Μάρτσελ Φράτσερ Γερμανός οικονομολόγος : “Ο κορονοιός το τελευταίο καρφί στο φέρετρο του Νεοφιλελευθερισμού»

Του Μιχάλη Ψύλου
από την εφημερίδα Δημοκρατία

Ο διάσημος Γερμανός οικονομολόγος Μάρτσελ Φράτσερ δεν μασάει τα λόγια του :
« Θα έλεγα ότι η κρίση του κορονοϊού είναι κάτι σαν το τελευταίο καρφί στο φέρετρο του νεοφιλελευθερισμού» γράφει ο  Πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας (DIW) σε άρθρο του στον Der Spiegel. “Στην κρίση αυτη, η οικονομία βασίζεται στην κρατική βοήθεια. Τα όρια των ελεύθερων αγορών και η ισχύς της πολιτικής φάνηκαν  στον αγώνα κατά των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας . Εάν οι κοινωνίες βασίζονταν μόνο στον ελεύθερο ανταγωνισμό, οι κίνδυνοι θα ήταν υπερβολικά μεγαλυτεροι» λέει ο Φράτσερ και προσθέτει:
  • “Τώρα το βλέπουμε καθαρά : Το κράτος είναι η τελευταία λύση όταν τα πράγματα δυσκολεύουν. Η αγορά δεν μπορεί πλέον να λειτουργεί μόνη της σε κρίσιμους τομείς.Το είχε δείξει άλλωστε η οικονομική κρίση του 2008/2009 , όπως και η μετανάστευση και η κλιματική κρίση»
Ο Φράτσερ που δεν μπορεί φυσικά να «κατηγορηθεί»  ως Αριστερός, λέει το αυτονόητο , που οι παπαγάλοι του νεοφιλελευθερισμού κάνουν τώρα …γαργάρα : « Η αποτελεσματική, καλη λειτουργείς του δημοσίου είναι απολύτως απαραίτητη.Αυτό ισχύει επίσης για το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, το οποίο δεν πρέπει να υπόκειται κυρίως στα συμφέροντα του  κέρδους».
Αλλά και ο Ιταλός φιλόσοφος Ντιέγκο Φούσαρο το είπε πολύ ωραία :
  • «Μας είπαν ότι τα σύνορα πρέπει να ανοίξουν . Ότι το ιδιωτικό  ήταν καλύτερο από το δημόσιο. Ότι το κράτος ήταν κακό. Ότι τα δημόσια νοσοκομεία έπρεπε να κλείσουν για οικονομικούς λόγους (…) το μόνο που χρειάστηκε ήταν ένας ιός για να δείξει όλη την ψευδαίσθηση του νεοφιλελευθερισμού».
Ο Φούσαρο που διδάσκει ιστορία στο ινστιτούτο Στρατηγικών και Πολιτικών Μελετών στο Μιλάνο, λέει οτι ο κορονοιός έδειξε στην  πραγματικότητα, τα αποτελέσματα της νεοφιλελεύθερης λιτότητας στην Ιταλία. 
Τα τελευταία δέκα χρόνια, η Ιταλία μείωσε τις δαπάνες στα νοσοκομεία κατά 37 δισ. Ευρώ και έκλεισε 70.000 κλίνες . 
Τα νοσοκομεία δεν ειχαν τη δυνατότητα αντιμετώπισης της επιδημίας, μέχρι η κυβέρνηση της χώρας να αποφασισει  την επείγουσα πρόσληψη 20.000 υγειονομικών .
«Οπου ο κίνδυνος μεγαλώνει, αυξάνεται και η δυστυχία του νεοφιλελευθερισμού» λέει ο Φάσαρο
Η ιστορία είναι magistra vitae (δασκάλα της ζωής) έγραφε ο Κικέρων στο Ορατόριο το 56 π.Χ . Και είναι αποδεδειγμένη αλήθεια οτι η ιστορία μας διδάσκει, αρκεί να γνωρίζουμε πως να την ακούμε.

