H διάλυση της Ευρωζώνης είναι προτιμότερη από ένα ευρωπαϊκό υπερκράτος


Ένα Ευρωπαϊκό υπερκράτος θα επιβεβαιώσει το ρητό που λέει πως «η εξουσία καταστρέφει και η απόλυτη εξουσία καταστρέφει απολύτως».

Του Frank Hollenbeck

Απόδοση στα Ελληνικά: Νίκος Μαρής

Ο Γάλλος πρόεδρος Macron έριξε πρόσφατα μια προειδοποιητική κανονιά μπροστά στην πλώρη του ευρωπαϊκού  πλοίου-κράτους . Ανέφερε ότι αν δεν γίνουν όλες τις χώρες της ΕΕ αμοιβαία υπεύθυνες για τα χρέη μεμονωμένων χωρών,  η ΕΕ θα μπορούσε να καταρρεύσει. Τον Μάρτιο, η Κριστίν Λαγκάρντ ζήτησε από τους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης να εξετάσουν μια εφάπαξ έκδοση «κορωνο-ομολόγων» για να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Αυτό όμως συνάντησε την αντίθεση της Γερμανίας και άλλων χώρων της Βόρειας Ευρώπης, καθώς δεν θέλουν να είναι υπεύθυνες για τα χρέη των, περισσότερο σπάταλων, χωρών της ΕΕ.

Πριν από την κρίση, η Ιταλία είχε δείκτη χρέους προς ΑΕΠ στο 135%. Παρά το γεγονός ότι είχε στη διάθεσή της περισσότερο από μια δεκαετία για να μειώσει το χρέος της μετά την κρίση του 2008, η Ιταλία ανέβαλε συστηματικά την αντιμετώπιση του προβλήματος. Χωρίς πόνο στο οικονομικό επίπεδο, ή κάποια σοβαρή εξέγερση των ψηφοφόρων, οι πολιτικοί δεν θα πάρουν ποτέ το χρέος στα σοβαρά και οι χώρες τους, αναπόφευκτα, δεν θα το μειώσουν ποτέ. Αυτό ισχύει επίσης για τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, την Ιαπωνία, ακόμη και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Εάν μια κεντρική τράπεζα μπορεί αυξήσει κατά βούληση την προσφορά δανειακών κεφαλαίων, τα επιτόκια μπορούν να διατηρηθούν τεχνητά χαμηλά για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμη και πριν από αυτήν την κρίση του κορωνοϊού, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αγόραζε τεράστια ποσά «ποιοτικού» χρέους με τη μορφή κρατικών και εταιρικών ομολόγων. Αυτή η μείωση των καμπυλών απόδοσης σε ολόκληρη την Ευρώπη μείωσε επίσης το κόστος δανεισμού για χώρες όπως η Ιταλία. Χωρίς υψηλότερο κόστος δανεισμού, δεν υπάρχει πόνος, και άρα κανένα κίνητρο να κάνουν οτιδήποτε για το χρέος.

Οι ενέργειες της ΕΚΤ ήταν,ουσιαστικά, παυσίπονα για τα έθνη που δεν  αντιμετωπίζουν τον λανθάνοντα καρκίνο των υψηλών επιπέδων δημόσιου χρέους. Η τρέχουσα πολιτική της ΕΚΤ, το να κάνει δηλαδή ό,τι χρειαστεί, συμπεριλαμβανομένης της μαζικής αγοράς ιταλικών ομολόγων, δείχνει ότι δεν ανησυχεί για την πρόληψη της εξάπλωσης του καρκίνου, καθυστερώντας απλά το αναπόφευκτο.

Γιατί η Γερμανία και οι άλλοι ανησυχούν τόσο πολύ για την αμοιβαιοποίηση των χρεών; Κάθε ευρώ που εκτυπώνει η ΕΚΤ είναι ένας φόρος επί των υπολοίπων μετρητών. Είναι φόρος για κάθε άτομο στην ευρωζώνη. Με την νομισματοποίηση του ιταλικού χρέους, η ΕΚΤ αναγκάζει κάθε Γερμανό πολίτη -κάθε άτομο που χρησιμοποιεί το ευρώ- να πληρώσει τις ιταλικές δαπάνες. Η γερμανική κυβέρνηση προφανώς ενδιαφέρεται περισσότερο για τους ομολογιούχους παρά για τους πολίτες της. Διαφορετικά θα αντιτασσόταν σθεναρά στην τωρινή εκτύπωση ψευδο-χρήματος από την ΕΚΤ.

Το υπερβολικό χρέος δεν είναι απλώς ένα ιταλικό πρόβλημα. Η Γαλλία έχει αναλογία χρέους προς ΑΕΠ στο 98%, αλλά έχει ήδη δηλώσει ότι θα αυξηθεί σε 115%, μετά τα πολλά υποσχόμενα δώρα του Απριλίου. Φυσικά, με την παγκόσμια οικονομία να πέφτει σε ύφεση, ή ενδεχομένως σε καχεξία, το 150% είναι πιθανώς ένας πιο ρεαλιστικός αριθμός. Τα ποσοστά θα είναι ακόμη χειρότερα για την Ισπανία και την Ιταλία. Χωρίς κάποια αμοιβαιοποίηση των χρεών τους, μια ακόμα κατάσταση τύπου Ελλάδας αποτελεί βεβαιότητα.

