Γράφει ο Γιάννης Ραχιώτης –
Είναι γνωστό ότι η Διεθνής Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 αναγνωρίζει στα παράκτια κράτη δικαίωμα χωρικών υδάτων μέχρι 12 μίλια, υφαλοκρηπίδας κατ’ αρχήν 200 μίλια (ναυτικά) και ΑΟΖ 200 μίλια με αφετηρία τις “γραμμές βάσης”. Σε περίπτωση ανεπαρκών αποστάσεων προβλέπεται η αρχή της μέσης γραμμής. Το δικαίωμα στην υφαλοκρηπίδα θεωρείται αυθύπαρκτο, ενώ για την ΑΟΖ απαιτείται καθορισμός. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Τα ίδια δικαιώματα απονέμει ρητά η σύμβαση και στα νησιά. Τη σύμβαση έχει υπογράψει η Ελλάδα, όχι όμως και η Τουρκία, οπότε κατ’ αρχήν δεν την δεσμεύει. Αυτό δεν την εμπόδισε να καθορίσει ΑΟΖ με τη Λιβύη, με τη διαδικασία που προβλέπει η σχετική σύμβαση. Η Τουρκία δηλώνει ότι δεν αναγνωρίζει υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ στα νησιά, γι’ αυτό και δεν προσχωρεί στη Σύμβαση. Συνεπώς, με βάση τη μέση γραμμή, θεωρεί ότι αποτελεί δική της υφαλοκρηπίδα (και μελλοντικά ΑΟΖ) το μισό Αιγαίο και ολόκληρη η θαλάσσια έκταση μεταξύ Κύπρου, Τουρκίας, Καστελόριζου, Ρόδου και Κρήτης.
Αφετηρία της τρέχουσας κρίσης είναι η απόφαση της Τουρκίας να κάνει πράξη τη θέση της. Δηλαδή να ασκήσει κυριαρχικά δικαιώματα που αυθαίρετα αποδίδει στον εαυτό της, κάνοντας γεωλογικές έρευνες σ’ αυτό που δηλώνει υφαλοκρηπίδα της, ενώ σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, είναι δυνάμει ελληνική υφαλοκρηπίδα. Αν πετύχει να υλοποιήσει ντε φάκτο τη θέση της, το σύνολο των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου θα εγκλωβιστούν εντός τουρκικής υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ.
Επομένως, η Τουρκία θα ασκεί αποκλειστικά έρευνα και εκμετάλλευση βυθού, αλιεία, θα έχει δικαίωμα να τοποθετεί πλωτές εξέδρες, να δημιουργεί τεχνητά νησιά κοκ. Η απώλεια της υφαλοκρηπίδας είναι προφανές ότι θα δημιουργήσει ασφυξία στα ελληνικά νησιά. Ταυτόχρονα, θα θέσει και θέματα κυριαρχίας αφού δεν θα είναι οικονομικά βιώσιμα και τελικά θα οδηγήσει στη δορυφοροποίηση της Ελλάδας.
Η Ελλάδα ελπίζει στην ΕΕ
Η Τουρκία απαιτεί από την Ελλάδα να αποδεχθεί ως τετελεσμένο την απώλεια της υφαλοκρηπίδας της, ή να την υπερασπιστεί με πόλεμο. Αυτό είναι το πλαίσιο της σημερινής κρίσης και το δίλημμα είναι περισσότερο από σαφές. Η ελληνική ελίτ έδωσε την απάντησή της: Σιωπηλή αποδοχή των πράξεων κυριαρχίας της Τουρκίας και εκκλήσεις στους “εταίρους” και “συμμάχους” για μια δήλωση καταδίκης.
Το μάξιμουμ των διακηρυγμένων επιδιώξεών της είναι να επιβάλει η ΕΕ κυρώσεις! Η ΕΕ φυσικά παραπέμπει ακόμη και τη συζήτηση περί κυρώσεων στις ελληνικές καλένδες. Όμως, εκεί που οι κυρώσεις προωθούν τα δυτικά συμφέροντα, επιβάλλονται αμέσως! Προς το εσωτερικό θέτει το ερώτημα «και τι θέλατε να κάνουμε, πόλεμο» (υπονοώντας ότι η ήττα θα ήταν βέβαιη).
Η απάντηση είναι ότι αυτό που σε πρώτη φάση χρειάζεται είναι να μην κάνουν τα πράγματα χειρότερα. Να μην διακινούν γελοίους ισχυρισμούς ότι το Oruc Reis δεν κάνει έρευνες, γιατί το εμποδίζει ο θόρυβος των πολεμικών που το συνοδεύουν, οπότε δεν θίγει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα! Τότε γιατί εκλιπαρούν για κυρώσεις; Να μην κάνουν σπασμωδικές ρυθμίσεις με τρίτες χώρες, παρέχοντας κυριαρχικά μας δικαιώματα (μειωμένη επήρεια των νησιών, αλιευτικά δικαιώματα κοκ).
