Γενικεύεται η φτώχεια στην Ελλάδα


Στο όριο της φτώχειας, ή και πιο κάτω από αυτό ζει το 40% των Ελλήνων πολιτών, σύμφωνα με το ΙΝΕ / ΓΣΕΕ που διαπιστώνει τη ραγδαία επιδείνωση των βασικών δεικτών της οικονομίας τον τελευταίο χρόνο.

Σύμφωνα με την έκθεση που έχει κοινοποιηθεί στον πρωθυπουργό, τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και τους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης, προκειμένου τα στοιχεία της να χρησιμοποιηθούν κατά τη διαπραγμάτευση με τους εκπροσώπους των δανειστών, οι οποίοι επιμένουν σε νέες επώδυνες παρεμβάσεις σε ασφαλιστικό και εργασιακά, τέσσερις στους δέκα Έλληνες έχουν διαθέσιμο εισόδημα μικρότερο του αντίστοιχου ορίου φτώχειας του 2009!

Το Ινστιτούτο της ΓΣΕΕ προτείνει τον επανασχεδιασμό τής χρηματοδότησης των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας και ζητά την επαναρρύθμιση της αγοράς εργασίας, με αποκατάσταση των ΣΣΕ και του κατώτατου μισθού.

  • Αναλυτικά, σύμφωνα με την έκθεση, το ποσοστό απόλυτης φτώχειας των μισθωτών πλήρους απασχόλησης το 2009 ανερχόταν στο 7,6%, ενώ το 2012 στο 19,7%. Για τους αυτοαπασχολούμενους πλήρους απασχόλησης το ίδιο ποσοστό υπολογιζόταν το 2009 στο 23,5%, ενώ το 2012 είχε αυξηθεί στο 37,4%.
  • Πιο σημαντική ήταν η επιδείνωση για τους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης, για τους οποίους το ποσοστό απόλυτης φτώχειας από 30,1% το 2009 αυξήθηκε σε 51,7% το 2012… Η μερική απασχόληση, άλλωστε, σύμφωνα με τη μελέτη της ΓΣΕΕ, κερδίζει διαρκώς έδαφος. Το ποσοστό της αυξήθηκε σημαντικά από περίπου 6% το 2009 στο 10% το 2014. Αξιοσημείωτο είναι πως το ποσοστό τής μη ηθελημένης μερικής απασχόλησης είναι εξαιρετικά υψηλό και πλησιάζει το 70%.

Την ίδια περίοδο ο αριθμός των ανέργων τετραπλασιάστηκε, καθώς αυξήθηκε από 364.000 το τρίτο τρίμηνο του 2008 σε 1,342 εκατομμύρια το πρώτο τρίμηνο του 2014. Αντίστοιχα, το ποσοστό φτώχειας των ανέργων αυξήθηκε από 34,8% το 2009 σε 65,5% το 2012. Αύξηση καταγράφεται και στα ποσοστά φτώχειας των συνταξιούχων, από 18,6% το 2009 σε 31,3% το 2012.

Στην έκθεση σημειώνεται πως οι νέες επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις προέβλεπαν στην πλειονότητά τους δραστική μείωση των αποδοχών της τάξης του 10-40% και η μείωση της αγοραστικής δύναμης του πραγματικού κατώτατου μισθού την περίοδο 2010 – 2014 ήταν περίπου 25%, ενώ για τους νέους κάτω των 25 ετών άγγιξε ακόμη και το 34,5%…
ΠΗΓΗ
==============


Ερευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας δείχνει ότι φέτος το καλοκαίρι το 53% των συμπατριωτών μας θα μείνει στην πόλη. Αιτία δεν είναι ο φόβος για τον κορονοϊό, αλλά η οικονομική δυσπραγία ● Το 66%, πάντως, θα… άνοιγε πανιά αν μπορούσε να συμμετάσχει σε προγράμματα κοινωνικού τουρισμού.
Ντίνα Δασκαλοπούλου, Αφροδίτη Τζιαντζή, Ραφαέλλα Μανέλη12 Ιουλίου 2020
Αν ήταν κόμμα, θα έβγαζαν κυβέρνηση με αυτοδυναμία. Το ποσοστό των Ελλήνων που δεν θα πάνε διακοπές φέτος το καλοκαίρι αγγίζει το 53%, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Βέβαια ο δυσθεώρητος αριθμός λέει μόνο τη μισή αλήθεια, καθώς πάνω από το 66% είναι έτοιμο να αναθεωρήσει την απόφασή του αν λάβει τα vouchers, είτε μέσω του προγράμματος κοινωνικού τουρισμού του ΟΑΕΔ, είτε μέσω του «Τουρισμού Για Ολους».
Παρ’ όλα αυτά, ο ένας στους τέσσερις δεν είναι σίγουρος αν θα πάει διακοπές, ακόμα και αν καταφέρει να επιδοτηθεί με το πολυπόθητο κουπόνι. Πιο αισιόδοξη είναι η πιο πρόσφατη σφυγμομέτρηση της εταιρείας Pulse, μειώνοντας το ποσοστό όσων δεν θα πάνε καθόλου διακοπές στο 28%, ή 35% αν προσθέσουμε τους αναποφάσιστους.