Σήμερα που κλείνουν 75 χρόνια από το τέλος του αιμοσταγούς Χιτλερ  θα πρέπει να μην ξεχάσουμε τι τον έφερε στην εξουσία πριν καταφέρει να «κερδίσει» τις εκλογες το 1933:
Τέσσερα χρόνια πριν , το  1929 ηταν μια χρονιά  οικονομικής καταστροφής για όλον τον κόσμο, αλλά και τη Γερμανία. Μετά την κατάρρευση των παγκόσμιων χρηματιστηρίων, το ΑΕΠ της Γερμανίας μειώθηκε κατά 6,7%, η ανεργία αυξήθηκε δραματικά  και τα φορολογικά έσοδα κατέρρευσαν. Πως αντέδρασε ο τότε φιλελεύθερος Καγκελάριος Χάινριχ Μπρίνιγκ;  αύξησε τους φόρους και μείωσε τις κυβερνητικές δαπάνες. Είναι φυσικά  γνωστό πώς τελείωσε η ιστορία: η οικονομική παραγωγή συνέχισε να μειώνεται τα επόμενα τρία χρόνια και οι Ναζί ήρθαν στην εξουσία τον τέταρτο χρόνο.
Το εφιαλτικό πάθημα της ιστορίας δεν έχει γίνει δυστυχώς μάθημα στους νεοφιλελευθερους ηγέτες ανά τον κόσμο. Και ας πέρασαν πάνω από 90 χρόνια από τη νεοφιλελεύθερη «λύση» που έδωσε το 1929 ο Μπρίνιγκ…
ΠΗΓΗ
=================
print sharing button
Το 1929 ήταν μια χρονιά οικονομικής καταστροφής για όλο τον κόσμο, αλλά και τη Γερμανία .
  • Από τον Μιχάλη Ψύλο
Μετά την κατάρρευση των παγκόσμιων χρηματιστηρίων, το ΑΕΠ της Γερμανίας μειώθηκε κατά 6,7%, η ανεργία αυξήθηκε δραματικά και τα φορολογικά έσοδα κατέρρευσαν. Πώς αντέδρασε ο τότε καγκελάριος Χάινριχ Μπρίνιγκ; Αύξησε τους φόρους και μείωσε τις κυβερνητικές δαπάνες. Είναι, φυσικά, γνωστό πώς τελείωσε η ιστορία: Η οικονομική παραγωγή συνέχισε να μειώνεται τα επόμενα τρία χρόνια και οι ναζί ήρθαν στην εξουσία τον τέταρτο χρόνο.
Το εφιαλτικό πάθημα της Ιστορίας δεν έχει γίνει δυστυχώς μάθημα για τη σημερινή γερμανική ηγεσία, που επηρεάζει πλέον όχι μόνο τη χώρα της αλλά και όλη την Ευρώπη. Όταν η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ προειδοποιεί ότι η ύφεση στη γηραιά ήπειρο μπορεί να φτάσει στο 15%, το Βερολίνο εξακολουθεί να μη διδάσκεται από το πάθημα και ας πέρασαν πάνω από 90 χρόνια! Αυτό τουλάχιστον δείχνει η διστακτικότητα – για να μην πούμε η άρνηση της κοινής λογικής. Μιας λογικής που έχουν κατανοήσει πολύ καλά η Λαγκάρντ και η ηγεσία της ΕΚΤ, πλημμυρίζοντας τις αγορές με χρήμα.
Το Βερολίνο εμμένει όμως στη λύση του δανεισμού των σφοδρότερα πληγεισών από τον κορονοϊό χωρών του ευρωπαϊκού Νότου μέσω του ΕΣΜ, αντί να τις ενισχύσει με την έκδοση ευρωομολόγων και γενναίες επιχορηγήσεις. Και μάλιστα με την απαράδεκτη τακτική «περιμένουμε και βλέπουμε»… Τέσσερις τηλεσύνοδοι κορυφής της Ε.Ε. έχουν γίνει από την έναρξη της πανδημίας και θα περιμένουμε να καλοκαιριάσει μέχρι να δούμε -αν θα δούμε-συγκεκριμένα μέτρα.