Αλήθεια τι επιδιώκουν να δείξουν στην Τουρκία με αυτές τις συμφωνίες; Ότι εκχωρούν κυριαρχικά δικαιώματα σε τρίτους, με συνοπτικές διαδικασίες; Να δικαιώσουν την θέση της ότι τα νησιά πρέπει να έχουν λιγότερα δικαιώματα στη θάλασσα από ό,τι τα ηπειρωτικά εδάφη; Εν τέλει, σε τι μας βοήθησαν οι παραχωρήσεις στην Αίγυπτο και Ιταλία, στην εν εξελίξει ελληνοτουρκική κρίση; Δυστυχώς, το ζήτημα τέθηκε από την Άγκυρα κυνικά: «Εμείς παίρνουμε εδώ και τώρα αυτό που θεωρούμε ότι μας ανήκει και αν δεν το αποδέχεσαι έλα να πολεμήσεις». Επιβεβαιώθηκε για μια ακόμη φορά ότι στις διεθνείς σχέσεις προέχον είναι η ισχύς. Aυτή καθορίζει (και) την ερμηνεία του διεθνούς δικαίου.
Η Τουρκία και τα δυτικά συμφέροντα στην Ανατολή
Αντίθετα, η ελληνική ελίτ ασχολείται με τις επικοινωνιακές εντυπώσεις και βαυκαλίζεται ότι δημιουργεί φανταστικές συμμαχίες που δεν έχουν επαφή με τα πραγματικά δεδομένα. Τα περί προσφυγής σε διεθνή δικαστήρια, αυτή τη στιγμή ακούγονται εκτός θέματος. Η Τουρκία δεν περιμένει κάποια δικαστική απόφαση για να πάρει αυτό που θέλει. Ήδη το κατοχυρώνει και μάλιστα χωρίς πρακτική αντίσταση από την πλευρά μας!
Είναι εκτός πραγματικότητας να περιμένουμε ότι το ΝΑΤΟ θα “συνετίσει” την “τουρκική παραβατικότητα”, για να επικαλεστούμε την παιδαριώδη-απολιτική φρασεολογία των κυβερνητικών ιθυνόντων. Η Τουρκία για λογαριασμό του ΝΑΤΟ διεξάγει σήμερα δύο πολέμους, στη Λιβύη και στη Συρία. Θυμίζουμε ότι εναγωνίως η κυβέρνηση Τράμπ, από την αρχή της θητείας της, έψαχνε αντικαταστάτη στην κατοχή της βορειοανατολικής Συρίας. Αρνήθηκε η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος και η Γαλλία. Μόνο η Τουρκία βρέθηκε διαθέσιμη.
Εξασφαλίζει σήμερα, για λογαριασμό των ΗΠΑ-Ισραήλ, τη συνέχιση της κατοχής της βορειοανατολικής Συρίας και τον εγκλωβισμό της Ρωσίας σε ένα πόλεμο φθοράς. Στη Λιβύη η κυβέρνηση Σαράτζ είναι οι εγκάθετοι της Δύσης, έστω και με γκρίνιες από τη Γαλλία. Η Τουρκία ήταν αυτή που απέτρεψε τον κίνδυνο κατάρρευσής της και ανέτρεψε τους πολεμικούς συσχετισμούς. Στάθηκε εμπόδιο στη Ρωσία και σε αυτό το μέτωπο.
Ήδη δηλώνει διαθέσιμη για εμπλοκή και στον πόλεμο της Υεμένης, για να πετύχει εκεί που απέτυχε η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Γαλλία. Ξεκάθαρα, ο ρόλος της Τουρκίας για την προώθηση των δυτικών συμφερόντων στην Ανατολή, παραμένει αναντικατάστατος. Αυτό θα καθορίζει τη στάση της Δύσης σε οποιαδήποτε ελληνοτουρκική σύγκρουση. Ακόμη και της Γαλλίας, που κάποιοι πιστεύουν, χωρίς καμία τεκμηρίωση, ότι θα είναι δίπλα στην Ελλάδα ακόμη και σε πόλεμο.
Η υλοποίηση των φιλοδοξιών του Μακρόν για ανάκτηση της γαλλικής πατρωνίας στο Λίβανο εξαρτάται προφανώς από τη συντήρηση του πολέμου στη Συρία. Τη δουλειά αυτή τη διεκπεραιώνει η Τουρκία. Οι νεοαποικιοκρατικές του φιλοδοξίες στην Αφρική, εξαρτώνται απολύτως από το περιθώριο που θα του αφήσουν εκεί οι ΗΠΑ. Αυτά δείχνουν ότι πραγματική δέσμευση της Γαλλίας στο πλευρό της Ελλάδας δεν μπορεί να υπάρξει, ακόμη και η φραστική είναι και θα παραμείνει μετρημένη.