Η γενική εικόνα όμως παραμένει και τείνει να γίνει διαχρονικό φαινόμενο. Με ή χωρίς κουπόνια, με ή χωρίς κορονοϊό, ένα ψηλό ποσοστό των Ελλήνων, που κυμαίνεται από το 44% ώς το 75% την τελευταία δεκαπενταετία, δεν κάνει καθόλου διακοπές το καλοκαίρι. Εξίσου διαχρονική αιτία της έλλειψης διακοπών, η άσχημη οικονομική κατάσταση. Ακόμα και φέτος όσοι δεν θα πάνε διακοπές αναφέρουν ως βασική αιτία την έλλειψη χρημάτων και όχι την πανδημία.
Μπάνια ταλαιπωρίας
Ποιο είναι όμως το προφίλ των «μη διακοπάτων»; Ανθρωποι κάθε ηλικίας, άνεργοι και εργαζόμενοι, είτε εμπίπτουν στον ορισμό του «εργαζόμενου-φτωχού» είτε όχι, συνταξιούχοι χωρίς ρίζες σε χωριό, ακόμα και οικογένειες με παιδιά, αναγκάζονται να περάσουν το καλοκαίρι στα πυρωμένα τσιμέντα, με μόνη διέξοδο τα μπάνια στις όχι πάντα καθαρές παραλίες της Αττικής.
Οι φορτωμένοι συρμοί του προαστιακού και του τραμ τους θερινούς μήνες, με μανάδες, μωρά, εφήβους, με συμπράγκαλα παραλίας παραμάσχαλα, είναι ενδεικτικοί του πώς ορίζονται τα μπάνια του λαού για τους λιγότερο προνομιούχους: μπάνια ταλαιπωρίας, ιδρώτα και πολύωρης μετακίνησης. Αυτές θα είναι οι φετινές διακοπές για ένα μεγάλο ποσοστό των παιδιών της πόλης.
Η Μαριάννα είναι 25 χρόνων και στην ενήλικη ζωή της έχει πάει διακοπές μόλις έξι μέρες σε κάμπινγκ. Τα υπόλοιπα καλοκαίρια της τα πέρασε σε τουριστικό θέρετρο στην Κρήτη. Οχι ως παραθερίστρια, αλλά ως σκληρά εργαζόμενη. Πότε στην οικογενειακή επιχείρηση, που τώρα έχει κλείσει, πότε σε καφέ-μπαρ ως γκαρσόνα.
«Μου έχουν πει άπειρες φορές ότι είμαι τυχερή γιατί είναι σαν να κάνω μόνιμες διακοπές. Τους εξηγώ ότι περνάω τον χρόνο μου καθηλωμένη στο ίδιο σημείο, δεν προλαβαίνω καν να πάω για ένα μπάνιο. Μολονότι η θάλασσα είναι πέντε λεπτά από το σπίτι μου. Δουλεύω 12ωρα, 9 το πρωί με 9 το βράδυ. Μετά ίσα που έχω το κουράγιο να πάω για μια μπίρα».
Ούτε φέτος η Μαριάννα θα πάει διακοπές. Αλλά ούτε δουλειά θα έχει στο νησί, αφού ο τουρισμός έχει βουλιάξει. «Αφού δεν θα δουλέψω σεζόν, θα είμαι άνεργη, όπως όλη η οικογένειά μου. Το μόνο καλό είναι ότι ούτε οι φίλοι μου θα πάνε διακοπές. Θα κάνουμε παρέα, θα αράζουμε όλοι μαζί σε ταράτσες. Ισως βάλουμε και φουσκωτή πισίνα».