Η Λαγκάρντ ενήργησε πολύ διαφορετικά και κυρίως έγκαιρα, χωρίς καθυστέρηση. Στις 18 Μαρτίου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να χρησιμοποιήσει όλη τη δύναμη πυρός της για να προστατεύσει την οικονομία της ζώνης του ευρώ. Η θέσπιση του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP) ύψους 750 δισ. ευρώ ήταν το πιο πρόσφατο από μια σειρά μέτρων, καθώς η ΕΚΤ είχε ήδη αναγγείλει πρόσθετη χρηματοδότηση 120 δισ. ευρώ για καθαρές αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme-APP) μέχρι το τέλος του 2020, επιπλέον των μηνιαίων καθαρών αγορών ύψους 20 δισ. ευρώ.
Όπως είπε μάλιστα η Γερμανίδα Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος της διοίκησης της ΕΚΤ, «αν κριθεί αναγκαίο και ανάλογο προς τους έκτακτους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε λόγω της κρίσης του κορωνοϊού, θα εξετάσουμε την αναθεώρηση οποιωνδήποτε αυτοεπιβληθέντων ορίων, μεταξύ άλλων του ορίου ανά έκδοση και ανά εκδότη, σύμφωνα με το νομικό μας πλαίσιο».
Όλα αυτά δεν σημαίνουν, φυσικά, ότι η ΕΚΤ άλλαξε χαρακτήρα, αλλά πως να το κάνουμε: Δεν σκέφτεται αλαζονικά, ούτε μόνο το συμφέρον μιας χώρας ή μιας ομάδας χωρών. Θα πείτε ότι η Λαγκάρντ είναι Γαλλίδα και ο προκάτοχός της, Μάριο Ντράγκι, Ιταλός. Σύμφωνοι. Παίζει κι αυτό τον ρόλο του! Αλλά αυτό που ενδιαφέρει άμεσα τον απλό πολίτη στο τέλος τέλος είναι αν τα μέτρα της ΕΚΤ βοηθούν συλλογικά στην άμβλυνση της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επιρροής από την πανδημία. Αν συμβάλλουν στη χαλάρωση των συνθηκών χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών και στη στήριξη των τραπεζών στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν βιώσιμες συνθήκες ρευστότητας στην οικονομία γενικότερα. Και η απάντηση είναι «ναι»!
Όπως γράφουν οι «Financial Times», στην ουσία «η ΕΚΤ δεσμεύεται και ενεργεί σαν να ήταν η εθνική κεντρική τράπεζα κάθε μέλους και κάνει ό,τι χρειάζεται για να βοηθήσει κάθε μέλος της ευρωζώνης να διαχειριστεί αυτήν την κρίση».
Η βρετανική εφημερίδα διερωτάται «τι γίνεται λοιπόν με τις παράλληλες συζητήσεις σχετικά με τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, των κορονο-ομολόγων ή κάποιων παρόμοιων εναλλακτικών λύσεων;». Η απάντηση που δίνει δεν θα αρέσει, φυσικά, στο Βερολίνο και στους δορυφόρους του: «Ο ESM φαίνεται άσχετος. Η ισχύς του είναι πολύ μικρή. Επομένως, έχει σημασία μόνο στον βαθμό που μπορεί να ενεργοποιήσει τις ολοκληρωμένες νομισματικές συναλλαγές της ΕΚΤ. Επιπλέον, οι προϋποθέσεις του ΕΣΜ -αν όχι τώρα, αργότερα, όταν λήγουν οι ανατροπές- καθιστά τα δάνειά του πηγή αναθέματος. Αυτές οι προϋποθέσεις θα ήταν επίσης διχαστικές, όταν απαιτείται αλληλεγγύη».
