγμάτευτο.  
     
    Η κοινότητα των ιστορικών στην πατρίδα μας έχει άξια στελέχη από όλους τους ιδεολογικούς χώρους, που είναι σε θέση να προσφέρουν στη νέα γενιά παιδεία υψηλής ποιότητας και αισθητικής. Ας τους εμπιστευθούμε, δίχως αποκλεισμούς  και αντιπαλότητες. Δεν έχουμε, πιστεύω, την πολυτέλεια να πράξουμε διαφορετικά. Εχουμε ήδη συμπληρώσει σχεδόν δύο δεκαετίες ατέρμονων συζητήσεων. Ομως, στην εποχή της Τετάρτης Βιομηχανικής Επανάστασης, ακόμη και η μία χαμένη μέρα έχει τη σημασία της. Την ίδια στιγμή, χώρες που υπολείπονταν αναπτυξιακά από την Ελλάδα τείνουν να την προσπεράσουν βαδίζοντας την οδό των μεταρρυθμίσεων.
     
    * Ο κ. Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης είναι καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο ΑΠΘ.

     =====================

    “Οι νέοι Οθωμανοί είναι φίλοι μας”… αν εξωραΐσουμε τους Οθωμανούς! 


    Το 1821 αντιμετωπίσαμε με επιτυχία την Οθωμανική Αυτοκρατορία και κατορθώσαμε να ελευθερώσουμε ένα τμήμα του Ελληνισμού. Το έθνος που προϋπήρχε επί αιώνες δημιούργησε κράτος. Και το μικρό κράτος έγινε το εφαλτήριο για την απελευθέρωση περισσοτέρων εδαφών με ελληνικούς πληθυσμούς.

    Ο εορτασμός των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως μας βρίσκει αντιμέτωπους με τον ίδιο αντίπαλο. Τα πρόσωπα, τα μέσα, οι συνθήκες διαφέρουν, αλλά η κοσμοθεωρία είναι παρεμφερής. Ο Ερντογάν από την πρώτη ημέρα της ανόδου στην εξουσία εφαρμόζει πιστά και σταθερά το δόγμα του νέου Οθωμανισμού.

    Δεν είναι τυχαίο ότι όποτε επισκέπτεται βαλκανικές χώρες αναφέρεται στο οθωμανικό παρελθόν τους. Όταν προ 13 ετών επισκέφθηκε το Σαράγεβο της Βοσνίας είπε χαρακτηριστικά ότι το όνομα είναι Σαράι- Μπόσνα, δηλαδή το Οθωμανικό ανάκτορο της Βοσνίας. Με την ίδια λογική παρεμβαίνει δυναμικά στην Αλβανία και εκπαιδεύει τον στρατό των Σκοπίων, ενώ έχει ανοίξει στρατιωτικά μέτωπα στη Συρία, στη Λιβύη, στον Καύκασο και αλλού.

    Η χειρότερη συνταγή για την αντιμετώπιση του νέου Οθωμανισμού είναι η τακτική του κατευνασμού. Αν εμείς υποχωρούμε στο όνομα των σχέσεων καλής γειτονίας το θηρίο δεν εξημερώνεται, αλλά αποθρασύνεται. Από τη δεκαετία του 1990 έχει ξεκινήσει μία προσπάθεια εξωραϊσμού της Τουρκοκρατίας, με την αφελή δικαιολογία «να βελτιώσουμε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις».

    Συγκροτήθηκαν επιτροπές ιστορικών από τις δύο χώρες για την αλλαγή των σχολικών βιβλίων, καλλιεργήθηκε η εντύπωση ότι τα δικά μας βιβλία είναι εθνικιστικά, απαλείφθηκαν οι μάρτυρες της Πίστεως και της Πατρίδος και φτάσαμε στο σημείο να αποκαλείται «συνωστισμός» η γενοκτονία του Ελληνισμού της Ανατολής.

    Μία μειοψηφία μελετητών της Ιστορίας προσπαθεί να μας πείσει ότι περνούσαν καλά οι πρόγονοί μας επί Τουρκοκρατίας. Μάλιστα δεν θέλουν να μιλούμε για Τουρκοκρατία, αλλά για Οθωμανική διοίκηση, στην οποία υπήρχε ….αρμονική συνύπαρξη θρησκευτικών κοινοτήτων.

    Όμως οι ιστορικές πηγές βοούν για τα μαρτύρια και τους εξευτελισμούς που υπέστησαν οι Ορθόδοξοι Έλληνες. Σε τελευταία ανάλυση, αν περνούσαν καλά οι πρόγονοί μας, γιατί οργάνωσαν δεκάδες επαναστατικά κινήματα ήδη από την πρώτη δεκαετία μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως;

    Μένω λίγο περισσότερο στο όρο Τουρκοκρατία, ο οποίος ενοχλεί. Ιστορικά είναι σωστός. Τον 16ο αιώνα ο Γερμανός φιλέλληνας Μαρτίνος Κρούσιος εξέδωσε την αλληλογραφία του με Έλληνες φίλους του υπό τον τίτλο: TURCOGRAECIA, δηλαδή Τουρκοκρατούμενη Ελλάς. Ο Κρούσιος και γενικότερα οι Δυτικοί Ευρωπαίοι ήξεραν καλά ότι από τους Τούρκους ταλαιπωρούμαστε. Και τα δημοτικά τραγούδια την αντίθεση των Ελλήνων στην τουρκική σκλαβιά εκφράζουν.

    Άλλωστε η Οθωμανική Αυτοκρατορία ακόμη και σε διπλωματικά έγγραφα αναφέρεται ως Τουρκία. Το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830 για την ανεξαρτησία της Ελλάδος προβλέπει την κατάπαυση των συγκρούσεων μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Ορθώς, λοιπόν, κάνουμε λόγο για Τουρκοκρατία έστω κι αν ενοχλούνται οι αναθεωρητές.

    Η λογική των εξωραϊστών είναι: Αφού ήταν ανεκτικοί οι Οθωμανοί, άρα και οι νέοι Οθωμανοί είναι φίλοι μας. Και η προέκταση της σκέψης: Ας κάνουμε υποχωρήσεις στην Κύπρο και στο Αιγαίο.

    Πρόκειται για εσφαλμένη προσέγγιση, η οποία άνοιξε περισσότερο την όρεξη του Ερντογάν.Ας μην σβήσουμε από τα βιβλία τους Νεομάρτυρες και τους Εθνομάρτυρες. Σ’ αυτούς οφείλουμε την Ελευθερία μας!

    Κωνσταντίνος Χολέβας
    Παραπολιτικά 

Σχόλια