Kώστας είναι 45 χρόνων και εργάζεται σε μεταφραστική εταιρεία – από τον Μάρτιο και μετά αποκλειστικά με τηλεργασία. Φέτος είναι η πρώτη χρονιά από το καλοκαίρι του 2015 που δεν θα πάει καθόλου διακοπές. «Δεν είναι μόνο ότι διστάζω να πάω σε νησί λόγω κορονοϊού. Είναι ότι για μένα η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων μου άλλαξε. Μετά την περιπέτεια του κορονοϊού αναδείχθηκε πιο σημαντικό να κάνεις ό,τι αγαπάς, με οποιονδήποτε τρόπο. Κατάλαβα ότι όλο αυτό με τις διακοπές με καταπιέζει.
»Εχει αλλάξει και το νόημα των διακοπών μετά από όλα αυτά. Υποτίθεται ότι πας διακοπές για να βρεθείς μόνος σου, τώρα βρίσκεσαι μόνος σου ούτως ή άλλως. Συνήθως πάω 15 μέρες διακοπές, φιλοξενούμενος στο εξοχικό κάποιου φίλου. Ομως ούτε αυτό με καλύπτει, θέλω να είμαι αυτόνομος. Θα κάτσω σπίτι με τους δίσκους μου και τα βιβλία μου. Για μένα η δημιουργικότητα είναι πιο σημαντική από τις διακοπές. Τώρα που ούτως ή άλλως όλοι κρατάνε αποστάσεις, είναι καιρός να ασχοληθώ με δικά μου πράγματα που πάντα άφηνα πίσω».
Τα παιδιά στο χωριό
Η Γιώτα είναι πωλήτρια σε συνοικιακό κατάστημα εσωρούχων. Μητέρα δύο παιδιών που πάνε Δημοτικό, το όνειρό της για φέτος δεν είναι να πάει η ίδια διακοπές, αλλά «να στείλω τα παιδιά στο χωριό του άντρα μου με τη γιαγιά τους. Η θάλασσα δεν είναι κοντά, αλλά θα αλλάξουν παραστάσεις, δεν θα είναι κλεισμένα όλη μέρα στο σπίτι».
Η αιτία που θα παραμείνει στην Αθήνα δεν είναι ο κορονοϊός, αλλά τα χρήματα. «Το να πάρω άδεια είναι εύκολο. Ούτως ή άλλως ο ιδιοκτήτης κλείνει το μαγαζί κάποιες μέρες τον Αύγουστο. Ομως αν δεν υπάρχει “αυτό” δεν πας πουθενά», μας λέει, κάνοντας τη χαρακτηριστική κίνηση με τα δάχτυλα. Εκανε αίτηση για κοινωνικό τουρισμό; τη ρωτάμε. «Το σκέφτηκα, αλλά τελικά δεν μπήκα καν στον κόπο. Ακόμα και αν μας δώσουν βάουτσερ, δεν ξέρω αν θα μπορέσουμε να καλύψουμε το υπόλοιπο κόστος. Καλύτερα εδώ σπίτι, να ξεκουραστούμε, να έχουμε χρόνο να οργανωθούμε για τον χειμώνα. Ολοι λένε ότι μας περιμένουν νέες περιπέτειες…».