Άλλωστε η πανδημία μπορεί να προκαλεί ένα τεράστιο κοινό σοκ, αλλά έχει ασύμμετρα αποτελέσματα.
Η «Wall Street Journal» εκτιμά ότι «Τα περισσότερα κράτη της βόρειας Ευρώπης αναμένεται να ανακάμψουν γρηγορότερα από το οικονομικό κώμα σε σχέση με τις χώρες του Νότου, γεγονός που εντείνει το χάσμα πλούτου της ευρωζώνης και τροφοδοτεί πολιτικές εντάσεις σχετικά με το πώς θα αντιμετωπιστούν οικονομικά οι επιπτώσεις της πανδημίας. Αυτό το διευρυνόμενο οικονομικό χάσμα θέτει μια πρόκληση στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ευρώ. Διαβρώνει τη στήριξη προς το ενιαίο νόμισμα στη νότια Ευρώπη, ενώ καθιστά δυσκολότερο για την ΕΚΤ να ορίσει επιτόκια τα οποία θα είναι κατάλληλα για όλα τα μέλη.
Η οικονομία της Γερμανίας αναμένεται να ανακάμψει σε καλύτερα επίπεδα σε σχέση με τη νότια Ευρώπη, το γερμανικό ΑΕΠ αναμένεται να είναι κατά 2,5% συρρικνωμένο κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2021 σε σχέση με την ίδια περίοδο του περασμένου έτους, ενώ το ΑΕΠ της Ιταλίας εκτιμάται πως θα συρρικνωθεί κατά 9,2% και της Ισπανίας κατά 7,7%, σύμφωνα με έρευνα της Morgan Stanley. Το ποσοστό ανεργίας της Γερμανίας αναμένεται να είναι κατά μέσο όρο 3,5% το επόμενο έτος, ενώ το ποσοστό ανεργίας της Ιταλίας θα κινηθεί κατά μέσο όρο στο 13% το επόμενο έτος και 17% στην Ισπανία, αναφέρει η έκθεση.
Ενώ το κλείσιμο των εργοστασίων υπήρξε ο κανόνας στην Ιταλία και την Ισπανία, λιγότερο από το ένα πέμπτο των Γερμανών κατασκευαστών έκλεισαν εργοστάσια τις τελευταίες εβδομάδες, σύμφωνα με έρευνα που διενήργησε την περασμένη εβδομάδα η γερμανική δεξαμενή σκέψης Ifo. Στην Ιταλία, στην Ισπανία και την Ελλάδα τα περιοριστικά μέτρα άρχισαν νωρίτερα σε σχέση με τη Γερμανία και επεκτάθηκαν στις περισσότερες μη απαραίτητες επιχειρήσεις. Ο τουρισμός, ένας από τους πιο σοβαρότερα πληγέντες οικονομικούς τομείς, αντιπροσωπεύει το 13% του ΑΕΠ της Ιταλίας, το 15% της Ισπανίας και το 21% της Ελλάδας, αλλά μόνο το 9% της Γερμανίας, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδιών και Τουρισμού (World Travel and Tourism Council).
Οι βόρειοι εταίροι μας θα πρέπει όμως να καταλάβουν ότι η κατάρρευση της ευρωζώνης θα ήταν καταστροφή και για αυτούς. Η πρωτοβουλία της ΕΚΤ να ενισχύσει την αγορά ομολόγων των πιο ευάλωτων οικονομιών, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της πανδημίας, αντισταθμίζει το έλλειμμα κοινής δημοσιονομικής πολιτικής της Ε.Ε. Οπως φαίνεται, η ΕΚΤ είναι το μόνο θεσμικό όργανο που το έχει κατανοήσει και κυρίως είναι ικανό και πρόθυμο να ενεργήσει για όλες τις χώρες. Τώρα είναι καιρός για δράση, για «ό,τι χρειάζεται», όπως έλεγε ο Ντράγκι το 2012. Όχι για κάποια άλλη φορά…

Σχόλια