Η ΕΕ αδυνατεί να πιέσει την Τουρκία
Δυστυχώς, το ΝΑΤΟ δεν είναι ούτε δομή αλληλεγγύης, ούτε αρένα δημιουργίας συσχετισμών. Είναι απλά το εργαλείο που έφτιαξαν και διευρύνουν συνεχώς οι ΗΠΑ για την προώθηση των συμφερόντων τους, τα οποία, παρά τις μικροτριβές, ταυτίζονται με τα συμφέροντα και των υπολοίπων μεγάλων χωρών της Δύσης. Για την περιοχή μας στόχος του ΝΑΤΟ είναι να εξασφαλίζει ότι η Ανατολική Μεσόγειος θα παραμένει “αμερικανική λίμνη”. Η αναλογία των παρόχθιων στην αμερικανική λίμνη λίγο ενδιαφέρει. Γι’ αυτό και η εκκωφαντική σιωπή του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ σε αυτή τη φάση της κρίσης.
Οι μάταιες γερμανικές μεσολαβητικές προσπάθειες το μόνο που κατάφεραν ήταν να υπογραμμίσουν ότι κανείς δεν πρέπει να αντιμετωπίζει την ΕΕ σαν μηχανισμό πίεσης προς την Τουρκία, γιατί απλούστατα η Τουρκία έχει την τύχη να μην είναι μέλος της ΕΕ. Επομένως τα γνωστά εργαλεία πίεσης της ΕΕ (νομισματική κυκλοφορία, έλεγχος του τραπεζικού συστήματος, χρηματοδοτήσεις, κοινοτική νομοθεσία, πρόστιμα, έλεγχος της εσωτερικής αγοράς) απλά δεν έχουν πεδίο εφαρμογής εναντίον της.
Αντίθετα έχουν και παραέχουν στην Ελλάδα, που υπάγεται στη διοίκηση του διευθυντηρίου. Αυτή ακριβώς η ανεξαρτησία της από την ΕΕ επιτρέπει στην Τουρκία να πιέζει, αντί να πιέζεται. Κανείς δεν πρέπει να ξεχνά, επίσης, ότι όλες οι χώρες της ΕΕ είναι μέλη του ΝΑΤΟ. Θα ήταν αφελές να πιστέψει κάποιος ότι η ΕΕ μπορεί να εφαρμόσει εξωτερική πολιτική διαφορετική από αυτή της στρατιωτικής δομής, στην οποία ανήκουν οι χώρες-μέλη της.
Συμπεριφορά ηττημένου έχει η Ελλάδα
Κανείς λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να είναι αισιόδοξος για το αποτέλεσμα, αν συνεχίζει να διαχειρίζεται την ελληνοτουρκική σύγκρουση η σημερινή ελληνική ελίτ. Η δουλικότητά της και η ανικανότητά της να παράγει αυτόνομη πολιτική για τη χώρα, επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά. Αυτό που την απασχολεί τώρα είναι να πείσει (στο εσωτερικό) ότι προς το παρόν δεν έγινε τίποτα, οπότε η αποφασιστική αντίδραση μπορεί να αναβληθεί για την επόμενη φάση (των γεωτρήσεων ή κάποτε στο άδηλο μέλλον)!
Πρόκειται για συμπεριφορά ήδη ηττημένου! Η ελληνική ελίτ μας οδήγησε για μια ακόμη φορά στο να υποστούμε συνέπειες στρατιωτικής ήττας, χωρίς πόλεμο. Αν τελικά συρθούμε και σε πόλεμο, επειδή η τουρκική κυβέρνηση θα τον επιβάλει, δεν πρέπει να χαιρόμαστε που τη διοίκησή θα την έχει το σημερινό πολιτικό σύστημα. Μακροπρόθεσμα, αν κλείσει ο σημερινός κύκλος χωρίς ανεπανόρθωτες απώλειες, από τη σημερινή κρίση έγινε φανερό ότι η Τουρκία μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο σε ένα διαφορετικό πλαίσιο, έξω από το φαύλο κύκλο δουλικότητας και εξάρτησης.
Πρώτο βήμα πρέπει να είναι η ανάκτηση του ελέγχου της οικονομίας και των ενόπλων δυνάμεων από μια πατριωτική κυβέρνηση, που θα βάλει τη χώρα σε άλλες διεθνείς ισορροπίες με άξονα τα ελληνικά συμφέροντα, όχι αυτά του ΝΑΤΟ ή της ΕΕ. Αυτό μπορεί να γίνει αν αξιοποιηθούν οι νέες δυνατότητες που προσφέρει ο αναδυόμενος πολυπολικός κόσμος.
Σχόλια