Μένουν σπίτι γιατί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στο κόστος

2020
■ Πάνω από τους μισούς Ελληνες είτε δεν θα πάνε καθόλου διακοπές (19%), είτε δεν γνωρίζουν αν θα πάνε (34%). Οσοι δεν πάνε διακοπές είναι λόγω έλλειψης χρημάτων κατά 36%, λόγω κορονοϊού κατά 32% και λόγω φόρτου εργασίας κατά 22%
■ Ενας στους τέσσερις Ελληνες αδυνατεί να αντεπεξέλθει στο κόστος διακοπών, με το 23% να σχεδιάζει μικρότερης διάρκειας διακοπές από τις περσινές
2018
■ Το 28,3% του ευρωπαϊκού πληθυσμού αδυνατεί να αντέξει οικονομικά μία εβδομάδα διακοπών ετησίως
■ Ο αντίστοιχος ελληνικός μέσος όρος είναι 51%, αυξημένος κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες από το 2013
2016
■ Πολυτέλεια είναι οι διακοπές για έναν στους τρεις Ευρωπαίους
■ Το 33% των νοικοκυριών σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης δυσκολεύονται να πληρώσουν ένα επταήμερο ταξίδι
■ Το ποσοστό των Ελλήνων που αδυνατούν να πληρώσουν μία εβδομάδα διακοπών αυξάνεται από 51,2% το 2011 σε 53,6%
2014
■ Μόνο το 25% των Ελλήνων έχει δυνατότητα να κάνει διακοπές
2006
■ Το 44% των Ελλήνων δεν πάει διακοπές κυρίως λόγω οικονομικών
Πηγές: Παν/μιο Μακεδονίας, Ιnterview, Eurostat, INKA_
Κοινωνικοί αγώνες και θερινή ανάπαυλα από την εργασία
Ο COVID-19 δεν άλλαξε μόνο τον τρόπο που ταξιδεύουμε, αλλά και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τις διακοπές. Παρά το γεγονός ότι η ξεκούραση από την εργασία είναι καθολική ανάγκη, τα τελευταία χρόνια για πολλούς μοιάζει πολυτέλεια. Αν και η θερινή άδεια είναι παγιωμένη στο συλλογικό φαντασιακό, δεν είναι αυτονόητη. Αντιθέτως, έχει καθιερωθεί ως επακόλουθο κοινωνικών διεκδικήσεων. Ιστορικά, οι πρώτοι που έκαναν διακοπές ήταν οι πλούσιοι, κυρίως, Ρωμαίοι.
Οπως αναφέρει ο καθηγητής αρχαιολογίας Μιχάλης Τιβέριος, μπορεί οι αρχαίοι Ελληνες να μετακινούνταν συχνά, όμως οι Ρωμαίοι ήταν εκείνοι που καθιέρωσαν τις θερινές διακοπές ως χρόνο αναψυχής και ξεκούρασης. Μάλιστα, πολλοί από αυτούς διέθεταν επαύλεις, όπου κατέφευγαν για να απολαύσουν τον χρόνο τους μακριά από τα καθήκοντά τους στην πόλη. Οι διακοπές στην αρχαία Ρώμη συνέβαλαν στη διεύρυνση της διάκρισης ανάμεσα στην ιδιωτική και τη δημόσια σφαίρα.
Για αιώνες έπειτα, οι διακοπές παρέμειναν προνόμιο ευγενών. Με την κορύφωση της βιομηχανικής επανάστασης, η θερινή ραστώνη αποτέλεσε ηθικό δίλημμα για την ανερχόμενη τότε αστική τάξη. Για χρόνια, οι διακοπές θεωρούνταν επικίνδυνη ιδέα για τις συνήθειες της εργατικής τάξης και την απρόσκοπτη συνέχεια της παραγωγής. Οι θερινές διακοπές, ως κατοχυρωμένο δικαίωμα του εργαζομένου, καθιερώθηκαν πολύ αργότερα και η θεσμοθέτησή τους πορεύτηκε χέρι χέρι με τους εργατικούς αγώνες για το 8ωρο.
Αρκετές παράμετροι συντέλεσαν σταδιακά ώστε να αλλάξει η αντίληψη γύρω από τις διακοπές. Το κύμα των επαναστάσεων του 1848 στην Ευρώπη, τα αιτήματα της εργατικής τάξης, το αυξημένο κλίμα αλλαγών και ανασφάλειας, σε συνδυασμό με τις πρώτες παραδοχές της Ιατρικής για τη θεραπευτική αξία της θάλασσας άνοιξαν τη συζήτηση για τον χρόνο των εργατών έξω από τα εργοστάσια. Οπως καταγράφει η ιστορικός Cindy S. Aron, τον 19ο αιώνα ξεκίνησαν οι πρώτες οργανωμένες εκδρομές για γυναίκες και νέους τις θερινές Κυριακές.
Συχνά, οργανώνονταν από εταιρείες ή την Εκκλησία και αποσκοπούσαν στη διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς εργατών καθώς και στη χρηστή αξιοποίηση του χρόνου της. Καθοριστική αποδείχθηκε η εφαρμογή του φορντικού μοντέλου κινούμενης παραγωγής, στις αρχές του 1900. Ο Henry Ford ενίσχυσε την παραγωγικότητα και υπό την ανάγκη της μείωσης της εναλλαγής των εργατών στις θέσεις εργασίας αύξησε το ωρομίσθιο και καθιέρωσε το 8ωρο, έπειτα από περίπου τρεις δεκαετίες εργατικών διεκδικήσεων.
Η εφαρμογή του φορντικού μοντέλου, τα αποτελέσματα της εξουθένωσης των εργατών τα προηγούμενα χρόνια, καθώς και η ανάγκη δημιουργίας καταναλωτών για τα παραγόμενα προϊόντα της βιομηχανίας άνοιξαν τον δρόμο για τη σταδιακή καθιέρωση των διακοπών για όλο και μεγαλύτερες ομάδες του πληθυσμού.
Στον Μεσοπόλεμο τα αιτήματα για καλύτερες εργασιακές συνθήκες εντάθηκαν. Κάπως έτσι, η θερινή άδεια μετ’ αποδοχών έφτασε στην Ελλάδα το 1935. Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Γιώργο Πλειό, τα «μπάνια του λαού» που τόσο δεν ήθελε να διαταράξει με εκλογές ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1985 είναι κάτι πολύ σημαντικότερο από μια διαδεδομένη συνήθεια – ουσιαστικά πρόκειται για μια μετωνυμία των εργατικών δικαιωμάτων. Ενα δικαίωμα που γίνεται διαρκώς ζητούμενο στις αλλεπάλληλες κρίσεις της οικονομίας.
Πηγή: www.efsyn.gr

Σχόλια