Οι ανησυχίες του Macron είναι απολύτως δικαιολογημένες

Σαν έναν παχύσαρκο που θέτει στόχους απώλειας βάρους, οι ευρωπαϊκές χώρες ξέχασαν γρήγορα τον στόχο χρέους 60% του ΑΕΠ που τέθηκε στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η Ευρώπη ήταν ήδη ένας ζωντανός νεκρός. Η κρίση του κορωνοϊού απλώς αποκάλυψε τις υποκείμενες δυσλειτουργικές οικονομικές της πολιτικές.

Η αντίστροφη μέτρηση για την ύπαρξη της ΕΕ έχει αρχίσει. Τα ευρωπαϊκά έθνη θα έχουν σύντομα τη ζοφερή επιλογή είτε να δώσουν ένα τέλος στην ευρωζώνη, όπως υφίσταται τώρα, είτε να εγκλωβιστούν όλα, μόνιμα, σε ένα καθεστώς χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης και αυξανόμενου πληθωρισμού. Η αμοιβαιοποίηση χρεών σημαίνει αύξηση της πίεσης στα γερμανικά επιτόκια.

Εάν η Γερμανία και οι άλλες χώρες της Βόρειας Ευρώπης διατηρήσουν την τωρινή τους στάση, μια κρίση δημόσιου χρέους πιθανότατα θα οδηγήσει στο τέλος του ευρώ και σε επιστροφή στα εθνικά νομίσματα. Αυτό το σενάριο δεν είναι σε καμία περίπτωση δεδομένο, αλλά αν συμβεί αυτό, θα είναι προφανώς ένα σοκ για την παγκόσμια οικονομία. Αλλά όχι απαραίτητα μια καταστροφή. Έχουμε πολλά παραδείγματα χωρών που άλλαξαν νόμισμα χωρίς καταστροφικές συνέπειες. Οι ΗΠΑ επέστρεψαν από το νόμισμα της κοινοπολιτείας στον χρυσό και το ασήμι. Η Γερμανία πήγε από το reichsmark στο rentenmark το 1923, και οι Γάλλοι πήγαν από το assignat στο χρυσό φράγκο μετά τον υπερπληθωρισμό του 1790–97.

Θα σήμαινε το τέλος του ευρώ και το τέλος της ΕΕ; Είναι δύσκολο να φανταστούμε τα μεγάλα και δαπανηρά θεσμικά όργανα της ΕΕ να επιβιώνουν από την επικείμενη οικονομική αναταραχή. Ωστόσο, τίποτα δεν εμποδίζει τα ευρωπαϊκά κράτη να επιστρέψουν στον αρχικό, αδάπανο σκοπό της ΕΕ: την ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων, αγαθών και κεφαλαίων μεταξύ των κρατών μελών. Το τέλος της ΕΕ ως υπερκράτους, με τους μυριάδες κανονισμούς του, μπορεί να μην είναι απαραιτήτως κάτι κακό.

Δεν θα είναι η πανδημία του COVID-19 από μόνη της, η αιτία για την κατακλυσμική αλληλουχία των επερχόμενων οικονομικών γεγονότων. Η πανδημία μπορεί να είναι σύντομη, αλλά οι οικονομικές επιπτώσεις της πολιτικής των λουκέτων θα διαρκέσουν πολύ περισσότερο. Η Ευρώπη μπορεί να είναι το πρώτο ντόμινο που έπεσε, αλλά θα ακολουθήσουν σίγουρα κι άλλα. Σε τελική ανάλυση, ο τρέχων λόγος χρέους/ΑΕΠ της Ιαπωνίας είναι πάνω από 200%  και αναμένεται να γίνει πολύ μεγαλύτερος.

Οι ιστορικοί του μέλλοντος μπορεί να ανατρέχουν σε αυτήν την περίοδο ως ενδεικτική της ανοησίας να δοθεί στις κεντρικές τράπεζες η ανεμπόδιστη εξουσία να χειραγωγούν την προσφορά χρήματος και τα δημόσια οικονομικά. Όπως λέει το ρητό, «Η απόλυτη δύναμη καταστρέφει απολύτως». Αυτό ισχύει τόσο για τις κεντρικές τράπεζες, όσο και για τους βασιλιάδες και τα κοινοβούλια.

***

Ο Frank Hollenbeck έχει υπάρξει επικεφαλής Οικονομολόγος σε θέσεις του State Department, Επικεφαλής Οικονομολόγος στην εταιρεία Caterpillar Overseas, Αναπληρωτής Διευθυντής σε ελβετική ιδιωτική τράπεζα και είναι πρώην λέκτορας στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Γενεύης.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Ludwig von Mises

ΠΗΓΗ

Σχόλια